Το 1931, με πρωτοβουλία του υπουργού Παιδείας Γεωργίου Παπανδρέου, η κυβέρνηση Βενιζέλου προσπάθησε να καλύψει ένα σημαντικό κενό της Ελληνικής εκπαίδευσης, αλλά και του νεοελληνικού πολιτισμού γενικότερα, εκδίδοντας όλα τα κείμενα των Αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων υπό την αιγίδα της Ακαδημίας Αθηνών. Η νέα αυτή έκδοση υπό τον τίτλο «Ελληνική βιβλιοθήκη», τίτλος που παρέπεμπε ευθέως στην προσπάθεια του Κοραή 120 χρόνια πριν, θα περιείχε εκτός από το Αρχαίο κείμενο μετάφραση στην απλή καθαρεύουσα καθώς και συνοπτικό πρόλογο για μια γενική εισαγωγή στο κάθε έργο. Σύμφωνα με τον σχετικό νόμο 5058/1931 κάθε χρόνο το υπουργείο Παιδείας θα έθετε…
350.000 δρχ στην διάθεση της Ακαδημίας για τον σκοπό αυτό. Η Ακαδημία σε συνεδρίαση της αποφάσισε ομόφωνα να αναθέσει το έργο της «νέας Ελληνικής βιβλιοθήκης» στον υφηγητή Ιωάννη Συκουτρή.
Σύντομα όμως ξεσηκώθηκε μια έντονη πολεμική εναντίον του «Συμποσίου» του Συκουτρή, καθώς στον πρόλογο του έργου ο συγγραφέας είχε μια μικρή ενότητα για τον παιδικό έρωτα στην Αρχαία Αθήνα στο οποίο υποστήριζε ότι η ομοφυλοφιλία μεταξύ των εφήβων και μεγαλυτέρων ήταν μια διαδεδομένη συνήθεια στις ανώτερες κλίμακες της Αρχαίας Ελληνικής κοινωνίας. Με εκκίνηση την θέση αυτή, το Φθινόπωρο του 1936 ξεκίνησε μια εκστρατεία εναντίον του Συκουτρή από το περιοδικό «επιστημονική Ηχώ» και τον Σπυρίδωνα Παπανικολάου. Αναμφίβολα η πολεμική εναντίον του Συκουτρή που αναπτύχθηκε, δεν είχε επιστημονικό υπόβαθρο με απτά επιχειρήματα εναντίον των θέσεων που είχε αναπτύξει, αλλά πότε κατηγορούσε τον φιλόλογο ως διαβολέα των Αρχαίων Ελλήνων, πότε τον κατηγορούσε ως υμνητή της ομοφυλοφιλίας, ως χυδαίο υβριστή της ηθικής των Αρχαίων Ελλήνων, ενώ ψευδώς διέδιδε ότι η Ακαδημία απέσυρε το βιβλίο όταν ήταν γνωστό πως αυτό είχε εξαντληθεί ήδη από το 1935.
Είναι αναμφίβολο πως η πολεμική που αναπτύχθηκε ευνοήθηκε από την συντηρητική πολιτική στροφή της Ελλάδας με την δικτατορία της 4ης Αυγούστου, ενώ πιθανά είχε σχέση με την προσπάθεια κύκλων ο Συκουτρής να μην αναγορευθεί καθηγητής πανεπιστημίου Αθηνών στην θέση που θα προκήρυσσε η Φιλοσοφική Σχολή, ενώ στην θέση του προοριζόταν ο Ιωάννης Σταματάκος, επίσης λαμπρός φιλόλογος και οπαδός της καθαρεύουσας. Η ένταση της πολεμικής ανέβηκε όταν ο Παπανικολάου αλλά τα διοικητικά συμβούλια πολιτιστικών συλλόγων των Πατρών, έστειλαν έγγραφες διαμαρτυρίες στο υπουργείο Παιδείας για το θέμα, οι οποίες έφτασαν κάποτε μέχρι και το πρωθυπουργικό γραφείο του Μεταξά (3), ο οποίος διέταξε αμέσως μια επιτροπή να μελετήσει το θέμα και να γνωμοδοτήσει εντός μικρής διορίας, χαρακτηρίζοντας το ζήτημα ως επείγον.
