Σφαγή στο Παρίσι (1961) – Κανείς δεν έμαθε τον ακριβή αριθμό των νεκρών

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Στις 17 Οκτωβρίου του 1961, χιλιάδες Αλγερινοί που ζούσαν στο Παρίσι και στα προάστιά του προσπάθησαν να διαδηλώσουν ενάντια στην απαγόρευση κυκλοφορίας που τους είχε επιβάλει η αστυνομία της γαλλικής πρωτεύουσας, διοικητής της οποίας ήταν τότε ο Μορίς Παπόν.

Φωτογραφία: By Source (WP:NFCC#4), Fair use, https://en.wikipedia.org/w/index.php?curid=37360836

Ο Παπόν ήταν συνεργάτης του καθεστώτος Βισύ και καταδικάστηκε μόλις το 1998 για τον εκτοπισμό περισσότερων από 1.500 Εβραίων της Γαλλίας στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Στη διάρκεια της διαδήλωσης αστυνομικοί άνοιξαν πυρ κατά των διαδηλωτών με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δεκάδες (ο ακριβής αριθμός των νεκρών δεν είναι γνωστός ακόμα και σήμερα). Πολλοί άλλοι συνελήφθησαν και κρατήθηκαν σε διάφορα σημεία κράτησης, όπου υπέστησαν βασανιστήρια. Οι δολοφονίες συνεχίστηκαν και τις επόμενες ημέρες.

Σύμφωνα με μαρτυρίες αστυνομικοί έριξαν νεκρούς διαδηλωτές αλλά και βαριά τραυματισμένους στον Σηκουάνα, στις όχθες του οποίου εκβράζονταν για μέρες πτώματα.

Η γαλλική Αλγερία και ο πόλεμος της Ανεξαρτησίας

Η Γαλλία κατέλαβε την Αλγερία, που μέχρι τότε ήταν, υπό καθεστώς αυτονομίας, τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το 1830. Με το Σύνταγμα του 1848 η Αλγερία ανακηρύχθηκε «γαλλικό έδαφος». Τις επόμενες δεκαετίες έγιναν πολλές εξεγέρσεις των ντόπιων, οι οποίες καταστάλθηκαν με βιαιότητα από το γαλλικό στρατό, ενώ παράλληλα χιλιάδες Γάλλοι εγκαταστάθηκαν στην Αλγερία (βλ. Πιε-νουάρ).

Μέχρι τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας (1954-1962), που οδήγησε στη δημιουργία της ανεξάρτητης Αλγερίας, έγιναν προσπάθειες να ληφθούν μέτρα υπέρ των Μουσουλμάνων κατοίκων της Αλγερίας. Έτσι π.χ. ο αυτοκράτορας Ναπολέων Γ΄ ακολούθησε φιλική πολιτική προς τους μουσουλμάνους που όμως προκάλεσε τη δυσαρέσκεια των Γάλλων και των άλλων Ευρωπαίων αποίκων της Αλγερίας.

Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ως επιβράβευση για τη συμμετοχή των Αλγερινών Μουσουλμάνων στον πόλεμο υπέρ της Γαλλίας, ο πρωθυπουργός Κλεμανσώ πήρε μια σειρά θετικών μέτρων για αυτούς, οι επόμενες όμως κυβερνήσεις επανέφεραν τις διακρίσεις εις βάρος των ντόπιων. Και η κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου έκανε προσπάθειες να δοθούν δικαιώματα στους ντόπιους Μουσουλμάνους, αλλά το νομοσχέδιο του Δεκεμβρίου του 1936 δεν έγινε ποτέ νόμος του κράτους.

Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ο Ντε Γκωλ τάχθηκε υπέρ της επέκτασης των πολιτικών δικαιωμάτων και στους Μουσουλμάνους της Αλγερίας αλλά στην πρότασή του αυτή ήταν αντίθετοι τόσο οι γαλλικής καταγωγής κάτοικοι της Αλγερίας, που ήθελαν να κρατήσουν τα δικαιώματα και τα προνόμιά τους, όσο και μεγάλη μερίδα των Αλγερινών Μουσουλμάνων που ως μόνη λύση πλέον έβλεπε την ανεξαρτησία της Αλγερίας από τη Γαλλία.

Το 1954 ξεκίνησε ο Πόλεμος της Ανεξαρτησίας. Το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο της Αλγερίας (FLN) προέβη σε επιθέσεις κατά αστυνομικών και Γάλλων που ζούσαν στην Αλγερία. Τα αντίποινα από την πλευρά της Γαλλίας ήταν ιδιαίτερα βίαια. Τα επόμενα χρόνια και οι δύο πλευρές υιοθέτησαν πρακτικές ακραίας βίας και έκαναν χρήση βασανιστηρίων εναντίον όσων θεωρούσαν εχθρούς τους με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους χιλιάδες άνθρωποι, μεταξύ των οποίων πολλοί άμαχοι.

