Η ελληνική γλώσσα ως όπλο εθνικής εξωτερικής πολιτικής

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Να μιλούν ελληνικά και όχι αγγλικά οι ηγεσίες μας στα διεθνή ΜΜΕ – Πώς δύο λέξεις αποκάλυψαν σε δύο μουσουλμάνους την ποντιακή τους καταγωγή.

του Δρ. Ευριπίδη Στ. Στυλιανίδη*

Τρία είναι τα βασικά στοιχεία που προσδιορίζουν ένα Έθνος: η γλώσσα, η θρησκεία και η ιστορική μνήμη, δηλαδή η εθνική αυτοσυνειδησία. Δεν είναι τυχαίο ότι όσοι επιχείρησαν γενοκτονίες, από τους Τούρκους και τους Ναζί, μέχρι τα ολοκληρωτικά καθεστώτα του προηγούμενου αιώνα, αυτά τα θεμέλια ακριβώς επιδίωξαν να πλήξουν.

Ο Ελληνισμός βίωσε συχνά στη μεγάλη ιστορική του διαδρομή τέτοιες συμπεριφορές, αποδεικνύοντας στη πράξη την ανθεκτικότητα του. Επισημαίνω εξ αρχής κάτι που συχνά το ξεχνάμε, όταν μας κυριεύει η μιζέρια μας. Η Ελλάδα ως Κράτος έχει ζωή 200 χρόνια. Ο Ελληνισμός όμως ως έθνος, ως γένος, ως πολιτισμός αντέχει, εξελίσσεται, διασπείρεται και κυριαρχεί για πάνω από 3000 χρόνια, κάτι που αποδεικνύει τη δύναμη που εμπεριέχεται στο κύτταρο του Έλληνα και στο πολιτισμικό DNA της φυλής Όπως αποδεικνύει η ιστορία μας πίσω από ένα αργό, γραφειοκρατικό, άτολμο, συχνά εξαρτημένο και δυσκίνητο Ελληνικό Κράτος κρύβεται ένα μοναδικό, οξυδερκές, πολυμήχανο και θαυμαστό Έθνος.

Έχοντας επισκεφθεί ως Υφυπουργός Εξωτερικών πάνω από 65 Χώρες σας διαβεβαιώνω ότι δεν υπήρξε πουθενά πολιτικό, στρατιωτικό, επιστημονικό, οικονομικό, δημοσιογραφικό, ερευνητικό, πολιτιστικό κέντρο εξουσίας που να μη βρήκα έναν συνειδητοποιημένο και διακεκριμένο Έλληνα. Επιστρέφοντας στο θέμα της γλώσσας, αναφέρω κάποια παραδείγματα που αναδεικνύουν τη σημασία της. Το 1830 όταν οι μεγάλες δυνάμεις μετά από ένα διπλωματικό άθλο του Ιωάννη Καποδίστρια αποφάσισαν να αναγνωρίσουν την Ελλάδα ως Ανεξάρτητο Κράτος, επέβαλαν ως άτυπο όρο να ονομαστεί «Γραικία-Greece-Grece-Griechenland», διότι ήξεραν ότι οι Γραικοί είναι ένα Ελληνικό φύλο που κυριαρχεί ως τη Λάρισα και ως εκεί είχε σχεδιαστεί να φτάνει το νέο κράτος. Δεν ήθελαν επουδενί να αναβιώσει το όνειρο της Αυτοκρατορίας του Ρήγα.

Ο πρώτος διεθνής Οργανισμός που μετά από μια μακρά διαπραγματευτική προσπάθεια του Κωνσταντίνου Καραμανλή, την οποία καθοδήγησε με την παιδεία του ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ανεγνώρισε για πρώτη φορά την Ελλάδα με το πραγματικό της όνομα ήταν η ΕΟΚ ως Hellenic Republic. Έτσι ταυτίστηκαν εννοιολογικά οι όροι Ελλάς-Greece διεθνώς εννοώντας το ίδιο κράτος, το ίδιο έθνος και τον ίδιο πολιτισμό, τον οποίο επιχείρησε να σύνθλιψει ο Φαλμεράγιερ.

