Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος, ένα λαμπρό μυαλό της μετάβασης από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος ή Βασίλειος (κατά κόσμον) Βησσαρίων (κατά Χριστόν) (2 Ιανουαρίου 1403 – 18 Νοεμβρίου 1472) ήταν Βυζαντινός κληρικός, καρδινάλιος της Καθολικής Εκκλησίας και τιτουλάριος Λατίνος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, καθώς και ένας από τους επιφανείς λόγιους που συνέβαλαν στη σημαντική αναβίωση των γραμμάτων τον 15ο αιώνα.

Αποτελεί μία από τις σημαντικότερες μορφές του βυζαντινού και ιταλικού ουμανισμού της κοσμοϊστορικής εποχής της μετάβασης από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση.

Βιογραφικά στοιχεία

Γεννήθηκε στην Τραπεζούντα του Πόντου, τότε πρωτεύουσα της ομώνυμης Αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών. Για αιώνες το κοσμικό του όνομα θεωρούνταν λανθασμένα Ιωάννης, πρόσφατα επικράτησε το όνομα Βασίλειος σαν ορθότερο. Ήταν ένα από τα 15 παιδιά βυζαντινής οικογένειας με γνωστό μόνο το όνομα της μητέρας του που ονομαζόταν Θεοδούλη και ότι όλα τα άλλα αδέλφια του πέθαναν πριν το θάνατο των γονιών του. Έλαβε την βασική του παιδεία στην Τραπεζούντα, τελώντας υπό την προστασία του επισκόπου Τραπεζούντας Δοσίθεου. Το 1415 ο Δοσίθεος μεταβαίνοντας στην Κωνσταντινούπολη πήρε μαζί του τον Βασίλειο όπου και τον παρέδωσε ως τρόφιμο σε μία Μονή προκειμένου να συνεχίσει φοίτηση κοντά σε μεγάλους διδασκάλους όπως τον Γεώργιο Χρυσοκόκκη στη “Πατριαρχική Ακαδημία” και αργότερα κοντά στον επίσκοπο Σηλυβρίας τον Ιγνάτιο Χορτασμένο όπου φέρεται να μαθήτευσε μαζί με τον Φραγκίσκο Φίλελφο και τον Μάρκο τον Ευγενικό.

Ορθόδοξη δράση – Κωνσταντινούπολη

Στις 30 Ιανουαρίου του 1423 και σε ηλικία 20 ετών κάρηκε μοναχός λαμβάνοντας το όνομα Βησσαρίων και το 1426 χειροτονήθηκε διάκονος. Το 1431, όταν ο Δοσίθεος ορίσθηκε μητροπολίτης Μονεμβασίας ο Βησσαρίων χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και στη συνέχεια μετέβη στο Μυστρά για να παρακολουθήσει τα μαθήματα του διαπρεπούς φιλοσόφου Γεωργίου Πλήθωνα Γεμιστού. Με τον Πλήθωνα μυήθηκε στην πλατωνική φιλοσοφία, της οποίας αργότερα θα γίνει ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους στην Δύση. Κατά την περίπου πενταετή παραμονή του στον Μυστρά μπόρεσε ν΄ αντιληφθεί την κρισιμότητα της θέσης που βρισκόταν τότε ο βυζαντινός ελληνισμός όπου και του γεννήθηκε ο σταθερός προσανατολισμός για προσέγγιση με τη Δύση. Εξ αυτού του λόγου έκανε πολλά διαβήματα προς τους Παλαιολόγους, Δεσπότες του Μυστρά, (αδελφούς του αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄), με τους οποίους είχε δημιουργήσει φιλικές σχέσεις για την αναγκαιότητα της παραπάνω προσέγγισης. Χαρακτηριστικό υπήρξε το υπόμνημά του προς τον Κωνσταντίνο και Θεόδωρο Παλαιολόγο , υποδεικνύοντας στροφή της πολιτικής τους προς τη Δύση και την ανάγκη ριζικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων.

