Διαταραχή κοινωνικού άγχους: Όταν φοβόμαστε πολύ την κριτική

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Διαταραχή κοινωνικού άγχους

Γράφει η Βιβή Σωτηροπούλου, ψυχολόγος, Δρ ψυχολογίας, Πάντειο Παν/μιο, Επιστημονικός συνεργάτης της Α’ Ψυχιατρικής Κλινικής, Αιγινήτειο Νοσοκομείο, Παν/μιο Αθηνών.

Ορισμός

Η διαταραχή κοινωνικού άγχους, γνωστή επίσης και ως κοινωνική φοβία κατατάσσεται στις αγχώδεις διαταραχές, μαζί με την αγοραφοβία και τις ειδικές φοβίες, από τις οποίες διαχωρίστηκε μόλις 50 χρόνια πριν. Οι άνθρωποι που την έχουν φοβούνται την πιθανή εξέταση και κριτική από τους άλλους. Η ανησυχία αφορά στο ότι το άτομο θα πει ή θα κάνει κάτι που θα τον ντροπιάσει ή θα τον εξευτελίσει. Αυτές οι ανησυχίες μπορούν να γίνουν τόσο έντονες που το άτομο να αποφεύγει τις περισσότερες διαπροσωπικές συναντήσεις ή να τις αντέχει με μεγάλη δυσφορία.

Ένας τύπος διαταραχής κοινωνικού άγχους είναι το να παρατηρείται μόνον σε καταστάσεις που το άτομο έχει να «επιδοθεί» σε κάτι, και το άγχος του δημιουργεί προβλήματα στην επαγγελματική του ζωή (π.χ αν είναι μουσικός, χορευτής, αθλητής ή χρειάζεται συστηματικά να μιλάει μπροστά σε κοινό).

Μερικοί άνθρωποι φοβούνται και αποφεύγουν να ουρήσουν σε δημόσιες τουαλέτες. Αυτό αποτελεί είδος κοινωνικής διαταραχής άγχους και είναι γνωστό ως «παρούρηση» ή «σύνδρομο ντροπαλής κύστης».

Χαρακτηριστικά

Τα άτομα αυτά είναι τυπικά ντροπαλά όταν κάνουν καινούργιες γνωριμίες, ήσυχοι όταν συμμετέχουν σε ομάδες, χωρίς να φαίνεται πάντα η δυσφορία που βιώνουν. Τέτοια σημάδια δυσφορίας είναι το κοκκίνισμα, ή η αποφυγή βλεμματικής επαφής. Όμως, σχεδόν όλοι έχουν έντονα συναισθηματικά ή σωματικά συμπτώματα άγχους όπως φόβο, ταχυπαλμία, εφίδρωση, τρέμουλο και δυσκολία συγκέντρωσης.

Λαχταρούν την παρέα των άλλων αλλά αποφεύγουν τις κοινωνικές καταστάσεις από φόβο μήπως απορριφθούν ή κριθούν ότι είναι ανόητοι ή βαρετοί. Αντιστοίχως, αποφεύγουν να μιλούν σε κοινό, να εκφράζουν απόψεις, ακόμη και αν βρίσκονται μεταξύ ατόμων της ίδιας ηλικίας. Σε κάποιες περιπτώσεις αυτό μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένη εντύπωση ότι είναι υπερόπτες. Οι άνθρωποι με διαταραχή κοινωνικού άγχους συχνά χαρακτηρίζονται από χαμηλή αυτό-εκτίμηση και άσκηση αυτό-κριτικής και συχνά έχουν καταθλιπτικά συμτπώματα. Άλλα χαρακτηριστικά τους μπορούν να είναι επίσης, η ανεπάρκεια στην διεκδικητικότητα και η εξαιρετικά υποχωρητική στάση τους συχνά σε σημείο υποταγής.  Έχουν άκαμπτη στάση σώματος, μικρή βλεμματική επαφή και μιλούν με εξαιρετικά χαμηλή φωνή. Μπορεί να είναι αποσυρμένοι και απρόθυμοι να μοιραστούν προσωπικές τους πληροφορίες. Αναζητούν εργασία που δεν περιέχει κοινωνική συνδιαλλαγή, εκτός και αν έχουν μόνον τον τύπο της διαταραχής που σχετίζεται με το άγχος επίδοσης. Μένουν στο σπίτι περισσότερο. Οι άντρες συχνά καθυστερούν να παντρευτούν και να δημιουργήσουν οικογένεια, ενώ οι γυναίκες ενώ θα ήθελαν να εργαστούν παραμένουν στο σπίτι ασχολούμενες με οικιακά και την οικογένεια. Συχνά για να ανακουφιστούν από το άγχος τους,  χρησιμοποιούν ουσίες ή αλκοόλ ως αυτό-θεραπεία.

