Γερμανός κομμουνιστής πολιτικός, που επέβλεψε την ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου και ηγήθηκε της πάλαι ποτέ Ανατολικής Γερμανίας.
Ο Έριχ Χόνεκερ (Erich Honecker) ήταν γερμανός κομμουνιστής πολιτικός, που επέβλεψε την ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου και ηγήθηκε της πάλαι ποτέ Ανατολικής Γερμανίας από το 1971 έως το 1989, την εποχή που το κύμα των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων διέτρεχε την Ανατολική Ευρώπη και βρισκόταν στο αποκορύφωμά του.
Ο Έριχ Χόνεκερ γεννήθηκε στις 25 Αυγούστου 1912 στο Νοϊνκίρχεν του Βασιλείου της Πρωσίας, ενταγμένου στη Γερμανική Αυτοκρατορία. Γιος ανθρακωρύχου και στελέχους του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας (KPD), εντάχθηκε και ο ίδιος στη νεολαία του κόμματος σε ηλικία 14 ετών.
ΗΠΑ: Με απεργία προειδοποιούν οι σεναριογράφοι του Χόλιγουντ
Από νωρίς εγκατέλειψε το σχολείο κι εργαζόταν ως αγρεργάτης και στη συνέχεια ως οικοδόμος. Ως στέλεχος του κόμματος επιλέχτηκε και φοίτησε στο Διεθνές Λενινιστικό Σχολείο της Μόσχας.
Μετά την άνοδο των Ναζί στην εξουσία, το 1933, οργάνωνε παράνομες δραστηριότητες με τη συμμετοχή νεαρών κομμουνιστών σε διάφορες περιοχές της Γερμανίας. Το 1935 συνελήφθη από την Γκεστάπο και καταδικάστηκε σε καταναγκαστική εργασία 10 ετών με την κατηγορία των συνωμοτικών κινήσεων, καθώς αρνήθηκε να αποποιηθεί τις κομμουνιστικές του πεποιθήσεις.
Το 1945, έπειτα από την προέλαση του Κόκκινου Στρατού στη Γερμανία, απελευθερώθηκε και σύντομα συνδέθηκε με τους Γερμανούς συντρόφους του που είχαν εκπαιδευτεί στη Σοβιετική Ένωση με σκοπό την εγκατάσταση κομμουνιστικής κυβέρνησης στη σοβιετοκρατούμενη ζώνη. Ήταν ένας από τους ιδρυτές του κινήματος της Ελεύθερης Γερμανικής Νεολαίας (FDJ) και διατέλεσε πρόεδρός της από το 1946 έως το 1955.
Το 1946 εξελέγη μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του νεοσύστατου Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας (SED), που προέκυψε από τη συγχώνευση του Κομμουνιστικού και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Ανατολικής Γερμανίας. Η επιρροή του στο νέο κόμμα αυξήθηκε ραγδαία και το 1967 ορίστηκε διάδοχος του ανατολικογερμανού ηγέτη και μέντορά του Βάλτερ Ούλμπριχτ.
Το 1971 έγινε πρώτος γραμματέας του SED, που μονοπωλούσε την εξουσία στην Ανατολική Γερμανία και πρόεδρος του Συμβουλίου του Κράτους, αναλαμβάνοντας συγχρόνως την ηγεσία του κομματικού και του κρατικού μηχανισμού. Επί της ηγεσίας του, η Ανατολική Γερμανία εξελίχθηκε σε μία από τις πιο καταπιεστικές, αλλά και οικονομικά ανθούσες χώρες του ανατολικού συνασπισμού.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, αφού έχασε τη στήριξη του μεταρρυθμιστή Σοβιετικού ηγέτη Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο ηλικιωμένος και άκαμπτος Χόνεκερ αναγκάστηκε να παραιτηθεί τον Οκτώβριο του 1989, κάτω από την πίεση των μαζικών αντικαθεστωτικών διαδηλώσεων που είχαν ξεσπάσει στις ανατολικογερμανικές πόλεις.
Ο Έριχ Χόνεκερ με τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ
Μπροστά στο ενδεχόμενο ανεξέλεγκτων εξελίξεων, το πολιτικό γραφείο του SED διέταξε τη σύλληψή του με τις κατηγορίες της εσχάτης προδοσίας, διαφθοράς, και της κατάχρησης εξουσίας. Λόγω της σοβαρής κατάστασης της υγείας του (έπασχε από καρκίνο του ήπατος) εισήχθη σε ρωσικό στρατιωτικό νοσοκομείο, απ’ όπου φυγαδεύτηκε στη Μόσχα τον Μάρτιο του 1991.
Τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου οι ρωσικές αρχές του ζήτησαν να εγκαταλείψει τη χώρα και ο Χόνεκερ ζήτησε πολιτικό άσυλο στην πρεσβεία της Χιλής στη Μόσχα. Τον Ιούλιο του 1992 εκδόθηκε στην ενιαία πλέον Γερμανία, όπου αντιμετώπιζε κατηγορίες για τον θάνατο 350 ατόμων, που σκοτώθηκαν προσπαθώντας να διαφύγουν από την Ανατολική Γερμανία. Κατά τη διάρκεια της δίκης του χαρακτήρισε την όλη διαδικασία ως «φάρσα» και υπερασπίστηκε την πολιτική του, επισημαίνοντας ότι η ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου απέτρεψε ένα πιθανό Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τον Ιανουάριο του 1993, το δικαστήριο του Βερολίνου έπαυσε τη δίωξή του για λόγους ανηκέστου βλάβης της υγείας του. Αμέσως μετά την αποφυλάκισή του αναχώρησε για το Σαντιάγο της Χιλής, όπου συνάντησε την τρίτη σύζυγό του Μαργκότ (υπουργό Παιδείας στα χρόνια της παντοκρατορίας του) και την κόρη του Σόνια, που ήταν παντρεμένη με χιλιανό.
Ο Έριχ Χόνεκερ πέθανε στο Σαντιάγο στις 29 Μαΐου 1994, σε ηλικία 81 ετών.