Η μουσική είναι κάτι μαγικό. Ο δημιουργός της προσπαθεί να εξωτερικεύσει αυτό που έχει μέσα στο μυαλό και την ψυχή του. Και αυτό ακριβώς το σημείο είναι που πολλές φορές δημιουργεί παρεξηγήσεις σχετικά με τις προθέσεις του.
Τι ακριβώς θέλει να πει;
Ο Μάρκος Βαμβακάρης και η Φραγκοσυριανή του
Λογικό, αν διαβάσει κανείς τους στίχους. Η αλήθεια, ωστόσο, είναι λίγο διαφορετική. Στην πραγματικότητα όλος αυτός ο ερωτικός ύμνος του μεγάλου ρεμπέτη γράφτηκε μετά από μια και μοναδική… ματιά! Ναι, ήταν αρκετή. Ο ίδιος ο Μάρκος ο Βαμβακάρης έχει αποκαλύψει το πως του είχε έρθει η έμπνευση.
Η στιχουργός του «όταν κοιτάς από ψηλά» και η χούντα
Στιχουργός του τραγουδιού που άψογα ερμήνευσε ο Κώστας Χατζής (που έχει γράψει τη μουσική) είναι η Σώτια Τσώτου η οποία εμπνεύστηκε όταν ήταν εν πτήσει από Αθήνα για Θεσσαλονίκη. Αιτία για αυτή την εσωτερική μετανάστευση της δημιουργού ήταν η επιβολή του πραξικοπήματος και το κλείσιμο από το καθεστώς της εφημερίδας «Ελευθερία» που δούλευε τότε η Τσώτου ως πολιτική ρεπόρτερ. Όντας άνεργη η νεαρή δημοσιογράφος αποφάσισε να φύγει από την Αθήνα για να ψάξει να βρει την τύχη της στη Θεσσαλονίκη, δουλεύοντας στο συγκρότημα Βελλίδη που εξέδιδε τις εφημερίδες Μακεδονία και Θεσσαλονίκη.
Το «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας» που λίγο έλειψε να πεταχτεί στα σκουπίδια
Οι πρώτες πενιές του θρυλικού ζεϊμπέκικου ακούστηκαν από τον τζουρά του παλιού ρεμπέτη Γιώργου Μουφλουζέλη. Ο Μάνος Λοϊζος, ωστόσο, ήθελε το κάτι παραπάνω. Πείθει τον Θανάση Πολυκανδριώτη να αφήσει το μπουζούκι του και να πάρει και αυτός έναν παλιό τζουρά και να συμμετάσχει. Εκείνο το όργανο, όμως, ήταν τόσο παλιό που πλέον δεν μπορούσε να κουρδιστεί και τα φάλτσα διαδέχονταν το ένα το άλλο. Όλοι, λοιπόν, άρχισαν να τα παρατάνε και να λένε πως το τραγούδι δεν πρόκειται να «βγει» και πως καλό θα ήταν ο Λοϊζος να προχωρήσει στο επόμενο. Ο Πολυκανδριώτης παρατάει τον παλιό τζουρά και όλα δείχνουν να είναι στον αέρα.
Ο μελαγχολικός «Αύγουστος» του Παπάζογλου και ο ανεκπλήρωτος έρωτας
Στα τέλη Ιουνίου του 1978 σημειώθηκε ο φονικός σεισμός στη Θεσσαλονίκη. Πολλοί άνθρωποι, σκοτώθηκαν και άλλοι τόσοι έμειναν άστεγοι. Ένα από τα σπίτια που υπέστησαν ζημιές ήταν και εκείνο που έμενε ο Νίκος Παπάζογλου με την οικογένεια του. Αυτό σε συνδυασμό με την έντονη σεισμική ακολουθία ανάγκασαν τον Παπάζογλου να προτείνει στη γυναίκα του να πάρει τη νεογέννητη τότε κόρη τους και να πάνε να μείνουν σε συγγενείς τους στις ΗΠΑ μέχρι να εκτονωθεί το φαινόμενο και ταυτόχρονα να κάνουν τις διακοπές τους. Ο ίδιος θα παρέμενε πίσω.
