Ολυμπία Μοράτα -Το θαύμα του 16ου αιώνα

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Η Ολυμπία Φουλβία Μοράτα (1526 – 26 Οκτωβρίου 1555) ήταν Ιταλίδα ανθρωπίστρια λόγια που είχε αποκτήσει τεράστια φήμη στην Ευρώπη του 16ου αιώνα ως παιδί θαύμα και λογοτεχνική ιδιοφυία ενώ την έχουν αποκαλέσει «θαύμα του αιώνα» και την «πιο σημαντική γυναίκα του Γερμανικού Ανθρωπισμού του πρώτου μισού του 16ου αιώνα».

Το παράδειγμα της Μοράτα οδήγησε στην άνθιση της γυναικείας λογοτεχνίας στην Ιταλία τον 16ο αιώνα.

Γεννήθηκε στη Φερράρα της Ιταλίας και ήταν κόρη του ανθρωπιστή Φούλβιο Πελεγκρίνο Μοράτο και κάποιας Λουκρητίας (πιθανότατα της Λουκρητίας Γκότζι). Από νωρίς η Ολυμπία Μοράτα έλαβε εξαιρετική ανθρωπιστική μόρφωση από τον πατέρα της

Το 1532 η οικογένεια της Μοράτα μετακόμισε για άγνωστους λόγους στην Βιτσέντζα όπου ο πατέρας της άρχισε να εργάζεται ως δάσκαλος λατινικών και να εκφράζει στα γραπτά του και στις διαλέξεις του έντονα αντικληρικές απόψεις ενώ έκανε ιδιαίτερα μαθήματα στους νέους στο σπίτι του διδάσκοντάς τους το έργο θρησκευτικών μεταρρυθμιστών όπως ο Λούθηρος, ο Καλβίνος και ο Έρασμος. Αυτές οι δραστηριότητες τράβηξαν τις υποψίες τις Εκκλησίας και ο Φούλβιο Μοράτο σύντομα κατηγορήθηκε ως αιρετικός. Προκειμένου να αποφύγει τις διώξεις εκείνος πήρε την οικογένειά του και επέστρεψε στην Φερράρα.

Εκεί ο Φούλβιο Μοράτο τέθηκε υπό την προστασία της δούκισσας της Φερράρα, Ρενέ της Γαλλίας, κόρη του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΒ΄, που είχε γαλουχηθεί υπό την επιρροή της διάσημης θείας της Μαργαρίτας της Ναβάρρας η οποία ήταν γνωστή για τις προοδευτικέες και ανθρωπιστικές τις πεποιθήσεις όπως και για την υποστήριξη των Ουγενότων.

Η δούκισσα Ρενέ είχε μετατρέψει το παλάτι των Έστε σε ένα άτυπο καταφύγιο των μεταρρυθμιστικών ιδεών και φιλοξενούσε συχνά αντικομφορμιστές λόγιους όπως ο Καλβίνος (που κατέφυγε στο παλάτι της μετά την δίωξή του από τη Γαλλία το 1536), ο ποιητής Κλεμέντ Μαρκό αλλά και η ποιήτρια Βιττόρια Κολόνα, που με το έργο της είχε κινήσει τις υποψίες της Εκκλησίας και βρισκόταν υπό έρευνα.

Στο παλάτι των Έστε, που το έχουν αποκαλέσει και «ιδιωτική ακαδημία της βασίλισσας της Φερράρα», υπό την προστασία της δούκισσας Ρενέ, ο Φούλβιο Μοράτο εργάστηκε ως δάσκαλος των δύο νεαρών πριγκίπων των Έστε, Αλφόνσο και Αλφονσίνο

Το παιδί θαύμα

Σύντομα στο παλάτι μετακόμισε και η Ολυμπία Μοράτα για να κάνει παρέα στην κόρη της δούκισσας Ρενέ, την πριγκίπισσα Άννα των Έστε, η οποία, αν και νεαρότερη, ήταν εξίσου μορφωμένη και προικισμένη με εκείνη και η οικογένειά της είχε αποφανθεί πως χρειαζόταν δίπλα της «κάποιον για να συναγωνίζεται σε ευγενή άμιλλα».

