Γράφει ο Γιώργος Βενετσάνος
Το 1956 υπήρξε έτος κορύφωσης του κυπριακού αγώνα για Ένωση με την Ελλάδα, με τους αποικιοκράτες Βρετανούς να προχωρούν στην εξορία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, σε απαγχονισμούς Ελληνοκυπρίων αγωνιστών και στη λήψη άλλων σοβαρών κατασταλτικών μέτρων. Την ίδια περίοδο, ύστερα από υποκίνηση της Μεγάλης Βρετανίας και συμμετοχή της, μαζί με την Ελλάδα, στην τριμερή διάσκεψη του Λονδίνου, τον Σεπτέμβριο του 1955, η Τουρκία ενεπλάκη άμεσα στο Κυπριακό ζήτημα. Πρωθυπουργός της χώρας ήταν τότε ο ηγέτης του Δημοκρατικού κόμματος Αντνάν Μεντερές, ο οποίος, για να μπορέσει να διαμορφώσει μία ρεαλιστική πολιτική, κάλεσε τον διαπρεπή καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου και πολιτικό Νιχάτ Ερίμ, και ας ήταν ηγετικό στέλεχος του αντιπολιτευόμενου Ρεπουμπλικανικού κόμματος, για να υποβάλει σχετικό υπόμνημα εισηγήσεων. Στόχος της τουρκικής πολιτικής, όπως είχε καθοριστεί, ήταν η ανάκτηση της Κύπρου, την οποία, όπως είναι γνωστό, η Τουρκία είχε παραχωρήσει στη Μεγάλη Βρετανία το 1878, ύστερα από περίοδο τριακοσίων περίπου χρόνων κυριαρχίας.
Στο υπόμνημα που αφορούσε το κυπριακό, σημειώστε την ημερομηνία 26 Νοεμβρίου 1956, κάνει προτάσεις που είναι εξαιρετικά επίκαιρες στις μέρες μας, γιατί στην ουσία η τουρκική εξωτερική πολιτική είναι μια, ανεξάρτητος ποιο κόμμα ή ποιος πρόεδρος είναι στην εξουσία ακολουθούν συγκεκριμένες συντεταγμένες στην εξωτερική τους πολιτική, όπως θα δούμε και στην συγκεκριμένη περίπτωση του δευτέρου κράτους του ελληνισμού της Κυπριακής δημοκρατίας.
Ο Τούρκος συνταγματολόγος προτείνει στην κυβέρνησή του, και εφ όσον πετύχει η αυτονόμηση της Κύπρου από τη Βρετανία, να επιδιώξουν οι πολιτικοί τους την διπλή Αυτοδιάθεση, Ελλήνων και Τούρκων της Μεγαλονήσου, η οποία θα γίνονταν κατορθωτή μέσω της διχοτόμησης του νησιού, γιατί πίστευε ότι αυτή η λύση της οριζόντιας διαχωριστικής γραμμής εξυπηρετούσε τα τουρκικά συμφέροντα. Η εισβολή του Αττίλα του 1974 υλοποίησε επί του πεδίου ένα από τα βήματα του σχεδίου αυτού, το δεύτερο (διχοτόμηση) μένει μετέωρο και θα φανεί από την αντίσταση του ελληνισμού και των ηγετών του αν θα προχωρήσει.
Επίσης ο Ερίμ στο υπόμνημά του είχε προτείνει την αποδέσμευση του Κυπριακού από τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923, όταν παραιτήθηκε επί όλων των δικαιωμάτων της που είχε στην Κύπρο η Οθωμανική Αυτοκρατορία (εδώ ένας Έλληνας πολιτικός φάνηκε μοιραίος για την Κύπρο όταν αναγνώρισε στην Τουρκία δικαιώματος ισότιμης συμμετοχής στις διαβουλεύσεις για πρώτη φορά από το 1923. Μάλιστα ορισμένοι τον ονομάζουν και «εθνάρχη»).
Σε αυτό το σημείο θέλω να δώσετε προσοχή, ο Ερίμ βλέποντας ότι ο αγώνας των Ελλήνων της Κύπρου αποδίδει και ότι πλησιάζουν προς το ποθούμενο, την ένωση με την Ελλάδα, προτείνει ως αντίβαρο στα ελληνικά αιτήματα για Ένωση, να βάλει στο τραπέζι η Άγκυρα τα εξής αιτήματα: Δυτική Θράκη, καθεστώς του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ελληνική μειονότητα στην Κωνσταντινούπολη, καθώς και για ορισμένα νησιά του Αιγαίου.
Παράλληλα με αυτά όμως ξέρει και κάτι άλλο που είναι ανασταλτικός παράγων για τα σχέδια του, και δεν είναι άλλο από τα δημογραφικά δεδομένα στην Κύπρο, που δεν ευνοούν τους Τουρκοκύπριους. Την εποχή που τα γράφει ζούσαν στο νησί 481.000 Έλληνες και 100.000 Τούρκοι Μουσουλμάνοι. Προτείνει λοιπόν το εξής, μετά τη διχοτόμηση να γίνει μια νομική ρύθμιση για να έρθουν Τούρκοι από την Τουρκία και το εξωτερικό και να ενισχύσουν τον πληθυσμό του τουρκοκυπριακού τομέα. Πράγμα που από την θεωρία περνάει στην πράξη μετά την εισβολή του 1974. Περιττό να πούμε ότι ο Ερντογάν σήμερα ακολουθεί τις υποδείξεις του συγκεκριμένου κατά γράμμα.
Τι παρατηρούμε όμως με όλα τα ανώτερο; Το προφανές ότι και τότε και σήμερα για την Τουρκία ο Ελληνισμός είναι μια αλυσίδα, ΕΝΑ ΕΝΙΑΙΟ ΜΕΤΩΠΟ: ΘΡΑΚΗ – ΑΙΓΑΙΟ – ΚΥΠΡΟΣ και αν από αυτή την αλυσίδα σπάσει σε ένας κρίκος δεν θα αργήσουν να ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι. Αυτό ας μην το λησμονούμε ποτέ και να μην ακούμε φωνές από διάφορα ινστιτούτα που όταν τους μιλάς για ΕΘΝΟΣ των ΕΛΛΗΝΩΝ, όχι μόνο αηδιάζουν αλλά προσπαθούν και μέσα από πομφόλυγες επιστημονικές να κάνουν τα άσπρο μαύρο, λειτουργώντας ως πέμπτη φάλαγγα εντός των τοίχων.