Προδημοσίευση από τό νέο βιβλίο του Κωστη Σταμπολη – Η αγωνιώδης προσπάθεια του κυβερνήτου Χατζόπουλου νά αποτρέψει τήν βύθιση, η ανταλλαγή τηλεγραφημάτων του υπάρχου Δούση μέ τόν Πρωθυπουργό γιά τήν προέλευση της τορπίλλης καί η εντολή Μεταξα γιά πλήρη εχεμύθεια καί γιά κανονική διεξαγωγή της λιτανείας – Η αστοχία δύο τορπιλλων πού εβλήθησαν κατά επιβατηγων καί τό θαυμα της Παναγίας
Όταν ξημέρωνε η 15η Αυγούστου 1940, στήν Τηνο, η θάλασσα ηταν ήρεμη, ενω τό καθιερωμένο μελτέμι, ιδιαίτερα αισθητό στίς Κυκλάδες αυτή τήν περίοδο, ακόμα δέν ειχε σηκωθει. Άν καί η κίνηση στό λιμάνι ειχε ξεκινήσει από πολύ ενωρίς, αφου ήδη από τίς 6:00 ειχαν εμφανιστει τά πρωτα πλήθη των προσκυνητων, ακόμα επικρατουσε ησυχία, ενω ο ήλιος μόλις ειχε αρχίσει νά κάνει αισθητή τήν παρουσία του. Πραγματικά τίποτε δέν προϊδέαζε γιά τά δραματικά γεγονότα πού θά ακολουθουσαν σέ λίγο.
Tου Κωστη Νικ.Σταμπολη
Τό νησί εδω καί ημέρες ετοιμαζόταν γιά τήν μεγάλη ετήσια εορτή της Μεγαλόχαρης. Όπως κάθε χρόνο, χιλιάδες προσκυνητές απ’ όλα τά μέρη της Ελλάδας ειχαν συρρεύσει στό νησί καί η διά θαλάσσης ασφαλής μεταφορά τους ηταν από μόνη της ένα δύσκολο καί απαιτητικό εγχείρημα γιά τίς λιμενικές Αρχές καί απαιτουσε μεγάλη προσοχή, καλή οργάνωση καί προγραμματισμό τόσο στούς χώρους επιβίβασης στό λιμάνι του Πειραια όσο καί στήν αποβίβασή τους στήν Τηνο. Γι’ αυτό, όπως συνέβαινε τά τελευταια χρόνια, ειχε μεταβει στό νησί πολυάριθμο άγημα του Λιμενικου Σώματος έχοντας τήν ευθύνη της τάξης στό λιμάνι καί στά προσερχόμενα επιβατηγά πλοια.
Από τό προηγούμενο βράδυ ειχε χαραχθει στό οδόστρωμα η πορεία πού θά ακολουθουσε η πομπή της λιτανείας, ενω από ενωρίς τό πρωί δύναμη της Χωροφυλακης καί άγημα του Λιμενικου Σώματος, πού ειχαν αφιχθει στό νησί από τίς παραμονές του εορτασμου, ειχαν λάβει θέσεις. Ανάμεσα στό ενισχυμένο γιά τήν περίσταση κλιμάκιο του Λιμενικου Σώματος ευρίσκετο ο νεαρός τότε υποπλοίαρχος Νικόλαος Σταμπολης, ο οποιος τήν περίοδο εκείνη υπηρετουσε στό Κεντρικό Λιμεναρχειο Πειραιως στήν ακτή Μιαούλη.