Τα μόνα έθνη που για ιστορικούς λόγους σεβάστηκαν την συνέχεια της ιστορικής μας ρίζας και μας έδωσαν αντίστοιχα ονόματα παρμένα από τη δίκη μας γλώσσα ήταν οι Τούρκοι που μας αποκαλούν Γιουνάν δηλ. Ιωνες και οι Κινέζοι που μας λένε Σίλα δηλαδή Ελλάς, όπου το «Σ» είναι η δασεία.

Μια άλλη περίπτωση δίωξης της γλώσσας βίωσαν οι Πόντιοι της Τσάλκας, όπου τους επέβαλαν να διαλέξουν ανάμεσα στη γλώσσα και την Θρησκεία κι αυτοί επέλεξαν τη θρησκεία, γιατί γνώριζαν ότι μέσα από τη γλώσσα του Ευαγγελίου που είναι η Ελληνική θα μπορέσουν να σώσουν και την δίκη τους εθνική γλώσσα.

Δεν ξεχνώ τις προβοκάτσιες του τουρκικού προξενείου Κομοτηνής, όταν έφτασαν οι πρώτοι Παλινοστούντες Ομογενείς Ορθόδοξοι, Ελληνόψυχοι, αλλά αναγκαστικά τουρκόφωνοι, όταν προπαγάνδιζε στην τοπική κοινωνία, ότι είναι «Τούρκοι» για να δημιουργήσει προκατάληψη. Μου είπε με περηφάνεια τότε ο πρόεδρος τους, ένας διακεκριμένος μαθηματικός, πρώην καθηγητής Σοβιετικού Πανεπιστημίου που δούλευε εργάτης στην Κομοτηνή: «Υπουργέ στην πλατεία του χωριού μου στην Τσάλκα είχαμε δυο αγάλματα, του Στάλιν και του Αριστοτέλη. Του Στάλιν, όταν έπεσε ο κομμουνισμός το γκρεμίσαμε, του Αριστοτέλη όμως στέκει ακόμη όρθιο».

Τα παραδείγματα αυτά αποδεικνύουν την σημασία της γλώσσας στην επιβίωση ενός Έθνους και ενός πολιτισμού. Η γλωσσική έκφραση πρωτογενών εννοιών είναι όμως αυτή που αποδεικνύει την ποιότητα της διανόησης αλλά και την ψυχή ενός λαού. Η γλώσσα γίνεται εργαλείο που ξεκλειδώνει τη πύλη εισόδου στα έγκατα ενός πολιτισμού.

Αυτό εκτίμησαν οι Γερμανοί, όταν ίδρυσαν το Humanistische Gymnasium ως πρότυπο σχολείο για την ελίτ τους, όπου διδάσκονται τα αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά. Δεν είναι τυχαίο ότι προεκλογικά στη Γαλλία με διαδηλώσεις οι Γάλλοι διανοούμενοι απαίτησαν από τον Εμμανουέλ Μακρόν να επαναφέρει τη διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών και των Λατινικών στην εκπαίδευση κι αυτή ήταν η πρώτη του απόφαση ως νέου προέδρου.

Δεν είναι επίσης καθόλου τυχαίο ότι η στρατηγική στο West Point των ΗΠΑ διδάσκεται από ιστορικά ελληνικά κείμενα που περιγράφουν την ανάπτυξη και τη σκέψη του Μ. Αλεξάνδρου, του μόνου αήττητου Στρατηλάτη στην παγκόσμια ιστορία. Η Δημοκρατία και η Πολιτειολογία διδάσκονται παντού από τα κείμενα του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα, ενώ το management στην Fukuoka της Ιαπωνίας, σε μια από τις σημαντικότερες σχολές παραγωγής managers στον κόσμο, διδάσκεται από τον Ξενοφώντα.