Το 1436 έγινε ηγούμενος σε μοναστήρι της Κωνσταντινούπολης. Το 1437 όταν ο Αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος αποφάσισε να μεταβεί στη Φεράρα επικεφαλής της ορθόδοξης αντιπροσωπείας προκειμένου να διαπραγματευτεί με τους ρωμαιοκαθολικούς την ένωση των Εκκλησιών και την παροχή στρατιωτικής βοήθειας κάλεσε τον Βησσαρίωνα να τον συνοδεύσει στη Σύνοδο, (καθώς επίσης και τον Πλήθωνα Γεμιστό), και μάλιστα για περισσότερη επισημότητα φρόντισε να χειροτονηθεί μητροπολίτης Νικαίας. Στη βυζαντινή αυτή αντιπροσωπία στη Σύνοδο της Φερράρας-Φλωρεντίας ο Βησσαρίων αναδείχθηκε ως ο διαπρεπέστερος εκπρόσωπος των ενωτικών, αν και αρχικά ανήκε στην παράταξη των ανθενωτικών. Σημειώνεται ότι κατά τις συζητήσεις που διεξάχθηκαν ο Βησσαρίων αρχικά υποστήριξε τις ορθόδοξες θέσεις ενώ προοδευτικά έγινε συμβιβαστικός. Αποδέχθηκε την προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως του “Φιλιόκβε”, υποστηρίζοντας την ισοτιμία των εκφράσεων “εκ του Υιού” και “δια του Υιού” ενώ στο επίμαχο σημείο του “καθαρτηρίου πυρός” έκλινε προς τις απόψεις των Καθολικών.Τελικά η εν λόγω σύνοδος έληξε με την υπογραφή του “Όρου της Ενώσεως”. Στις 6 Ιουλίου του 1439 ήταν αυτός που ανέγνωσε στα ελληνικά την διακήρυξη της ένωσης των Εκκλησιών στον καθεδρικό ναό της Φλωρεντίας, παρουσία του πάπα Ευγενίου του Δ΄ και του αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγου.

Μετά το πέρας της Συνόδου επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου του ανακοινώθηκε η προαγωγή του σε Καρδινάλιο από τον Πάπα Ευγένιο Δ΄, μαζί με τον Ισίδωρο του Κιέβου. Η παπική αυτή προαγωγή θρησκευτική και διπλωματική έγινε σε αναγνώριση της θεολογικής και φιλοσοφικής του παιδείας. Στο μεταξύ στη Βασιλεύουσα υπήρξε μεγάλη ένταση από τους ανθενωτικούς και η παραμονή του Βησσαρίωνα εκεί θεωρούμενου ως πρωτεργάτη της υπογραφής της Ένωσης και “προδότη της πίστεως” ήταν ιδιαίτερα δύσκολη, όπου και αναγκάσθηκε ν΄ αποσυρθεί του δημόσιου βίου και να απομονωθεί αρχικά στη Μονή του Παντεπόπτου καθώς και σε άλλες Μονές της Κωνσταντινούπολης επιδιδόμενος σε μελέτες αρχαίων ελληνικών κωδίκων και πατερικών κειμένων. Έτσι το 1441 μετά και την κατακραυγή που δέχθηκε λαμβάνοντας μέρος στην εκλογή πατριάρχου Κωνσταντινούπολης, αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη και να μεταβεί στη Δύση για να αναλάβει τα καθήκοντά του ως καρδινάλιος.

Ρωμαιοκαθολική δράση – Ρώμη

Φθάνοντας στη Δύση γρήγορα εξοικειώθηκε με την λατινική γλώσσα και κουλτούρα και απέκτησε επιρροή στο εσωτερικό της καθολικής Εκκλησίας. Στον θυρεό του σαν καρδινάλιος επιλέγει την παράσταση των δύο χεριών, ένα από την ανατολή και ένα από την Δύση, που κρατούν έναν σταυρό, για να επισημάνει την πίστη του στην Ένωση των Εκκλησιών. Το 1450 ο Πάπας Νικόλαος Ε΄ του ανέθεσε την διακυβέρνηση της Μπολώνιας, τότε μέρος του παπικού κράτους. Σε αυτή την θέση έμεινε μέχρι το 1455, όταν πέθανε ο Νικόλαος Ε΄.
Στο κονκλάβιο του 1455, για την εκλογή του νέου πάπα, για πολύ μικρή διαφορά ψήφων δεν έγινε ποντίφικας. Από τους λόγους που κάτι τέτοιο δεν συνέβη ήταν η ελληνική του καταγωγή, η προσκόλλησή του στο μοναστικό τρόπο ζωής και η απουσία κάποιας πολιτικής δύναμης που θα τον προωθούσε. Μετά τον θάνατο του Πάπα Καλλίστου Γ΄, το 1458, πάλι για μικρή διαφορά δεν κατάφερε να εκλεγεί.