Παραδείγματα κοινωνικών καταστάσεων που αποφεύγονται ή υπομένονται με δυσφορία είναι οι συζητήσεις, οι καινούργιες γνωριμίες, το να γίνονται αντικείμενα παρατήρησης (π.χ. η κομμώτρια που χτενίζει και ξέρει ότι την κοιτάζουν από την αίθουσα αναμονής), να τρώνε και να πίνουν μπροστά σε άλλους ανθρώπους ή να δίνουν μια διάλεξη.

Παιδιά

Η διαταραχή κοινωνικού άγχους συναντάται και στα παιδιά όχι μόνο σε καταστάσεις με ενήλικες αλλά και με συνομηλίκους. Το άγχος και ο φόβος εκφράζεται με έντονο κλάμα, εκρήξεις θυμού, «πάγωμα», την τάση του παιδιού να βρίσκεται κοντά στους γονείς τους ή να τους ακουμπά, ή την αδυναμία του να αρθρώσει λόγο σε κοινωνικές καταστάσεις.

Πιθανές αιτίες

Όπως και στις περισσότερες ψυχιατρικές διαταραχές έτσι κι εδώ δεν μπορούμε να μιλήσουμε με βεβαιότητα για τις αιτίες εμφάνισης του φαινομένου και συνηθέστερα η εμφάνιση της διαταραχής είναι αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης πολλών παραγόντων. Νεότερα ερευνητικά δεδομένα ενοχοποιούν, ένα στοιχείο της προσωπικότητας γνωστό στη βιβλιογραφία ως συμπεριφορική αναστολή. Η διαταραχή μπορεί να πάρει μια γενικευμένη μορφή, δηλαδή ο άνθρωπος να αποφεύγει και να αισθάνεται δυσφορία σε όλες σχεδόν τις κοινωνικές καταστάσεις, από το να ρωτήσει για κατευθύνσεις στο δρόμο έναν άγνωστο, μέχρι να φάει μαζί με άλλους ανθρώπους στο ίδιο τραπέζι. Έρευνες έχουν δείξει ότι αυτή η μορφή έχει έναν οικογενειακό χαρακτήρα, δηλαδή συναντάται στα μέλη της οικογένειας του πάσχοντος.

Θεραπεία

Η διαταραχή κοινωνικού άγχους αντιμετωπίζεται με φαρμακευτική αγωγή ή με ψυχοθεραπεία. Η ψυχοθεραπεία επιλογής είναι η Συμπεριφορική / Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία. Ένα από τα πρώτα βήματα της θεραπείας είναι να αντιληφθεί ο πάσχων τη δράση του άγχους. Στη συνέχεια, χρήσιμη είναι η εκπαίδευση στη διαφραγματική αναπνοή και τη χαλάρωση, ούτως ώστε να χρησιμοποιεί λειτουργικούς τρόπους ελέγχου του άγχους του στις καταστάσεις – ερεθίσματα. Η αλλαγή των δυσλειτουργικών συμπεριφορών αποφυγής, ώστε σταδιακά να εγκαθίστανται ασφαλείς εμπειρίες έκθεσης στις προηγούμενα καταχωρημένες ως απειλητικές καταστάσεις λόγω του άγχους που εκλύουν, είναι απαραίτητο συστατικό της ενεργούς ψυχοθεραπείας. Τέλος, η αλλαγή του τρόπου σκέψης που υποβοηθείται από τα προηγούμενα είναι σημαντική για την εγκατάσταση επαρκούς θεραπευτικού αποτελέσματος. Όλα τα παραπάνω, βοηθούν τον πάσχοντα να μη συμμετέχει στις κοινωνικές καταστάσεις ως αν να βαθμολογείται , αλλά να τις απολαμβάνει.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