Όλα τα προηγμένα κράτη στον κόσμο προστατεύουν, αναδεικνύουν και προσπαθούν να διαδώσουν τη γλώσσα τους ως γέφυρα επικοινωνίας με τον πολιτισμό και την αγορά τους, ως εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής και πολιτιστικής διπλωματίας. Οι Γάλλοι που προστατεύουν τη γλώσσα και στο Σύνταγμα τους έχουν δημιουργήσει ειδικό διεθνή οργανισμό για τη διάδοση της, τη Γαλλοφωνία-Francophonie.

Ακόμα και οι Κινέζοι δημιούργησαν τα τελευταία χρόνια πάνω από 500 Ινστιτούτα Κομφούκιος ανά τον κόσμο, έχοντας ήδη προσελκύσει στη Χώρα τους πάνω από 500.000 φοιτητές από το εξωτερικό.

Το ερώτημα που τίθεται είναι τι κάνει η Ελλάδα; Πως αξιοποιεί μια από τις πιο ιστορικές γλώσσες του ανθρώπινου γένους; Την προστατεύει στο Σύνταγμα της; Την διδάσκει σωστά στα παιδιά της; Την αξιοποιεί ως την πρώτη διεθνή γλώσσα στην οποία γράφτηκαν τα Ευαγγέλια; Την αναδεικνύει ως τη γλώσσα που παρήγαγε τους περισσότερους διαχρονικούς επιστημονικούς όρους και προσδιόρισε εννοιολογικά τη Δημοκρατία;

Την κατοχυρώνει και την προστατεύει ως κτήμα του παγκόσμιου πολιτισμού και ως εργαλείο επικαιροποίησης των αξιών του; Την χρησιμοποιεί ως συνεκτικό δεσμό με τον Οικουμενικό Ελληνισμό και ως γέφυρα με τον παγκόσμιο Φιλελληνισμό;

Φοβούμαι πως η Ηγεσία, η όποια ηγεσία της Χώρας πολιτική, πνευματική, οικονομική, κολακεύεται περισσότερο, όταν αυτάρεσκα μιλά μπροστά στις διεθνείς κάμερες αγγλικά, γαλλικά ή γερμανικά, χωρίς να συνειδητοποιεί τη σημασία και τον συμβολισμό υπεροχής που περικλείεται στην απόφαση να μιλάς στο διεθνές ακροατήριο με τη γλώσσα του πολιτισμού μας, δηλαδή τα ελληνικά.

Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι κανένας από τους μεγάλους ηγέτες στις επίσημες δηλώσεις του δεν επιλέγει να μιλήσει άλλη από την δίκη του εθνική γλώσσα. Η Μέρκελ στα γερμανικά, ο Πούτιν στα ρωσικά, ο Μακρόν στα γαλλικά, ο Μπάιντεν στα αγγλικά και ο Σι Ζινπινγκ στα κινεζικά. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής χρησιμοποιούσε συχνά όχι μόνο τη γλώσσα, αλλά και χωρία από τις ρήσεις αρχαίων Ελλήνων, προκειμένου να θυμίζει την ισχυρή ρίζα του πολιτισμού που διεθνώς εκπροσωπούσε ως Πρωθυπουργός της Ελλάδας. Αυτή η αντίληψη διακατείχε όλους του μεγάλους Έλληνες στις διεθνείς εμφανίσεις τους.

Θυμίζω τον περίφημο λόγο του Ξενοφώντα Ζολωτα στις 26 Σεπτεμβρίου 1957 στα αγγλικά στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και το 1959 στην Ουάσιγκτον που έγινε πρωτοσέλιδο στους New York Times, όπου χρησιμοποίησε μόνο Ελληνικές λέξεις που παραμένουν αμετάφραστες ακόμα και στην παγκοσμιοποιημένη αγγλική γλώσσα. Ή την αντίστοιχη ομιλία του Γιώργου Σεφέρη κατά τη βράβευση του με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Γι’αυτό μου είναι αδιανόητο να δεχθώ όλους αυτούς που επιλέγουν σε επίσημες δηλώσεις, σε διεθνή δίκτυα, να χρησιμοποιούν άλλες γλώσσες πλην της ελληνικής κάνοντας το αντίστροφο, δηλαδή επίδειξη γλωσσομάθειας στο εσωτερικό και όχι πολιτιστικής αυτοπεποίθησης στο εξωτερικό. Πιστεύω ότι η άσκηση εξωτερικής πολιτικής για εσωτερική κατανάλωση πάντα, όταν εφαρμόστηκε, έβλαψε τη χώρα.

