Μεγάλα μυαλά: Λουίς Φεδερίκο Λελουάρ

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο Λουίς Φεδερίκο Λελουάρ (Luis Federico Leloir, 6 Σεπτεμβρίου 1906 – 2 Δεκεμβρίου 1987) ήταν Αργεντινός ιατρός και βιοχημικός που έλαβε το Βραβείο Νόμπελ Χημείας του 1970.

Αν και γεννήθηκε στη Γαλλία, ο Λελουάρ σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες. Οι έρευνές του πάνω στα γλυκονουκλεοτίδια, στον μεταβολισμό των υδατανθράκων και τη νεφρική υπέρταση προσέλκυσαν την παγκόσμια προσοχή και οδήγησαν σε σημαντικές προόδους στην κατανόηση, τη διάγνωση και τη θεραπεία της εγγενούς ασθένειας γαλακτοζαιμίας.

Οικογένεια και σπουδές

Οι γονείς του Λουίς, ο Φεδερίκο Λελουάρ και η Ορτανσία Αγκίρε ντε Λελουάρ (Hortensia Aguirre de Leloir), ταξίδεψαν από το Μπουένος Άιρες στο Παρίσι για λόγους υγείας του Φεδερίκο στα μέσα του 1906. Ωστόσο, ο Φεδερίκο πέθανε στα τέλη Αυγούστου και μία εβδομάδα αργότερα ο Λουίς γεννήθηκε σε ένα παλαιό σπίτι, στην οδό Βίκτωρος Ουγκώ 81 στο Παρίσι, λίγα τετράγωνα μακριά από την Αψίδα του Θριάμβου.

Μετά την επιστροφή στην Αργεντινή το 1908, ο Λελουάρ έζησε μαζί με τα οκτώ αδέλφια του στην εκτεταμένη ιδιοκτησία El Tuyú, την οποία οι παππούδες του είχαν αγοράσει μετά την άφιξή τους ως μετανάστες από τη Χώρα των Βάσκων: Το El Tuyú αποτελείται από 400 χιλιάδες στρέμματα αμμώδους γης κατά μήκος της ακτογραμμής από την πόλη San Clemente del Tuyú ως την πόλη Mar de Ajó, σήμερα πλέον δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς.

Κατά την παιδική του ηλικία, ο Λουίς άρχισε να παρατηρεί φυσικά φαινόμενα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τα σχετικά σχολικά μαθήματα και τα αναγνώσματά του τόνισαν τους συνδέσμους ανάμεσα στη φυσικοχημεία και τη βιολογία. Η μέση εκπαίδευσή του μοιράσθηκε ανάμεσα στο Colegio Lacordaire και (για λίγους μήνες) στο Κολέγιο Μπωμόντ στο Μπέρκσαϊρ της Αγγλίας. Οι βαθμοί του δεν ήταν εντυπωσιακοί και η πρώτη του απόπειρα για σπουδές στην αρχιτεκτονική έληξε γρήγορα όταν εγκατέλειψε την École Polytechnique των Παρισίων.

Τη δεκαετία του 1920 ο Λελουάρ επινόησε, όπως λέγεται, τη «σάλτσα γκολφ» (salsa golf), όταν βαρέθηκε να τρώει γαρίδες με μαγιονέζα. Με τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζαν αργότερα τα εργαστήρια και οι έρευνές του, συνήθιζε να αστειεύεται λέγοντας: «Αν είχα πατεντάρει εκείνη τη σάλτσα, τώρα θα είχαμε πολύ περισσότερα χρήματα για έρευνα.»

Στο Μπουένος Άιρες

Μετά την επιστροφή του στην Αργεντινή, ο Λελουάρ εγγράφηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες. Ωστόσο, η αρχή δεν ήταν τόσο καλή, αφού χρειάστηκε 4 προσπάθειες για να περάσει το μάθημα της ανατομίας. Τελικά πήρε το πτυχίο του το 1932 και άρχισε την εξάσκηση του στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο Hospital de Clínicas «José de San Martín» και στο νοσοκομείο Ramos Mejía. Μετά από κάποιες συγκρούσεις με συναδέλφους και περιπλοκές με τη μέθοδό του για την περίθαλψη των ασθενών, ο Λελουάρ πήρε την απόφαση να αφοσιωθεί στην εργαστηριακή έρευνα, λέγοντας ότι «ελάχιστα μπορούσαμε να κάνουμε για τους ασθενείς μας… τα αντιβιοτικά, τα ψυχοδραστικά φάρμακα και όλοι οι νέοι θεραπευτικοί παράγοντες ήταν άγνωστοι [τότε].»