Ο λόγος για τον οποίον είχε επιλεγεί η Ολυμπια Μοράτα για αυτήν την προνομιούχα θέση ήταν η φήμη της ως παιδί θαύμα που κατείχε εξαιρετική μόρφωση. Στα δώδεκά της μπορούσε να μιλήσει άπταιστα ελληνικά και λατινικά ενώ έδινε διαλέξεις για τον Κικέρωνα και τον Καλβίνο, σχολίαζε τον Όμηρο ενώ στα δεκατέσσερά της έγραψε την υπεράσπιση του Κικέρωνα.

Τα ιταλικά παλάτια της εποχής συναγωνίζονταν μεταξύ τους για το πιο θα προσελκύσει τους πιο αξιόλογους λόγιους και καλλιτέχνες και ένα παιδί θαύμα αποτελούσε εξαίρετη ένδειξη κύρους. Διάφορες προσωπικότητες της εποχής επισκέπτονταν το παλάτι των Έστε για να γνωρίσουν από κοντά και να συνομιλήσουν με το αξιοθαύμαστο αυτό κορίτσι θαύμα. Ακόμα και ο Πάπας Παύλος Γ΄ παρακολούθησε μία κωμωδία του Τερέντιου που είχε ανεβάσει η νεαρή Μοράτα χρησιμοποιώντας ως ηθοποιούς τα παιδιά της οικογένειας Έστε.

Στο γεμάτο διανόηση παλάτι των Έστε η Μοράτα μορφώθηκε δίπλα στην πριγκίπισσα Άννα, το μεγαλύτερο παιδί της οικογένειας Έστε, που αναμενόταν να έχει εκτεταμένη και ανθρωπιστική μόρφωση. Σύμφωνα με τα Αναγεννησιακά πρότυπα, οι οικογένειες των ευγενών έπρεπε να επιδεικνύουν τις γυναίκες τους και τους πόρους που σπαταλούσαν για εκείνες. Ειδικά η επίδειξη μορφωμένων γυναικών επέτρεπε στην πόλη της Φερράρα να περηφανεύεται πως είχε την δυνατότητα να μορφώνει όχι μόνο τους γιους της αλλά και τις κόρες της.

Τα λογιστικά βιβλία του παλατιού των Έστε μας επιτρέπουν να πάρουμε μία γεύση από την απαιτητική μόρφωση της Άννας αλλά και της Μοράτα καθώς τον Απρίλιο του 1542, όταν η Μοράτα ήταν δεκαπέντε ετών, η δούκισσα Ρενέ παρήγγειλε τρία αντίγραφα της «Ρητορικής» του Αριστοτέλη, ένα βιβλίο του Οβίδιου, ένα του Έρασμου, δύο αντίγραφα από κάθε ένα από τα δύο βιβλία «Μέλας» και «Πτολεμαίος» του Πομπόνιου, ένα βιβλίο του Ευκλείδη, τέσσερις υδρόγειες σφαίρες και έναν παγκόσμιο χάρτη.

Η ενηλικίωση και οι πρώτες πιέσεις

Το 1546 όμως η Μοράτα αναγκάστηκε να φύγει από το παλάτι για να φροντίσει τον βαριά άρρωστο πατέρα της. Το 1548 εκείνος πέθανε και η Μοράτα προσπάθησε να επιστρέψει στο παλάτι των Έστε αλλά διαπίστωσε ότι οι συνθήκες είχαν αλλάξει. Η Άννα των Έστε είχε παντρευτεί και είχε φύγει από το παλάτι και επομένως η Μοράτα δεν χρειαζόταν πλέον ως σύντροφος. Την ίδια στιγμή η δούκισσα Ρενέ δεχόταν πιέσεις σχετικά με την υποστήριξη των Καλβινιστών και δεν ήταν σε θέση να δεχτεί την κόρη ενός άντρα που είχε κατηγορηθεί για αίρεση και που οι φήμες έλεγαν πως είχε γίνει καλβινιστής λίγο πριν να πεθάνει.