Η απάντηση του υπουργείου Παιδείας στις καταγγελίες αυτές υπήρξε σαφής και κάθετη: ο Συκουτρής δεν υπεράσπιζε την ομοφυλοφιλία αντιθέτως καθαρά την αποδοκίμαζε, αλλά και η εργασία του ήταν απολύτως τεκμηριωμένη χωρίς να ανιχνεύεται πουθενά προσπάθεια να θιχτεί ο Αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός. Αν και πολλοί θα περίμεναν το αντίθετο η κυβέρνηση Μεταξά δεν συγκινήθηκε από τις αστήριχτες κατηγορίες εναντίον του Συκουτρή. Οι κατήγοροι του συνέχισαν απτόητοι στρεφόμενοι εναντίον του
Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, γιατί ως μέλος της Ακαδημίας Αθηνών δεν εμπόδισε την έκδοση του Συμποσίου, 83 σωματεία των Πατρών υπέγραψαν δημόσιες επιστολές διαμαρτυρίες, ενώ στους κατήγορους προστέθηκε ο εκδότης της εφημερίδας «Αθήναι» Γεώργιος Πωπ, ο οποίος κατηγόρησε τον Συκουτρή ότι δεν είχε καταλάβει τις λειτουργίες της Αρχαίας Ελληνικής κοινωνίας παραθέτοντας τους αυστηρούς Αρχαίους Ελληνικούς νόμους εναντίον της ομοφυλοφιλίας.
Αρχικώς ο Συκουτρής υποτίμησε τις αντιδράσεις και περιορίστηκε σε δύο λεπτομερή άρθρα – απαντήσεις στην «Καθημερινή» του Γεωργίου Βλάχου, εφημερίδα που υπερασπίστηκε τον Συκουτρή κατά την διάρκεια της διαμάχης. Επειδή όμως ο θόρυβος έβαινε αυξανόμενος, ο Συκουτρής έχασε την ψυχραιμία του και αποφάσισε να τυπώσει την απάντηση του σε φυλλάδιο υπό τον τίτλο «εκστρατεία κατά του Συμποσίου» τον Ιούνιο του 1937. Στο φυλλάδιο αυτό εξήγησε την σκοπιμότητα της αναφοράς στον «παιδικό έρωτα», την προσπάθεια του να περιγράψει μια πραγματικότητα με επιστημονικό τρόπο και ακρίβεια χωρίς υποθέσεις η συμπληρώσεις, στηριζόμενος απολύτως στις πηγές. Τέλος παράθεσε τα χωρία του προλόγου στο «Συμπόσιο», στα οποία φαινόταν η ξεκάθαρη αποδοκιμασία του για το φαινόμενο αυτό. Αλληλέγγυοι με τον Συκουτρή, ανάμεσα στους άλλους, στάθηκαν με άρθρα τους στον τύπο ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Στρατής Μυριβίλης, ο Π. Χάρης και ο Δημήτριος Φωτιάδης.
Οι αντίπαλοι του Συκουτρή δεν πτοήθηκαν από το φυλλάδιο – απάντηση του, και ο Παπανικολάου υπέβαλλε μήνυση εις βάρος του Συκουτρή για συκοφαντική δυσφήμιση και εξύβριση. Ο Συκουτρής
απάντησε με δύο ακόμη άρθρα του στην εφημερίδα «Καθημερινή», ενώ η επικείμενη δίκη του είχε συγκεντρώσει μεγάλο ενδιαφέρον αλλά και τα φώτα της δημοσιότητας. Ο Συκουτρής όμως, είχε αποφασίσει να δώσει τέλος στην ζωή του, πιθανά επηρεασμένος από την άδικη πολεμική εις βάρος του. Έτσι και αλλιώς η προσωπική του τοποθέτηση ως πνευματικού ανθρώπου αντιμετώπιζε χωρίς φόβο τον θάνατο, κάτι που φαίνεται ανάγλυφα στο απόσπασμα του επιμέτρου.
