Από την Εστία της Κυριακής
Ερωτική… κατάρα, από τίς πολλές της ελληνικης Αρχαιότητος, απέδειξε τήν ελληνικότητα των Μακεδόνων!
Πέραν του εθνικης σημασίας «καταδέσμου» της Πέλλης, πληθος από κείμενα μέ… κατάρες πού προσδοκουν τελετουργική-ομοιοπαθητική μαγεία αφορουν σέ ερωτικές, αθλητικές, αλλά καί πολιτικές ή δικαστικές επιδιώξεις κατά αντιπάλων ή αντιδίκων, μέ καταπασσαλεύσεις, ήτοι ομοιώματα του θύματος μέ πασσαλίσκους, καρφιά, στά σημεια πού επιθυμουσαν νά προξενήσουν βλάβη!
Οι κατάρες καί οι μαγικές πρακτικές ομοιοπαθητικης μαγείας, οι αποκαλούμενες σήμερα… βουντού, προυπηρχαν στήν ελληνική Αρχαιότητα, όπως καί στήν Ρώμη, καί όχι όπως θεωρουμε μόνον σέ σημερινές λαϊκές συνοικίες καί μεθόδους εξαπατήσεως από μέντιουμ – διάμεσα καί «μάγους», πού αφορουν στά κατώτερα ένστικτα περιθωριοποιημένων στοιχείων πού μας περιβάλλουν ή σέ απάτες του αστυνομικου δελτίου!
Μάλιστα μία ερωτική… κατάρα από τήν Πέλλα, τό πρωτο κείμενο της μακεδονικης διαλέκτου πού ανευρέθη στήν Πέλλα καί ηλθε στό φως τό 1986, προσέδωσε ένα απρόσμενο επιχείρημα, μέ ένα από τά σημαντικώτερα από γλωσσική άποψη κείμενα της μακεδονικης γης, απόδειξη ελληνικότητος της ομιλουμένης εκει προαιωνίου γλώσσης. Πρόκειται γιά ένα ταπεινό κείμενο, μιά ερωτική κατάρα – κατάδεσμο, αλλά «αποτελει μιά από τίς σπουδαιότερες άμεσες μαρτυρίες γιά τήν ελληνική διάλεκτο πού μιλουσε ο μακεδονικός λαός στήν πρωτεύουσα του βασιλείου του». Χρονολογειται γύρω στά 375-350 π.Χ. καί καταδεικνύει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η γλωσσα των Μακεδόνων αποτελουσε μιά ιδιαιτέρα παραλλαγή των λεγομένων βορειοδυτικων ελληνικων διαλέκτων, πού μέ τήν σειρά τους συγγενεύουν στενως μέ τήν δωρική. Όπως σημειώνει καί στήν περίπτωση αυτή ο Crespo, εν έτει 2012, «ο ερωτικός κατάδεσμος παρέχει έναν νέο τύπο βορειοδυτικης δωρικης καί δέν έχει παράλληλο στίς λογοτεχνικές διαλέκτους. Οι μέχρι τώρα γνωστοί κατάδεσμοι έχουν γραφει στήν τοπική διάλεκτο της περιοχης όπου ευρέθησαν καί δέν υπάρχει λόγος νά υποτεθει ότι η πινακίδα αυτή αποτελει εξαίρεση στόν κανόνα. Εφ’ όσον ο κατάδεσμος από τήν Πέλλα παρουσιάζει έναν συνδυασμό διαλεκτικων χαρακτηριστικων πού διαφέρει από όλες τίς άλλες τοπικές ή λογοτεχνικές διαλέκτους, πρέπει νά αποκλειστει η πιθανότης νά εγράφη σέ κάποια άλλη διαλεκτική περιοχή καί νά μετεφέρθη έπειτα στήν Πέλλα». Τό σχετικό κείμενο επισημαίνει ότι, καθώς μαρτυρειται αποκλειστικως στήν αρχαία Μακεδονία, η διάλεκτος «μπορει δικαιολογημένα νά ονομασθει μακεδονική. Οι μαρτυρίες γιʼ αυτήν ειναι τόσο πενιχρές καί πρόσφατες όσο π.χ. καί γιά τήν παμφυλιακή, αλλά δέν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται γιά ελληνική διάλεκτο».
Χαριτωμένο ειναι τό περιεχόμενο του κειμένου, όπου μιά άγνωστος γυναικα καταραται τόν αγαπημένο της Διονυσοφωντα νά μήν έλθει σέ γάμο, όπως επιθυμει, μέ μία κάποια Θετίμα, αλλά νά προτιμήσει τήν ιδία.