Η Μοράτα αναγκάστηκε να μείνει στο σπίτι της μητέρας της και ήρθε αντιμέτωπη με την πραγματικότητα της έλλειψης πρακτικών προσόντων με τα οποία θα μπορούσε να ζήσει εκείνη και η οικογένειά της. Με την βοήθεια της φίλης της Λαβίνια ντελά Ρόβερε άρχισε να μελετά τις Γραφές, να σπουδάζει φιλοσοφία, να μορφώνει τους αδερφούς και τις αδερφές της και να αλληλογραφεί με διάφορους λόγιους ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο φιλόσοφος Γκασπάρο Σάρντι ο οποίος της αφιέρωσε και το έργο του “De Triplici Philosophia “. Τότε εικάζεται πως η Μοράτα έγινε Προτεστάντισσα καθώς άρχισαν να διαφαίνονται στο έργο της διάφοροι θεολογικοί προβληματισμοί. Προτοστάτησε επίσης και στην καμπάνια για την απελευθέρωση του Προτεστάντη Φάνιο Φανίνι που έγινε η πρώτη περίπτωση στην γενικά ανεκτική Φερράρα ανθρώπου που καταδικάστηκε σε θάνατο για τις θρησκευτικές του απόψεις.

Ο γάμος της και η διεθνής φήμη

Το 1549 ή το 1550 ερωτεύθηκε και παντρεύτηκε έναν Βαυαρό φοιτητή ιατρικής και φιλοσοφίας, που συμμερίζονταν τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις και υποστήριζε τις μελέτες της και το συγγραφικό της έργο, τον Αντρέας Γκρούντλερ. Σε αυτόν η Μοράτα βρήκε έναν άντρα που στον πρώτο «Διάλογό» της θεωρούσε αδύνατο να υπάρχει: «έναν άντρα που προτιμά να είσαι μορφωμένη αντί να είσαι πλούσια».

Ο γάμος της Μοράτα για πολλούς στην Ιταλία ήταν μια ανωμαλία καθώς όχι μόνο θεωρούσαν τις μορφωμένες γυναίκες ακατάλληλες για γάμο, αλλά πολύ περισσότερο θεωρούσαν την γυναικεία μόρφωση άρρηκτα συνδεδεμένη με την παρθενία. Η Προτεσταντική ηθική όμως επέβαλλε τον γάμο στις γυναίκες ως τον υπέρτατο σκοπό της ζωής τους και τους επέτρεπε να μορφωθούν και να δράσουν εντός του.

Σύντομα η Μοράτα ακολούθησε τον σύζυγό της στην πατρίδα του προκειμένου να ξεφύγει από τον όλο και πιο ασφυκτικό έλεγχο της Ιεράς Εξέτασης στους Προτεστάντες. Εκεί εκείνος εργάστηκε ως στρατιωτικός γιατρός στην προτεσταντική πόλη Σβάινφουρτ ενώ η Μοράτα συνέχισε τις θεολογικές της μελέτες και άρχισε να αλληλογραφεί με τους κορυφαίους Προτεστάντες θεολόγους της εποχής της.

Τότε ήταν που η Ολυμπία Μοράτα απέκτησε πανευρωπαϊκή φήμη ως μορφωμένη γυναίκα που ενσάρκωνε το πρότυπο της «μορφωμένης χριστιανής» που είχε ορίσει πρώτος ο Έρασμος που επέτρεπε στα πλαίσια της Μεταρρύθμισης ένα νέο είδος θρησκευτικής ισότητας και την μεγαλύτερη συμμετοχή των γυναικών στην πνευματική και λόγια ζωή εμπνευσμένες από τα βιβλικά πρότυπα της Εσθήρ και της Ιουδήθ και όχι από τις περιοριστικές επιταγές των Επιστολών του Απόστολου Παύλου και των κειμένων των Εκκλησιαστικών Πατέρων.

Αυτό το πρότυπο της «πεφωτισμένης χριστιανής γυναίκας» ήταν ο λόγος που στην Γερμανία της Μεταρρύθμισης εμφανίστηκαν πολλές σημαντικές λόγιες γυναίκες όπως η Κάριτας Πίρκχαϊμερ (Caritas Pirckheimer), η Μαργκαρίτε Πόιτινγκερ (Margarete Peutinger) και οι κόρες της αλλά και οι «ηρωίδες» της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης Καταρίνα Τσελ (Katharina Zell), Ελίζαμπεθ Κρούσινγκερ (Elisabeth Cruciger) και Ελίζαμπεθ φον Μπράουνσβαϊκ-Λούνεμπουργκ (Elisabeth von Braunschweig-Lüneburg). Το παράδειγμα της Μοράτα όμως οδήγησε και στην άνθιση της γυναικείας λογοτεχνίας στην Ιταλία τον 16ο αιώνα.

