Τι μπορεί να μας διδάξει η τραγωδία της πανδημίας

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Επίκαιρη αναδημοσίευση του Επιλόγου του βιβλίου του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλου «η πανδημία και το “εμβόλιο”», Gutenberg, 2020, σελ. 145-153

Η τραγωδία της πανδημίας του Covid-19, μια τραγωδία της οποίας τα νοσηρά πλοκάμια εξαπλώθηκαν, με πρωτόγνωρη ταχύτητα, σε ολόκληρο τον Πλανήτη, φέρνοντας τον Άνθρωπο στα όρια της απόγνωσης και θέτοντάς τον προ των ευθυνών του, πρέπει να γίνει, ταυτοχρόνως, το διδακτικό «εγχειρίδιο» και ο «αστρολάβος» της ανηφορικής πορείας μας προς το μέλλον. Και πριν απ’ όλα, αυτή η πανδημία δεν πρέπει να περάσει στο παρελθόν και στην λησμονιά ως ένα απλώς σοβαρό επεισόδιο της ανθρώπινης ιστορίας, το οποίο αφήνει πίσω του το πένθος δεκάδων χιλιάδων νεκρών, όπως και άλλες, ακόμη πιο φονικές, τραγωδίες τα προηγούμενα χρόνια. Κάθε άλλο. Η πανδημία πρέπει να μας διδάξει, πρωτίστως, ότι εκείνοι που πριν μερικές δεκαετίες επινόησαν «το τέλος των ιδεολογιών» και πίστεψαν σε αυτό, υπήρξαν οι πιο αυθεντικοί επίγονοι του Επιμηθέα στην σύγχρονη εποχή με το ν’ αγνοήσουν, επιδεικτικά και επιπόλαια, το βαρύ φορτίο της μοίρας που μας αναλογεί και μας περιμένει, στην αρχή ενός νέου ανηφορικού δρόμου και μιας εξίσου ανηφορικής πορείας. Μιας πορείας που μπορούμε να υποστούμε και να διανύσουμε, χωρίς μεγαλύτερο κόστος, αν συνειδητοποιήσουμε, επιτέλους, τόσο τις δυνατότητές μας όσο και τα όριά μας. Όσο, δηλαδή, συνειδητοποιήσουμε τι είναι ο Άνθρωπος.

0727b983 ac44 4b47 a278 0cc8c1107b4d

Α. «Να φαντασθούμε τον Σίσσυφο ευτυχισμένο».

Για να συμβεί αυτό είναι απαραίτητο, πέρ’ από το εμβόλιο για την πρόληψη του Covid-19 -και κάθε άλλου νοσογόνου μελλοντικού ιού- ν’ ανακαλύψουμε το «εμβόλιο» κατά της καταστροφικής ανθρώπινης ματαιοδοξίας και του εξίσου καταστροφικού ανθρώπινου εγωϊσμού. Το «εμβόλιο», που θα μας επιτρέπει να έχουμε στο μέλλον, δίχως διαλείμματα εφησυχασμού και χαλάρωσης, πλήρη επίγνωση της ματαιότητας των εγκοσμίων. Ας μην φαντασθεί κάποιος ότι μια τέτοια προτροπή πρέπει να μας οδηγήσει στην σκοτεινιά της απαισιοδοξίας και, πολύ περισσότερο, της απελπισίας. Κάθε άλλο. Στόχος της είναι να μας διδάξει πώς πρέπει να προετοιμάσουμε και να χαράξουμε το μέλλον μας όχι υποκύπτοντας στο μοιραίο αλλά, όλως αντιθέτως, χαλυβδώνοντας τις δυνάμεις μας και αξιοποιώντας την «Γνώση» και την «Σοφία» που μας ανήκει για να το αντιμετωπίσουμε και να το «υποτάξουμε», όσο τούτο είναι δυνατό στους θνητούς. Για ν’ αναφερθώ στις, διαχρονικώς επίκαιρες, σκέψεις του AlbertCamus («Ο μύθος του Σισύφου», εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2007), πρέπει, σε κάθε στιγμή της ζωής μας, να χτίζουμε το πεπρωμένο μας υπό όρους που θα μπορούμε, σε κάθε στάδιο της περισυλλογής μας, «να φαντασθούμε τον Σίσσυφο ευτυχισμένο». Και κατά τον Camus, η «δίοδος» προς αυτή την κατεύθυνση είναι η στάση ζωής μέσω της οποίας ο Άνθρωπος, με την συνείδησή του άγρυπνη, αφήνει, στα όρια της «εξέγερσης», την δύναμη της δημιουργίας του να δίνει καθημερινά απάντηση στην φθορά που επιφέρει τον θάνατο και στο «παράλογο» του κόσμου που μας περιβάλλει.

