Ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος του Αργύρη (Μάιος 1918 – 4 Σεπτεμβρίου 2003) ήταν δικηγόρος και πολιτικός, ιδρυτικό στέλεχος του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑΣΟΚ), ο οποίος διατέλεσε πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, βουλευτής Β΄ Αθηνών και πολλές φορές υπουργός.
Συμμετείχε στην ένοπλη αντίσταση κατά την περίοδο της Κατοχής ως μέλος του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ), ενώ το 1974, μαζί με τους συναδέλφους του δικηγόρους Φοίβο Κούτσικα, Αλέξανδρο Λυκουρέζο και Γρηγόρη Κασιμάτη προκάλεσαν τη δίκη των ηγετών της χούντας των συνταγματαρχών καταθέτοντας μηνύσεις.
Γεννήθηκε το Μάιο του 1918 στη Μυγδαλιά Αρκαδίας και σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Κατατάχθηκε εθελοντικά στον ελληνικό Στρατό Ξηράς ως μόνιμος λοχίας Πεζικού και έλαβε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο. Ζήτησε τη μετάθεσή του στο 22ο Σύνταγμα Πεζικού ώστε να πολεμήσει στην πρώτη γραμμή, όπου και τραυματίστηκε στις 7 Απριλίου 1941. Για τις πράξεις του προτάθηκε για τον Γ΄ πολεμικό σταυρό
Προάχθηκε και ως ανθυπασπιστής υπηρέτησε στο Η΄ Αστυνομικό Τμήμα Πειραιώς της Αστυνομίας Πόλεων. Τον Μάρτιο του 1944 εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ. Έγινε διοικητής του 1ου Τάγματος του 5ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ με το ψευδώνυμο Βαργιάννης, ενώ συμμετείχε στα Δεκεμβριανά στο Α΄ Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ.
Σύμφωνα με το «ατομικό δελτίον δράσεως» στις 7 Νοεμβρίου 1947 αξιολογήθηκε ως «στέλεχος κομματικόν» που πολέμησε στα Δεκεμβριανά ως ταγματάρχης του ΕΛΑΣ, επικίνδυνος για το κράτος. Το 1947 ετέθη σε διαθεσιμότητα και το 1948 «διεγράφη αποστρατευθείς» από τον Στρατό Ξηράς.
Το 1956 διατέλεσε νομικός σύμβουλος του Δήμου Περιστερίου (δήμαρχος ο στηριγμένος από την Αριστερά, Αριστείδης Σελίμης), όπου παραχωρήθηκε συνέντευξη εναντίον της εξόρυξης λιγνίτη στη περιοχή της Ανθούπολης.
Εναντίον της Χούντας
Κατά την περίοδο της δικτατορίας των Συνταγματαρχών συμμετείχε στην αντίσταση κατά του καθεστώτος και διώχθηκε επανειλημμένα. Το 1969 εκτοπίστηκε, ενώ λίγο καιρό μετά την απόλυσή του συνελήφθη και στη συνέχεια οδηγήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού (1971—72). Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας ήταν εισηγητής και συντάκτης μηνύσεων με βάση των οποίων διώχθηκαν με την κατηγορία της προδοσίας και της στάσης οι πρωταίτιοι της δικτατορίας.
Διατέλεσε μεταξύ άλλων πρόεδρος και γενικός γραμματέας της Ένωσης Δημοκρατικών Δικηγόρων Ελλάδας (1963—1976), μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού δικαίου (1976—1981), πρόεδρος της Επιτροπής Συνταγματικών Δικαιωμάτων και Ατομικών Ελευθεριών του ΔΣΑ (1976—1981) και πρόεδρος της Πανελλήνιας Οργάνωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης (ΠΟΑΕΑ). Ήταν εκδότης και διευθυντής της δικηγορικής—νομικής εφημερίδας Δικηγορική Γνώμη (1960—1967 και 1975—1981), πρόεδρος της Ενώσεως Ιδιοκτητών Περιοδικού Τύπου (1962) και νομικός σύμβουλος της εφημερίδας Ελευθεροτυπία (1976—1981). Έγραψε ακόμη άρθρα και μελέτες για διάφορα νομικά θέματα.
Στο ΠΑΣΟΚ
Συνιδρυτής του ΠΑΣΟΚ το 1974, ήταν πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (ΔΣΑ) από το 1976 έως το 1981 και στη συνέχεια βουλευτής Β΄ Αθηνών από το 1981 μέχρι το θάνατό του το 2003.
Διατέλεσε υπουργός Συγκοινωνιών από τον Οκτώβριο του 1981 έως τον Ιούλιο του 1982, υπουργός Εργασίας από τον Ιούλιο του 1982 έως τον Οκτώβριο του 1986 (με μικρή παύση μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου 1985), υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας από το Σεπτέμβριο του 1987 μέχρι το Νοέμβριο του 1988, υπουργός Αιγαίου από το Νοέμβριο του 1988 έως τον Ιούλιο του 1989, ξανά υπουργός Εργασίας από τον Οκτώβριο του 1993 ως τον Ιούλιο του 1994 και από τον Ιανουάριο του 1996 έως το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους και, τέλος, υπουργός Δικαιοσύνης από το Σεπτέμβριο του 1996 έως το Μάρτιο του 2000.
Κατά τη διάρκεια της δίκης για το σκάνδαλο Κοσκωτά (1991—92) είχε σχεδόν καθημερινή τηλεοπτική παρουσία, ενώ ήταν βουλευτής, όπου και σχολίαζε τα περιστατικά δίκης ασκώντας έντονη κριτική στον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου Βασίλειο Κόκκινο. Λόγω των μεγάλων ποσοστών τηλεθέασης, συνέχισε να έχει δική του τηλεοπτική εκπομπή και μετά την επιστροφή του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1993 και την εκ νέου υπουργοποίησή του στην κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, πράγμα που χαρακτηρίστηκε σαν μοναδική περίπτωση υπουργού που επιτίθεται στους αντιπάλους του μέσα από τη δική του εκπομπή.
50 χρόνια. Με τη σύζυγό του Ντιντή (που εξελέγη βουλευτής του ΠΑΣΟΚ την περίοδο ’77-’81) παντρεύτηκαν το 1954, αλλά πορεύθηκαν μαζί από τα χρόνια της Κατοχής
Πέθανε στις 4 Σεπτεμβρίου 2003 στην Αθήνα, σε ηλικία 85 ετών, έπειτα από νοσηλεία στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών όπου νοσηλευόταν με νεφρική ανεπάρκεια από τις 16 Ιουνίου. Σύζυγός του (από το 1954 έως τον θάνατό του) ήταν η Κωνσταντίνα (Ντιντή) Γιαννοπούλου, αδελφή του εκδότη της «Ελευθεροτυπίας» Κίτσου Τεγόπουλου, η οποία θήτευσε βουλευτής του ΠΑΣΟΚ από το 1977 έως το 1981. Ο Γιαννόπουλος κηδεύτηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Τη θέση του στην Β΄ Αθηνών κατέλαβε ο Λευτέρης Βερυβάκης.
Ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος υπήρξε πολιτικός με μεγάλη απήχηση στους οπαδούς του ΠΑΣΟΚ. Ήταν γνωστός για τον αυθόρμητο τρόπο έκφρασής του αλλά και τις σκληρές εκφράσεις που συχνά χρησιμοποιούσε για τους αντιπάλους του.
Με πληροφορίες απο το wikipedia.org
και το timesnews.gr