Έσβησε αθόρυβα ένας απο τους κορυφαίους ποιητές μας, Πεθανε ο Βασίλης Κουμης: Βλέμμα άδολο βασανισμένο – Με τυφλά χτυπήματα ζυμωμένο

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Άλλη μια τεράστια απώλεια ενός φίλου, αλλά προπάντων ενός σημαντικού ανθρώπου. Του Βασίλη Κουμή. (Λες και μας περισσεύουν πολλοί Κουμήδες από την περιοχή μας, από την Ελλάδα…)
Πολυσχιδής, εξωπραγματική, συντριπτική, θυελλώδης και πολύπλευρη προσωπικότητα.
Ο Βασίλης Κουμής από το Βραχάτι, ζούσε μεταξύ Αθηνών, Βρυξελλών και Βραχατίου. Μα τώρα τελευταία, λόγω της «επάρατου», στο αγαπημένο του Βραχάτι.
Ένας ευαίσθητος και χαμηλότονος ποιητής, συγγραφέας, συμμαθητής μου και καλός φίλος από την Α΄ Γυμνασίου.
Έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές, έχει γράψει την πλοκή και το libretto για όπερες, μονολόγους για το θέατρο, στίχους για κύκλους τραγουδιών και δοκίμια που έχουν δημοσιευτεί σε Ελλάδα, Κύπρο και Γαλλία.
Η ποίησή του είναι καθηλωτική, περιεκτική, φιλοσοφημένη, που δημιουργεί αντιστάσεις και αντέχει σε πολλαπλές αναλύσεις και αναγνώσεις. Άμεση, συγκινητική, βαθιά τρυφερή και ερωτική η γραφή του.
Βλέμμα απείραχτο αποθέτω
Σε γη σκισμένη
Βλέμμα άδολο βασανισμένο
Με τυφλά χτυπήματα ζυμωμένο.
Αφύλαχτο στη φωνή των φωνηέντων
Που με λαλιά δίτροχη
ερασιτεχνικά – ερωτικά
Φυτρώνει μες τα δύσβατα.
(Από την ποιητική συλλογή του «Ερασιτεχνική Οπτική»)
Από χθες το βράδυ, δεν αντέχω στην είδηση, συντροφόφιλε Βασίλη.
Εσύ ο οξυδερκής, διορατικός, ανήσυχος, τολμηρός, πρωτοπόρος… ο πάντα κοινωνικά ενεργός, ακούραστος, γενναιόδωρος, ανατρεπτικός, ονειροπόλος, βαθιά πολιτικός στην καθημερινότητά του. Ένας άφοβος εραστής της ζωής.
Εσύ, που έβρισκες πάντα τους δικούς σου τρόπους να ζωογονείς τα πολύπαθα οράματα για έναν κόσμο που δεν υπάρχει ακόμα.
Βασίλη, με/μας ξεγέλασες!
Η ήρεμη σταθερότητά σου, η σπάνια ηθική σου συνέπεια, το ακατάβλητο ήθος σου, η στερεότητα των στοχασμών σου, η ανυποχώρητη αλλά πάντα χαμηλότονη μαχητικότητά σου, η συνεχής διαθεσιμότητά σου να προσφέρεις περισσότερα από όσα σου ζητούνταν, μας έκανες όλους να πιστεύουμε πως πάντα θα ήσουν εδώ.
Και όταν στη γιορτή σου την Πρωτοχρονιά, σου ευχήθηκα μαζί με τα χρόνια πολλά εκείνο το «ποτέ μην σε εγκαταλείψει η διαύγεια, η έμπνευση και η δημιουργία…» με διαβεβαίωσες: «Χρήστο μου, δεν θα με εγκαταλείψει τίποτα!».
Τούτη την δύσκολη ώρα, σκέφτομαι πόσο δίκιο είχε ο Γιάννης Βαρβέρης, στην «Ωδή στη χαρά» που έγραφε:
«Τους φίλους σας να σκέφτεστε / χωρίς αιτία και μνήμη, έτσι / αμίλητους σκυφτούς να περπατούν / έντονα να τους σκέφτεστε, να κλαίτε / μόνο και μόνο γιατί υπάρχουν και δεν ξέρετε / πώς τον κοιτούν τον κόσμο αυτή την ώρα».
Αιώνια ευγνώμων λοιπόν γιατί είδα και έζησα αυτήν τη σπάνια μαγική συγκυρία που καλλιτέχνης και άνθρωπος απογειώνονται πιασμένοι χέρι – χέρι. Και μαζί απογειωνόμαστε κι εμείς οι φίλοι με καύσιμο όσα απλόχερα μας προσέφερες. Για έναν κόσμο άγνωστο που όμως, σίγουρα, κάποτε θα υπάρξει.
Έναν κόσμο που μπορούμε ακόμα να τον ονειρευόμαστε ΜΑΖΙ!
Φίλε μου, Βασίλη μας, βαθιά υπόκλιση!