Σύντομα όμως η Σβάινφουρτ τέθηκε υπό πολιορκία από τον γερμανό αυτοκράτορα και επικράτησε λιμός, ασθένειες, βομβαρδισμοί και πυρκαγιές. Το ζευγάρι κατάφερε να διαφύγει στην Χαϊδελβέργη όπου η Μοράτα άρχισε να διδάσκει ελληνικά και λατινικά ενώ ο σύζυγός της δίδασκε ιατρική. Ο εκλέκτορας Φρειδερίκος Β΄, αναγνωρίζοντας την μόρφωσή της και γνωρίζοντας την φήμη της ως λόγια, της πρότεινε να διδάξει κι εκείνη στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης ελληνικά, μία τιμή που καμία άλλη γυναίκα δεν είχε δεχτεί μέχρι τότε, αλλά η Μοράτα αρνήθηκε, όπως είχε αρνηθεί και άλλες προσκλήσεις του εκλέκτορα στο παρελθόν να διδάξει στην αυλή του.

Οι αρνήσεις αυτές της Μοράτα αποκάλυπταν την αντιπάθεια που είχε αναπτύξει για τη ζωή στις βασιλικές αυλές και θεωρούσε την επιστροφή σε αυτές πισωγύρισμα στη ζωή και την καριέρα της.

Ο θάνατος της

Από αυτό το σημείο και μετά η Ολυμπία Μοράτα δεν έζησε πολύ. Πέθανε στις 26 Οκτωβρίου 1555 μόλις 29 ετών πιθανότατα από φυματίωση και τάφηκε στην εκκλησία του αγίου Πέτρου στην Χαϊδελβέργη. Ο κόσμος των γραμμάτων της Ευρώπης έσπευσε να την τιμήσει και την αποκάλεσε «Καλβινίστρια Αμαζόνα».

Το έργο της και η κληρονομιά της

Το περισσότερο από το έργο της Μοράτα έχει χαθεί είτε στην πολιορκία του Σβάινφουρτ είτε μετά την καταστροφή του αρχείου του παλατιού των Έστε από την Ιερά Εξέταση το 1559. Όμως ο σύζυγος της Μοράτα κατάφερε να στείλει το εναπομείναν έργο της στον ανθρωπιστή λόγιο Τσέλιο Σεκόντο Κουριόνε που ήταν φίλος του πατέρα της αλλά και ένας από τους πιο πιστούς υποστηρικτές της Μοράτα με την οποία διατηρούσε μαχροχρόνια αλληλογραφία.

Ο Κουριόνε είχε υποστεί και ο ίδιος τις διώξεις της Ιεράς Εξέτασης και είχε αναγκαστεί να διαφύγει στην Βασιλεία της Ελβετίας όπου δίδασκε στο πανεπιστήμιο. Εκεί δημοσίευσε 52 επιστολές της Μοράτα (γραμμένες κατά κύριο λόγο στα λατινικά), δύο διαλόγους στα λατινικά, δύο διακηρύξεις γραμμένες τόσο στα λατινικά όσο και στα ελληνικά, μεταφράσεις επτά ψαλμών στα ελληνικά και τις δύο πρώτες ιστορίες από το Δεκαήμερο του Βοκάκιου. Το έργο της απαγορεύθηκε στην Ιταλία.

Η Ολυμπία Μοράτα μετά τον θάνατό της και μέχρι τις μέρες μας θεωρείται παράδειγμα γυναικείας διανόησης και θρησκευτικής ελευθερίας. Την έχουν αποκαλέσει την «πιο σημαντική γυναίκα του Γερμανικού Ανθρωπισμού του πρώτου μισού του 16ου αιώνα».

Το 1956 στο Σβάινφουρτ ένα Γυμνάσιο ονομάστηκε Ολυμπία Μοράτα προς τιμήν της ενώ πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης προσφέρει την υποτροφία «Ολυμπία Μοράτα» σε μεταδιδακτορικές ερευνήτριες.

wikipedia

ΔΗΜΟΦΙΛΗ