Πιστεύω ακράδαντα ότι η γλώσσα είναι ισχυρότατο και ακατανίκητο όπλο εθνικής πολιτικής. Την αντίληψη αυτή τη υπηρέτησα τόσο ως Υφυπουργός Εξωτερικών όσο και ως Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων βάζοντας τις βάσεις μιας σύγχρονης και αποτελεσματικής εκπαιδευτικής και πολιτιστικής διπλωματίας. Με απόφαση μου τοποθετήθηκαν εκπαιδευτικοί ακόλουθοι σε πολλές διπλωματικές μας αντιπροσωπείες σε αλλά κράτη ή σε διεθνείς οργανισμούς. Κατά το σχολικό έτος 2008 -2009 το Υπουργείο Παιδείας διέθεσε 2.153 εκπαιδευτικούς στο εξωτερικό για να καλύψουν τις ανάγκες 2.514 σχολικών μονάδων. Ενισχύθηκαν 106 έδρες Ελληνικής γλώσσας και πολιτισμού σε πανεπιστήμια σ’ όλο τον κόσμο.

Η γλώσσα μας είναι η Δύναμη μας

Αν θέλουμε να οικοδομήσουμε μια πραγματική εθνική στρατηγική για την Ελλάδα που να ξεπερνά τις κομματικές γραμμές . Μια στρατηγική που θα ταυτίζεται με τη μοίρα όχι μόνο του λαού αλλά και του έθνους, τότε οφείλουμε να ενδοσκοπησουμε στη γλώσσα μας.

Στις λέξεις και τις έννοιες της, στα νοήματα και τα σύμβολα της, στη σύνταξη και τη γραμματική της θα βρούμε διαχρονικές αξίες, σύμβολα και αντιλήψεις που συμπυκνώνουν τον πολιτισμό μας, την ταυτότητα μας, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα μας, δηλαδή τις αρετές και τις αδυναμίες του έθνους μας.

Αρκεί να επιλέξουμε τις αμετάφραστες λέξεις, δηλαδή τις έννοιες που μεταφέρθηκαν αυτούσιες σε άλλες γλώσσες, διότι η Ελληνική τις εξέφρασε μοναδικά και με πληρότητα ή δεν μπόρεσαν ποτέ να μεταφραστούν, όπως οι λέξεις: Δημοκρατία, Αρμονία, Φιλότιμο, Σύνθεση, Θέση, Αντίθεση, Πολυμορφία, Οργάνωση, Χαρακτήρας, Αξία, Αξίωμα, Ανάλυση, Οικονομία, Έθνος, Έμφαση, Ενέργεια, Στρατηγική, Τακτική, Δύναμη, Μέθοδος, Απολογία, Πόλις, Πολιτική, Χάος, Ήθος, Ζήλια κλπ. Από αυτές τις λέξεις σκιαγραφείται ο εθνικός μας χαρακτήρας.

Πάνω σε αυτές λοιπόν μόνο τις λέξεις/έννοιες μπορούμε επιτυχώς να θεμελιώσουμε μια Εθνική Στρατηγική που θα μας επαναφέρει σε νέους διεθνείς πρωταγωνιστικούς ρόλους.

Τα greeklish που διαπερνούν το λεξιλόγιο της νέας γενιάς, δεν την διευκολύνουν να επικοινωνήσει ευθέως με τους χυμούς της ρίζας του πολιτισμού από τον οποίο προέρχεται. Καταστρέφουν τη συνέχεια και αποκόπτουν το μέλλον από την ιστορία. Η λεξιμαγνεία που διέπει το δημόσιο λόγο και η γλωσσοπλαστική των πολιτικών, των δημοσιογράφων και των επικοινωνιολόγων που αποτυπώνει την επίμονη προσπάθεια της επικοινωνίας να υποκαταστήσει την πολιτική στη ουσία της, μας απομακρύνει από το σκληρό πυρήνα της γλώσσας και του πολιτισμού μας την ώρα μάλιστα που χρειαζόμαστε όσο τίποτε άλλο την επικαιροποίηση του διαχρονικού μας πολιτισμού και των αξιών του.