Πρόκειται γιά αναγραφή σέ μολύβδινο έλασμα, πού ευρέθη στήν πρώτη νεκρόπολη της Πέλλας, νοτιοανατολικως της αγορας της πόλεως. Τυλιχθεισα σέ μορφή σπείρας, ειχε εννέα χαραγμένες γραμμές. Η μακεδονική, όπως φαίνεται από τήν επιγραφή, χρησιμοποιει τήν λέξη «τέλος» μέ τήν πλέον ακριβή σημασία της επισήμου γαμικης τελετης. Ο αναφερόμενος στό κείμενο Μάκρων ειναι ο νεκρός μέσα στόν τάφο του οποίου τοποθετειται η κατάρα. Οι νεκροί εθεωρειτο ότι δύνανται νά φέρουν τήν εκπλήρωση μιας κατάρας ως νεκυδαίμονες.
Oι «μάγοι» εστηρίζοντο στήν εξαπάτηση
Σέ απόλυτο αντιστοιχία μέ τίς σημερινές πρακτικές ομοιοπαθητικης μαγείας – βουντού, κατεσκευάζοντο καταπασσαλεύσεις, ήτοι ομοιώματα του θύματος, από κερί ή μόλυβδο, τά οποια έδεναν καί τρυπουσαν μέ πασσαλίσκους ή καρφιά στά σημεια πού επιθυμουσαν νά προξενήσουν βλάβη!
Τά κατώτερα λαϊκά στοιχεια εφάρμοζαν τελετουργικά μαγείας στήν καθημερινότητα. Oι μορφωμένοι κατεδίκαζαν αυτές τίς πρακτικές, όπως ο Ιπποκράτης καί ο θειος Πλάτων, θεωρουσαν τούς μάγους αγύρτες καί μιάσματα μέ μόνο στόχο τό κέρδος, ενω υπηρχε καί επίσημος κολασμός αφου ορίζετο ποινή φυλακίσεως.
Προληπτικοί καί χρηστες οι θιασωτες του ιπποδρόμου
Όπως αναφέρεται στόν πλέον επίσημο καί σημαντικό χωρο, σέ κείμενο του Μουσείου Ακροπόλεως, τυλιγμένος κατάδεσμος -κατάρα ανευρέθη τό 2003, στήν ανασκαφή του οικοπέδου Μακρυγιάννη, στό πηγάδι ΝΜΑ 20, καί αποτελειται από λεπτό φύλλο μολύβδου μέ χαραχθεισα επιγραφή, τυλιχθέν σέ ρολό καί κατόπιν αναδιπλωμένο.
Στό κείμενο της σχετικης συλλογης αναφέρεται ότι «οι μολύβδινοι κατάδεσμοι (defixiones στά λατινικά) ηταν από τίς συνηθέστερες πρακτικές μαγείας, παράγονταν στήν Αττική από τόν πρώιμο 5ο αι. π.Χ. έως καί τήν Ύστερη Αρχαιότητα, τόν 6ο αι. μ.Χ. Πάνω σέ λεπτά, εύκαμπτα φύλλα μολύβδου χάραζαν μέ χάλκινη γραφίδα μία κατάρα πού θά “έδενε” τόν στόχο στά μάγια. Συχνά ξεκινουν μέ τόν όρο “καταδέω”, πού σημαίνει δένω, περιορίζω, ελέγχω. Οι κατάρες στόχευαν στήν πρόκληση κακου, ασθένειας ή θανάτου, στήν δέσμευση ενός ατόμου γιά νά επιτευχθει ένα επιθυμητό αποτέλεσμα ή περιειχαν ξόρκια. Τό τύλιγμα, δίπλωμα καί μερικές φορές τό τρύπημά τους μέ ένα καρφί εικονοποιουσαν τήν επιθυμία γιά “δέσιμο”, έλεγχο ή ακινητοποίηση του θύματος».
Όπως επεξηγειται, «κίνητρα γιά τίς κατάρες μπορουσαν νά ειναι ερωτικές ή οικογενειακές υποθέσεις, αντιδικίες στά δικαστήρια ή πολιτικές αντιπαλότητες, επαγγελματικές αντιζηλίες, αθλητικοί ανταγωνισμοί, η επιθυμία γιά εκδίκηση ή δικαιοσύνη. Στίς επιγραφές αυτές οι άνθρωποι επικαλουνταν τίς χθόνιες θεότητες, κυρίως τόν Ερμη, τήν Εκάτη καί τήν Περσεφόνη. Επειδή η οι κατάδεσμοι απαιτουσαν τήν συνεργασία των δυνάμεων του Κάτω Κόσμου, τούς τοποθετουσαν κρυφά κυρίως σέ πηγάδια καί πηγές πού θεωρουνταν υπόγειες πύλες γιά τόν Κάτω Κόσμο, όπως στήν περίπτωση του πηγαδιου ΝΜΑ 20, ή σέ τάφους νεκρων πού πέθαναν πρόωρα, πρίν ολοκληρώσουν κάποιο κύκλο ζωης, άωροι, ή δέν θάφτηκαν όπως έπρεπε ή πέθαναν μέ βίαιο τρόπο, βιαιοθάνατοι. Οι ανήσυχες ψυχές αυτων των “στοιχειωμένων” νεκρων γίνονταν φαντάσματα (“δαίμονες”) πού εξακολουθουσαν νά περιφέρονται γύρω από τούς τάφους. Καθώς αποτελουσαν ενδιάμεσους μέ τόν Κάτω Κόσμο, ο θυμός τους βοηθουσε νά τελεσφορήσει η κατάρα. Κατάδεσμοι τοποθετουνταν επίσης σέ ιπποδρόμια ή θέατρα όταν σχετίζονταν μέ αθλητικούς ή δραματικούς αγωνες ή σέ ιερά θεοτήτων του Κάτω Κόσμου».