Το 1933 ο Λελουάρ συνάντησε τον Μπερνάρδο Ουσάυ, που τού υπέδειξε ως θέμα διδακτορικής διατριβής τα επινεφρίδια και τον μεταβολισμό των υδατανθράκων. Ο Ουσάυ έτυχε να είναι φίλος με τον Κάρλος Μπονορίνο Ουδαόνδο, τον γυναικαδελφό της Βικτόρια Οκάμπο, εξαδέλφης του Λελουάρ. Μετά από σύσταση του Ουδαόνδο, ο Λελουάρ άρχισε τη συνεργασία με τον Ουσάυ, ο οποίος το 1947 πήρε το Βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής. Οι δυο τους ανέπτυξαν στενή συνεργασία σε ποικιλία ερευνητικών προγραμμάτων, μέχρι και τον θάνατο του Ουσάυ το 1971. Στον λόγο του στην απονομή του Βραβείου Νόμπελ, ο Λελουάρ ανέφερε ότι «ολόκληρη η ερευνητική μου σταδιοδρομία έχει επηρεασθεί από έναν άνθρωπο, τον καθηγητή Μπερνάρδο Α. Ουσάυ».

Στο Κέιμπριτζ

Μετά από δύο μόλις χρόνια ο Λελουάρ αναγνωρίσθηκε από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες ως έχων εκπονήσει την καλύτερη διδακτορική διατριβή. Αισθανόμενος ότι οι γνώσεις του στη φυσική, στα μαθηματικά, στη χημεία και στη βιολογία είχαν ελλείψεις, συνέχισε να παρακολουθεί μαθήματα στο πανεπιστήμιο. Το 1936 ταξίδεψε στην Αγγλία για να αρχίσει προχωρημένες μελέτες στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, υπό την επίβλεψη ενός άλλου βραβευμένου με Νόμπελ βιοχημικού, του σερ Φρέντερικ Χόπκινς, που είχε ανακαλύψει τον κρίσιμο ρόλο των βιταμινών στη διατήρηση της καλής υγείας. Οι έρευνες του Λελουάρ στο Εργαστήριο Βιοχημείας του Κέιμπριτζ επικεντρώνονταν στα ένζυμα, και ειδικότερα στις επιδράσεις των κυανιδίων και των πυροφωσφορικών πάνω στη ηλεκτρική δεϋδρογονάση. Από εκείνη τη στιγμή και εξής ο Λελουάρ άρχισε να ειδικεύεται στην έρευνα του μεταβολισμού των υδατανθράκων.

Στις ΗΠΑ

Ο Λελουάρ επέστρεψε στην Αργεντινή το 1937 και το 1943 πήρε ως σύζυγό του την Αμέλια Θούμπερμπούλερ (Amelia Zuberbuhler), με την οποία απέκτησαν μία κόρη με το ίδιο όνομα, Αμέλια. Ωστόσο, η επιστροφή του στο Μπουένος Άιρες έγινε σε μια ταραγμένη εποχή: Ο Ουσάυ είχε εκδιωχθεί από το πανεπιστήμιο της πόλεως επειδή είχε υπογράψει μία δημόσια δήλωση κατά του ναζιστικού καθεστώτος στη Γερμανία και κατά της στρατιωτικής δικτατορίας της Αργεντινής. Συνακόλουθα, ο Λελουάρ κατέφυγε στις ΗΠΑ, όπου πήρε μία θέση αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα Φαρμακολογίας στο Πανεπιστήμιο Ουάσινγκτον στο Σαιν Λούις, συνεργαζόμενος εκεί με το ζεύγος Καρλ και Γκέρτυ Κόρι, που αργότερα θα μοιράζονταν το Νόμπελ με τον Ουσάυ. Στη συνέχεια συνεργάσθηκε στο Ιατρικό Κολέγιο του Πανεπιστημίου Κολούμπια με τον Ντέιβιντ Ε. Γκρην ως ερευνητικός βοηθός. Αργότερα ο Λελουάρ θα έγραφε για τον Γκρην ότι του ενεφύσησε τη θέληση να ιδρύσει τη δική του ερευνητική ομάδα όταν θα επέστρεφε στην Αργεντινή.

