Πολίτες και επιχειρηματίες στο έλεος των λογαριασμών ρεύματος και τα χειρότερα είναι μπροστά

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Δεν μπορεί η πρωτοφανής ακρίβεια να αποκρύπτεται με επικοινωνιακά τεχνάσματα από την κυβέρνηση, αντί να εφαρμόσει άμεσα μέτρα για να την αντιμετωπίσει.

Γράφει ο Μιχάλης Χριστοδουλίδης

Η Ευρώπη σήμερα βρίσκεται σε μία άνευ προηγουμένου ενεργειακή κρίση, η οποία έχει μπει στο σπίτι κάθε πολίτη. Ανέτοιμη, απροετοίμαστη και κυρίως ασυντόνιστη καλείται να αντιμετωπίσει έναν ενεργειακό Αρμαγεδδώνα, αφού δεν ακολούθησε το γνωστό ρητό  ‘’Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν’’. Οι δεξαμενές ορυκτών καυσίμων σήμερα έχουν φτάσει στα ιστορικά χαμηλά επίπεδα πληρότητας από το 53% που ήταν το 2020 στο 34% και βαίνει μειούμενη. Αν φθάσει στο 10%, το σύστημα διανομής ενέργειας θα φθάσει στα τεχνικά όρια λειτουργίας του, με ότι αυτό σημαίνει εν μέσω του χειμώνα.

Αν συνεχιστεί η Ρώσο – Ουκρανική κρίση και επιβληθούν κυρώσεις, είτε με  στρατιωτικές επιχειρήσεις , είτε χωρίς,  είναι βέβαιον ότι οι στρόφιγγες του ρωσικού αερίου θα κλείσουν ερμητικά  και το 40% της συνολικής ροής του φυσικού αερίου που τροφοδοτεί την Ε.Ε θα λείψει. Ακόμα κι αν δεχθούμε το εναλλακτικό σενάριο, η παροχέτευση φυσικού αερίου να γίνει μέσω άλλων ‘’ενεργειακών δρόμων’’ π.χ του TAP, Turkish Stream, δηλαδή μέσω Τουρκίας από Αζερμπαϊτζάν, αυτό δεν θα μπορέσει να καλύψει  ούτε το 20% των ενεργειακών αναγκών της χώρας μας.

Η τροφοδοσία των χωρών της Ε.Ε μέσω υγροποιημένου αερίου LNG είτε από τρίτες χώρες, είτε του σχιστολιθικού από ΗΠΑ, επίσης δεν μπορούν να καλύψουν τις αναφερόμενες απώλειες, με δεδομένο ότι όλες οι Μονάδες επαναεριοποίησης επίευρωπαϊκού εδάφους δεν προλαβαίνουν  να γεμίσουν όλες τις δεξαμενές.

Το ολέθριο λάθος των εμμονικών ενεργειακών επιλογών της πράσινης ανάπτυξης, της βεβιασμένης πράσινης μετάβασης χωρίς plan B, κλείνοντας σχεδόν ακαριαία τις λιγνιτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, που εισφέρουν στο ενεργειακό μείγμα της χώρας κατά 32%,  οδηγεί σε ενεργειακή ασφυξία. Συνολικά για την υπόλοιπη Ευρώπη, το σταδιακό κλείσιμο πολλών πυρηνικών σταθμών (Γαλλία, Γερμανία, Βέλγιο κλπ) το ενεργειακό μείγμα γίνεται ακόμα πιο εκρηκτικό. Επισημαίνεται δε, ότι σήμερα στην χώρα μας το κόστος παραγωγής ρεύματος από λιγνιτικές μονάδες ανέρχεται περίπου στα 140.00€, ενώ από φυσικό αέριο πλησιάζει τα 190.00€ ακόμα κι αν η ρήτρα CO2 ανέρχεται στα 90.00€ ο τόνος.

Η Ελλάδα βέβαια για άλλη μία φορά ακολουθεί τις εξελίξεις και περιμένει να λύσει το ενεργειακό της πρόβλημα με την ηλεκτρική διασύνδεση της με την Αίγυπτο, την μεταφορά LNG από χώρες του κόλπου, της Αλγερίας ή άλλων χωρών, ή  με αιολικά πάρκα ασταθούς αποδοτικότητας, χωρίς να έχει την ανάλογη επάρκεια αποθήκευσης της ενέργειας. Άλλες χώρες, που ήταν πιο προνοητικές από εμάς, είχαν κάνει συμβόλαια προαγοράς καυσίμων ( κυρίως πετρελαίου), όταν το 2020  η τιμή του βαρελιού άγγιζε τα 25$ , ενώ σήμερα έχει ξεπεράσει τα 100$.

Η κυβέρνηση εξακολουθεί να κρύβεται πίσω από βαρύγδουπες ανακοινώσεις, ότι η Ελλάδα βρίσκεται κοντά στον μέσο όρο της E.E  αναφορικά με το ύψος της τιμής της KWh. Αυτό είναι ένα παραπλανητικό τέχνασμα, αφού αυτό που καθορίζει την θέση της στον ενεργειακό χάρτη ακρίβειας, είναι ο λεγόμενος δείκτης ενεργειακής φτώχειας. Ο δείκτης αυτός συναρτά το μέσο μηνιαίο κόστος της ενέργειας με τον μέσο μηναίο μισθό των κρατών. Η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται στην κορυφή της λίστας με βάση αυτόν τον δείκτη, συγκεκριμένα περνάει την Βουλγαρία και την Λιθουανία. Το 30% περίπου των νοικοκυριών σήμερα αδυνατεί να πληρώσει τους λογαριασμούς ενέργειας, όταν αυτό το ποσοστό στις υπόλοιπες χώρες της δυτικής Ευρώπης βρίσκεται μεταξύ 8%-12%.

Και μάλιστα αυτές, για να μειώσουν αυτόν τον δείκτη πήραν οριζόντια μέτρα, όπως την μείωση των ειδικών φόρων στα καύσιμα, του ΦΠΑ, ακόμα και την απαλλαγή των ειδικών χρεώσεων (ΕΤΜΕΑΡ κλπ).

Η Ελλάδα απλά επιδοτεί τους λογαριασμούς με πενιχρά επιδόματα των 30€ ή των 40€ μέχρι τις 300KWh, τα οποία αυτά βέβαια δεν μπορούν να καλύψουν όλες τις υπέρογκες αυξήσεις στην ενέργεια.  Για παράδειγμα, πριν την κρίση ένας μέσος λογαριασμός οικιακού ρεύματος με κατανάλωση 300ΚWh ανέρχονταν στο ποσό των 90€ και σήμερα με τις ρήτρες αναπροσαρμογής φτάνει στο ποσό των 220 €.

Προφανώς για όλα φταίει ο πολίτης, που χρησιμοποιεί αλόγιστα τον θερμοσίφωνα και τα φώτα του σπιτιού του.

Μιχάλης Χριστοδουλίδης

Διπλ. Μηχανολόγος Μηχανικός ΑΠΘ, Ενεργειακός Επιθεωρητής

ΔΗΜΟΦΙΛΗ