Β.Ο Προμηθέας, ο Επιμηθέας και ο Ελπήνορας.

Conditiosinequanon για να πορευθούμε αυτόν τον δρόμο μιας «λελογισμένης αισιοδοξίας» και μιας δημιουργίας πλασμένης με σωφροσύνη, υπό την έννοια ότι δεν θυσιάζει τα έργα της στον βωμό της καθημερινής επιβίωσης αλλά τα κατασκευάζει έχοντας επίγνωση του μεριδίου αιωνιότητας -αυτής της ασήμαντης, εν τέλει, αιωνιότητας- που αναλογεί στον σκεπτόμενο με ορθολογισμό Άνθρωπο, είναι η διαμόρφωση του εσωτερικού μας κόσμου με βάση μιαν εξίσου ορθολογική «προμηθεϊκή» αντίληψη. Με απλές λέξεις, πρέπει να πιστέψουμε και να καταστήσουμε θεμέλιο της αυτοσυνειδησίας μας ότι είμαστε απόγονοι του Προμηθέα, αφήνοντας, μια για πάντα, πίσω το σύνδρομο του Επιμηθέα. Πρέπει να νοιώσουμε, προς την ίδια κατεύθυνση, ότι είμαστε, επίσης, απόγονοι του Οδυσσέα και όχι του «ηδονικού Ελπήνορα», διαβάζοντας ανά τακτά χρονικά διαστήματα την Οδύσσεια αλλά και την «Κίχλη» του Γιώργου Σεφέρη. Επιπλέον δε, όσοι πιστεύουμε στην Ευρώπη μας και στην προοπτική του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος, πρέπει να γυρίσουμε στις ρίζες του για ν’ αντικρύσουμε καθαρά το μέλλον του. Οι αιτίες και τ’ αποτελέσματα των δύο Παγκόσμιων Πολέμων του προηγούμενου αιώνα πρέπει να μας διδάξουν, ιδίως μέσα στην σκοτεινιά της πανδημίας, ότι στο επίκεντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κάθε Κράτους-Μέλους που αξίζει την τιμή ν’ ανήκει σε αυτήν είναι η «προμηθεϊκή» νοοτροπία. Εκείνη, που μας καθοδηγεί να υπερασπισθούμε την Ευρωπαϊκή Δημοκρατία και τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό υπό όρους που αναλογούν στις ρίζες τους και στην προοπτική τους. Δηλαδή, υπό όρους προσήλωσης στις αρχές και τις αξίες του Ανθρωπισμού, επέκεινα δε της Αλληλεγγύης, της Δικαιοσύνης και, κυρίως, της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.

Γ.Το σύνδρομο του «καλού ορειβάτη».

Συνακόλουθα, έχουμε χρέος να κάνουμε «κτήμα ες αεί» την αλήθεια ότι οι «άνεμοι» του πεπρωμένου μας θα «φυσούν» ολοένα και πιο ισχυροί. Και γι’ αυτό, πρέπει να κτίσουμε το οικοδόμημα που θα μας προστατεύσει έτοιμο ν’ αντιμετωπίσει «τυφώνες», και όχι παρατεταμένες «νηνεμίες» που θα τις διακόπτουν, απλώς, κάποια σποραδικά και μάλλον σπάνια διαλείμματα «καταιγίδας». Υπό το ίδιο πνεύμα, πρέπει να μάθουμε ότι ο ρόλος που μας ανήκει είναι εκείνος του λογικού και έμπειρου ορειβάτη. Τούτο σημαίνει ότι πρέπει να μάθουμε το πώς θα στερεώνουμε πολύ βαθιά και πολύ καλά την «σφήνα» στον βράχο πριν κάνουμε το επόμενο βήμα προς την κορυφή έχοντας, επιπροσθέτως, επίγνωση ότι ο πιο δύσκολος δρόμος, ο πιο επικίνδυνος, δεν είναι εκείνος της ανόδου στην βουνοκορφή αλλά εκείνος της καθόδου, ώσπου να φθάσουμε ασφαλώς εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε. Σε αυτή την πορεία επίγνωσης εξαιρετικά χρήσιμοι, καθ’ ότι ανυπέρβλητα διδακτικοί, είναι δύο άλλοι μύθοι της Μυθολογίας μας: Εκείνος του Ικάρου, όταν θέλησε να πετάξει ως την επικράτεια του Ήλιου και εκείνος του Νάρκισσου, όταν ξεχάστηκε και πέθανε καθώς καθρεφτιζόταν ανέμελα στο νερό του ποταμού, θαυμάζοντας την ομορφιά του.