Πολιτική δράση

Ο νέος Πάπας όμως, Πίος Β΄, γρήγορα έκανε τον Βησσαρίωνα έναν από τους σημαντικότερους συμβούλους του. Το κύριο μέλημα του Πίου Β΄ ήταν η οργάνωση μιας Σταυροφορίας εναντίον των Τούρκων, οι οποίοι με τις επεκτατικές τους τάσεις αποτελούσαν τον υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο για τον χριστιανικό κόσμο, κυρίως την Βενετία και την Ουγγαρία. Ο Πάπας θέλοντας να ενώσει την χριστιανική Ευρώπη κάτω από την καθοδήγησή του, έβρισκε στον τουρκικό κίνδυνο, ο οποίος ήταν παρ’όλα αυτά πραγματικός, μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να κερδίσει πολιτικό και ηθικό κύρος. Το 1459 ο Πάπας οργάνωσε μία πανευρωπαϊκή σύνοδο στη Μάντοβα για την οργάνωση της Σταυροφορίας πετυχαίνοντας ωστόσο πολύ μικρή ανταπόκριση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων της Ευρώπης.

Αμέσως μετά το πέρας της συνόδου (1460) ο Πίος έστειλε τον Βησσαρίωνα στην Γερμανία για να πείσει τον αυτοκράτορα Φρειδερίκο Γ΄ και τους Γερμανούς πρίγκηπες να σταματήσουν τις μεταξύ τους συγκρούσεις και να συγκεντρώσουν τις δυνάμεις τους για την Σταυροφορία. Το 1463 ο Βησσαρίων αναγορεύτηκε Λατίνος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (ένας τίτλος με συμβολικό μόνον χαρακτήρα) και τον ίδιο χρόνο έγινε εκπρόσωπος του Πάπα στην Βενετία για να οργανώσει την Σταυροφορία του Πάπα, η οποία έπρεπε να πραγματοποιηθεί το καλοκαίρι του 1464. Τα σχέδια ματαιώθηκαν με τον θάνατο του Πίου Β΄ τον Αύγουστο του 1464 στην Αγκώνα ενώ ετοίμαζε την άφιξη του στόλου για την Σταυροφορία. Στο μεταξύ όμως οι Βενετοί είχαν αρχίσει τον δικό τους πόλεμο με τους Τούρκους στην Πελοπόννησο. Για τους Βενετούς αυτός ο πόλεμος που θα κρατήσει 16 χρόνια θα είναι καταστροφικός, ο Βησσαρίων όμως έβλεπε τώρα στην Βενετία την κληρονόμο του Βυζαντίου. Αυτός είναι ένας από τους λόγους πού το 1468 θα χαρίσει στην πόλη της Βενετίας την ανεκτίμητη βιβλιοθήκη του: σχεδόν 1000 χειρόγραφα, ελληνικά και λατινικά, που θα αποτελέσουν τον πυρήνα της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας. Κυρίως όμως, τα βιβλία αυτά έπρεπε, σύμφωνα με τις επιθυμίες του ίδιου του Βησσαρίωνα, να είναι στην διάθεση των Ελλήνων για να μην ξεχάσουν ποιες είναι οι ρίζες τους τώρα που δεν έχουν πατρίδα.

Από το 1464 και μετά η πολιτική δράση του Βησσαρίωνα περιορίζεται. Ασχολείται περισσότερο με τη μελέτη και την συγγραφή. Γράφει το σημαντικότερό του έργο In calumniatorem Platonis (Εναντίον του συκοφάντη του Πλάτωνα) για να υπερασπιστεί την πλατωνική φιλοσοφία από τους αριστοτελικούς επικριτές της.

