Μέγας Φώτιος – Από τις σημαντικότερες εκκλησιαστικές και πνευματικές προσωπικότητες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο Μέγας Φώτιος ή Άγιος Φώτιος (Κωνσταντινούπολη, 820 – 6 Φεβρουαρίου 893) διετέλεσε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 858 έως το 867 και από το 877 έως το 886. Θεωρείται ως μία από τις σημαντικότερες μορφές της εν γένει ιστορίας του Βυζαντίου καθώς και του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Ήταν επίσης ένας από τους σημαντικότερους λογίους του μεσαιωνικού ελληνισμού.

Καθοριστικής σημασίας για τις εκκλησιαστικές και πολιτικές εξελίξεις της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ήταν η έρις του προς τον Ιγνάτιο για τον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης, και η επακόλουθη διαμάχη με την Εκκλησία της Ρώμης, για την οποία διαμάχη η πολιτεία του Φωτίου υπήρξε μία από τις σημαντικότερες αφορμές.

Ανακηρύχθηκε άγιος της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και η μνήμη του τιμάται στις 6 Φεβρουαρίου.

Καταγωγή και πολιτική σταδιοδρομία

Πρέπει εκ προοιμίου να λεχθεί ότι όλοι σχεδόν οι χρονογράφοι ήταν από ψυχρά έως εχθρικά προς τον Φώτιο διακείμενοι, τουλάχιστον ως προς την έριν του με τον Ιγνάτιο. Όλοι όμως, όπως θα αναφερθεί στην συνέχεια, εγκωμιάζουν την απέραντη πολυμάθειά του και τις πολιτικές του ικανότητες.

Λίγα είναι γνωστά για την καταγωγή ή την οικογένειά του. Ο πατέρας του Σέργιος εξορίστηκε κατά τη δεύτερη περίοδο της Εικονομαχίας ως εικονολάτρης και πέθανε στην εξορία. Ήταν ανηψιός του Πατριάρχη Ταράσιου, το όνομα του οποίου έφερε και ο αδελφός του Φωτίου, στον οποίο αφιέρωσε αυτός την Μυριόβιβλο. Ήταν επίσης συγγενής της βασιλικής οικογένειας (της δυναστείας του Αμορίου), δεδομένου ότι η αδελφή της αυτοκράτειρας Θεοδώρας Ειρήνη είχε παντρευτεί αδελφό του (κατ’ άλλους θείο του).

Σε νεαρή ηλικία ο Φώτιος φαίνεται ότι είχε αρχίσει να διδάσκει γραμματική, ρητορική και φιλοσοφία σε ένα κύκλο μαθητών. Στη συνέχεια ακολούθησε τη συνήθη σταδιοδρομία ενός προικισμένου (και λόγω καταγωγής ευνοημένου) νέου στη βυζαντινή αυλή. Ο Φώτιος πήρε το αξίωμα του πρωτασηκρήτη, του πρωτοσπαθάριου και του συγκλητικού, αξιώματα πολιτικά και στρατιωτικά στα οποία διακρίθηκε ιδιαίτερα και σε αβέβαιη ημερομηνία έλαβε μέρος σε διπλωματική αποστολή στη Βαγδάτη. Αν πρόκειται για την αποστολή του έτους 837, θα πρέπει να δεχτούμε ότι γεννήθηκε γύρω στο 810.

Αυτά είναι μόνο γνωστά για τον προ της πατριαρχίας βίο του Φωτίου. Όπως λένε οι χρονογράφοι, δύο πάθη τον κρατούσαν άγρυπνο τις νύχτες: η φιλομάθεια και η φιλοδοξία.