Στο Ινστιτούτο Καμπομάρ

Το 1945 ο Λελουάρ τερμάτισε την αυτοεξορία του και επέστρεψε στην πατρίδα του για να εργασθεί λίγο αργότερα υπό τον Ουσάυ στο Ινστιτούτο Βιοχημικών Ερευνών του Ιδρύματος Καμπομάρ (Campomar). Αρχικώς το Ινστιτούτο διέθετε μόλις 5 δωμάτια, λουτρό, κεντρική αίθουσα, κουζίνα και αποδυτήρια. Μέχρι το 1950 και παρά την έλλειψη οικονομικών πόρων, τα επιτυχημένα πειράματα του Λελουάρ απεκάλυψαν τη χημεία της συνθέσεως σακχάρων στους ζυμομύκητες και της οξειδώσεως των λιπαρών οξέων στο ήπαρ. Μαζί με τον J.M. Muñoz, ο Λελουάρ δημιούργησε για πρώτη φορά ένα ακυτταρικό ενεργό σύστημα.[8] Για να γίνει αυτό, καθώς οι Muñoz και Λελουάρ, μη μπορώντας να εξασφαλίσουν το πανάκριβο μηχάνημα φυγοκεντρίσεως που χρειαζόταν για τον διαχωρισμό του περιεχομένου των κυττάρων, κατασκεύασαν κάτι παρόμοιο στρέφοντας ένα ελαστικό αυτοκινήτου γεμισμένο με αλάτι και πάγο.

Το 1947 ο Λελουάρ είχε δημιουργήσει τη δική του ερευνητική ομάδα, που περιελάμβανε τους Ραβέλ Καπούτο, Ενρίκο Καμπίμπ, Ραούλ Τρούκο, Αλεχάντρο Παλαντίνι, Κάρλος Καρντίνι και Χοσέ Λουίς Ρέισιγκ (Reissig). Η ομάδα διερεύνησε και ανεκάλυψε γιατί ένα νεφρό που δυσλειτουργεί και η αγγειοτονίνη (αγγειοτενσίνη) προκαλούν αρτηριακή υπέρταση. Το ίδιο έτος ο Καπούτο, ερευνώντας τον μαστικό αδένα, πραγματοποίησε ανακαλύψεις σχετικές με την αποθήκευση των υδατανθράκων και τον συνακόλουθο μετασχηματισμό τους σε μορφή αποθηκευμένης ενέργειας στους οργανισμούς.

Η αναγνώριση

Στις αρχές του 1948 ο Λελουάρ και η ομάδα του ταυτοποίησαν τα θεμελιώδη νουκλεοτίδια για τον μεταβολισμό των υδατανθράκων, αναδεικνύοντας το Ινστιτούτο Καμπομάρ σε ένα από τα γνωστότερα βιοχημικά ινστιτούτα στον κόσμο. Αμέσως μετά ο Λελουάρ τιμήθηκε με το Βραβείο της Επιστημονικής Εταιρείας της Αργεντινής. Εκείνη την εποχή η ομάδα είχε αφοσιωθεί στη μελέτη των γλυκοπρωτεϊνών: Διακρίβωσαν τους κυριότερους μηχανισμούς του μεταβολισμού της γαλακτόζης (που σήμερα είναι γνωστοί συλλογικά ως «μονοπάτι του Λελουάρ, «Leloir pathway») και προσδιόρισαν την αιτία της σοβαρής γενετικής ασθένειας που είναι γνωστή ως γαλακτοζαιμία και της συνακόλουθης δυσανεξίας λακτόζης.

Το 1949 ο Λελουάρ συμφώνησε με τον Ρολάντ Γκαρθία, κοσμήτορα της Σχολής Φυσικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες, να καταστήσει τον ίδιο και τους Καρντίνι και Καμπίμπ άμισθους καθηγητές στο νεοϊδρυθέν Βιοχημικό Ινστιτούτο του Πανεπιστημίου. Το ινστιτούτο αυτό θα βοηθούσε στην ανάπτυξη επιστημονικών προγραμμάτων σε νεαρά πανεπιστήμια της χώρας και θα προσέλκυε ερευνητές και μέλη ΔΕΠ από άλλες χώρες, τόσο της Νότιας Αμερικής, όσο και ανεπτυγμένες.