Αυτή ηταν η δεύτερη φορά πού μετέβαινε στήν Τηνο γιά τήν μεγάλη γιορτή της Μεγαλόχαρης. Εξ άλλου, ένα χρόνο πρίν, τόν Αύγουστο του 1939, αμέσως μετά τόν εορτασμό, ειχε πρωτοστατήσει στήν διάσωση μιας τράτας πού λόγω ισχυρων ανέμων καί θαλασσοταραχης κινδύνευε νά βυθιστει καί τότε μέ ένα μεγάλο καίκι πού επέταξε γιά τήν περίσταση προσέτρεξε νά τήν σώσει. Καί η μέν τράτα βυθίστηκε, αλλά χάρη στήν έγκαιρη μετάβαση του καϊκιου οι ψαραδες σώθηκαν από βέβαιο πνιγμό. Όμως οι άνεμοι ησαν τόσο δυνατοί πού τό καίκι μέ τό πλήρωμα καί τούς διασωθέντες ηταν αδύνατον νά προσεγγίσει τήν Τηνο, μέ αποτέλεσμα ο καιρός νά τούς ρίξει κυριολεκτικά στήν Μύκονο, όπου καί παρέμειναν περί τίς δέκα ημέρες έως ότου καταστει δυνατή η προσέγγιση πλοίου καί η επιστροφή τους στόν Πειραια.
Τώρα, ανήμερα 15ης Αυγούστου 1940, ένα πολύ μεγαλύτερο δραμα μέ εθνικές συνέπειες έμελλε νά παιχτει στά ήσυχα ακόμα νερά στό λιμάνι της Τήνου. Μέ τήν Κυβέρνηση Μεταξα νά θέλει νά τιμήσει μέ ιδιαίτερη λαμπρότητα τόν εορτασμό της Μεγαλόχαρης, ειχε αποφασιστει η συμμετοχή του Βασιλικου Ναυτικου στίς εορταστικές εκδηλώσεις μέ τήν παρουσία πολεμικου πλοίου καί τήν αποβίβαση 40μελους αγήματος πού θά ελάμβανε μέρος στήν καθιερωμένη λιτάνευση της θαυματουργης εικόνας της Παναγίας. Σύμφωνα δέ μέ τό πρόγραμμα του εορτασμου, θά ρίχνονταν 21 κανονιοβολισμοί από τό «Έλλη» κατά τήν έξοδο της ιερης εικόνας από τόν ναό. Τό «εύδρομο καταδρομικό» ειχε καταπλεύσει στίς 6:25 καί αγκυροβολήσει περί τά 500 μέτρα έξω από τό λιμάνι της Τήνου, προερχόμενο από τήν Μηλο, όπου γιά λόγους ασφαλείας ναυλοχουσε μαζί μέ τό αντιτορπιλλικό «Αετός»
Θά πρέπει νά αναφερθει ότι η Κυβέρνηση, στό πλαίσιο του στρατηγικου της σχεδιασμου καί εν όψει αναμενόμενων πολεμικων επιχειρήσεων στό Αιγαιο, ειχε αποφασίσει τήν διασπορά των πολεμικων πλοίων ώστε νά αποφευχθει συντριπτικό πληγμα στήν περίπτωση αιφνιδιαστικης αεροπορικης επιδρομης στόν ναύσταθμο της Σαλαμινος. Η Κυβέρνηση Μεταξα ειχε σχεδόν προεξοφλήσει ότι η Ιταλία αργά ή γρήγορα θά εξαπέλυε επίθεση κατά της Ελλάδος. Σύμφωνα μέ προφορική μαρτυρία του Νικολάου Σταμπολη, «ήδη από τίς αρχές του καλοκαιριου του 1940 όλο τό στράτευμα καί τά Σώματα Ασφαλείας, όπως καί τό Λιμενικό Σωμα, ευρίσκονται σέ διαρκη επιφυλακή, ενω κατά διαστήματα εκτελουνταν διακλαδικές ασκήσεις ετοιμότητας». Αποκαλυπτικό της προωθημένης στρατηγικης σκέψης καί οργανωτικης δεινότητας του Ιωάννη Μεταξα.