Η άνοδος στον πατριαρχικό θρόνο

Το 858 ο παντοδύναμος καίσαρ Βάρδας, παραδυναστεύων του ανεψιού του Μιχαήλ Γ΄, εκθρόνισε τον πατριάρχη Ιγνάτιο. Αιτία ήταν το γεγονός ότι ο Ιγνάτιος ήταν ο εκλεκτός της Θεοδώρας, αδελφής του Βάρδα και μητέρας του Μιχαήλ, την οποία ο Βάρδας είχε παραμερίσει και είχε ζητήσει από τον Ιγνάτιο να την κάνει μοναχή. Ο Ιγνάτιος αρνήθηκε και ήταν πια φανερό ότι είχε συνταχθεί με την Θεοδώρα εναντίον του Βάρδα. Η αφορμή δόθηκε στα Θεοφάνεια του 858, όταν ο Ιγνάτιος αρνήθηκε την θεία κοινωνία στον Βάρδα επειδή έδιωξε την γυναίκα του και συζούσε με την γυναίκα ενός γιου του παρά τις επανειλημμένες συστάσεις του πατριάρχη. Ο Βάρδας έπεισε τον Μιχαήλ ότι ο Ιγνάτιος συνωμοτούσε για επαναφορά της Θεοδώρας κι ο τελευταίος εξορίστηκε στη νήσο Τερέβινθο της Προποντίδος και στην συνέχεια στην Μυτιλήνη.

Ο Βάρδας είχε ήδη επιλέξει τον Φώτιο, αλλά δεν είχε κάνει γνωστή την επιλογή του. Δεδομένου ότι οι φιλοδοξίες ήταν μεγάλες και ότι πολλοί αρχιερείς πήραν το μέρος του Ιγνάτιου, ο Βάρδας χρησιμοποίησε το εξής τέχνασμα: Υποσχέθηκε στον κάθε ένα μητροπολίτη τον πατριαρχικό θρόνο, ζητώντας του ταυτόχρονα να αποποιηθεί αρχικά για λόγους μετριοφροσύνης και να αποδεχτεί μετά, ύστερα από επιμονή του βασιλιά που θα είχε εντυπωσιαστεί από την σεμνότητα και ταπεινότητα του υποψηφίου. Έτσι έγινε κι όλοι αρνήθηκαν όταν τους έκανε την πρόταση ο Μιχαήλ, προδίδοντας όμως όλοι (και οι Ιγνατιανοί) τον Ιγνάτιο.

Εν τω μεταξύ ο Φώτιος, λαϊκός ως τις 20 Δεκεμβρίου του 858 και επικεφαλής του ανώτερου αυτοκρατορικού δικαστηρίου, είχε καρεί μοναχός την ημέρα εκείνη, την επομένη έγινε αναγνώστης, την άλλη υποδιάκονος, την επομένη χειροτονήθηκε διάκονος, και την πέμπτη μέρα, στις 24 Δεκεμβρίου πρεσβύτερος. Το απόγευμα της 24ης Δεκεμβρίου συγκεντρώθηκαν στο Παλάτι οι αρχιερείς, και ο Μιχαήλ ανακοίνωσε ότι σέβεται τις αρνήσεις τους. Συνεπώς δεν έμενε άλλη λύση, μια και καθαιρέθηκε ο Ιγνάτιος, από το να γίνει πατριάρχης ένας υποψήφιος που είχε ήδη αποδεχτεί. Οι μητροπολίτες αιφνιδιάστηκαν, αλλά ήταν πλέον αργά, και η βασιλική δυσμένεια επεκρέματο επί της κεφαλής τους. Το Νοέμβριο του 858 η Σύνοδος της Κων/πολεως χωρίς να ρωτήσει τον Φώτιο και παρά την ρητή αντίθεσή του, τις αρνήσεις και τα κλάματά του, ως μόνη αρμο­δία να αντιμετωπίσει το πρόβλημα εκ της αντικανονικής και αυθαίρετης εκθρονίσεως του Πατριάρχη Ιγνατίου από τον Βάρδα, τα σχίσματα, τις έριδες, τις διαιρέσεις και τα λοιπά κακά που προκάλεσε αυτή η εκθρόνιση, έκρινε τον Φώτιο ως τον μόνο κατάλληλο για τον Πα­τριαρχικό Θρόνο. Έτσι στις 25 Δεκεμβρίου του 858 έγι­νε η χειροτονία του σε Πατριάρχη. Χειροτονήθηκε από τον επίσκοπο Συρακουσών Γρηγόριο Ασβεστά.

Το μόνο που κατόρθωσαν οι μητροπολίτες για ν’ αποκαταστήσουν κάπως την υπόληψή τους, ήταν να πάρουν έγγραφη διαβεβαίωση του υποψηφίου περί σεβασμού και τιμής προς τον Ιγνάτιο. Αλλά ο Φώτιος κατόρθωσε να τους την αφαιρέσει και να την καταστρέψει.