Έφτασε σαν το κρύο αγέρι η είδηση,
Ένας ακόμη φίλος έφυγε από κοντά μας.
Έφυγε ήσυχα κι αθόρυβα, όπως ήσυχη κι αθόρυβη ήταν η ζωή του.
Έφυγε ξαφνικά, ….μα όλοι οι αποχωρισμοί ξαφνικοί είναι.
Κανείς δεν προγραμματίζει το ραντεβού με τον Χάροντα.
Υπηρέτησε τη μούσα της ποιήσεως και κατέκτησε επάξια τον τίτλο του ποιητή.
Πάνω απ’ όλα όμως ήταν ένας ευγενής άνθρωπος κι ένας παλιός καλός φίλος.
Βασίλη θα μας λείψεις.
Καλό ταξίδι να ‘χεις στη χώρα των ονείρων!!!

Στην μνήμη του σημαντικού ποιητή, συγγραφέα και καλού φίλου του Μίκη Θεοδωράκη, Βασίλη Κουμή, που έφυγε χθες από τη ζωή.
Τα συλλυπητήριά μας στους οικείους του

*

Η Λαϊκή Ορχήστρα «Μίκης Θεοδωράκης» μέσα από τη ματιά του πολυαγαπημένου φίλου και ποιητή Βασίλη Κουμή.
Αθήνα, 30 Νοεμβρίου 2010.

Ορχήστρα «Ίππων αερσιπόδων»

Για τα δεκαπέντε χρόνια της Λαϊκής Ορχήστρας “Μίκης Θεοδωράκης”