Εξ άλλου τούς τελευταίους μηνες ειχαν σημειωθει αρκετά επεισόδια μέ αεροπλάνα –πού εικάζονταν ότι ανηκαν στήν ιταλική Αεροπορία καί Ναυτικό– νά επιτίθενται απρόκλητα κατά ελληνικων πολεμικων πού εκτελουσαν περιπολίες στό Ιόνιο καί τό Αιγαιο, χωρίς ωστόσο νά υπάρξουν θύματα. Τόσο οι ανωτέρω επιθέσεις όσο καί η συχνή παρουσία ιταλικων πολεμικων πλοίων στίς ελληνικές θάλασσες (μέ τά Δωδεκάνησα νά τελουν υπό ιταλική κατοχή) ειχαν δημιουργήσει μιά τεταμένη ατμόσφαιρα έχοντας θέσει τό Ναυτικό σέ υψηλή επιφυλακή. Νά θυμίσουμε ότι, σχεδόν ένα χρόνο μετά τήν γερμανική επίθεση κατά της Πολωνίας (1η Σεπτεμβρίου 1939), τήν μετέπειτα καθυπόταξη όλης σχεδόν της Ευρώπης, μέ τελευταία τήν Γαλλία (Ιούνιος 1940), από ναζιστικά στρατεύματα καί τούς από αέρος συνεχεις βομβαρδισμούς κατά της Αγγλίας, η Ελλάδα ειχε καταφέρει νά μείνει εκτός πολέμου. Κάτι πού όμως δέν θά διαρκουσε γιά πολύ ακόμα. Η παρουσία της σημαιοστολισμένης « Έλλης» λίγο έξω από τόν λιμενοβραχίονα της Τήνου, πού έγινε αντιληπτή μέ τό πρωτο φως της ημέρας, όχι μόνο ενίσχυσε τό εορταστικό κλίμα πού ειχε διαμορφωθει, αλλά προσέδωσε καί ένα αίσθημα ασφάλειας στό χριστεπώνυμο πληθος. Μάλιστα στίς 8:00 έγινε μέ κάθε επισημότητα έπαρση σημαίας στό κατάστρωμα του πλοίου, μέ τούς ήχους της σάλπιγγας νά ακούγονται ξεκάθαρα απ’ όλους όσοι ησαν συγκεντρωμένοι στό λιμάνι.
Όμως, επί του σκάφους επικρατουσε μεγάλη αναταραχή, αφου στίς 6:45, δηλαδή 20 λεπτά μετά τήν αγκυροβόλησή του, ειχε εμφανιστει αεροσκάφος, μέ άγνωστα διακριτικά, πετωντας στά ανατολικά σέ ύψος 1.200 μέ 1.500 μέτρα. Κάτι πού υποχρέωσε τόν κυβερνήτη νά δώσει εντολή στίς ομοχειρίες των αντιαεροπορικων πυροβόλων νά λάβουν θέσεις καί νά ανοίξουν πυρ σέ περίπτωση προσβολης από τό πλησιάζον αεροσκάφος. Μέ άλλα λόγια, η «Έλλη» ευρίσκετο ήδη σέ κατάσταση αυξημένης επιφυλακης μέ τήν άφιξή της στήν Τηνο. Σύμφωνα μέ μαρτυρία του Νίκ. Σταμπολη, γιά τήν κατάσταση επιφυλακης επί του σκάφους πρός απόκρουση αναμενόμενης αεροπορικης επίθεσης ειχε ενημερωθει τό Λιμενικό Σωμα, αφου ο ίδιος ειχε επιβιβαστει στό «Έλλη» περί τίς 7:00 προκειμένου νά συνεννοηθει μέ τόν αξιωματικό υπηρεσίας (τόν σημαιοφόρο Μάριο Χόρς) καί τόν ύπαρχο (Κ. Δούση) γιά τήν έξοδο του αγήματος του πλοίου καί τήν συμμετοχή του στήν λιτάνευση της εικόνας. Μάλιστα ειχε συμφωνηθει πώς οκτώ υπαξιωματικοί του «Έλλη» θά κρατουσαν εναλλάξ τήν ιερά εικόνα της Μεγαλόχαρης κατά τήν περιφορά της.