Σώζονται βέβαια επιστολές του Φωτίου προς τον Βάρδα όπου γράφει ότι θεωρεί «ανάξιον εμαυτόν και του αρχιερατικού βαθμού και της ποιμαντικής εγχειρήσεως» και θρηνεί και οδύρεται για τις διώξεις των Ιγνατιανών που ακολούθησαν. Αλλά η μετέπειτα στάση του φανερώνει την φιλοδοξία του, την επιμονή του και την δύναμη της θέλησής του.

Η πρώτη πατριαρχία

Η σύνοδος του 861

Η εκλογή του Φωτίου έπασχε τυπικώς γιατί ο Ιγνάτιος αρνούνταν επίμονα να παραιτηθεί (οι χρονογράφοι μάλιστα διεκτραγωδούν τα βασανιστήρια στα οποία υπεβλήθη), και επιπλέον ο λαός και πολλοί ιερωμένοι ήταν με το μέρος του.

Για να θεραπευθεί η ανωμαλία ο Φώτιος συγκάλεσε σύνοδο και ζήτησε από τον έχοντα τα εκκλησιαστικά πρωτεία Πάπα να στείλει τοποτηρητές. Οι επιστολές του Μιχαήλ και του Φωτίου προς τον Πάπα έλεγαν ότι σκοπός της συνόδου ήταν η οριστική επικύρωση της κατάλυσης της Εικονομαχίας, παρεμπιπτόντως δε επρόκειτο να διευθετηθεί και το θέμα της πατριαρχικής μεταβολής, δεδομένου ότι ο Ιγνάτιος «παραιτήθηκε λόγω γήρατος και απολάμβανε κάθε τιμής και φροντίδας στο νησί που αποσύρθηκε».

Ο Πάπας Νικόλαος Α΄ έστειλε δύο επισκόπους ως τοποτηρητές για να εξετάσουν και να κρίνουν, και έγραψε συγχρόνως στον Μιχαήλ υπαινισσόμενος ότι θα επικύρωνε την ενθρόνιση του Φωτίου αν του αποδίδονταν η δικαιοδοσία στις ελληνικές χώρες και τα κτήματα της Καλαβρίας, όλα δηλαδή όσα είχαν αφαιρεθεί από τους πάπες από τον Λέοντα Γ΄.

Η σύνοδος συνήλθε στις αρχές Μαΐου του 861 στον ναό των Αγίων Αποστόλων. Συμμετείχαν 348 επίσκοποι και προήδρευαν οι τοποτηρητές του πάπα. Ο Ιγνάτιος προσήχθη, αρνήθηκε και πάλι να παραιτηθεί, δικάστηκε, καταδικάστηκε και καθαιρέθηκε ενώ οι τοποτηρητές αναφώνησαν κι αυτοί «ανάξιος». Ο Βάρδας και ο Φώτιος είχαν βρει τρόπο να τους κάνουν να ξεχάσουν τα περί αποδόσεως δικαιοδοσίας και κτημάτων. Πέραν αυτών, η σύνοδος αυτή επικύρωσε μεν τις κατά των εικονομάχων αποφάσεις, πήρε όμως πολλά μέτρα περιοριστικά της ίδρυσης μοναστηριών και του μοναχικού βίου.

Ο Φώτιος, ο λαός και ο βασιλιάς

Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς σεισμοί συντάραξαν την Κωνσταντινούπολη επί σαράντα μέρες. Ο λαός τους απέδωσε στην θεία οργή για τον διωγμό του Ιγνάτιου, τον οποίον οι φίλοι του είχαν κατορθώσει να φυγαδεύσουν. Ο Φώτιος κήρυξε από άμβωνος ότι οι σεισμοί «ουκ εκ πλήθους αμαρτιών αλλ’ εκ πλησμονής ύδατος γίνονται» αλλά δεν έπειθε τον πολύ λαό που ήταν με το μέρος του Ιγνάτιου.