Σε ένα περιβάλλον ισοπεδωτικής παγκοσμιοποίησης θα επιβιώσουν τα έθνη και οι πολιτισμοί που ξέρουν να σέβονται βέβαια τις ταυτότητες των άλλων, γνωρίζουν όμως και καλλιεργούν πρωτίστως τη δίκη τους πολιτιτιστική ταυτότητα, κεντρικό στοιχείο της οποίας είναι και η γλώσσα. Οπως αποδεικνύει η ίδια η ιστορία η γλώσσα και η πίστη είναι τα δυο στοιχεία που θωρακίζουν τα έθνη, συντηρούν τους πολιτισμούς και προστατεύουν τα κράτη.

Την άποψη αυτή επιτρέψτε μου να την τεκμηριώσω και με ένα βιωματικό παράδειγμα:

Πριν μερικά χρόνια, όταν ήμουν ακόμα Υφυπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας γνώρισα τα παιδιά δυο Τούρκων, του Ισμαήλ και του Χασάν. Ο Ισμαήλ ήταν μαραγκός και ο Χασάν υδραυλικός. Δεν γνωριζόντουσαν μεταξύ τους. Έτυχε όμως να συναντηθούν στη Κωνσταντινούπολη, όπου ζούσαν και εργάζονταν και οι δυο με τις οικογένειες τους. Δούλευαν παράλληλα σε μια από τις σουίτες του ξενοδοχείου HILTON που ανακαινίζονταν. Ο Ισμαήλ στην κρεβατοκάμαρα κάρφωνε ένα κρεβάτι και ο Χασάν στο μπάνιο άλλαζε τα υδραυλικά. Ξαφνικά έφυγε το σφυρί από το χέρι του Ισμαήλ και χτύπησε το δάκτυλο του. Αντιδρώντας στον πόνο φώναξε απρόσεκτα και αυθόρμητα «Αχ! Παναγία μου…». Από το άλλο δωμάτιο ο Χασάν απάντησε αμέσως «Ισμαήλ, Τε μέτερον;;;». Η γλώσσα τους πρόδωσε. Οι δυο άντρες ξανασυστήθηκαν. Δεν ήταν απλά Πόντιοι, αλλά ήταν και από το ίδιο χωριό. Οι γονείς τους εξισλαμίστηκαν για να επιβιώσουν και διασκορπίστηκαν κάποτε από τους Τούρκους. Βρέθηκαν τυχαία στην Πόλη. Τα παιδιά τα γνώρισα σε ένα ποντιακό πανηγύρι της Αγίας Μαρίνας, όπου συμμετείχαν σύλλογοι Ελληνικοί και τα δυο παλληκαριά εκπροσωπούσαν δυο τουρκικούς ποντιακούς συλλόγους.

Όταν ρώτησα τα παιδιά αν είναι μουσουλμάνοι μου είπαν μας έκαναν σουνέτ, μας έδωσαν οι γονείς μας και τουρκικά ονόματα, αλλά μας είπαν να μην ξαναπάμε στο τζαμί. Δεν ξέρω τι είμαστε, Τούρκοι, Έλληνες; Είμαστε πάντως Πόντιοι και έχουμε τους ίδιους χορούς και την ίδια γλώσσα με εσάς.

Δεν υπήρξε για μένα ως άνθρωπο, ως Έλληνα και κυρίως ως πολιτικό, μεγαλύτερη επιβεβαίωση για τη δύναμη της γλώσσας μας.

*Βουλευτής Ροδόπης Νέας Δημοκρατίας, Επικ. Καθηγητής Νομικής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου

ΔΗΜΟΦΙΛΗ