Το 1958, μετά την πολιτική κρίση του Μαΐου, εγκαθιδρύθηκε η Ε΄ Γαλλική Δημοκρατία, με Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Στρατηγό Ντε Γκωλ. Ο Ντε Γκωλ αρχικά υποστήριζε ως λύση την παραχώρηση αυτονομίας στην Αλγερία ως κράτους- εταίρου της Γαλλίας λύση που όμως δεν δέχονταν τόσο το FLN όσο και οι άποικοι και ο γαλλικός στρατός. Τελικά, και ενώ ο πόλεμος συνεχιζόταν με ιδιαίτερη βιαιότητα, τον Μάιο του 1961 άρχισαν διαπραγματεύσεις στο Εβιάν που οδήγησαν την επόμενη χρονιά στην αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Αλγερίας.

Στις εν λόγω διαπραγματεύσεις ήταν αντίθετη η γαλλική παραστρατιωτική οργάνωση OAS (Organisation de l’armée secrète- Οργάνωση Μυστικός Στρατός) η οποία από τον Μάρτιο μέχρι τον Ιούνιο του 1962 προχώρησε σε εκατοντάδες τρομοκρατικές επιθέσεις με πολλούς νεκρούς στην Αλγερία προσπαθώντας να σαμποτάρει τις ειρηνευτικές διαδικασίες. Στο στόχαστρο της οργάνωσης βρέθηκαν και Γάλλοι στρατιώτες που θεωρούνταν πλέον ότι ανήκαν σε στρατό κατοχής.

Η κατάσταση στη Γαλλία στη διάρκεια του πολέμου

Στις 13 Μαρτίου του 1958, 7.000 αστυνομικοί διαδήλωσαν στο προαύλιο της διοίκησης της αστυνομίας για την καθυστέρηση στην καταβολή των ειδικών επιδομάτων κινδύνου που τους χορηγούνταν. Ενθαρρυμένοι από τον ακροδεξιό βουλευτή Ζαν Μαρί Λεπέν, 2.000 περίπου από τους συγκεντρωμένους αστυνομικούς προσπάθησαν να μπουν στο Palais Bourbon, τη Γαλλική Εθνοσυνέλευση, φωνάζοντας: «Βρωμοεβραίοι! Στον Σηκουάνα! Θάνατος στους (Αλγερινούς) αντάρτες!».

Με σύσταση του Υπουργού Εσωτερικών Μωρίς Μπουρζέ – Μωνουρύ (Maurice Bourgès-Maunoury} την επόμενη ημέρα τοποθετήθηκε διοικητής της Αστυνομίας ο Μορίς Παπόν, ο οποίος προηγουμένως ήταν διοικητής του διαμερίσματος της Κωνσταντίνης (Constantine) στην Αλγερία, όπου η καταπίεση των ντόπιων ήταν έντονη και γινόταν χρήση βασανιστηρίων. Επιπλέον ήταν υπεύθυνος για την απέλαση 1.560 Εβραίων της Γαλλίας, η πλειοψηφία των οποίων πέθανε στη συνέχεια σε διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Μετά την εγκαθίδρυση της 5ης Δημοκρατίας υπό τον Ντε Γκωλ, ο Παπόν παρέμεινε στη θέση του και δημιούργησε τις «compagnies de district», αστυνομικά σώματα ειδικευμένα στην καταστολή, στα οποία εκπαιδεύονταν οι νέοι αστυνομικοί και ήταν στελεχωμένα κατά κύριο λόγο με βετεράνους του Πολέμου της Ινδοκίνας και άτομα που είχαν επιστρέψει από την Αλγερία.

Στις 25 Αυγούστου του 1958 το FLN σκότωσε τρεις αστυνομικούς στην boulevard de l’Hôpital στο 13ο διαμέρισμα του Παρισιού. Ο Παπόν διέταξε ως αντίποινα επιδρομές της αστυνομίας και μαζικές συλλήψεις Αλγερινών που ζούσαν στο Παρίσι και στα προάστια. Περισσότεροι από 5.000 Αλγερινοί κρατήθηκαν στο πρώην νοσοκομείο Beaujon και σε άλλους χώρους που είχαν χρησιμοποιηθεί ως κέντρα κράτησης υπό το καθεστώς Βισύ.

Το 1959 δημιουργήθηκε η FPA – Force de police auxiliaire. Αυτή η ειδική αστυνομική δύναμη τέθηκε υπό τις διαταγές του Κέντρου Συντονισμού της Αστυνομικής Διοίκησης για τις Υποθέσεις της Αλγερίας (Algerian Affairs Coordination Centre of the Prefecture of Police) και ήταν υπό τον έλεγχο του Παπόν. Την άνοιξη του 1960 είχε 600 μέλη και αποτελούνταν αποκλειστικά από Αλγερινούς μουσουλμάνους που είχαν καταταγεί είτε στην Αλγερία είτε στη Γαλλία.

Στην αρχή δρούσε στο 13ο διαμέρισμα του Παρισιού και στη συνέχεια επεξέτεινε τη δράση της στο 17ο διαμέρισμα, όπου είχε επιτάξει τρία ξενοδοχεία και από το καλοκαίρι του 1961 δρούσε και στα προάστια. Σύμφωνα με μαρτυρίες τα μέλη της διέπρατταν βασανιστήρια ενώ υπάρχουν και αναφορές για εξαφανίσεις κρατουμένων.