Στο ίδιο κήρυγμά του ο Φώτιος, αν και οπαδός του Αριστοτέλη, ανέπτυξε την πλατωνική άποψη ότι ο άνθρωπος έχει δύο ψυχές, μία ανθρώπινη που αμαρτάνει και μία θεία, αναμάρτητη. Οι αυλικοί μετέφεραν την ομιλία στον Μιχαήλ, ο οποίος χλεύαζε Ιγνάτιο και Φώτιο και Εκκλησία και τους πάντες, και αυτός κάλεσε τον Φώτιο και, προσποιούμενος τον θυμωμένο, του είπε: «Τι πράγματα είναι αυτά που λες; ξέρεις ότι οι δούλοι μας ζητάνε διπλάσιο φαγητό, μια κι έχουν δύο ψυχές;»

Ο Μιχαήλ δεν δίσταζε να διακηρύσσει ότι «δικός μου πατριάρχης είναι ο Γρύλος (ένας από τους συντρόφους του της ακολασίας), του Βάρδα ο Φώτιος και των Χριστιανών ο Ιγνάτιος». Έκανε όμως ό,τι του έλεγαν ο Βάρδας και ο Φώτιος.

Η αρχή του σχίσματος – Ο Φώτιος καθαιρείται από τον Πάπα

Ο Πάπας Νικόλαος ενημερώθηκε για τις αποφάσεις της συνόδου από τους τοποτηρητές του (όπως τον ενημέρωσαν) και από τα πρακτικά που του έστειλαν μαζί με επιστολές τους ο Μιχαήλ και ο Φώτιος.

Ο Φώτιος στην επιστολή του απάντησε αρχικά στην κατηγορία ότι από λαϊκός έγινε πατριάρχης, λέγοντας ότι δεν ήταν χωρίς προηγούμενο ούτε ήταν αντίθετο με τους κανόνες της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης, δεδομένου ότι εκ λαϊκών έγιναν πατριάρχες και οι Νικηφόρος και Ταράσιος. Προχώρησε ύστερα υποστηρίζοντας ότι μόνο τα δόγματα πρέπει να μένουν αμετάβλητα ενώ δευτερεύοντα και διοικητικά ζητήματα μπορούν κάλλιστα να τροποποιούνται όταν χρειάζεται και να διαφέρουν από Εκκλησία σε Εκκλησία. Μεταξύ αυτών των θεμάτων ανέφερε τον γάμο των κληρικών, την εμφάνισή τους (γένια και τα τοιαύτα), τις κατά τόπους προσευχές και νηστείες και άλλα. Εξηγούσε επίσης στον πάπα ότι για να του αποδοθούν οι χώρες που του αφαιρέθηκαν, έπρεπε να υπάρχει κυβερνητική συναίνεση –που προς το παρόν δεν υπήρχε. Και τέλος του συνιστούσε, με ύφος συγκαλυμμένης επίπληξης, να μη ενεργεί αντικανονικά δεχόμενος όσους πήγαιναν στην Ρώμη άνευ συστατικών επιστολών, να μη δέχεται δηλαδή τους Ιγνατιανούς που κατέφευγαν σε αυτόν και δίχαζαν την Εκκλησία.

Εν τω μεταξύ, προ της λαϊκής οργής, ο Μιχαήλ και ο Βάρδας ορκίστηκαν δημοσίως ότι δεν θα πειράξουν τον Ιγνάτιο ούτε αυτούς που τον έκρυβαν, αρκεί να παρουσιαζόταν. Όντως ο Ιγνάτιος ήρθε, συμφιλιώθηκε τρόπον τινά με τον Βάρδα και αποσύρθηκε σε μία μονή. Ο λαός θεώρησε ότι αυτή ήταν η αιτία που σταματήσαν οι σεισμοί και εκχριστιανίστηκαν οι Βούλγαροι.

Τον Απρίλιο του 863 ο Πάπας είχε πια διαμορφώσει γνώμη. Σε σύνοδο που συγκάλεσε στη Ρώμη καθήρεσε και αναθεμάτισε: τον τοποτηρητή του Ζαχαρία γιατί προήδρευσε σε ληστρική σύνοδο• τον Γρηγόριο των Συρακουσών επειδή χειροτόνησε σε όλους τους βαθμούς τον Φώτιο• τον ίδιο τον Φώτιο ως αίτιον σκανδάλων, επιβήτορα και μοιχόν• όλους αυτούς που χειροτονήθηκαν από τον Φώτιο• όλους όσοι δεν θα διέκοπταν τις σχέσεις τους με τον Φώτιο• και τέλος τον αυτοκράτορα και όλο το κράτος.

