Ο Κυκεώνας των αρχαίων Ελλήνων

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Τι έπιναν και… δεν έδιναν οι μύστες στα Ελευσίνια Μυστήρια; Τι περιείχε ο κυκεώνας, το κοκτέιλ που έπιναν οι προχωρημένοι πρόγονοί μας; Είναι τα ερωτήματα με τα οποία ασχολούνται τρεις επιστήμονες στα βιβλία τους από τις εκδόσεις «Κυκεών tales».

Πρόκειται για τα «Ο δρόμος για την Ελευσίνα: Αποκαλύπτοντας το μυστικό των Μυστηρίων» των Γκόρντον Γουόσον, Αλμπερτ Χόφμαν, Καρλ Ρακ και «Τα μυστικά της Αρχαίας Ελευσίνας: Τα ιερά μανιτάρια της θεάς» του Κ. Ρακ.

Σύμφωνα με το μύθο, η ομορφιά της Περσεφόνης θάμπωσε τον πανίσχυρο θεό του σκότους Πλούτωνα. Η γη άνοιξε και την κατάπιε. Αναζητώντας την, η Δήμητρα κατέφυγε στην Ελευσίνα.

Ο μύθος της Περσεφόνης

Οι Ελευσίνιοι έδωσαν στην Θεά Δήμητρα να πιει κυκεώνα, ένα ποτό φτιαγμένο από κριθάρι, νερό και δυόσμο. Η θεά όμως απαρηγόρητη έστρεψε το θυμό της στη γη εμποδίζοντας να βλαστήσει οποιοσδήποτε καρπός. Η πόλη απειλήθηκε με λιμό και τότε ο Δίας διέταξε τον Ερμή να φέρει πίσω την Περσεφόνη. Εντέλει αποφασίστηκε η κόρη να ζει έξι μήνες με τη μητέρα της και τους υπόλοιπους στον Αδη. Η Δήμητρα επέτρεψε στη γη της Ελευσίνας να ξανακαρπίσει κι έτσι θεσμοθετήθηκαν τα Ελευσίνια Μυστήρια.

Οι τρεις συγγραφείς Γουόσον, Χόφμαν και Ρακ καταγράφουν την εμπειρία τους ψάχνοντας να βρουν τις ουσίες που βοηθούσαν τους μύστες να φθάσουν στο σημείο βίωσης των Μυστηρίων. Όλα άρχισαν την… καρπερή δεκαετία του ’70. Ο Γκ. Γουόσον (οικονομολόγος αλλά και φανατικός μυκητολόγος) είχε την τρελή ιδέα να ψάξει τι έτρωγαν και τι έπιναν οι μύστες στα Ελευσίνια Μυστήρια.

Γι” αυτό κατέφυγε στον φίλο του χημικό Αλμπερτ Χόφμαν. Στόχος ήταν να καταλάβει αν μπορούσαν οι αρχαίοι Έλληνες ν” απομονώσουν μια ουσία από φυτά που υπήρχαν τότε στο Θριάσιο Πεδίο. Η προσοχή είχε στραφεί σ” ένα παράσιτο της σίκαλης και πιο συγκεκριμένα στην «ερυσιβώδη όλυρα» ή «εργότιο της σίκαλης».

Επειδή, όμως, δεν είχαν στοιχεία για το αν η σίκαλη ήταν γνωστή στην αρχαία Ελλάδα, αναζητούσαν το παράσιτο ως συστατικό στο σιτάρι ή στο κριθάρι. Η έρευνα απέδειξε ότι το παράσιτο υπήρχε και σε άλλα δημητριακά. Με δεδομένο ότι ο κυκεώνας περιείχε κριθάρι, ξεκίνησαν τα πειράματα.

Τότε εμφανίζεται στο προσκήνιο ο Καρλ Ρακ, καθηγητής κλασικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης. Ειδικευμένος στις εκστατικές τελετές των αρχαίων Ελλήνων, εθεωρείτο θιασώτης της χρήσης ουσιών -που βάφτισε ο ίδιος «ενθεογενείς»- οι οποίες οδηγούσαν σε κατάσταση έμπνευσης και καταληψίας.

