Η καταγωγή των αστικών μύθων

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

keimeno astikoi mythoi
Η έννοια της παράδοσης, όπως έχει επιβιώσει ως ελληνική πνευματικότητα μες στους αιώνες, παρά τους κλονισμούς και τις επαναλαμβανόμενες ιστορικές αναταράξεις που γνώρισε ετούτος ο τόπος, δεν παύει να διατηρεί μία υψηλή θέση στην ελληνική ψυχή.

Παρά τις προσμίξεις από την πολυετή παρουσία άλλων εθνοτήτων στο εσωτερικό της ελληνικής, γεωγραφικής περιοχής, η λαϊκή παράδοση, όχι μόνο δεν απώλεσε την αισθητική της πληρότητα, τη σύμφωνη με τον ειδικό ψυχισμό των ανθρώπων μας, αλλά εμπλουτίστηκε, ενδυναμώθηκε και ισχυροποιήθηκε, καθιστώντας «εθνικό» το υλικό εκείνο, το οποίο διαθέτει μια άλλη καταγωγή ή προέλευση, περισσότερο τοπική ή εξειδικευμένη.
Με άλλα λόγια η πλαστικότητα και η διαχρονικότητα της δημοτικής ή λαϊκής παράδοσης ανέδειξε την τελευταία σε μια πνευματική κιβωτό ικανή να διατηρήσει αναλλοίωτες τις εξειδικευμένες καταβολές της, ενώ την ίδια στιγμή την κατέστησε σύμβολο και ουσιώδες χαρακτηριστικό της εντόπιας ταυτότητας.
Η περιφρόνηση της παράδοσής μας, της ίδιας που άρχεται από την εποχή του Ομήρου και εκτείνεται με ευρύτητα σε όλο το φάσμα της εθνικής μας παρουσίας από τους οπαδούς ενός δυτικού τύπου ακαδημαϊσμού, ξένου προς την ελληνική, ψυχολογική πραγματικότητα, καθώς και η στόχευση δημιουργίας ενός κράτους, με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα της, περί τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, δεν επέτρεψε στη λαϊκή παράδοση να αναλάβει τη θέση, την οποία δικαιωματικά σήμερα κατακτά μες στον ψυχισμό μας.
Η προφορικότητά της, όμως, από την άλλη πλευρά, συνέβαλε κατά τρόπον ώστε να μην λησμονηθεί ολότελα τούτος ο θησαυρός, ετούτο το μνημειώδες, εθνικό κεφάλαιο, το οποίο αντλεί την απαρχή του μες στο ελληνικό, ιστορικό μας παρελθόν. Οι εντόπιοι, πνευματικοί κύκλοι της αρχαϊκής περιόδου, διαβλέποντας με μια ευρύτερη και περισσότερο αισθητική οξύνοια, τη διδακτική και φιλολογική ταυτόχρονα αξία της καταγεγραμμένης παράδοσης, παρεχώρησαν σε εκείνη, το δικαίωμα να αποτελέσει έναν ζωντανό οργανισμό, διαρκώς παρόντα, ακμάζοντα, ικανό να παρηγορεί την ψυχή, να αγνοεί τα συστήματα και τα μοντέλα και να καθίσταται η μόνη εγγύηση για την αποτύπωση της πιο απλής, της πιο αδιάφορης, ιστορικής στιγμής.
Μιας στιγμής, όμως, η οποία τείνει να χωρέσει ολόκληρη την πνευματικότητα και την ηθική μιας ορισμένης περιόδου. Με άλλα λόγια η λαϊκή παράδοση, με την πλαστικότητα, την αντοχή, τη βαθύτατη πνευματικότητα, με την οποία είναι εμποτισμένη, με το όχημα της προφορικότητας που διασφαλίζει την επιβίωση και τη μετάδοσή της, συνιστά μία μορφή κοινωνικής ιστορίας.
Με τούτο τον όρο φυσικά δεν εννοούμε πως η ιστορία δεν αποτυπώνει την κοινωνική κατάσταση, πως δεν κατέχει ένα τέτοιο ύφος μες στον ίδιο τον ορισμό της. Μα εδώ μιλούμε για μια ιστορία, αμεσότερη, μια ιστορία που συνοψίζει και κουβαλά την αισθητική και το ύφος μιας εποχής αδιάφορης, δίχως κομβικά γεγονότα ή εμπόλεμες συρράξεις με ισχυρές επιδράσεις στο σύνολο των τομέων της ανθρώπινης δράσης.
Μιλούμε για τις ταπεινές ιστορίες των ανθρώπων, τις ασήμαντες ζωές που εξαντλούνται μες στους προσωπικούς μύθους, μιλούμε για τα παράλληλα σύμπαντα που συστέλονται για πάντα με την οριστική απώλεια. Και τίποτε δεν απομένει από τούτο το τρομερό γεγονός, η ασύλληπτη αυτή λύπη δεν αφήνει πίσω της παρά μόνο θολές μνήμες για εποχές και μικρές ιστορίες.