To 1470 οι Τούρκοι κατακτούν την Εύβοια (Νεγροπόντε), την δεύτερη σημαντικότερη αποικία των Βενετών στο Αιγαίο μετά την Κρήτη, και το νέο συνταράσσει την Δύση. Συγκλονισμένος από τις επιτυχίες των Τούρκων στην Ανατολή (το 1460 οι Τούρκοι κατέλαβαν την Πελοπόννησο, το 1461 την ιδιαίτερη πατρίδα του Βησσαρίωνα, Τραπεζούντα) ο Βησσαρίων γράφει μια σειρά επιστολών προς τους ηγεμόνες της Ιταλίας και μεταφράζει στα λατινικά τον πρώτο Ολυνθιακό του Δημοσθένη, όπου ο συγγραφέας προειδοποιεί τους Αθηναίους για τον μακεδονικό κίνδυνο και τις επεκτατικές βλέψεις του Φιλίππου, καθαρή αναφορά στον κίνδυνο που αποτελεί ο σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ για την Δύση αν οι ηγεμόνες αδιαφορήσουν ακόμη και δεν συμβάλλουν στην εξουδετέρωσή του. Αυτά τα κείμενα θα τυπωθούν ενώ ο Βησσαρίων ζει και θα έχουν για πολλές δεκαετίες μεγάλη διάδοση.

Ο Πάπας Σίξτος Δ΄ θα του αναθέσει το 1471 μιαν ακόμη αποστολή, στην Γαλλία αυτή την φορά, για την οργάνωση πάλι μιας εκστρατείας εναντίον των Τούρκων. Η υποδοχή του βασιλιά της Γαλλίας ήταν όμως ψυχρή, λόγω των προβλημάτων μεταξύ του Πάπα και του βασιλιά για εκκλησιαστικά ζητήματα. Στην επιστροφή του στην Ιταλία ο Βησσαρίων αρρώστησε και πέθανε στις 18 Νοεμβρίου 1472 στην Ραβέννα, πριν ακόμη φτάσει στην Ρώμη. Η κηδεία του έγινε μερικές ημέρες αργότερα στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων στην Ρώμη, που ήταν στην δικαιοδοσία του, παρουσία των άλλων καρδιναλίων και του Πάπα. Εκεί βρίσκεται σήμερα ο τάφος του και η επιγραφή στα ελληνικά που συνέθεσε ο ίδιος ενώ ακόμη ζούσε: «ΤΟΥΤ’ΕΤΙ ΒΗΣΣΑΡΙΩΝ ΖΩΝ ΑΝΥΣΑ ΣΩΜΑΤΙ ΣΗΜΑ ΠΝΕΥΜΑ ΔΕ ΦΕΥΞΕΙΤΑΙ ΠΡΟΣ ΘΕΟΝ ΑΘΑΝΑΤΟΝ», που σημαίνει «Ενώ ακόμη ζούσα, ο Βησσαρίων ανήγειρα αυτό το μνημείο για το σώμα, το πνεύμα θα πάει στον αθάνατο Θεό».

Πνευματική δράση

Το νέο της άλωσης της Κωνσταντινούπολης το 1453 τον βρήκε στην Μπολώνια και από εκείνη την στιγμή ο ίδιος έγινε σημείο αναφοράς για τους Έλληνες πρόσφυγες που κατέφευγαν στην Ιταλία και που σε αυτόν τον σπουδαίο συμπατριώτη τους έβρισκαν έναν προστάτη. Κύριο μέλημα του όμως, κυρίως μετά το σοκ της άλωσης της Πόλης, ήταν η διάσωση της κλασσικής ελληνικής κληρονομιάς από την τουρκική επέκταση. Με τα οικονομικά μέσα που είχε στην διάθεσή του σαν καρδινάλιος άρχισε να συγκεντρώνει ελληνικά χειρόγραφα από τον ελληνικό χώρο και να προωθεί τις ελληνικές σπουδές στην Δύση, τοποθετώντας σε έδρες ελληνικών τους πιο μορφωμένους Έλληνες που έρχονταν από την κατακτημένη Ελλάδα, κυρίως την Κωνσταντινούπολη.