Αλλά καί στά μετέπειτα έτη δέν έχουν ευρεθει μόνο στό Κολοσσαιο κατάδεσμοι πού αφορουσαν σέ ιππικές ή άλλες αθλητικές αναμετρήσεις. Όπως αναφέρει η κ. Πηνελόπη Καλλιγέρου, αρχαιολόγος-μουσειολόγος Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλεως Αθηνων, έχει ευρεθει σέ εσωτερικό πηγαδιου αγωνιστικός κατάδεσμος από τό Ιερό Ποσειδωνος στά Ίσθμια, όπου αναφέρεται «Μή ισχύσοισαν δραμειν» κατά αθλητων στά Ίσθμια. Ο ενδιαφέρων μολύβδινος κατάδεσμος στήν μιά πλευρά του έφερε σχέδια τεσσάρων ανδρων καί στό ύψος περίπου του στέρνου κάθε ανδρός ειχε χαραχθει, σέ αιτιατική πτώση, τό όνομά του, ενίοτε καί τό προσδιοριστικό του, συνοδευόμενο από τό ρημα «κάτεχε» πρός κάποια θεϊκή δύναμη πού έπρεπε νά τούς θέσει υπό τόν έλεγχό της. Σέ μιά στήλη στά δεξιά της πρώτης μορφης κατεδεικνύετο ο στόχος της μαγικης πράξεως, ήτοι νά μήν τούς αφήσει νά υπερισχύσουν σέ αγωνα δρόμου πού θά πραγματοποιουνταν ημέρα Παρασκευή – προΣάββατον.
Ηταν ένας αγωνιστικός κατάδεσμος, πού αφορουσε σέ ένα από τά αρχαιότερα καί δημοφιλέστερα αθλήματα, τόν δρόμο. Τήν εποχή εκείνη, σέ αντιστοιχία μέ τό παρόν, οι περισσότεροι αθλητές, οργανωμένοι σέ επαγγελματικές συντεχνίες, εξασφάλιζαν ειδικά προνόμια, εξυπηρετωντας τήν αυτοκρατορική προπαγάνδα, καί μετέρχονταν κάθε μέσο, θεμιτό ή αθέμιτο, προκειμένου νά αναδειχθουν νικητές.
Η μαγεία στήν υπηρεσία της δικαστικης διαδικασίας
Εν Αθήναις οι περισσότερες πινακίδες του είδους από τίς ευρεθεισες στρέφονται κατά αντιδίκων σέ δίκες. Στήν προαιωνίως δικομανη Αθήνα τίς κατάρες δέν απέφευγαν, όπως καί σήμερον, ούτε οι μάρτυρες της δίκης. Ο δικαστικός κατάδεσμος ειναι μία μαγική ενέργεια πού έχει σκοπό νά βλάψει τόν αντίδικο του συντάκτου του καταδέσμου ή τούς μάρτυρες, οι οποιοι ειναι πρόθυμοι νά καταθέσουν εναντίον του συντάκτου. Όπως προανεφέρθη, οι δικαστικοί κατάδεσμοι αποσκοπουν στήν αφαίρεση της ικανότητος του αντιπάλου διαδίκου από τό νά σκεφτει καί νά μιλήσει μέ διαύγεια τήν ώρα της δίκης. Οι δικαστικοί κατάδεσμοι ασχολουνται μέ τίς νοητικές καί φωνητικές ικανότητες του θύματος. Αυτό έρχεται σέ πλήρη αντιδιαστολή μέ κάθε άλλο τύπο κατάρας ή κατάδεσμου. Ο συντάκτης του δικαστικου καταδέσμου έχει σκοπό νά κατακτήσει τόν νου καί τήν γλωσσα του αντιπάλου διαδίκου. Οι διάδικοι χρησιμοποιουν τόν κατάδεσμο εναντίον των αντιδίκων καί των υποστηρικτων τους, σέ μιά προσπάθεια νά κερδίσουν κάθε δυνατό πλεονέκτημα στό δικαστήριο. Η πρακτική των δικαστικων καταδέσμων εδέχθη μεγάλα πλήγματα, αρχικως από τήν αυξανομένη συνοχή της ιατρικης κοινότητος των Αθηνων, η οποία αντεστάθη στήν θρησκευτική ιατρική.