Ετούτη την περιφρονημένη ιστορία οφείλει να αντιληφθεί κανείς ως το πρωτογενές υλικό για τη σύσταση των μύθων. Μια σαφής, λαϊκή ετυμηγορία, ένα σαφές αξίωμα που καθίσταται συνείδηση μες στην απλή και δοκιμαζόμενη ψυχή, τούτης και κάθε μελλούμενης εποχής.
Η λαϊκή παράδοση, λοιπόν εμπεριέχει τις πιο σπουδαίες κορυφές, τις διδακτικές συντριβές του παρελθόντος, την τοπική αισθητική του έρωτα και του θανάτου. Με άλλα λόγια μες στην παράδοση κρατείται φυλαγμένη η φιλοσοφία ενός λαού,το σιωπηρό του δόγμα, οι αρχές του οι αισθητικές, η ηθική του η ίδια. Σε εκείνη θα πρέπει να ανατρέξει στις ταραγμένες εποχές και μες στους θερμούς κόλπους της θα οικειοποιηθεί και πάλι τις οσμές του τόπου, τον πόνο του, τις αιτίες μιας αναπάντεχης ευφορίας, μιας αντοχής που χαρίζεται μονάχα σε εκείνους που γνωρίζουν και κατέχουν το ταπεινό, εγχώριο αίσθημα.
Η έννοια της παράδοσης, η παράδοση ως ένας ζωντανός οργανισμός δεν παύει να τροφοδοτείται, να εμπλουτίζεται, να καλοδέχεται στους κόλπους της όσα γεννιούνται μες σε κάθε εποχή και από εκείνα να κρατεί ένα σαφές και χρήσιμο απόσταγμα. Η μνήμη του λαϊκού συναισθάματος, η βαθιά ανταπόκριση του ανθρώπινου πνεύματος σε τούτη την κοιτίδα δεν οφείλεται σε μια πρόθεση να καταστήσει ορμητικότερη την πράξη ή να παραστήσει με επάρκεια μεγαλύτερη τα συστήματα.
Η στόχευση είναι, καθώς προείπαμε να κρατήσει ζωντανή μια στιγμή με κύρος και αξία γνωστική για τον άνθρωπο. Με τούτη την έννοια, εκείνη δηλαδή την αναπαραστατική με τους συμβολισμούς και τις ανταποκρίσεις της, η παράδοση τρέφεται από το λεγόμενο, αστικό μύθο, ένα ακαταχώρητο πολλές φορές μα ενσυνείδητο προϊόν της εντόπιας παράδοσης. Τούτος συνιστά το περιεχόμενο σύγχρονων καταστάσεων οι οποίες επηρέασαν με τρόπο αποφασιστικό την ανθρώπινη ψυχολογία.
Το υλικό αυτό, οι αστικοί μύθοι, δηλαδή συνιστούν το αποτέλεσμα σύγχρονων, κοινωνικών καταστάσεων, οι οποίες με την ένταση και το διδακτικό τους περιεχόμενο δεν μπορούν παρά να σταθούν ως η ευθεία τροφοδοσία της συσσωρευμένης, λαϊκής παράδοσης. Οι ανταποκρίσεις, οι αντιστοιχίες τους καλύτερα με ζητήματα της παράδοσης, αποτελούν μια επιβεβαίωση του υψηλού, αισθητικού και ηθικού κριτηρίου με το οποίο ο λαός ενισχύει την παράδοση.
Με αυτόν τον τρόπο δεν διασφαλίζεται μόνο το περιεχόμενο της περιγραφόμενης στιγμής, μα εξυπηρετείται το εθνικό χρέος κάθε γενιάς. Εκείνο το οποίο απαιτεί η παράδοση, ο αστικός μύθος δηλαδή, ως μια συγχρονισμένη εκδοχή της προφορικής, λαϊκής παράδοσης δεν είναι άλλο από την ανανέωση. Μιλούμε για μια κοινωνική, σχεδόν «εθνική» υποχρέωση, για έναν αδιάκοπο αγώνα η παράδοση, ως τέχνη πολλές φορές, να συνδεθεί με το πιο ζωντανό κύτταρο ενός πληθυσμού.
Και ίσως σε τούτο ακριβώς το σημείο να κατορθώνεται και η μέγιστη συγκίνηση, να εκπληρώνεται δηλαδή με άλλα λόγια η συγκίνηση, η αισθηματική τελείωση, να μορφοποιείται τελικά το γεγονός το ίδιο, οι πρωταγωνιστές του, όπως τονίζει ο Ανδρέας Καραντώνης στην πεζογραφική ανθολογία του.
Ο ίδιος ο όρος του αστικού μύθου, εκφράζει το περιεχόμενο και τη δυναμική του. Συνεπάγεται την προφορικότητα, την αμεσότητα δηλαδή της παρεχόμενης πληροφορίας, την ευφάνταστη θεώρησή της, που θα αποκαλύψει και άλλες πτυχές, θα φωτίσει υπό νέες γωνίες το κοινωνικό φαινόμενο.
