Άρθρο κόλαφος του Μανώλη Κοττακη: Η Κεντροδεξιά είναι πολύ μεγάλη για να κάνει τόσο μικρές ατιμίες

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

«Ο κόσμος είναι δαρμένος, ταλαιπωρημένος, εξοντωμένος. Δεν αντέχει τη βαριά πολιτική» μου διαμήνυσε από το χωριό του, την Ανδρίτσαινα, όπου κάνει τις διακοπές του μαζί με τις θυγατέρες του, ο αγαπημένος μου Βύρων Πολύδωρας. Και γι’ αυτό στη σύντομη συνομιλία που είχαμε μαζί την περασμένη Πέμπτη δεν είπαμε πολλά για όλα όσα συμβαίνουν ή πρόκειται να συμβούν στην κεντρική πολιτική σκηνή.

Του Μανώλη Κοττάκη

Είναι αλήθεια, λοιπόν, ότι το εκλογικό σώμα προσεγγίζει με αποστροφή όσα ακούει για τις υποκλοπές, καθώς αισθάνεται ότι το σκάνδαλο αυτό, για το οποίο έχει αναμφισβήτητες πολιτικές ευθύνες η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, καθηλώνει τη χώρα. Δεν την αφήνει να ησυχάσει. Δεν της επιτρέπει να συγκεντρωθεί στον στόχο της. Οι Ελληνες ύστερα από δέκα χρόνια Μνημονίων, δύο χρόνια πανδημίας, δύο χρόνια παρατεταμένης ελληνοτουρκικής κρίσης, έξι μήνες πολέμου στην Ουκρανία και με το Προσφυγικό να χτυπά την πόρτα μας και να αναστατώνει διαρκώς την κοινωνία παρακολουθούν έκπληκτοι τις πομπές του πολιτικού συστήματος. Παρακολουθούν ενεοί την ανευθυνότητα με την οποία πυροβολεί τη σταθερότητα με τα ίδια της τα χέρια η κυβέρνηση.

Ωστόσο αισθάνονται στη μεγάλη τους πλειονότητα ότι η υπόθεση αυτή καταρχάς δεν επηρεάζει άμεσα τη ζωή τους. Δεν αφορά τα οικονομικά τους. Κι αν την επηρεάζει, αυτό συμβαίνει με τη μορφή μιας γενικότερης απειλής: της απειλής ανατίναξης της πολιτικής σταθερότητας. Τη στιγμή που έχουμε μπροστά μας έναν πολύ δύσκολο χειμώνα, λόγω του ενεργειακού, του Προσφυγικού, του πολέμου στην Ουκρανία και των Ελληνοτουρκικών, εμείς πρέπει να ασχολούμαστε με σκοτεινούς πράκτορες και κακόβουλα λογισμικά. Η Ελλάς έχει ανάγκη αυτή την περίοδο από… καλή βούληση, όχι κακή βούληση.

Από την άλλη, οι πολίτες γνωρίζουν καλά, έστω κι αν δυσφορούν, ότι το ζήτημα της παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών είναι μείζον θέμα δημοκρατίας. Η εισβολή στον ιδιωτικό βίο ενός πολιτικού αρχηγού μπορεί αύριο να αφορά τον οιονδήποτε πολίτη. Τα κράτη και οι οργανισμοί (τράπεζες) συγκεντρώνουν πλέον την πληροφορία για τον καθένα από εμάς σε μεγάλες βάσεις δεδομένων και μπορούν να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή, αφού έχουν συγκεντρωμένα όλα τα προσωπικά δεδομένα μας. Το προφίλ μας. Τι μας αρέσει να αγοράζουμε, πού πάμε διακοπές, πόσα χρωστάμε στην Εφορία και στις τράπεζες, τι φάρμακα παίρνουμε από τα ασφαλιστικά ταμεία, πόσες υπερωρίες κάνουμε και λοιπά.