Δ.Το δίδαγμα της Οδύσσειας.

Κλείνω τον κύκλο των σκέψεων αυτών με την ακόλουθη κατακλείδα: Η «ρεστία» που αφήνει στον ψυχισμό μας η τραγωδία της πανδημίας του Covid-19 δείχνει πως ποτέ άλλοτε, τουλάχιστον μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο -ίσως δε ακόμη περισσότερο και από την σκοτεινή του αιματοβαμμένη περίοδο- δεν έχουμε νοιώσει την ανάγκη του «άλλου», άρα την αξία της ενσυνείδητης Αλληλεγγύης και της καθημερινής απλής κοινωνικής συνύπαρξης και επικοινωνίας. Η αναγκαστική μοναξιά πρέπει να μας διδάξει πόσο άφρονες σταθήκαμε όταν «αποθεώσαμε» την μοναχική μας πορεία στο «ναό» του άκρατου εγωϊσμού μας, όταν αγνοήσαμε τον συνάνθρωπο και το κοινωνικό σύνολο που μας περιβάλλει κάθε φορά. Ό,τι, λοιπόν, και αν συμβεί στο μέλλον, δεν πρέπει να θεωρήσουμε αυτή την αναγκαστική μοναξιά ως μοιραίο τρόπο ζωής για το αύριο, δεν πρέπει να υποταχθούμε στα κελεύσματα των «σειρήνων» της. Αυτό το χρέος, το χρέος επανόδου στα χρόνια που κυριαρχούσε η Συλλογικότητα και η Αλληλεγγύη, είναι όρος απαράβατος όχι μόνο για την δημιουργική πορεία του καθενός μας αλλά και για την ίδια μας την επιβίωση. Διότι αν ποτέ η αναγκαστική μοναξιά γινόταν βίωμά μας, είναι βέβαιο ότι θα οδηγούσε, νομοτελειακώς, μέσ’ από τις πένθιμες ατραπούς του φόβου και της ανασφάλειας, στην πλήρη έλλειψη της εμπιστοσύνης προς τον διπλανό μας. Και μια τέτοια κατάσταση είναι το τελευταίο στάδιο πριν την «εμπόλεμη» κατάσταση με τον «πλησίον».

Ένας τέτοιος «πόλεμος», από την φύση του, θα ήταν, κατά βάθος, «εμφύλιος», αν αναλογισθεί κανείς ότι δεν γνωρίζει σύνορα αλλά βυθίζει στην κόλασή του κάθε συνάνθρωπο στον Πλανήτη. Και αυτή είναι μια ακόμη απόδειξη του τι σημαίνει η άκρατη παγκοσμιοποίηση στην εποχή μας, εκείνη η οποία έχει ξεφύγει, προ πολλού, από τα όρια που έπρεπε να είχαν θέσει όσοι, καλή τη πίστει και με γνώμονα τον Άνθρωπο, την επινόησαν για να τον υπηρετεί και για να τον εμπνέει, όχι όμως για να τον ισοπεδώνει. Ας ανατρέξουμε, εν είδει αναγνώρισης της διδακτικής αξίας μεγάλων αληθειών που διαμορφώθηκαν κατά την διαδρομή χιλιετηρίδων, στους μνημειώδεις στίχους του Ομήρου, στην Ιλιάδα (9,63-64), οι οποίοι εκπέμπουν την πρώτη αντιπολεμική «κραυγή» στην παγκόσμια γραμματολογία, που φέρνει από τότε στο φως τα δεινά κάθε εμφύλιου πολέμου. Τους στίχους, με τους οποίους ο Όμηρος χαρακτηρίζει στερημένο από προγονικές ρίζες, ακοινώνητο και δίχως σπίτι εκείνον που είναι «εραστής» του φρικτού εμφύλιου πολέμου. «Αφρήτωρ, αθέμιστος, ανέστιός εστιν εκείνος, ος πολέμου έραταιεπιδημίουοκρυόεντος».

ΔΗΜΟΦΙΛΗ