Μέ τήν επιστροφή του στόν λιμενοβραχίονα, ο Νικ. Σταμπολης ενημέρωσε τούς προϊσταμένους καί τούς συναδέλφους του γιά τήν πολεμική ατμόσφαιρα πού επικρατουσε στό «Έλλη» καί τό ενδεχόμενο αεροπορικης επιδρομης. Η εξέλιξη αυτή υποχρέωσε τό ΛΣ νά αλλάξει τόν σχεδιασμό του γιά τήν αποβίβαση νέων προσκυνητων πού αναμένονταν τίς επόμενες ωρες, νά εκκενωθει ο λιμενοβραχίονας στό μεγαλύτερο τμημα του (κάτι πού απέβη σωτήριο γιά τίς μετέπειτα εξελίξεις) καί νά οριστουν νέα σημεια γιά τήν προσέγγιση των λέμβων πού θά μετέφεραν τούς επιβάτες των επιβατηγων πλοίων μέσα στό λιμάνι.
Η έκρηξη
Γι’ αυτό όταν, στίς 8:25 ακριβως, ακούστηκε ένας δυνατός υπόκωφος θόρυβος από τήν μεριά του πολεμικου πλοίου, ελάχιστοι ησαν εκεινοι πού αντιλήφθηκαν τί πραγματικά συνέβη. Οι πρωτες σκέψεις ηταν ότι τό πλοιο ειχε βομβαρδιστει από αέρος, ενω άλλοι μίλησαν γιά έκρηξη στό λεβητοστάσιο του πλοίου. Τό ότι τό πλοιο ειχε προσβληθει από τορπίλλη υποβρυχίου έγινε αντιληπτό αρκετά λεπτά μετά τό συμβάν καί αφου διαπιστώθηκε τό ρηγμα στά ύφαλα του σκάφους. Βάσει αυτοπτων μαρτύρων, μέ τό πού έγινε η πρόσκρουση της τορπίλλης, τό σκάφος σείστηκε από παλινδρομικές κινήσεις πρός τά άνω καί πρός τά κάτω, ενω ακούστηκε ισχυρή βοή, η οποία συνοδεύτηκε από υπερπίεση. Ως αποτέλεσμα, τό σκάφος ανεπήδησε γιά λίγα δευτερόλεπτα επάνω από τήν επιφάνεια της θάλασσας ωσάν νά τό εσήκωσε μιά τεράστια δύναμη. Μέ τό πού η τορπίλλη προσέκρουσε στό σκάφος, περί τούς είκοσι ναυτες καί υπαξιωματικοί πού ησαν στό κατάστρωμα εκσφενδονίστηκαν στήν θάλασσα, ενω αυτό καλύφθηκε από συντρίμμια, ελάσματα, νερά καί πετρέλαιο. Ταυτόχρονα εκτινάχθηκε τμημα του καταστρώματος πού ευρίσκετο μεταξύ των δύο καπνοδόχων καί επάνω από τό λεβητοστάσιο. Συνεπεία της πρόσκρουσης της τορπίλλης, μεγάλο ρηγμα ανοίχτηκε στά δεξιά ύφαλα της «Έλλης» καί από αυτό τό σημειο άρχισαν νά εισρέουν ύδατα στό εσωτερικό του σκάφους, μέ αποτέλεσμα πολύ γρήγορα νά πάρει κλίση περί τίς 15 μοιρες.
