Η Βάσω Μανωλίδου (Αθήνα, 21 Αυγούστου 1910 – 11 Αυγούστου 2004) είναι αδιαμφισβήτητα μία από τις κορυφαίες και πιο σεβάσμιες μορφές της ελληνικής θεατρικής σκηνής
Γενέτειρα & Προσωπικά
Γεννήθηκε στην ιστορική Πλάκα, στην οδό Μνησικλέους. Γόνος οικογένειας με καταγωγή από τον Βελβεντό Πιερίων (πατέρας) και την Κρήτη (μητέρα), μεγάλωσε σε περιβάλλον γεμάτο τέχνη. Στο διπλανό σπίτι έμενε η ξαδέρφη της, η ηθοποιός Μαίρη Αρώνη, με την οποία μαζί ξεκίνησαν να παίζουν θεατρικά στην ταράτσα του σπιτιού τους
Πολιτιστική και εκπαιδευτική διαδρομή
Σε ηλικία μόλις 15 ετών, με την ενθάρρυνση του πατέρα της, γράφτηκε στην πρωτοϊδρυθείσα Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Πέρασε τις εξετάσεις πανηγυρικά και αποφοίτησε με άριστα, με μέλη της κριτικής επιτροπής να περιλαμβάνουν διακεκριμένες μορφές όπως ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Αιμίλιος Βεάκης και ο Φώτος Πολίτης
Από το 1932 έως και το 1943 (και ξανά το 1955 έως το 1980 περίπου), υπηρέτησε την τέχνη αδιάλειπτα στο Εθνικό Θέατρο, ερμηνεύοντας μερικούς από τους σημαντικότερους και πιο απαιτητικούς ρόλους του παγκόσμιου ρεπερτορίου — μεταξύ άλλων: Οφηλία, Κορνέλια, Ρωμαίος & Ιουλιέτα, Φάουστ, Ληρ κ.ά.
Αναγνώριση & Κληρονομιά
Ο Δημήτρης Χορν την χαρακτήρισε «η μεγαλύτερη ηθοποιό που πέρασε από το ελληνικό θέατρο»
. Ο θεατρικός κριτικός Κώστας Γεωργουσόπουλος έγραψε για εκείνη ότι ήταν «ηθοποιός μεγίστης ευαισθησίας, σπάνιου γούστου, θηριώδους τεχνικής, με πλαστικότητα και πειθαρχία» — ανέφερε ότι ερμήνευε με άνεση και αφοπλιστική φυσικότητα ρόλους κάθε υφής
Μολονότι η τέχνη της κυρίως εκτυλίχθηκε στη σκηνή, ο δημόσιος διάλογος για το έργο της καλύπτει μια σταθερή αναγνώριση του μεγαλείου της παρουσίας της στο ελληνικό θέατρο. Παρέμεινε μακριά από την τηλεόραση και τον κινηματογράφο, με μόνη κινηματογραφική εμφάνιση σε μία ταινία, η οποία δυστυχώς έχει χαθεί
Τελευταίες παραστάσεις & αποχώρηση
Το 1979 πρωταγωνίστησε ως Ουίννυ στο έργο του Σάμιουελ Μπέκετ «Ευτυχισμένες μέρες» σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή — μια παράσταση που θεωρείται ιστορική
.Η πορεία της στο θέατρο ολοκληρώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ενώ έζησε τις τελευταίες της μέρες μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, αφήνοντας πίσω μια διαρκή αναγνώριση από όσους παρακολούθησαν το έργο της.