Οι έννοιες της αλήθειας και του ψεύδους υπόκεινται σε μια τρομερή αδρανοποίηση, καθώς εκείνο το οποίο γοητεύει το κοινό δεν είναι η επιβεβαίωση της υποθέσεως, μα η διαδρομή, η ορμητικότητα του λόγου, η μοίρα των προσώπων τα οποία εμπλέκονται σε ένα ζήτημα, η στάση τους απέναντι στα γεγονότα.
Η επίδοση ενός αστικού μύθου αξιολογείται λοιπόν, με βάση το θέμα και την έντασή του, σύμφωνα πάντα με το αξιακό, ηθικό σύστημα μιας συγκεκριμένης εποχής. Και σώζεται με τούτα τα χαρακτηριστικά ολοζώντανα μες στα χρόνια για να ανασυρθεί σε κάθε καθημερινή αναγκαιότητα, κρατώντας έναν ρόλο σταθερό, μια διαχρονική δυναμική, ανάλογη της σημασίας και των ειδικών, σημειολογικών αναφορών του.
Ο αστικός μύθος αποτέλεσε ένα εξαιρετικά οικείο υλικό για την ελληνική κοινωνία. Προικισμένος με την προφορικότητα, γρήγορα εντάχθηκε στη λαϊκή παράδοση, διατηρώντας το ενδιαφέρον του κοινού αμείωτο, ασκώντας μια γοητεία συνταρακτική, διαρκώς επίκαιρη, εξακολουθητικά ικανή να συναρπάσει, να «αποπλανήσει» την ατομικότητα.
Ο όρος «αστικός», πέρα από ένα διαχωριστικό κριτήριο, επιβεβαιώνει το γεγονός πως η καταγωγή του αναγνωρίζεται στην ευρεία, λαϊκή βάση, στον απλό κόσμο δηλαδή που αρκείται με μια υποτυπώδη πληρότητα του λόγου, μα δεν αρέσκεται παρά σε γεγονότα βαθύτατα ανθρώπινα και συγκλονιστικά. Μια πληρότητα που θα εξασφαλίζει τη συμβατική λειτουργία, την υψηλή της στάθμη, τη συναισθηματική φόρτιση δηλαδή, τη μόνη ικανή να αποτελέσει ακόμα ένα καλλιτεχνικό ερέθισμα, μια αισθητική τέρψη, μια συναισθηματική πραγματικότητα.
Ο αστικός μύθος, με την αμφιβολία του, την αδυναμία της επαλήθευσής του, ζήτημα σαφώς επουσιώδες, αποτελεί μια μετεξέλιξη, μια σύγχρονη εκδοχή της δημοτικής, λαϊκή καταγραφής, όπως την παρατηρούμε στα δημοτικά τραγούδια, στις σωσμένες παραδόσεις του τόπου μας. Ο τρόπος με τον οποίο εξελίσσεται ο αστικός μύθος προσομοιάζει με εκείνον της δημοτικής παράδοσης.Συνιστά δηλαδή αφορμή για την εγρήγορση της καλλιτεχνικής ευαισθησίας, υποβάλλεται στην προφορικότητα, καθίσταται παροιμιώδες υλικό και έτσι παραμένει διαρκώς σε μια ακμή.
Σκοπός του παρόντος σχολίου δεν είναι η αποτύπωση του μηχανισμού, με τον οποίο διαμορφώνεται ένας μύθος ή μια παράδοση. Στόχος ετούτης της θεώρησης είναι να δικαιολογηθεί η φολκλορική διάσταση του αστικού μύθου, μια διάσταση η οποία καθώς εξελίσσονται οι εποχές, γειτνιάζει, αν δεν ταυτίζεται με τη δημοτική, αναγνωρισμένη παράδοση, αυτή που φέρει το προνόμιο ενός κεφαλαίου λαϊκού.
Η αποκωδικοποίηση της σύγχρονης κουλτούρας, η ηθογραφική αποτύπωση μιας εποχής, συνιστούν τη βασική δυναμική των αστικών μύθων, οι οποίοι παρά το γεγονός πως διαχωρίζονται ευθέως από τους παραδοσιακούς μύθους, εντάσσονται και εκείνοι σε έναν παρόμοιο μηχανισμό αναπαραγωγής, αποτελούν το δημιούργημα μιας ανθρώπινης φύσης που διαχρονικά εκφράζει μια ροπή προς την υπερβολή και τη μυθοπλασία, προκειμένου να κατανοήσει το νεωτερικό ή να πλάσει εκ νέου τον κόσμο και τα θεμελιώδη επιχειρήματά της.
Ο έρωτας και το ψεύδος συνιστούν υλικά αξίας, λαϊκά. Η ιστορία όλων των τόπων και όλων των εποχών το επιβεβαιώνει αναντίρρητα.
Απόστολος Θηβαίος
[24grammata.com]

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