Η απάντηση από την Κωνσταντινούπολη ήταν -προς το παρόν- μια περιφρονητική επιστολή, που αποκαλούσε τον Πάπα βάρβαρο εν μέσω βαρβάρων και του έλεγε πως εκλήθη στην σύνοδο για εθιμοτυπικούς και μόνο λόγους.

Βουλγαρία και Μοραβία

Είχε εν τω μεταξύ προκύψει και άλλη αφορμή διαμάχης μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας. Με ενέργειες της Κωνσταντινούπολης οι Βούλγαροι είχαν εκχριστιανιστεί. Αλλά ο ηγεμόνας τους Βόγορις, με βαπτίστηκε με ανάδοχο τον αυτοκράτορα Μιχαήλ, προσήγγισε τον Πάπα επικαλούμενος δογματικές απορίες και ο τελευταίος προσπαθούσε να αποσπάσει την Βουλγαρία από την Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης. Τότε επίσης ξεκίνησαν το ιεραποστολικό τους έργο στην Μοραβία οι Μεθόδιος και Κύριλλος.

Η δολοφονία του Βάρδα

Την άνοιξη του 866 ο Βάρδας δολοφονήθηκε από τον νέο ευνοούμενο του Μιχαήλ παρακοιμώμενο Βασίλειο, με την έγκριση του αυτοκράτορα και ανεψιού του, ως συνωμοτών εναντίον του. Ο Βασίλειος στέφτηκε σε λίγο συναυτοκράτορας αλλά τα εκκλησιαστικά πράγματα δεν διαταράχτηκαν προς το παρόν.

Ο Βάρδας ήταν φίλος και προστάτης του Φωτίου, αυτός που τον ανέβασε στον πατριαρχικό θρόνο. Αλλά κατόπιν αυτού ο Φώτιος επέδειξε αχαρακτήριστη συμπεριφορά. Έγραψε επιστολή στον Μιχαήλ, στην οποία εκφράζει την χαρά του για την σωτηρία του (δηλαδή για τον θάνατο του Βάρδα), αποκαλεί τον τελευταίο «ταπεινόν άνθρωπον», τον κατηγορεί για αχαριστία, βρίσκει δίκαιη την τιμωρία του και φτάνει στην πιο ελεεινή κολακεία προς τον Μιχαήλ. Και εν τω μεταξύ ανεχόταν όλες τις ασχημίες του Μιχαήλ.

Η καθαίρεση του Πάπα

Η απάντηση του Πάπα στην περιφρονητική επιστολή του Μιχαήλ του 863, έφτασε στην Κωνσταντινούπολη αμέσως μετά την δολοφονία του Βάρδα το 866, γραμμένη στον ίδιο τόνο. Ο Φώτιος έπεισε τον Μιχαήλ να αναγνωρίσει τον αυτοκρατορικό τίτλο του Λουδοβίκου Β΄, εγγονού του Καρλομάγνου, για να τον αποσπάσει από την συμμαχία του με τον Πάπα, και συγκάλεσε σύνοδο των Εκκλησιών της Ανατολής τον Αύγουστο του 867, στην οποία κατηγόρησε τον Πάπα για εκκλησιαστική επέμβαση στη Βουλγαρία, για θέματα νηστείας, γάμου κληρικών και άλλα τέτοια. Για όσα δηλαδή ακριβώς είχε γράψει ο ίδιος στον Πάπα μετά την καθαίρεση του Ιγνάτιου το 861, ότι είναι ασήμαντα και δεν αξίζει να χωρίζουν τους χριστιανούς. Τον κατηγορούσε επίσης και για ένα θέμα δογματικό: γιατί δεχόταν δήθεν η Εκκλησία της Ρώμης ότι το Άγιον Πνεύμα και εκ του Υιού εκπορεύεται (Filioque).