Έτσι θα ήθελα να περιγράψω αν γινόταν τη «Λαϊκή Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης» σαν την περιγραφή της ασπίδας του Αχιλλέα στο Σ´ της Ιλιάδας, γιατί νιώθω αυτός ο Μέγας Ελληνικός Μίκης βάδισε τη σκιά του Ομήρου με βαρύ οπλισμό μουσικές και τραγούδια, που με τη «Λαϊκή Ορχήστρα» ο θείος τραγουδιστής Λίνος στα κατάχρυσα εύφορα αμπέλια ετραγούδα.
Μανάδες πήραν τα «όπλα» που ο ξακουστός χωλοπόδης Ήφαιστος ετεχνούργησε και εκτόξευσαν σε όλα τα μήκη και πλάτη. Σε τόνους επικούς, λυρικούς, παθητικούς στο πλήθος χάρισε, εκεί που ο θείος αοιδός κιθαρίζοντας μελωδούσε, αυτόν τον βαρύ οπλισμό, τα τραγούδια τα Ε ν ε σ τ ώ τ α Μ έ λ λ ο ν τ α. Ολική επαναφορά τρεις χιλιάδες χρόνια μετά και σωτήριον έτος 1996, με μιαν Ελλάδα όπως πάντα στα δύσκολα, ένα χειμώνα βαρύ και την ουτοπία να γλυκοχαράζει σε ένα μέλλον ένδειας. Βραχάτι, στο σπίτι της Μαργαρίτας οι γνωστοί φίλοι της ξεκινάμε συζητήσεις – πολλές φορές αδιέξοδες – για της ορχήστρας τη γέννηση. Με συνοπτικές διαδικασίες και με του μαέστρου την ευχή αρχίζει η σύστασή της και αμέσως πρόβες. Πρόβες στις πρόβες και έργα. Έργα δύσκολα με απαιτητικούς μουσικούς. Ο ένας ποιητής διαδέχεται τον άλλο και ο ένας κύκλος ακολουθεί τον άλλο και τραγούδια, πολλά τραγούδια για όλες τις ευαισθησίες και όλοι οι έλληνες τραγουδιστές να περνούν, πολλές φορές σε ανατρεπτικές τραγουδιστικές φόρμες – αλησμόνητος ο Τζίμης Πανούσης στη «Ρωμιοσύνη», το καλοκαίρι του ’97 στην Αιξωνή – . Τη μαγεία των προβών θυμάμαι και των καθοριστικών επαναλήψεων, υπό την αυστηρή καθοδήγηση του μέντορα και τις ατέλειωτες αγωνίες της Μαργαρίτας, ψυχής της ορχήστρας ανέκαθεν. Γιατί σ’ αυτό τον τόπο, σ’ αυτή την πατρίδα που τα σχολεία και οι δάσκαλοι και τα εκπαιδευτικά συστήματα τις περισσότερες φορές αδυνατούν να παίξουν τον ρόλο που ετάχθησαν, οι ορχήστρες και ειδικά αυτή η «Λαϊκή» προσφέρουν έργο μορφωτικό, εκπαιδευτικό σαν ισχυρό, ακριβό αντίδοτο στην αναπηρία της εξουσίας να ανταποκριθεί στο αυτονόητο χρέος της. Και έτσι αν ρωτήσεις έναν άνθρωπο τυχαία αν γνωρίζει έναν ποιητή είναι βέβαιο ότι θα τον έχει συναντήσει σε αυτή τη «Λαϊκή Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης». Αν πάλι δεν γνωρίζει κάποιον, είναι βέβαιο ότι θα ανακαλύψει εδώ. Ένα υπερβατικό παράδειγμα ήταν για τους διακριτούς ρόλους στο πολιτισμό μας.
Και εγώ….Τι;
Της εφηβείας μου αγόρασα εισιτήριο
Πρώτη θέση, κόκκινη καρέκλα.
Οδυνηρό πένθος η μουσική
Ειδικά την άνοιξη
Όταν σταυρώνονται οι παπαρούνες.
Αλλά και το Φθινόπωρο
Που οι διέσεις ρίχνουν τα φύλλα τους
Στις λαϊκές συναυλίες όταν οι νότες σημαδεύουν
Την αφύλακτη αναγκαιότητα.
Θεόσταλτος ο χρόνος
Μισογεμάτες οι θέσεις δίπλα μου
Ξεκινάει η παράσταση
Περασμένες πενηνταπέντε πια.
Θέλω καινούριο εισιτήριο
Ίδια πρώτη θέση, την ίδια κόκκινη καρέκλα
Σ’ αυτή τη γεμάτη τώρα συναυλία
Δεν θέλω να χάνω τον θρίαμβο της υπόκλισης.
Λαϊκή ορχήστρα λοιπόν, όπως λαϊκή αγορά, λαϊκή συνέλευση, λαϊκός ενθουσιασμός και πάθος και ευαισθησία, με μουσικά έργα περικαλλή. Έργα που μιλάνε γλώσσα ελληνική, απ’ την ψυχή του λαού βγαλμένα στου κόσμου τις άκρες ταξιδεμένα. Ελληνική δημιουργία, ύψιστο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Η διαχρονική ζωή της Τέχνης. Μουσικά έργα που σηματοδοτούν τον πολιτισμό μας. Μια ορχήστρα, ένας δημιουργός στον πυρήνα της ελληνικής ψυχής. Μια ορχήστρα βέλος και όχημα στην ειρήνη, τη δημοκρατία, τον έρωτα. Δώρο ψυχής του δημιουργού της σ’ έναν αρχέγονο λαό με πάθη, αγώνες, συμφορές, δώρο αγάπης, βάλσαμο.
Ανεμόποδο άλογο η ορχήστρα από κασσίτερο, φωτιά και αέρα και αναβάτη με χάλκινα ακόντια να σημαδεύει κατευθείαν το κέντρο του αιθέρα.
Σ’ αυτή την παράσταση της μιας πρωταγωνίστριας, της μουσικής και ενός πρωταγωνιστή, του τραγουδιού, εύχομαι ανοιχτή αυλαία και πορεία ζωής ατελεύτητη.
Σ’ αυτή τη γιορτή της όρχησης για τα δεκαπεντάχρονά της, να χαρίσω θέλω ένα σονέτο, γιατί ήμουν κι εγώ εκεί όταν γεννήθηκε.

Όργια Μουσών μυστήρια
Τελετές Διονύσου, αγνισμοί
Μαύρη του Οργιοφάντη η στολή
Οργάνων οργιώδη σκοπευτήρια.

Οργυιά χεριών, μαρτύρια
Πάνω στα σύμβολα η εντολή
Μαρτύρων ποιητών παραβολή
Μουσικός οργιασμός θεραπευτήρια.

«Όπλα» αέναα εναρκτήρια
Στη Μούσα την αστραφτερή
Αντιπαλεύουν οι συσχετισμοί
Τ’ αρχαία όργανα θυσιαστήρια.

Όρχηση μελωδίας σε ιερά
Ορχήστρα φορτωμένη εκρηκτικά.

Βασίλης Κουμής
Αθήνα, 30 – 11 – 2010
Πρόλογος για τη «Λαϊκή Ορχήστρα Μ.Θ.

Από την σελίδα της Λαϊκής Ορχήστρας <<Μίκης Θεοδωράκης>>

*

Φωτογραφία από το διαδίκτυο

72E523BA 9C2C 4CA8 A8B1 BBCD59B4B570

ΔΗΜΟΦΙΛΗ