Από τα τέλη του Αυγούστου του 1961 μέχρι τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς 11 αστυνομικοί σκοτώθηκαν και 17 τραυματίστηκαν στο Παρίσι και στα προάστια σε επιθέσεις του FLN. Αποτέλεσμα αυτών των επιθέσεων ήταν η εξάπλωση του φόβου και του μίσους στις τάξεις της παρισινής αστυνομίας και η αύξηση της επιθυμίας για εκδίκηση. Στη διάρκεια του Σεπτεμβρίου ελέγχονταν και συλλαμβάνονταν σε καθημερινή βάση Αλγερινοί αλλά και άλλοι Βορειοαφρικανοί, ακόμα και Ιταλοί και Ισπανοί μετανάστες, καθώς, σύμφωνα με τον ιστορικό Jean-Luc Einaudi, στη στάση της αστυνομίας φαίνεται πως μεγάλο ρόλο έπαιζε η εξωτερική εμφάνιση.

Στις 2 Οκτωβρίου, κατά τη διάρκεια της κηδείας ενός αστυνομικού που είχε σκοτωθεί από το FLN, ο αστυνομικός διοικητής του Παρισιού, Μορίς Παπόν, διακήρυξε στο προαύλιο της αστυνομικής διοίκησης ότι «Για κάθε ένα χτύπημα που θα δεχόμαστε εμείς θα χτυπάμε δέκα». Την ίδια μέρα στον αστυνομικό σταθμό Montrouge δήλωσε στους αξιωματικούς της αστυνομίας που ήταν παρόντες ότι θα τους κάλυπτε σε κάθε τους ενέργεια ενάντια στους Αλγερινούς.

Η σφαγή του Οκτωβρίου

Στις 5 Οκτωβρίου του 1961, η διοίκηση της αστυνομίας στο Παρίσι, αποφάσισε να επιβάλει απαγόρευση της κυκλοφορίας, από τις 8.30 μ.μ μέχρι της 5.30 π.μ στο Παρίσι και στα προάστια, για τους Αλγερινούς και Γάλλους Μουσουλμάνους. Το FLN κάλεσε τον αλγερινό πληθυσμό του Παρισιού να διαδηλώσει ενάντια σ’ αυτήν την απαγόρευση. Η γαλλική αστυνομία δεν έδωσε άδεια για να γίνει η εν λόγω διαδήλωση.

Σύμφωνα με τον ιστορικό Jean-Luc Einaudi ο Παπόν είχε στη διάθεσή του, για να εμποδίσει τη διαδήλωση, 7.000 αστυνομικούς και 1.400 CRS και gendarmes mobiles (αστυνομικούς για την αντιμετώπιση των διαδηλώσεων). Η αστυνομία μπλόκαρε όλες τις εισόδους στην πρωτεύουσα, τους σταθμούς του μετρό και τους σιδηροδρομικούς σταθμούς για να εμποδίσει την μετακίνηση του κόσμου. Παρόλα αυτά 30 με 40.000 Αλγερινοί μπόρεσαν να πάρουν μέρος στη διαδήλωση.

Ενώ η αστυνομία είχε ήδη αρχίσει τις συλλήψεις, 4.000 με 5.000 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων γυναίκες και παιδιά, κατάφεραν να φτάσουν και να διαδηλώσουν ειρηνικά στα Grands Boulevards μέχρι την Όπερα. Η αστυνομία όμως τους μπλόκαρε στην Όπερα και οι διαδηλωτές αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Φτάνοντας στον κινηματογράφο Ρεξ η αστυνομία άνοιξε πυρ κατά του πλήθους σκοτώνοντας αρκετούς διαδηλωτές.

Στη γέφυρα Neuilly, που χωρίζει το Παρίσι από τα προάστια, αστυνομικά αποσπάσματα και μέλη της FPA άνοιξαν επίσης πυρ με αποτέλεσμα να σκοτωθούν πολλοί διαδηλωτές. Τραυματίες διαδηλωτές ρίχτηκαν από αστυνομικούς από τη γέφυρα Saint-Michel, στο κέντρο του Παρισιού, κοντά στην Αστυνομική Διοίκηση, στο Σηκουάνα με αποτέλεσμα να πνιγούν.

Σύμφωνα με τον Einaudi δεκάδες συλληφθέντες δολοφονήθηκαν την νύχτα στο προαύλιο της Αστυνομικής διοίκησης ενώ οι δολοφονίες συνεχίστηκαν και τις επόμενες ημέρες.

Ο ακριβής αριθμός των νεκρών δεν είναι γνωστός αλλά υπολογίζεται ότι έφτασε τους 200. Αντίθετα η αστυνομική διοίκηση έκανε λόγω μόνο για δύο νεκρούς από πυροβολισμούς.

wikipedia

ΔΗΜΟΦΙΛΗ