Η κυβέρνηση ήταν χαμένη στη Νέα Υόρκη και σε πλήρη σύγχυση μετά την ξαφνική ακύρωση από τον Ταγίπ Ερντογάν της συνάντησής του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, που διέσυρε τον ίδιο αλλά -δυστυχώς- και την ίδια τη χώρα, την οποία δεν μπόρεσαν να προστατέψουν ο πρωθυπουργός και το επιτελείο του.
Παρότι ήταν εμφανές από την πρώτη στιγμή ότι ήταν προσχηματικός ο λόγος που επικαλέστηκαν οι Τούρκοι για την αναβολή της συνάντησης (ότι συνέπιπτε χρονικά με τη σύσκεψη του Ντ. Τραμπ με τους μουσουλμάνους ηγέτες) και στην ουσία επιδίωκαν την ακύρωσή της, το πρωθυπουργικό επιτελείο και στη Ν. Υόρκη και στην Αθήνα επέμενε να τους πιστεύει, να δικαιολογεί τη στάση των Τούρκων και να συζητά μαζί τους για την ανεύρεση νέας ώρας και μέρας, αν και κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο να γίνει, λόγω του ασφυκτικού προγράμματος και των δύο ηγετών, ενώ σε κάθε ελληνική αντιπρόταση οι Τούρκοι προέβαλαν κώλυμα. Θα έλεγε κανείς ότι η ελληνική πλευρά παρακαλούσε την τουρκική να γίνει η συνάντηση για να αποφευχθεί ο διασυρμός.
Παγίδα
Μόνο όταν έγινε γνωστό το δημοσίευμα της «Milliyet» (δημοσιεύεται σε άλλη στήλη), άρχισε να συνειδητοποιεί η ελληνική αντιπροσωπία τη δυσχερή πραγματικότητα και την παγίδα που έστησε ο Ερντογάν. Συγκεκριμένα, ανώτατη κυβερνητική πηγή αργά το βράδυ της Τρίτης ώρα Ελλάδος είπε πως τελικά η συνάντηση έβαινε προς οριστική ακύρωση, καθώς πλέον και η ελληνική πλευρά δεν είχε λόγο να θέλει την υλοποίησή της, τουλάχιστον όχι στο περιθώριο της Γ.Σ. του ΟΗΕ. Η ίδια πηγή διέψευσε το δημοσίευμα, λέγοντας: «Κατά την οργάνωση της συνάντησης, η δική μας πλευρά ήταν σαφής. Εμείς πάντα προαναγγέλλουμε τις συναντήσεις μας, η Τουρκία συνήθως δεν τις προαναγγέλλει.
Το ραντεβού ήταν απολύτως κανονισμένο, ήταν συμφωνημένο και εμείς ανακοινώσαμε τη συνάντηση στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ». Θυμίζουμε ότι η κυβέρνηση είχε ανακοινώσει το ραντεβού Μητσοτάκη – Ερντογάν ήδη από την περασμένη Πέμπτη και, όπως έλεγαν κυβερνητικές πηγές, αν δεν ήταν συμφωνημένη η συνάντηση, η τουρκική κυβέρνηση θα είχε απαντήσει πολύ νωρίτερα. Στο μεταξύ, παρά το φιάσκο και την παγίδα που έστησε ο Ερντογάν, η ελληνική κυβέρνηση συνεχίζει ακόμη και τώρα να… παρακαλάει τον Τούρκο πρόεδρο για μια νέα συνάντηση, όταν αυτό είναι εφικτό, γιατί δεν θέλει να κοπούν οι δίαυλοι επικοινωνίας, για να μη σταματήσει τουλάχιστον η συνεργασία στο Μεταναστευτικό. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ίδια ανώτατη πηγή έλεγε επ’ αυτού από τη Νέα Υόρκη: «Θα υπάρξει ευκαιρία να τα πουν οι δύο ηγέτες κάποια άλλη στιγμή. Εξάλλου ο πρωθυπουργός έχει ήδη συναντηθεί επτά φορές με τον πρόεδρο Ερντογάν και πάντα εμείς επιδιώκουμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας».
Στην Κοπεγχάγη
Στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι στις 2 Οκτωβρίου, στο περιθώριο της συνεδρίασης της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας που θα γίνει στην Κοπεγχάγη, αναμένεται να είναι παρόντες οι κύριοι Μητσοτάκης και Ερντογάν, και στην ελληνική κυβέρνηση βλέπουν ότι θα είναι μία καλή ευκαιρία να συναντηθούν… Σε κάθε περίπτωση, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις μπαίνουν και επισήμως ξανά σε περίοδο ρητορικής και διπλωματικής έντασης και τα «ήρεμα νερά», που ήταν το ευαγγέλιο της κυβέρνησης τα τελευταία δύο χρόνια και τα οποία πρόβαλλε ως μια μεγάλη επιτυχία της εξωτερικής της πολιτικής, δεν υπάρχουν πια… Στην πραγματικότητα ποτέ δεν υπήρχαν, καθώς αυτά τα δύο χρόνια οι τουρκικές προκλήσεις διαδέχονταν η μία την άλλη…
Η κυβέρνηση, πάντως, αρνείται να παραδεχθεί την ήττα της στη Νέα Υόρκη και από χθες προβάλλει το επιχείρημα πως «ενοχλούμε την Αγκυρα, άρα κάτι κάνουμε καλά». Συγκεκριμένα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, μιλώντας χθες το πρωί στο τηλεοπτικό κανάλι Action 24, είπε: «Δηλαδή δεν έγινε μια συνάντηση. Αλλάζει η πολιτική μας; Οχι. Ζημιώνεται κάπου η χώρα μας; Οχι. Ενοχλεί η δράση μας. Ενοχλεί η αποτελεσματικότητά μας. Η -εξ ορισμού εκτός τόπου και χρόνου- άποψη περί ενδοτικότητας της χώρας καταρρέει με κρότο».