Τον Αύγουστο ο Διονύσης Σαββόπουλος καλεί τον Παπάζογλου να περάσουν μερικές ημέρες χαλάρωσης στο εξοχικό του στο Πήλιο. Ο Παπάζογλου δέχεται. Εκεί ανάμεσα στους πολλούς φιλοξενούμενους του Νιόνιου υπήρχε και μια κοπέλα που τον «μάγεψε». Ο Παπάζογλου την ερωτεύτηκε αλλά οι τύψεις για τη γυναίκα του και το νεογέννητο παιδί τους δεν τον άφηναν να παραδοθεί στο πάθος του. Έτσι, αποφασίζει να φύγει από το Πήλιο και να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη, βάζοντας πάνω από έναν δυνατό έρωτα, την οικογένεια του.
Ο Παύλος, οι έρωτες, τα τραγούδια και η ηρωίνη
Φίλη και συμμαθήτρια της Κάθυ. Οι δυο τους βαδίζουν ερωτευμένοι μαζί μέχρι τη στιγμή που η Γιολα ανακοινώνει στην Παύλο πως φεύγει για σπουδές στο Παρίσι και πως θα πρέπει να χωρίσουν.
Ο Σιδηρόπουλος δέχεται ένα δυνατό χαστούκι. Εκείνη την ημέρα γράφει το «μου πες θα φύγω». Είναι τόσο χάλια, όμως, που ξεχνάει τους στίχους σε ένα συρτάρι. Τελικά ηχογραφεί το τραγούδι πολλά χρόνια αργότερα.
Η τραγική ιστορία πίσω από ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια του Καλδάρα
Είναι η εποχή που ο Απόστολος Καλδάρας δημιουργεί τη μία επιτυχία μετά την άλλη. Μια σοβαρή ασθένεια που ταλαιπωρούσε την κόρη του (αργότερα αυτή η αρρώστια θα της στερήσει τη ζωή), ωστόσο, δεν αφήνει τον συνθέτη να «καθαρίσει» το μυαλό του.
Μαζί με την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου έχουν βάλει τις βάσεις ώστε να γράψουν το «λίγο- λίγο θα με συνηθίσεις». Ο Καλδάρας έχει στα χέρια του ένα εξαιρετικά δυνατό κουπλέ αλλά του λείπει ένα -αντίστοιχης δυναμικής- ρεφρέν. Το μυαλό του, ωστόσο, έχει κολλήσει. Μαζί με τον Μιχάλη Μενιδιάτη που αργότερα θα το τραγουδήσει προσπαθούσαν να βρουν το κατάλληλο. Ξαφνικά ο Καλδάρας γυρνάει στον Μενιδιάτη και του λέει «το βρήκα».
Το «παπάκι» του Άσιμου που ηχογραφήθηκε «μυστικά»
Αυτό που δεν είναι τόσο γνωστό είναι το ότι ηχογραφήθηκε… «μυστικά»! Το νανούρισμα, αυτό, λοιπόν, το τραγουδούσε ο Άσιμος στην κόρη του όταν την κοίμιζε στο θρυλικό υπόγειο της Αραχώβης 41 στα Εξάρχεια. Δεν είχε σκοπό να το ηχογραφήσει. Η Χάρις Αλεξίου ήταν αυτή που τον παρακάλεσε να το κάνει πρόβα στο στούντιο.
«Στης Λαρίσης το ποτάμι» και το χαρτί υγείας
Ίσως η πιο αστεία ιστορία είναι αυτή που περιγράφει τον τρόπο που ο Γιώργος Μητσάκης εμπνεύστηκε και κυρίως κατέγραψε, αρχές της δεκαετίας του 1960, το τραγούδι «στης λαρίσης το ποτάμι»!
Ο λαϊκός συνθέτης βρίσκεται με τη σύντροφό του στο αεροδρόμιο του Ελληνικού και μιλάνε περί ανέμων και υδάτων. Η συζήτηση κάποια στιγμή φτάνει στη Λάρισα και τον Πηνείο. Με την πάροδο του χρόνου ο Μητσάκης ζητάει συγγνώμη από τη συνοδό του και πάει στην τουαλέτα.
Εκεί του έρχεται η έμπνευση. Χαρτί όμως δεν υπάρχει. Όχι από αυτά που συνήθως γράφουμε, τέλος πάντων. Ο Μητσάκης δεν χάνει την ψυχραιμία του και παίρνει ένα κομμάτι από το χαρτί υγείας. Εκεί γράφει τους βασικούς στίχους (ρεφρέν και κουπλέ) και χαρούμενος βγαίνει από τη τουαλέτα!