Μετά τον θάνατο του ιδρυτή και χορηγού του ιδρύματος, του Jaime Campomar, το 1957, ο Λελουάρ και η ομάδα του ζήτησαν απεγνωσμένα χρηματοδότηση από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ και προς έκπληξή τους η αίτησή τους έγινε αποδεκτή. Το 1958 το Ινστιτούτο βρήκε μια νέα στέγη, σε ένα πρώην γυμνάσιο θηλέων, μετά από δωρεά της κυβερνήσεως της Αργεντινής. Καθώς ο Λελουάρ και οι έρευνές του κέρδιζαν σε αναγνώριση, παραπέρα χρηματοδότηση εξασφαλίσθηκε από το Συμβούλιο Ερευνών της χώρας, ενώ το Ινστιτούτο θα συνδεόταν αργότερα με το Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες.

Τα ύστερα χρόνια

Μετά την ολοκλήρωση της εργαστηριακής δουλειάς του, ο Λελουάρ συνέχισε να διδάσκει στη Σχολή Φυσικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες, με ένα μικρό διάλειμμα για να ολοκληρώσει τις μελέτες του στο Κέιμπριτζ και στο Εργαστήριο Ερευνών Ενζύμων στις ΗΠΑ.

Το Βραβείο Νόμπελ

Στις 2 Δεκεμβρίου 1970 ο Λελουάρ τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Χημείας «για την ανακάλυψη των γλυκονουκλεοτιδίων και του ρόλου τους στη βιοσύνθεση των υδατανθράκων», καθιστάμενος ο τρίτος Αργεντινός στην ιστορία που τιμήθηκε με τέτοιο βραβείο σε οποιαδήποτε κατηγορία, μετά τον Κάρλος Σααβέδρα Λάμας (1936) και τον Ουσάυ (1947). Ολόκληρο το ποσό των 80 χιλιάδων δολαρίων του βραβείου ξοδεύθηκε κατευθείαν στην έρευνα.

Ερωτώμενος για τη σπουδαιότητα των επιτευγμάτων του, ο Λελουάρ απάντησε:

«Αυτό ήταν ένα μόνο βήμα σε ένα πολύ μεγαλύτερο σχέδιο. Ανακαλύψαμε τη λειτουργία των γλυκονουκλεοτιδίων στον μεταβολισμό του κυττάρου. Θα ήθελα να το καταστήσω κατανοητό, αλλά είναι δύσκολο να το εξηγήσω: αυτό δεν είναι και πολύ αξιοσημείωτο κατόρθωμα, και μόλις που γνωρίζουμε λίγα πράγματα σχετικά»

Θάνατος και κληρονομιά

Ο Λελουάρ δημοσίευσε μια σύντομη αυτοβιογραφία του με τίτλο «Long Ago and Far Away» στην έκδοση του 1983 της Annual Review of Biochemistry. Ο τίτλος κατά τον Λελουάρ προέρχεται από ένα από τα μυθιστορήματα του Γουίλιαμ Χένρι Χάντσον, που περιέγραφε τη ζωή στην εξοχή και τα τοπία της παιδικής ηλικίας του Λελουάρ.

Ο Λουίς Λελουάρ απεβίωσε στο Μπουένος Άιρες σε ηλικία 81 ετών από καρδιακή προσβολή, λίγο μετά την επιστροφή του στο σπίτι από το εργαστήριο. Ο τάφος του βρίσκεται στο Κοιμητήριο Λα Ρεκολέτα.

Ο φίλος του, φιλόσοφος της επιστήμης Μάριο Μπούνχε, υποστηρίζει ότι η μακροπρόθεσμη κληρονομιά του Λελουάρ ήταν η απόδειξη του ότι «επιστημονική έρευνα διεθνούς επιπέδου… …ήταν δυνατή σε μία υπανάπτυκτη χώρα εν μέσω πολιτικών αναταραχών» και αποδίδει στην επαγρύπνηση και στην ισχυρή θέληση του Λελουάρ την τελική του επιτυχία. Στις έρευνές του υπό δεινές οικονομικές συνθήκες, ο Λελουάρ συχνά κατέφευγε σε αυτοσχέδιες συσκευές και επινοήματα για να συνεχίσει τη δουλειά του. Σε μία περίπτωση λέγεται ότι έφτιαξε από στεγανό χαρτόνι πρόχειρους σωλήνες για να προστατεύσει τη βιβλιοθήκη του εργαστηρίου του από τη βροχή.

Ο Λελουάρ ήταν γνωστός για την ταπεινοφροσύνη του, τη συγκέντρωσή του στην εργασία και τη συνέπειά του, περιγραφόμενος από πολλούς ως ένας «αληθινός καλόγερος της επιστήμης».

wikipedia

ΔΗΜΟΦΙΛΗ