Ο Βησσαρίων είχε επαφές με τους σημαντικότερους ουμανιστές της εποχής του και η επίδρασή του στους κύκλους των διανοουμένων ήταν πολύ μεγάλη. Η δράση του όμως για την οργάνωση της Σταυροφορίας δεν είχε κανένα αποτέλεσμα από όσα ο ίδιος προσδοκούσε. Επιπλέον η ένωση των Εκκλησιών δεν είχε βρει, για διάφορους λόγους, απήχηση στον ορθόδοξο κόσμο και ακολούθως η ένταξή του Βησσαρίωνα στην καθολική Εκκλησία επέφερε μια «damnatio memoriae» για το πρόσωπό του στον ελληνορθόδοξο κόσμο ακόμη και στην νεώτερη βιβλιογραφία. Ο ίδιος ο Βησσαρίωνας ήταν απόλυτα πεπεισμένος για την επιλογή του να ξεπεράσει, θυσιάζοντας το, το θρησκευτικό μέρος της ταυτότητάς του για να περισώσει αυτό που ίδιος θεωρούσε σημαντικότερο: την ελληνική του διάσταση, εννοούμενη πολιτισμικά.

Για αυτόν ο τουρκικός ζυγός απειλούσε την εθνική ταυτότητα των Ελλήνων επειδή τους στερούσε, μαζί με την πολιτική ανεξαρτησία, την δυνατότητα της ελληνικής παιδείας, όχι της θρησκευτικής ελευθερίας (την οποία εξάλλου οι Σουλτάνοι σεβόντουσαν στους αλλόθρησκους υπηκόους τους εφόσον αυτοί πλήρωναν τους φόρους τους, αν και είχαν τη δύναμη της αναγκαστικής εξωμοσία τους). Ωστόσο η ελπίδες των ενωτικών σε μια λυτρωτική επέμβαση της Δύσης στη Ανατολή ήταν υπερβολικές, όχι μόνο επειδή η Δύση ίσως να μην ήθελε ένα δυνατό Βυζάντιο, αλλά και επειδή η Δύση κατακερματισμένη και σε μια φάση κρίσιμη της ιστορίας της, μετά μάλιστα από ένα υπερ-εκατονταετή πόλεμο που έληξε ομοίως το 1453, δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει επιθετικά τους Τούρκους, παρά μόνον αμυντικά και πάλι με μεγάλες δυσκολίες. Σε μια εποχή δραματικών αλλαγών όπως αυτές που βίωνε ο ελληνισμός στον 15ο αιώνα, οι επιλογές ήταν λίγες και πάντα επίπονες και ο Βησσαρίωνας έκανε τις δικές του.

Συγγραφικό έργο

Συνέγραψε πλήθος θεολογικών έργων, κυρίως προς υπεράσπιση της Ένωσης των Εκκλησιών. Έχει συντάξει πλήθος λόγων για την προώθηση της σταυροφορικής κίνησης, μια ανθολογία κλασικών κειμένων, μεταφράσεις αρχαιοελληνικών κειμένων στα Λατινικά, ένα Εγκώμιο της Τραπεζούντας. Σημαντικότατο θεωρείται το φιλοσοφικό του έργο για την υπεράσπιση της Πλατωνικής φιλοσοφίας, τη σύνοψη της Αριστοτελικής Φιλοσοφίας. Επίσης κατά τα πρότυπα του Θωμά Ακινάτη προσπάθησε να εντάξει την Πλατωνική φιλοσοφία στη Χριστιανική σκέψη.

Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος

Ο άνθρωπος-σημείο αναφοράς για τους Έλληνες πρόσφυγες που κατέφευγαν στην Ιταλία κατόπιν της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως το 1453, και που σε αυτόν τον σπουδαίο συμπατριώτη τους έβρισκαν έναν προστάτη.

Κύριο μέλημα του όμως, κυρίως μετά το σοκ της άλωσης της Πόλης, ήταν η διάσωση της κλασσικής ελληνικής κληρονομιάς από την τουρκική επέκταση. Με τα οικονομικά μέσα που είχε στην διάθεσή του σαν καρδινάλιος άρχισε να συγκεντρώνει ελληνικά χειρόγραφα από τον ελληνικό χώρο και να προωθεί τις ελληνικές σπουδές στην Δύση, τοποθετώντας σε έδρες ελληνικών τους πιο μορφωμένους Έλληνες που έρχονταν από την κατακτημένη Ελλάδα, κυρίως την Κωνσταντινούπολη.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