Η συνεργασία των τριών επιστημόνων οδήγησε στο βιβλίο «Ο δρόμος για την Ελευσίνα: Αποκαλύπτοντας το μυστικό των Μυστηρίων» που εκδόθηκε το 1978 στις ΗΠΑ. Αρχικά κυνηγήθηκε στην Αμερική και χρειάστηκε να περάσουν χρόνια για να επανεκδοθεί, με τελευταία την τρίτη έκδοση του 2008. Παρά τις αμφιβολίες που μπορεί να εγείρει η θεωρία των επιστημόνων σχετικά με τις ουσίες που έπαιρναν οι μύστες στα Ελευσίνια Μυστήρια, τα ερωτήματα παραμένουν: Ποια ήταν τελικά τα συστατικά του κυκεώνα; Ο Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα δίνει τη «σωστή» συνταγή;

«Τα βιβλία, πέρα από την εμπειρία του Χόφμαν να παρασκευάσει και να πιει κυκεώνα, αγγίζουν κι άλλα θέματα», επισημαίνει ο υπεύθυνος του μικρού εκδοτικού οίκου «Κυκεών tales» Ηλίας Μοναχολιάς.
Και συνεχίζει: «Γιατί τέτοιες ουσίες χρησιμοποιούνταν στα Ελευσίνια Μυστήρια και γιατί εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται και σήμερα από ινδιάνικες φυλές κατά τη διάρκεια θρησκευτικών τελετών; Και γιατί μια τέτοια χρήση απορρίπτεται στη χριστιανική λειτουργία;

Η απάντηση είναι ότι ο χριστιανισμός λατρεύει μια θεϊκή δύναμη ενθρονισμένη στον Παράδεισο, δηλαδή μια δύναμη που υπάρχει έξω από το άτομο. Αντίθετα, στην Ελευσίνα, το ζητούμενο ήταν μια σπάνια οραματική εμπειρία που μετέτρεπε τα άτομα σε μύστες».

Ο Καρλ Ρακ, ο μόνος επιζών σήμερα, συνέχισε τις έρευνες μόνος του, στον ίδιο δρόμο. Το 2006 εκδόθηκε στις ΗΠΑ το βιβλίο του «Τα μυστικά της Αρχαίας Ελευσίνας: Τα ιερά μανιτάρια της θεάς».

Πρόσφατα επισκέφθηκε τα απομεινάρια του Τελεστηρίου στην Ελευσίνα και παραδέχτηκε ότι δεν χρειάζεται να «πίνει» κάτι για να νιώθει καλά εκεί…

Ο κυκεώνας ήταν ένα μείγμα κριθαριού με νερό και διάφορα αρωματικά φυτά όπως φλισκούνι, μέντα, θυμάρι. Πολλές φορές ο κυκεώνας ήταν κριθάλευρο με νερό, κρασί ή γάλα. Σε αυτό πρόσθεταν μέλι, τριμμένο τυρί, αλάτι ή χόρτα. Σε κάποιες περιπτώσεις, κυρίως στις χαμηλές κοινωνικές τάξεις μπορούσε να αντικαταστήσει το φαγητό.

Η Ιλιάδα τον περιγράφει ως αποτελούμενο από κριθάρι, νερό, βότανα, και τριμμένο τυρί αιγών (XI, 638-641). Στην Οδύσσεια, η Κίρκη προσθέτει κάποιο μέλι και χύνει το μαγικό φίλτρο της σε αυτόν. Θεωρείται ότι είχε χωνευτικές ιδιότητες. Ο Ερμής το συστήνει, στην Ειρήνη του Αριστοφάνη (V. 712), στον ήρωα που έφαγε πάρα πολλά ξηρά φρούτα και καρύδια. Οι αριστοκράτες τον απέφευγαν ως ποτό των αγροτών. Ο Θεόφραστος απεικονίζει στους χαρακτήρες του (IV, 2-3) έναν αγρότη του οποίου η αναπνοή θυμαριού ενοχλεί τους γείτονές του στην Εκκλησία.