Τά πρωτα λεπτά μετά τήν έκρηξη επικρατουσε πλήρης σύγχυση ως πρός τήν μορφή της έκρηξης, αφου τό μέλημα του κυβερνήτη καί των αξιωματικων καί υπαξιωματικων ητο η περίθαλψη των τραυματιων καί η ανεύρεση μελων του πληρώματος πού ειχαν παγιδευτει, κυρίως στό Β΄ μηχανοστάσιο, πού υπέστη καί τήν μεγαλύτερη ζημιά καί όπου βρηκαν τραγικό θάνατο αρκετοί μηχανικοί καί θερμαστές του σκάφους. Ο κυβερνήτης, ο πλοίαρχος Άγγελος Χατζόπουλος, έχοντας αποφύγει τραυματισμό, αλλά έχοντας υποστει σόκ από τήν εκτίναξη, όπως καί όλο τό πλήρωμα, καί αφου έλαβε αναφορά από τόν σημαιοφόρο Κ. Μαργαρίτη ότι πρόκειται περί τορπιλλισμου, επιθεώρησε τό σκάφος, έδωσε οδηγίες καί οργάνωσε ομάδες διάσωσης. Καί βεβαίως δέν παρέμεινε στίς οδηγίες, αλλά επί κεφαλης των αξιωματικων καί ναυτων εμόχθησε γιά τό πλήρωμα καί τήν διάσωση του σκάφους. Από τήν επιθεώρηση προέκυψε ότι τό κυρίως λεβητοστάσιο δέν ειχε υποστει σοβαρή ζημιά καί οι μηχανές ησαν σχεδόν ανέπαφες. Πραγμα πού συνέβαλε στήν απόφαση του κυβερνήτη νά προσπαθήσει τήν επανεκκίνηση του σκάφους μέ στόχο τήν προσάραξή του στά αβαθη, προκειμένου νά τό σώσει από βέβαιη βύθιση, αφου εν τω μεταξύ τά νερά ειχαν αρχίσει νά κατακλύζουν τά στεγανά καί τό σκάφος νά αποκτα επικίνδυνη κλίση.
Δυστυχως, μέ τήν έκρηξη στό Β΄ λεβητοστάσιο ειχε καταστραφει ολοσχερως η ηλεκτρογεννήτρια του σκάφους καί έτσι ηταν τελείως αδύνατον όχι μόνο νά τεθουν σέ λειτουργία οι μηχανές, αλλά ούτε νά σηκωθουν οι άγκυρες ή νά υπάρξει επικοινωνία πρός τά έξω μέσω ασυρμάτου. Τίποτε δέν λειτουργουσε πλέον όπως πρίν καί τό «Έλλη», φαινομενικά σωο, παρέμεινε ακυβέρνητο. Στήν συνέχεια, καταβλήθηκε σκληρή χειρωνακτική προσπάθεια αποκρίκωσης της άγκυρας προκειμένου νά ρυμουλκηθει τό σκάφος από τό παραπλέον επιβατηγό «Έσπερος», πλήν όμως κατέστη αδύνατη η έγκαιρη αποδέσμευση από τό αγκυροβόλιο. Καθ’ ήν στιγμή καταβάλλονταν προσπάθειες ρυμούλκησης από τό «Έσπερος», εκδηλώθηκε γιά ανεξήγητους λόγους φωτιά στήν «Έλλη», σχεδόν μιά ώρα μετά τόν τορπιλισμό της. Αυτό υποχρέωσε τόν κυβερνήτη νά δώσει εντολή στό επιβατηγό νά σταματήσει τήν προσπάθεια ρυμούλκησης καί νά απομακρυνθει, ενω λίγα λεπτά αργότερα έδωσε τήν μοιραία εντολή εγκατάλειψης του σκάφους, καθ’ ότι η φωτιά εξαπλουτο, ενω η κλίση του διαρκως μεγάλωνε.