Στις 18 Σεπτεμβρίου 1937 ο Συκουτρής ταξίδεψε με τρένο για την Κόρινθο, όπου και έμεινε σε ξενοδοχείο και συναντήθηκε επανειλημμένα με τον φίλο του φιλόλογο Ιωάννη Γιαμπουράνη. Την Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου ο Συκουτρής αποφάσισε να ανέβει στον Ακροκόρινθο για να θαυμάσει -για τελευταία φορά όπως αποδείχθηκε – τη Ελληνική φύση. Ζήτησε από κάποιο ημιονηγό να τον βοηθήσει να ανέβει και στη άρνηση του απάτησε: «θα κάνω μόνος μου και αυτό τον τελευταίο δρόμο». Εκεί στον Ακροκόρινθο ο Συκουτρής θα γράψει ένα δυσανάγνωστο βιαστικό σημείωμα προς τον καθηγητή του πολυτεχνείου Άγγελο Καλαμαρά στο οποίο κληροδοτούσε τα βιβλία του στην Ακαδημία, άφηνε ένα χρηματικό πόσο στην γυναίκα του και ζητούσε να δημοσιευτεί το τμήμα της εισαγωγής στην «ποιητική» του Αριστοτέλη που είχε ολοκληρώσει χωρίς κανείς να προσπαθήσει να το συμπληρώσει. Το βράδυ της ίδια ημέρας ο Συκουτρής επέστρεψε στο ξενοδοχείο κατάκοπος. Την επόμενη ημέρα βρέθηκε στο δωμάτιο του νεκρός από συγκοπή της καρδιάς. Οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν την συγκοπή ως αιτία του θανάτου, αλλά λίγους μήνες μετά μαθεύτηκε πως ο Συκουτρής είχε αυτοκτονήσει με ισχυρή δόση veronal (4). Ο θάνατος του έκανε μεγάλη εντύπωση στον πνευματικό κόσμο της εποχής του, ο οποίος παρέστη στην κηδεία του στις 24 Σεπτεμβρίου 1937 στο Α΄ νεκροταφείο. Για πολλά χρόνια υπήρχε η αμφιβολία αν αυτοκτόνησε η πέθανε λόγω προβλήματος που είχε στην καρδιά, σήμερα όμως δεν υπάρχει πλέον καμία αμφιβολία.
Η -μεταθανάτια έστω – δικαίωση δεν άργησε για τον Συκουτρή. Λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του, το 1947, σε φιλολογικό μνημόσυνο της «Νέας Εστίας» θα μιλήσουν και θα αναδείξουν το έργο του ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, ο Ν. Τωμαδάκης και ο Θεμιστοκλής Τσάτσος. Το 1949, σε μια επίσης συντηρητική ιστορική συγκυρία, το «Συμπόσιο» θα επανεκδοθεί από την Ακαδημία Αθηνών χωρίς καμία περικοπή. Το δεκαπενταετές λαμπρό φιλολογικό έργο και το όνομα του Συκουτρή σήμερα έχουν απαθανατιστεί ως μια πολύτιμη παρακαταθήκη της Ελληνικής κλασσικής φιλολογίας, ενώ αντίστροφα τα ονόματα των διωκτών του ξεθωριάζουν και θα βρίσκονται σε υποσημειώσεις βιβλίων εκεί που οι συγγραφείς συνήθως τοποθετούν τα ασήμαντα που όμως πρέπει να αναφερθούν και αυτά. Χαρακτηριστικό είναι ότι η βιβλιοθήκη της Ακαδημίας Αθηνών σήμερα φέρει το όνομα του λαμπρού αυτού φιλολόγου. Όπως ακριβώς είχε προφητεύσει ο Συκουτρής «η σκοτεινή αυτή υπόθεσις θα καταταχθή αύριον εις τας μελανωτέρας σελίδας της πνευματικής ζωής του τόπου».
