Γνωρίζουμε όσοι ζούμε στο κλεινόν άστυ τα μνημεία της περιοχής μας;
Κάποιοι σίγουρα ναι, κάποιοι άλλοι όχι και λογικό είναι όταν ζεις σε μια μεγαλούπολη που σου απορρόφα ακόμα και τον χρόνο για ξεκούραση.
Γράφει ο Γιώργος Βενετσάνος
Μια μικρή ανάπαυλα από τον θόρυβο και το καυσαέριο της πόλης πάντα είναι επιθυμητό και αυτό μπορεί να γίνει εφικτό σε ένα μέρος που ακόμη είναι βουτηγμένο στο πράσινο και δίνει δυνατότητα ξεκούρασης και ανακούφιση σωματική και πνευματική.
Η ιερά μονή του αγίου Γιώργη κουτάλα
Αναφέρομαι σε μια επίσκεψη στον χώρο όπου βρίσκεται η ιερά μονή του αγίου Γιώργη κουτάλα, που πήρε αυτό το παράξενο προσωνύμιο της πιθανών από την γνωστή παλιά Αθηναϊκή οικογένεια των Κουταλάδων.
Παράλληλα όμως υπάρχει και η μυθολογία που συνηγορεί σε αυτό το προσωνύμιο μιας και μας λέει ότι σχετίζεται με έναν άθλο του Ηρακλή και συγκεκριμένα την εξολόθρευση του λιονταριού του Κιθαιρώνα.
Ο Ηρακλής φέρεται να εναπόθεσε στους πρόποδες του Υμηττού το μεγάλων διαστάσεων ρόπαλο του από γερό ξύλο (την κουτάλη) με το οποίο φόνευσε λιοντάρι και έκτοτε η περιοχή αποκαλείτο Κουταλάς. Την μονή την βρίσκουμε στους πρόποδες του Υμηττού, λίγο πιο κάτω από το Στρατόπεδο Σακέτα Βύρωνα, στα νότια όρια του αισθητικού δάσους Καισαριανής.
Πρόκειται για ναό που είναι μονόκλιτη, τριμερής βασιλική μετά τρούλου
Η ανέγερση της τοποθετείται στις αρχές του 15ου αιώνος μ.Χ., κάπου στο μεταίχμιο μεταξύ υστεροβυζαντινής και μεταβυζαντινής εποχής. Πρόκειται για ναό που είναι μονόκλιτη, τριμερής βασιλική μετά τρούλου. Είναι αφιερωμένη στον μεγαλομάρτυρα Άγιο Γεώργιο τον Τροπαιοφόρο και αποτελεί μετόχι της Ιεράς Μονής Πετράκη λειτουργώντας ως γυναικεία Μονή.
Κατά έναν παράξενο τρόπο στην μονή δεν βρέθηκαν κτητορικές ή μεταγενέστερες ανακαινιστικές επιγραφές, αλλά ούτε και σιγίλια που να αναφέρονται σε αυτό. Η πρώτες γραπτές μαρτυρίες έρχονται από τον Γάλλο περιηγητή Jacob Spon και τον Άγγλου George Wheler, που έγραψε ότι ο ναός από τα χρόνια της φραγκοκρατίας. Αυτοί οι περιηγητές επισκέφθηκαν τον χώρο το έτος 1.676 μ.Χ., τότε το μοναστήρι είχε ήδη ερειπωθεί προ καιρού και για αυτό περιορίστηκαν σε μια αναφορά στον πλήρως εγκαταλελειμμένο ναό του Αγίου Γεωργίου. Την εποχή της τουρκοκρατίας, ο ναός χρησιμοποιείτο ως ποιμνιοστάσιο βοσκούς, οι οποίοι δεν είχαν κανένα δισταγμό να ανάβουν στο εσωτερικό της εκκλησίας φωτιά για να ζεσταθούν!!. Ένας σημαντικός λόγος που οι τοίχοι του Ναού είναι μαύροι από την κάπνα.
Εσωτερικά, η βασιλική του Αγίου Γεωργίου είναι ιστορημένη με τοιχογραφίες βυζαντινής τεχνοτροπίας με πιθανολογούμενη εικονογράφηση τους στις αρχές του 16ου αιώνος μ.Χ.. Δυστυχώς όμως η φθορά κατά την πάροδο των αιώνων, και η πλήρη εγκατάλειψη που είχε υποστεί το μνημείο τις έχει κάνει να μην διακρίνονται εύκολα.
Για την χρονολόγηση του μοναστηριού και μην υπάρχοντας άλλες πηγές, οι ειδικοί στηρίχθηκαν στα τεχνικά πορίσματα της αρχαιολογίας και της αρχιτεκτονικής των κτισμάτων του. Βάσει σε αυτά λοιπόν, τοποθετούν την ανέγερσή της μονής περί τα μέσα του 15ου αιώνος μ.Χ., περίπου μια δεκαετία προ της Αλώσεως της Κωνσταντινούπολης. Μια εξαιρετικά δύσκολη εποχή, με την βαριά και καταθλιπτική ατμόσφαιρα της (μεταίχμιο Φραγκοκρατίας – Τουρκοκρατίας) που την συνόδευε και που την βλέπουμε να αποτυπώνεται στον Καθολικό της.
Τα στοιχεία που βοήθησαν στην χρονολόγησης ήταν τα εξής: απλή τοιχοδομία του Καθολικού, λιτή και ταπεινή δομή του Ναού, δάπεδο του Ιερού, που είναι κατασκευασμένο από καθαρά βυζαντινό δομικό υλικό, η ερειπιώδης κατάσταση των λοιπών κτισμάτων.
Να θυμόμαστε ότι το καθολικό του ναού κτίσθηκε υπό το φάσμα της Οθωμανικής κατάκτησης και κάτω από την Φράγκικη κυριαρχία, όποτε και λογικό είναι, δεν είχε την δυνατότητα να διεκδικήσει σοβαρές καλλιτεχνικές αξιώσεις. Αυτές ανήκαν σε άλλες εποχές που ήδη περνούσαν με ταχύτητα. Ο 15ος αιώνας μ.Χ. υπήρξε αιώνας θρήνου και πόνου για την Ρωμιοσύνη.
Όμως ο αρχιμάστορας του ναού, πέτυχε να συνδυάσει με δεξιοτεχνία τα στοιχεία της βυζαντινής ναοδομίας και να παρουσιάσει με τα ελάχιστα μέσα που διέθετε, ένα αποτέλεσμα που αποπνέει ιδιαίτερη χάρη, παραδίδοντας μας μία επιμήκη 9,68 μέτρων μονόκλιτη βασιλική μετά τρούλου και νάρθηκα, η οποία παρά το μικρό της μέγεθος και παρά το ότι πλάτος του ναού δεν είναι παντού ομοιόμορφο, βλέπουμε ότι του προσδίδει μια ιδιάζουσα εσωτερική και εξωτερική γραφικότητα.
Πέρα από το αρχιτεκτονικό, θρησκευτικό, ιστορικό ενδιαφέρον, η περιοχή προσφέρεται για ξεκούραση από την καθημερινότητα, μιας και το πλούσιο πράσινο που σε σκεπάζει στην κυριολεξία, σου αφήνει την εντύπωση ότι βρίσκεσαι μακριά από την μεγαλούπολη ενώ απέχεις από αυτήν ελάχιστα.