Σε μία προσπάθεια να απαντηθεί το ερώτημα του πώς τόσοι πολλοί άνθρωποι στη διάρκεια δύο χιλιετιών, είχαν οράματα χρησιμοποιώντας τον Κυκεώνα κατά τη διάρκεια της τελετής των Ελευσίνιων Μυστηρίων, εικάζεται ότι το κριθάρι που χρησιμοποιούνταν ήταν μολυσμένο από τον παρασιτικό μύκητα Ερυσίβη, οι ψυχοενεργές ιδιότητες του μύκητα προκάλεσαν την έντονη εμπειρία που περιέγραφαν οι συμμετέχοντες στα Ελευσίνια.

ΚΥΚΕΩΝΑΣ ΚΙΡΚΗΣ

Μισό ποτήρι σιμιγδάλι, κάπου 2 ποτήρια κρασί, καμιά 250ρια γραμμάρια μαλακό ανάλατο λευκό τυρί (οποιουδήποτε τύπου πλην μυζήθρας) και μέλι. Οι αναλογίες δεν είναι δεσμευτικές.

Η παρασκευή είναι απλούστατη. Απλά βάζεις το σιμιγδάλι με το κρασί και το ζεσταίνεις. Διαλύεις μέσα το τυρί και βάζεις τόσο μέλι για όσο γλυκό θες να το κάνεις. Το φέρνεις αργά σε βράση, το κατεβάζεις από τη φωτιά και το ανακατεύεις μέχρι να δέσει. Αν το θες πιο αραιό, ώστε να πίνεται βάζεις έξτρα κρασί. Γίνεται με οποιοδήποτε κρασί, γλυκό ή μη, καλή είναι η μαυροδάφνη ή το αραιωμένο κονιάκ. Πάει και κανέλα.

Με κάτι τέτοιο είχε ταΐσει η Κίρκη τους άνδρες του Οδυσσέα για να τους κάμει γουρούνια. Όντως «βαράει».

Παρατήρησις «τροφής»:

Σύμφωνα με τον κο Μιχαὴλ Ἀλεξανδρῆ, που έχει μελετήσει επισταμένως τον Όμηρο και εμπιστεύομαι τις γνώσεις του:

«Ὁ κυκεὼν ἦταν μεῖγμα ἢ κρᾶμα ἀπὸ Πράμνειο οἶνο (μαῦρο δυνατὸ καὶ στυφό), γίδινο τυρὶ τριμμένο καὶ ἄλφιτα λευκά (Λ 638-641). Στοὺς μεταγενεστέρους χρόνους, σύμφωνα μὲ τὸν Θεόφραστο (Χαρακτῆρες, Δ, 1-2), ὁ κυκεὼν ἦταν εὔχρηστος μεταξὺ τῶν χυδαίων».

Και συνεχίζει, γιά «τὸν Πράμνειον οἶνον»:

Ὀνομάστηκε ἔτσι ἀπὸ τὸ Πράμνη, ἕνα ὄρος τῆς Ἰκαρίας, ἢ ἀπὸ περιοχὴ τῆς Ἐφέσου ἢ τῆς Σμύρνης, ἢ ἀπὸ τὴν παλαιὰ ἄμπελο πραμνία (ἐκ τοῦ πρέμνον= στέλεχος, κορμός), ἢ ἀπὸ τὴ ρίζα πρη (πίμπρημι= πυρπολῶ). Φαίνεται ὅτι τὸ παραγόμενο κρασὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ εἶδος τῆς ἀμπέλου ἦταν βέβαια μαῦρο ἢ κόκκινο, ὁπωσδήποτε ὅμως ἦταν δριμὺ καὶ στυφό, ὅπως τὸ λεγόμενο σήμερα «μπροῦσκο» (λέξη ἰταλική).

https://arxaia-ellinika.blogspot.gr/2013/10/o-kukeonas-ton-arxaion-ellinon.html

ΔΗΜΟΦΙΛΗ