Ι. Β. Δ.
Σημειώσεις
(2)Ο Λιαντίνης κατονομάζει τον Εξαρχόπουλο ως κινητήριο μοχλό της αντίδρασης κατά του Συκουτρή
(3) Σύμφωνα με τον Δημήτριο Τσάκωνα υπήρχαν κοινά στοιχεία ανάμεσα στις ιδέες του Μεταξά για μια εκπαίδευση πιο κοντινή στην ζώσα πραγματικότητα και την πρόθεση του Συκουτρή να κάνει τον στοχασμό των Αρχαίων Ελλήνων διανοητών πιο κατανοητό και προσβάσιμο από περισσότερους συγχρόνους του
(4)Ισχυρό ηρεμιστικό
Σημείωση εκτός κειμένου
Πιστεύω στους περισσότερους από εμάς η αυτοκτονία Συκουτρή, μας θυμίζει την αντίστοιχη περίπτωση του φιλόλογου Δημήτρη Λιαντίνη. Εκτός από τις οφθαλμοφανείς ομοιότητες (και οι δύο σημαντικοί φιλόλογοι με πανεπιστημιακή καριέρα, και οι δύο αηδιασμένοι από τους συγχρόνους τους Έλληνες και αρκετά εξοικειωμένοι με την ιδέα του θανάτου) και ο Λιαντίνης στο βιβλίο του «Ελληνικά» επαινεί τον Συκουτρή ως λαμπρότερο φιλόλογο από τον Κοραή, και ακόμη λαμπρότερο δάσκαλο (σελ 106). Επειδή γνωρίζω ότι τις γραμμές αυτές τις διαβάζουν και αρκετά νεώτεροι άνθρωποι, οφείλω να ξεκαθαρίσω πως προσωπικά είμαι αντίθετος στην ιδέα της αυτοχειρίας ως μέσου προσωπικού εξαγνισμού και κοινωνικής παρακαταθήκης. Έτσι λοιπόν η αναφορά μου στην αυτοκτονία Συκουτρή σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει την επιδοκιμασία της. Αντιθέτως, η αυτοκτονία αυτή στέρησε την Ελλάδα από ένα λαμπρό επιστήμονα διεθνούς κύρους που είχε πολλά να προσφέρει και ακριβώς εξυπηρέτησε όλους τους αντιπάλους του….
Πηγές
Διονύσιος Αλικανιώτης, Ιωάννης Συκουτρής (η ζωή του 1901-1937), εκδόσεις «Κάκτος»
Δημήτριος Τσάκωνας, Ιδεαλισμός και Μαρξισμός στην Ελλάδα, εκδόσεις «Κάκτος»
Ιωάννης Συκουτρής, «Μελέται και άρθρα», εκδόσεις Αιγαίου (1956)
Ιωάννης Συκουτρής, «Συμπόσιον», Ελληνική βιβλιοθήκη
Δημήτριος Τσάκωνας, προβλήματα Ελληνικότητος
Ιωάννης Συκουτρής, γράμματα από την Κύπρο (επιμελητής Φάνης Κακριδής), εκδόσεις ΜΙΕΤ
Επίμετρον – απόσπασμα από το δοκίμιο του Συκουτρή «φιλοσοφία της ζωής»
Ή ζωή ενός άνθρωπου, καθώς αυτού πού περιέγραψα, δέν ημπορεί παρά νά είναι σ ύ ν τ ο μ ο ς. Σύντομος όχι πάντοτε μέ τήν κοινήν σημασίαν ημπορεί κάποτε νά ζήση καί πολλά χρόνια, άλλά πάντα θά είναι ολίγα, σχετικώς μέ την πλησμονήν τής ζωτικότητός του. Άλλωστε ή ηλικία είναι κάτι σχετικόν δέν μετρείται πάντως μέ τήν διάρκειαν, μέ τό περιεχόμενόν της μετρείται. Είναι έννοια ηθική, όχι αστρονομική.
