Π.Καρύκα : "Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, από το Μάτζικερτ στην άλωση του 1204"

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

sofia3
 
 
 
του Παντελή Καρύκα
Συγγραφέα –
Μετά την συντριβή στο Μάτζικερτ (1071) η Βυζαντινή Αυτοκρατορία εισήλθε σε μια περίοδο πολιτικοστρατιωτικής παρακμής και οικονομικής και θεσμικής κρίσης. Ωστόσο η άνοδος στον θρόνο της δυναστείας των Κομνηνών, με πρώτο τον Αλέξιο, σηματοδότησε το σταμάτημα της παρακμιακής αυτής πορείας και έδωσε και πάλι στην Αυτοκρατορία μέρος της παλαιάς ισχύος και αίγλης.
Οι διάδοχοι του Αλεξίου, Ιωάννης και Μανουήλ, συνέχισαν το έργο του – με μόνη άτυχη στιγμή την συντριβή του στρατού του Μανουήλ από τους Σελτζούκους στο Μυριοκέφαλο (1176).
Μετά τον θάνατό του όμως και την πραξικοπηματική άνοδο στον θρόνο του Ανδρόνικου Κομνηνού, η κατάσταση της Αυτοκρατορίας άρχισε και πάλι να επιδεινώνεται. Ο Ανδρόνικος ήταν άνδρας προικισμένος με πολλές αρετές, αλλά και με περισσότερα ελαττώματα. Η πολιτική του και η σκληρότητά του προκάλεσαν την αντίδραση των Βυζαντινών, οι οποίοι τελικά τον σκότωσαν με φρικτό τρόπο.
Το κενό εξουσίας που δημιουργήθηκε έσπευσε να καταλάβει ένας άγνωστος, έως τότε, άρχοντας από την Φιλαδέλφεια της Μικράς Ασίας, ο Ισαάκιος Άγγελος, ιδρυτής της ομώνυμης δυναστείας, η οποία στα 20 περίπου έτη που διαχειριζόταν τις τύχες της Αυτοκρατορίας (1185-1204) κατόρθωσε να την καταστρέψει. Ο Ισαάκιος Άγγελος ήταν πάντως ο ικανότερος εκπρόσωπος της δυναστείας του. Το 1195 όμως, μετά από την ήττα του από τους Βουλγάρους, ο Ισαάκιος εκθρονίστηκε από τον μεγαλύτερο αδερφό του Αλέξιο και τυφλώθηκε.
Ο Αλέξιος ανέβηκε στον θρόνο σε μια δύσκολη για την Αυτοκρατορία στιγμή και χάρις στην ανικανότητά του απλά επιδείνωσε την ήδη άσχημη κατάστασή της. Η Σερβία ισχυροποιήθηκε και ξέφυγε από την επιρροή της Αυτοκρατορίας, προσκολλούμενη στο άρμα του Βατικανού. Η Βουλγαρία κηρύχθηκε επίσης ορκισμένος εχθρός της Αυτοκρατορίας, χωρίς η τελευταία να μπορεί να αντιδράσει, αφού τα τελευταία αποθέματα των δημοσίων ταμείων διατέθηκαν από τον ανίκανο Αλέξιο Γ’ για την ικανοποίηση των πολιτικών του φίλων, με την υποστήριξη των οποίων στεκόταν στον θρόνο.
Η στρατιωτική, οικονομική και πολιτική αδυναμία της Αυτοκρατορίας δεν πέρασε φυσικά απαρατήρητη και από τους δυτικούς εχθρούς της. Ο Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Ερρίκος ΣΤ’, είχε κληρονομήσει το Νορμανδικό Βασίλειο της Κάτω Ιταλίας και μαζί είχε κληρονομήσει και τις αξιώσεις των Νορμανδών επί των βυζαντινών εδαφών. Παράλληλα ο γάμος του αδελφού του Φιλίππου με την κόρη του εκπτώτου Βυζαντινού Αυτοκράτορα Ισαακίου, του επέτρεπε να διατυπώνει αξιώσεις και επί του θρόνου της Κωνσταντινούπολης ακόμα, με το πρόσχημα της υπεράσπισης των δικαιωμάτων του τυφλού Ισαακίου.
Ο δειλός και ανίκανος Αλέξιος Γ’ προσπάθησε να εξαγοράσει τη συμπάθεια του Γερμανού Αυτοκράτορα, καταβάλλοντας ουσιαστικά φόρο υποτέλειας, ο οποίος σύμφωνα με τον Νικήτα Χωνιάτη, έφτανε στο ποσό των 16 λίτρων χρυσού. Αν και ο θάνατος του Ερρίκου απάλλαξε το Βυζάντιο από την καταβολή του ποσού, εντούτοις άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου, προετοιμάζοντας ουσιαστικά το κλίμα για την επίθεση των Δυτικών κατά της Κωνσταντινούπολης.
Η αδυναμία πάντως της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, στη συγκεκριμένη περίοδο, δεν ήταν τόσο στρατιωτική, όσο ήταν πολιτική. Ακόμα και λίγο πριν την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, οι Βυζαντινοί, αριθμητικά, διέθεταν περισσότερους στρατιώτες από τους αντιπάλους τους. Αυτό που έλειπε από τον Βυζαντινό Στρατό ήταν η ψυχή, που μόνο ένας μεγάλος ηγέτης θα μπορούσε να του προσδώσει. Έλειπε το ηθικό, η πίστη στον αγώνα, την οποία φυσικά δεν θα μπορούσαν να έχουν οι μισθοφόροι στρατιώτες του Βυζαντίου.
Τα επαρχιακά στρατεύματα, από γηγενείς στρατιώτες αποτελούμενα, είχαν πέσει στη δυσμένεια του καθεστώτος, αφού τυχόν ισχυροποίησή τους θα σήμαινε και την ισχυροποίηση του στρατηγού διοικητή τους, με καταστροφικές ίσως συνέπειες για την ανίκανη κυβέρνηση της πρωτεύουσας.
Η μεγαλύτερη όμως και καταστροφικότερη αδυναμία των Βυζαντινών έγκειτο στην έλλειψη στόλου. Το βυζαντινό ναυτικό, το οποίο λίγες δεκαετίες πριν, κυριαρχούσε στη Μεσόγειο, ήταν στις αρχές του 13ου αιώνα ανύπαρκτο. Στην κρίσιμη στιγμή μόλις 25 βυζαντινά πλοία προσπάθησαν, ανεπιτυχώς βέβαια, να αναχαιτίσουν 250 ενετικά και φραγκικά πλοία.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