To Filioque διατυπώθηκε για πρώτη φορά στην Ισπανία στο τέλος του 6ου αιώνα και έγινε δεκτό από τους Φράγκους. Αλλά δεν είχε γίνει με κανένα τρόπο αποδεκτό από την Δυτική Εκκλησία προ του 1014. Συνεπώς ο Φώτιος, εκτός του ότι φάνηκε ανακόλουθος ως προς τα διοικητικά, τοπικά θέματα (γάμους κληρικών, νηστείες κττ), τα οποία δεν έπρεπε να χωρίζουν τους Χριστιανούς όπως έλεγε, ανήγαγε την διαμάχη με την Εκκλησία της Ρώμης σε θέμα δογματικό, με αναπόφευκτες ολέθριες συνέπειες για τον Χριστιανισμό το σχίσμα και την αίρεση.

Η σύνοδος καθήρεσε (χωρίς κανένα βέβαια αποτέλεσμα κι αυτή, τυπικά και μόνο) και αναθεμάτισε τον Πάπα Νικόλαο και απέκλεισε τις κυριαρχικές επεμβάσεις του πάπα στην Ανατολική Εκκλησία.

Η πρώτη εξορία

Τον Σεπτέμβριο του 867 ο Βασίλειος δολοφόνησε τον Μιχαήλ Γ΄ και έμεινε μόνος αυτοκράτορας. Προκειμένου να ασκήσει απερίσπαστος την διακυβέρνηση του κράτους και δεδομένου ότι οι Ιγνατιανοί αποτελούσαν την πλειονότητα και ήταν προστατευόμενοι και σύμμαχοι του Πάπα, θυσίασε τον Φώτιο που καθαιρέθηκε αμέσως και επανήλθε στον πατριαρχικό θρόνο ο Ιγνάτιος.

Αρκετοί χρονογράφοι, και μάλιστα εχθρικά διακείμενοι προς τον Φώτιο, έγραψαν ότι ο Φώτιος «ελθόντος του βασιλέως εν τη εκκλησία και μέλλοντος αυτού κοινωνείν, ληστήν και φονέα έλεγεν και ανάξιον της θείας κοινωνίας». Το γεγονός αμφισβητείται εντονότατα και λόγω του χαρακτήρα του Φωτίου και λόγω των μετέπειτα σχέσεών του με τον Βασίλειο.

Ο Φώτιος εξορίστηκε στην μονή της Σκέπης στον Βόσπορο. Σε σύνοδο που συγκροτήθηκε τον Οκτώβριο του 869 (Η΄ Οικουμενική κατά τους Λατίνους, ψευδογδόη κατά τους Βυζαντινούς) προσήχθη αλλά δεν αναγνώρισε την δικαιοδοσία της και αρνήθηκε να απολογηθεί. Καταδικάστηκε και αναθεματίστηκε μαζί με τους οπαδούς του επισκόπους.

Ο Φώτιος παρέμεινε ήσυχος όσο κράτησε η εξορία του παρ’ όλο που οι οπαδοί του είχαν συγκροτήσει εκκλησίαν εν εκκλησία με χωριστή ιεραρχία, ιεροτελεστίες και πιστούς. Δεν θέλησε να εκμεταλλευτεί φυσικές καταστροφές που συνέβησαν διακηρύσσοντας ότι οφείλονταν στην θεία οργή για την πτώση του, όπως είχαν κάνει οι Ιγνατιανοί το 861. Στα τέλη του 876 ανακλήθηκε από την εξορία και του ανατέθηκε η ανατροφή των τεσσάρων γιων του Βασιλείου, ο οποίος σε όλο το διάστημα της εξορίας δεν έπαυσε να τον τιμά και να τον βοηθά.

Η δεύτερη πατριαρχία

Το 877 ο Ιγνάτιος πέθανε και σε τρεις μέρες ο Φώτιος ανέβηκε και πάλι στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης. Ξεχνώντας ότι είχε καταδικάσει την Δυτική Εκκλησία στην σύνοδο του 867, ανήγγειλε την επάνοδό του στον Πάπα Ιωάννη Η΄ και του ζήτησε να στείλει εκπροσώπους του στην Κωνσταντινούπολης για να συμμετάσχουν σε σύνοδο που θα την επικύρωνε. Ο Πάπας, ξεχνώντας κι αυτός τις αποφάσεις των προκατόχων του και την καταδίκη του Φωτίου στην σύνοδο του 869, αναγνώρισε τον Φώτιο με τις απαντητικές του επιστολές και έστειλε τους εκπροσώπους.