Εάν μπορούν και να μας παρακολουθούν χωρίς συνταγματικές εγγυήσεις, όπως έκαναν οι Ανατολικογερμανοί με τη Στάζι στην ταινία «Οι ζωές των άλλων», τότε σαφώς το θέμα επηρεάζει τη ζωή μας και κανείς δεν μπορεί να διαφύγει από τις απαντήσεις που ζητούνται. Δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν πρόκειται για τον Ανδρουλάκη μόνον, αλλά για χιλιάδες πολίτες που παρακολουθούνται κάθε χρόνο και με βάση τη νομοθετική ρύθμιση της κυβέρνησης δεν θα το πληροφορηθούν ποτέ.

Με δεδομένες αυτές τις δύο παραδοχές, ότι οι πολίτες από τη μία αισθάνονται δαρμένοι και εξουθενωμένοι από τη διαρκή πίεση στη ζωή τους, και από την άλλη μακροπρόθεσμα θα συνειδητοποιήσουν ότι η παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών (αν δεν υπάρξει ο δεκασμός της) θα ενταχθεί ανενόχλητα σε ένα ευρύτερο σχέδιο παρακολούθησης των προσωπικών δεδομένων εκατομμυρίων πολιτών, στεκόμαστε απέναντι στο νέο τοπίο για να διατυπώσουμε τρεις συγκεκριμένες και ξεκάθαρες θέσεις:

Πρώτον, η λύση στο πολιτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα δεν μπορεί να είναι η συμμαχία των αταίριαστων. Των κυρίων Ανδρουλάκη και Τσίπρα. Η λύση δεν μπορεί είναι μια κυβέρνηση πολιτικού καιροσκοπισμού.

Δεύτερον, η λύση στο πολιτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα δεν μπορεί να είναι ένας πρωθυπουργός μαριονέτα. Ενας δοτός, μη εκλεγμένος τεχνοκράτης, ο οποίος θα επιβληθεί από τα ιερατεία των Βρυξελλών και θα αντικαταστήσει τον ήδη εκλεγμένο προκειμένου να κάνει τα χατίρια στον ξένο παράγοντα. Να μοιράσει δηλαδή τα 70 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ σε ημετέρους και να αποχωρήσει από την πρωθυπουργία.

Τρίτον, η λύση στο πολιτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα πρέπει να προέλθει μέσα από τη μεγάλη και ευρεία κεντροδεξιά παράταξη. Την πρωτοβουλία των κινήσεων σε αυτήν τη φάση την έχει ο ίδιος ο πρωθυπουργός και πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος με γενναία αυτοκριτική και πολιτικούς χειρισμούς καλείται να υπερβεί την κρίση στην οποία έβαλε το κόμμα του με το σκάνδαλο των υποκλοπών.

Γνωρίζουμε ότι αυτοί που κινούν στο παρασκήνιο το σκάνδαλο και θέλουν να πλήξουν τον πρωθυπουργό δεν είναι αθώοι του αίματος και βεβαίως δεν ενδιαφέρονται για τα ατομικά και ανθρώπινα δικαιώματα των πολιτών. Το αντίθετο. Γνωρίζουμε ότι η υπόθεση αυτή ανακινήθηκε για να εκβιαστεί η κυβέρνηση, τη στιγμή που πρόκειται να διανείμει το γιγάντιο πακέτο του Ταμείου Ανάκαμψης. Γνωρίζουμε ότι στοχοποιήθηκαν συγκεκριμένα πρόσωπα στο Μαξίμου προκειμένου να βγουν από τη μέση και να αλλάξουν ισορροπίες τη στιγμή της διανομής υπέρ συγκεκριμένων συμφερόντων.