Συνήθως όμως είναι σύντομος καί υπό τήν συνήθη χρήσιν τής λέξεως. Σύντομος, διότι ό ηρωικός άνθρωπος περνά όλόκληρον τήν ζωήν του είς τό πολυκίνδυνον μέτωπον τού πολέμου. Σύντομος, διότι πάντοτε είναι, άπό την μοΐραν του καί μόνην οδηγούμενος έ ρ α σ ι θ ά ν α τ ο ς
Βαδΐζει προς τόν θάνατον όχι διά νά άναπαυθή, όχι διότι εβαρέθηκε τήν ζωήν. Οχι διότι έδειλϊασεν ενώπιον αυτής, όχι από μαρασμόν και εξάντλησιν τών δυνάμεων του. Ό ηρωικός άνθρωπος δεν υ φ ί σ τ α τ α ι τον θάνατον. Γι αυτόν και ό θάνατος ακόμη δέν είναι π ά σ χ ε ι ν, είναι π ρ ά τ τ ε ι ν. Είναι ή τελευταία πράξις, μέ τήν οποίαν επισφραγίζει όλας του τάς άλλας πράξεις. Τους δίδει αυτή τό νόημα διότι καί ή Ζωή όλη είναι μία διαρκής αρχή, καί ή αρχή τό νόημα της άντλεϊ από τό τέλος, του οποίου είναι ή άρχή. Καί είναι τό τέλος ό θάνατος, άλλά καί ή τελείωσις.
Άλλ’ ό πληθωρισμός τής ζωής είναι τόσος μέσα του, ώστε καί ό θάνατος του δέν είναι έκμηδένισις πλέον. Μεστώνει από περιεχόμενον, άπό ήθικήν αναγκαιότητα, πλημμυρίζει άπό τήν χαράν καί τήν ωραιότητα μιας τελευταίας νίκης — παρόμοια μέ τόν ήλιον, ό όποιος, κλίνων πρός τήν δύσιν, ενδύεται τήν πορφυράν του μεγαλόπρεπειαν.
«Αν θά είναι εκούσιος ό θάνατος ή ακούσιος, δέν έχει σημασίαν. Διά τόν ηρωικόν άνθωπον ό θάνατος είναι πάντοτε εκούσιος, άφού ό δρόμος, πού συνειδητά έδιάλεξε καί βαδίζει, μοιραίος καί άναγκαίως οδηγεί πρός τά έκεΐ. «Αλλωστε διαλέγει συνήθως ό «ίδιος τόν θάνατον του καί τήν ώραν του μέ τήν έσώψυχον πίστιν ότι δικαίωμα του απόλυτον είναι: «Αν θέλης νά γεννηθής καί πότε θέλεις νά γεννηθής. δέν εξαρτάται άπό τήν συγκατάθεσίν του τό νά φύγης όμως από τήν Ζωήν καί πότε νά ψύγης. αυτό άφήκεν ό Θεός είς τήν ίδικήν σου, τήν ύπεύθυνον διαγνώμην. Καί είναι βαρεία καί δύσκολος αυτή ή ευθύνη — διά τούτο καί ή ορμή πρός αύτοσυντηρησίαν είναι τόσον ισχυρά.
Αλλ εκούσιος ή ακούσιος ό θάνατος του ήρωος, είναι πάντοτε μία έκρηξις ηφαιστείου. Νά έτσι έξαφνικά σπα τό δοχεϊον τής ζωής του, συντρίβεται καί συντρίβει όλα γύρω του, φλέγεται καί φλέγει, φωτίζεται καί φωτίζει — καί τρομάζουν οί δειλοί καί ταπεινοί καί φθονεροί. Όργή Κυρίου…