Ο Τζέιμς Τζόις (2 Φεβρουαρίου 1882 – 13 Ιανουαρίου 1941) ήταν Ιρλανδός συγγραφέας και ποιητής. Θεωρείται ένας από τους κορυφαίους λογοτέχνες του 20ού αιώνα, δημιουργός του μυθιστορήματος Οδυσσέας (1922) και Finnegans Wake (1939).
Παρά την καταγωγή του, έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του εκτός Ιρλανδίας.
Ο Οδυσσέας αποτελεί πιθανώς το δημοφιλέστερο έργο του Τζόις καθώς επίσης και το πλέον αντιπροσωπευτικό του ύφους του. Η συγγραφή του άρχισε το 1914, ολοκληρώθηκε περίπου τον Οκτώβριο του 1921 και το βιβλίο εκδόθηκε το 1922, την ημέρα των γενεθλίων του Τζόις, από το βιβλιοπωλείο Shakespeare and Company. Από το 1918, με τη βοήθεια του Έζρα Πάουντ, αποσπάσματα του Οδυσσέα είχαν αρχίσει να δημοσιεύονται στο περιοδικό The Little Review.
Στον Οδυσσέα, ο Τζόις χρησιμοποίησε σχεδόν όλες τις τεχνικές της μυθιστορηματικής πρακτικής, με πλήθος αναφορών στη δυτική λογοτεχνία, τη φιλοσοφία, τη μυθολογία και τη γλώσσα της μεσαιωνικής Ιρλανδίας και της αρχαίας Ελλάδας καθώς επίσης και στην Οδύσσεια του Ομήρου. Το έργο αποτελείται από συνολικά 18 κεφάλαια, μέσα στα οποία ο Τζόις περιγράφει μία ημέρα από την ζωή του κεντρικού ήρωα. Αποτελεί ένα ιδιόρρυθμο οδοιπορικό στο Δουβλίνο, το οποίο λαμβάνει χώρα σε διάστημα μίας ημέρας.
Χαρακτηριστικό στοιχείο του μυθιστορήματος είναι η τεχνική του εσωτερικού μονολόγου που χρησιμοποιεί κατά κόρον ο Τζόις προκειμένου να αναπτύξει λεπτομερώς τις σχέσεις που διαμορφώνονται μεταξύ των χαρακτήρων του έργου. Κάθε κεφάλαιο εμφανίζει διαφοροποίηση στο ύφος της αφήγησης ενώ συνδέεται επίσης με ένα συγκεκριμένο επεισόδιο της Ομηρικής Οδύσσειας. Ο ποιητής Τ.Σ Έλιοτ, σε μία κριτική του έγραψε για τον Οδυσσέα πως «αποτελεί τη σημαντικότερη έκφραση που θα μπορούσε να βρει η εποχή μας».
Μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο (Οδυσσέας) και στο θέατρο, με διάρκεια πλέον των δεκαοκτώ ωρών.
Finnegans Wake
Ο Τζόις ξεκίνησε τη συγγραφή του Finnegans Wake (το Ξύπνημα του Φίνεγκαν) περίπου το 1923 αν και την εποχή εκείνη αναφερόταν ως Έργο εν προόδω. Το 1926 είχαν ολοκληρωθεί τα δύο πρώτα μέρη του βιβλίου και την ίδια χρονιά, οι Eugene και Maria Jolas, προσφέρθηκαν για την δημοσίευσή τους σε συνέχειες, στο περιοδικό transition. Τα επόμενα χρόνια, ο Τζόις επιτάχυνε την συγγραφή του έργου ωστόσο διάφορα γεγονότα όπως ο θάνατος του πατέρα του (1930) ή προσωπικά προβλήματα υγείας, καθυστέρησαν την ολοκλήρωσή του.
Η αρχική υποδοχή του Finnegans Wake περιλάμβανε αρκετές αρνητικές κριτικές, ακόμα και από φίλους ή υποστηρικτές του έργου του, όπως ήταν ο Έζρα Πάουντ. Για το λόγο αυτό αρκετοί συγγραφείς όπως ο Σάμιουελ Μπέκετ υποστήριξαν το έργο μέσω κριτικών που δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά της εποχής. Ο Τζόις αποφάσισε για τον τελικό τίτλο του έργου το 1929 ενώ τελικά το βιβλίο εκδόθηκε στις 4 Μαΐου του 1939.
Με το Finnegans Wake, ο Τζόις εγκατέλειψε κάθε είδους σύμβαση σχετικά με την χάραξη μιας πλοκής ή την δημιουργία χαρακτήρων. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι ιδιαίτερα περίπλοκη, προσομοιώνοντας κατά κάποιο τρόπο την συνειρμική ακολουθία ενός ονείρου. Χαρακτηριστικό στοιχείο αποτελούν ακόμα τα πολλά λογοπαίγνια που κατασκευάζει ο Τζόις, σε διάφορες γλώσσες. Στο έργο αυτό, ο Τζόις αποδομώντας καταλυτικά κάθε γνωστή μέχρι τότε γλωσσική σύμβαση, δημιούργησε μια γλώσσα προσωπική και συνάμα παγκόσμια, προσπάθησε να αποδώσει, μέσω των πολύσημων αναφορών του, τον πλούτο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Περισσότερα για τον σπουδαίο συγγραφέα ΕΔΩ