Γνωρίζουμε όμως, δυστυχώς, ότι τα όπλα για να επιτεθούν στην κυβέρνηση αυτοί που της επιτίθενται απευθείας ή διά πολιτικών αντιπροσώπων τα έδωσε η ίδια η κυβέρνηση με τον βίο και την πολιτεία της. Και, δυστυχώς, είναι λίαν πιθανόν στον δρόμο στις εκλογές, όχι αμέσως τώρα, να βγουν κι άλλοι σκελετοί από την ντουλάπα. Γνωρίζουμε επίσης ότι η κυβέρνηση είναι τρία χρόνια σφιχταγκαλιασμένη με τα συμφέροντα που τώρα της επιτίθενται, δεν έλαβε ποτέ αποστάσεις ασφαλείας από αυτά. Οι υπουργοί της δίνουν αμέριμνοι το «παρών» στα πάρτι των κουμανταδόρων της παρακμής και τους νομιμοποιούν με τις δουλικές υποκλίσεις που τους κάνουν.

Εχει μεγάλη ευθύνη, λοιπόν, ο πρωθυπουργός απέναντι σ’ αυτόν τον κόσμο τον εξοντωμένο, τον εξουθενωμένο, τον αηδιασμένο με τα πολιτικά παιχνίδια, τους εκβιασμούς και τα άπλυτα ενός παραπαίοντος πολιτικού συστήματος. Εχει τη βασική ευθύνη με όσα θα πει στο Κοινοβούλιο αυτή την εβδομάδα να βγάλει την παράταξη από τη δεινή θέση στην οποία την έβαλε ανασταίνοντας τους κύριους Τσίπρα και Ανδρουλάκη. Εάν τα καταφέρει και με τους κατάλληλους χειρισμούς βγει από την πολιτική γωνία, τότε θα έχει την εμπιστοσύνη όλων μας για να συνεχίσει το ταξίδι προς τη σταθερότητα. Εχει όλο τον χρόνο για να επιτύχει τον στόχο του. Κανείς δεν βιάζεται να τον αμφισβητήσει. Η παράταξη είναι πάνω απ’ όλα. Εάν δεν τα καταφέρει όμως, θα πρέπει να διευκολύνει σε βάθος χρόνου την παράταξη, είτε πριν είτε μετά τις εκλογές, και να δώσει λύση στο πρόβλημα.

Η λύση, όποια κι αν είναι, πρέπει να έρθει από την παράταξη η οποία ταυτίζεται και στη συγκεκριμένη συγκυρία με το εθνικό συμφέρον. Η λύση δεν μπορεί να έρθει επ’ ουδενί τρόπω από το μόρφωμα ΣΥΡΙΖΟΠΑΣΟΚ. Ούτε από τους τοπικούς υπαλλήλους της αλλοδαπής διαπλοκής που ονειρεύονται να γίνουν οι «Μάριο Ντράγκι» του ελληνικού πολιτικού συστήματος.

Με την ελπίδα ότι ο κύριος Μητσοτάκης θα καταφέρει να βγάλει την παράταξη από τις συμπληγάδες στις οποίες την έριξε, του ευχόμαστε ολόθερμα καλή επιτυχία στην κοινοβουλευτική αναμέτρηση της προσεχούς Πέμπτης. Και θα περιμένουμε από εκείνον, τον οποίο σήμερα η αντιπολίτευση στοχοποιεί για ποινικές ευθύνες, να λάβει με αίσθημα ευθύνης στον χρόνο που πρέπει τις αποφάσεις που απαιτούνται. Αν χρειαστεί. Η Ελλάδα δεν πρέπει να γυρίσει πίσω.

Σε κάθε περίπτωση, ο πρωθυπουργός και το επιτελείο του θα πρέπει να αντιληφθούν το ταχύτερο ότι δεν διαχειρίζονται εφήμερες υποθέσεις αλλά την ιστορία, την περηφάνια και το βαρύ αξιακό φορτίο αυτής της παράταξης. Για να παραφράσω ρήση του Ελευθέριου Βενιζέλου, η Κεντροδεξιά παράταξη είναι πολύ μεγάλη για να κάνει τόσο μικρές ατιμίες. Αυτή τη ρετσινιά που επιχειρούν να της κολλήσουν οι πολιτικοί αντίπαλοί της με τις υποκλοπές πρέπει να την πετάξει από πάνω της. Με όποιο κόστος.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