Η σύνοδος αυτή διήρκεσε από τον Νοέμβριο του 879 μέχρι τον Μάρτιο του 880. Παρέστησαν όλοι οι πατριάρχες των Εκκλησιών της Ανατολής, οι τοποτηρητές του Πάπα και 360 αρχιερείς, προήδρευε δε ο ίδιος ο Φώτιος. Η επάνοδός του επικυρώθηκε θριαμβευτικά και τα εγκώμια της συνόδου προς αυτόν υπήρξαν αποθεωτικά. Οι τοποτηρητές του Πάπα, μολονότι τα εγκώμια αυτά αναγόρευαν τον Φώτιο πνευματικό οδηγό όλης της Χριστιανοσύνης, συμφώνησαν κατά πάντα και υπερθεμάτισαν. Τέλος απαγορεύτηκε ρητά κάθε προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως, δηλ. το Filioque.

Με επιστολές του προς τον Βασίλειο και τον Φώτιο στις 13 Αυγούστου 880, ο Πάπας επικύρωσε τις αποφάσεις της συνόδου. Αλλά στα τέλη του 880 αναθεμάτισε τον Φώτιο, ισχυριζόμενος ότι η βυζαντινή διπλωματία είχε και πάλι εξαπατήσει τους τοποτηρητές του. Υποστηρίζεται πάντως ότι ο αναθεματισμός δεν απαγγέλθηκε από τον Ιωάννη Η΄ αλλά από τον διάδοχό του Μαρίνο Α΄, και ότι αποδόθηκε στον Ιωάννη για να μη φανεί ότι υπήρξε πάπας που αναγνώρισε οριστικά τον Φώτιο.

Δεύτερη πτώση και θάνατος

Όταν ο Βασίλειος Α’ πέθανε το 886, τον διαδέχτηκε ο γιος του Λέων ΣΤ’ παρά την αντίθετη επιθυμία του πατέρα του. Ένα από τα μέτρα του νέου αυτοκράτορα για να εδραιωθεί πολιτικά περιστοιχιζόμενος από πρόσωπα της εμπιστοσύνης του ήταν και η εκ νέου απομάκρυνση του δασκάλου του Φωτίου από τον πατριαρχικό θρόνο. Στη θέση του τοποθετήθηκε ο ανήλικος αδελφός του αυτοκράτορα Στέφανος. Ο Φώτιος εξορίστηκε, πιθανόν σε μονή της Αρμενίας, και τα ίχνη του χάνονται. Πιθανολογείται ότι απεβίωσε την 6 Φεβρουαρίου του 893.

Το έργο του

α. Φιλολογικά συγγράμματα

– η «Μυριόβιβλος» ή «Βιβλιοθήκη», αναφέρεται σε 280 συγγραφείς της εκκλησιαστικής και της θύραθεν παιδείας και είναι αφιερωμένη στον αδελφό του Φωτίου Ταράσιο με σκοπό να του μεταδώσει τις γνώσεις του από τα βιβλία που κατά καιρούς είχε διαβάσει, ώστε αυτός να παρηγορηθεί για την απουσία του Φωτίου στη Βαγδάτη. Περιλαμβάνει αποσπάσματα από έργα συγγραφέων της εκκλησιαστικής και της κοσμικής παιδείας, περιλήψεις των έργων τους και των δογμάτων τους, εκτίμηση του ύφους και του χαρακτήρα τους. Κρίνει ακόμη και τους πατέρες της Εκκλησίας, με μια κάποια ελευθεριότητα που υπερβαίνει τις προλήψεις της εποχής του. Το έργο πολλών από αυτούς τους συγγραφείς δεν σώθηκε μέχρι τις μέρες μας και έτσι μόνο χάρη στο Φώτιο έχουμε αποσπάσματα από τους Κτησία, Κόνωνα, Μέμνονα και τα χαμένα βιβλία του Διοδώρου.
– «Λέξεων Συναγωγή», έργο πολύτιμο γιατί ο ο Φώτιος είχε υπόψη του λεξικά που κατόπιν χάθηκαν. Το λεξικό αυτό είχε υπόψη του και ο συγγραφέας του Μεγάλου Ετυμολογικού και η Σούδα.

β. Θεολογικά:

– «Αμφιλόχια», απευθύνονται στον μητροπολίτη Κυζίκου Αμφιλόχιο
– «Νομοκάνων», συλλογή αποστολικών και συνοδικών κανόνων
– «Κατά Μανιχαίων»
– «Περί της του Αγίου Πνεύματος μυσταγωγίας»

γ. Γύρω στις 263 επιστολές

Τα έργα του Φωτίου έχουν εκδοθεί στην Patrologia Graeca του Migne, τόμοι 101-104.

Αποτίμηση

Ο Νικήτας Παφλαγών στην εξυμνητική βιογραφία του Πατριάρχη Ιγνάτιου, έγραψε για τον μεγάλο αντίπαλο του τελευταίου Φώτιο: «Γραμματικῆς μὲν γὰρ καὶ ποιήσεως, ρητορικῆς τε και φιλοσοφίας, καὶ δὴ καὶ ἰατρικῆς, καὶ πάσης ὀλίγου δεῖν ἐπιστήμης, τῶν θύραθεν, τοσοῦτον αὐτῷ τὸ περιόν ὡς μὴ μόνον σχεδόν φάναι τῶν κατά τὴν αὐτοῦ γενεάν πάντων διενεγκεῖν, ἤδη δὲ καὶ πρὸς τοὺς παλαιοὺς αὐτὸν διαμιλλᾶσθαι» (Νικήτας ο Παφλαγών, Βίος Ιγνατίου, σ. 509)

Παρόμοιες είναι οι γνώμες και των άλλων χρονογράφων για την ευρυμάθεια και τις ικανότητες του Φωτίου. Τον αποκηρύσσουν όμως γιατί υπήρξε αντίπαλος του αρχηγού της συντηρητικής θρησκευτικής παράταξης Ιγνατίου, γιατί ήρθε σε ρήξη με τους συμμάχους του Ιγνατίου πάπες, και γιατί αυτό υπαγόρευε η πολιτική της Μακεδονικής Δυναστείας, που τα μέλη της δύο φορές τον καθήρεσαν.

Ο Γκίμπον πιστεύει ότι η φιλοδοξία του υπήρξε ίση προς την περιέργειά του (την φιλομάθειά του) και ότι θυσίασε την παγκόσμια ειρήνη για μια σύντομη και αμφίβολη βασιλεία.

Κατά τον Παπαρρηγόπουλο «το όνομα αυτού έμελλε να αντηχήση επί αιώνας αινούμενον και βλασφημούμενον μέχρι της…ημέρας εκείνης, καθ’ ην ο χριστιανικός κόσμος…θέλει συγχωρήσει τας αμαρτίας αυτού χάριν της μεγαλοφυΐας μεθ’ ης υπερεμάχησεν υπέρ της ανεξαρτησίας του ανατολικού κόσμου». Όντως η μεγαλύτερη προσφορά του Φωτίου ήταν η απόκρουση των κυριαρχικών αξιώσεων του πάπα.

Έργα μεταφρασμένα στα νέα ελληνικά

Φωτίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Μυριόβιβλος ή Βιβλιοθήκη (5 τόμοι) (μτφρ. Ιγνάτιος Σακάλης) Βυζάντιο, Θεσσαλονίκη, 2001.
Φώτιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, Βιβλιοθήκη Όσα της ιστορίας. Ανθολογία. μτφρ. Στέφανος Ευθυμιάδης, (Κείμενα Βυζαντινής Λογοτεχνίας 2), εκδ.Κανάκη, Αθήνα, 2000.
Φωτίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Ο Ηγεμών, μτφρ. Γιάννης Πλεξίδας, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2007.
Λαούρδας Β., «Η επιγραφή της προς τον βασιλέα των Βουλγάρων Μιχαήλ πρώτης επιστολής του Φωτίου», Θεολογία 23 (1952), σελ. 618- 621.
Λαούρδας Β., «Παρατηρήσεις επί του χαρακτήρος των επιστολών του Φωτίου», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 21 (1951), σελ. 74- 119.

wikipedia

ΔΗΜΟΦΙΛΗ