Τελικά, η «Έλλη» βυθίστηκε μία ώρα καί σαράντα λεπτά μετά τόν τορπιλλισμό της, μέ εννέα συνολικά νεκρούς καί σαράντα τραυματίες. Όπως ηταν, καί ειναι, η παράδοση στό Ναυτικό, ο κυβερνήτης εγκατέλειψε τελευταιος τήν «Έλλη», αφου πρωτα βεβαιώθηκε ότι δέν υπηρχαν άλλοι επιζωντες ή τραυματίες πάνω στό σκάφος. Ο ίδιος δέν ήθελε νά εγκαταλείψει τό βυθιζόμενο σκάφος καί ουσιαστικά τόν έσυραν διά της βίας στήν άκατο οι αξιωματικοί του. Όπως αργότερα ομολόγησε ο κυβερνήτης Άγγ. Χατζοπουλος, ειχε φρικτές τύψεις πού δέν ακολούθησε τό σκάφος καί τό πλήρωμα στόν υγρό τους τάφο.
Στόχος, τά επιβατηγά
Δεύτερη τορπίλλη κατά της «Έλλης» δέν υπηρξε. Όμως, δέκα λεπτά περίπου μετά τον τορπιλλισμό της, δύο τορπίλλες πού προορίζονταν γιά τά επιβατηγά « Έσπερος» καί «Έλση», πού ειχαν αγκυροβολήσει μπροστά στό λιμάνι καί αποβίβαζαν (μέ βάρκες) εκατοντάδες προσκυνητές, ευτυχως δέν βρηκαν τόν στόχο τους καί προσέκρουσαν στήν έξω πλευρά του βόρειου λιμενοβραχίονα. Από τήν πρόσκρουση της δεύτερης τορπίλλης δημιουργήθηκε ρηγμα μήκους επτά περίπου μέτρων στόν λιμενοβραχίονα. Πέντε δευτερόλεπτα μετά τό δεύτερο χτύπημα, σημειώθηκε καί τρίτη έκρηξη εμπρός από τόν λιμενοβραχίονα, όπου η θάλασσα ειχε μικρό βάθος. Από τήν τρίτη έκρηξη δέν σημειώθηκαν σημαντικές ζημιές, αλλά, σύμφωνα μέ μαρτυρίες, υψώθηκε στήλη ύδατος περί τά 50 μέτρα. Τό δέ σημειο της προσκρούσεως ηταν δεξιότερα της δεύτερης καί τότε έγινε αντιληπτό από όλους στήν ξηρά ότι επρόκειτο γιά τορπιλλισμό καί όχι γιά βομβαρδισμό. Μάλιστα τίς τροχιές της δεύτερης καί τρίτης τορπίλλης τίς ειδαν πέρα πολύ από τήν ξηρά. Μέ τήν έκρηξη της δεύτερης καί τρίτης τορπίλλης, οι προσκυνητές καί τό υπόλοιπο πληθος πού ευρίσκονταν στούς χώρους του λιμανιου, καί ευτυχως όχι πάνω στόν λιμενοβραχίονα, κατελήφθησαν από φόβο μή γνωρίζοντας τί έμελλε νά ακολουθήσει καί άρχισαν νά τρέχουν πανικόβλητοι πρός τό εσωτερικό της πόλης. Τόσο η Αστυνομική Αρχή όσο καί τό Λιμενικό Σωμα έσπευσαν νά απομακρύνουν τό πληθος από τόν χωρο του λιμένος, μέ οδηγίες νά δίδονται συνεχως από τά μεγάφωνα του Λιμεναρχείου.
Καί ενω εκτυλίσσονταν σκηνές τρόμου καί απελπισίας, ο υποπλοίαρχος Νικόλαος Σταμπολης, ο οποιος ειχε προβλέψει ότι θά υπηρχε ανώμαλη έκβαση του εορτασμου έχοντας από τό πρωί αντιληφθει τίς πολεμικές προετοιμασίες στό «Έλλη», μέ απόλυτη ψυχραιμία καί αφου ενημέρωσε τόν υπεύθυνο αξιωματικό του κλιμακίου του ΛΣ έθεσε σέ εφαρμογή σχέδιο γιά τήν ανέλκυση των θραυσμάτων των δύο τορπιλλων πού ειχαν προσκρούσει στόν μωλο. Έχοντας, λόγω της περιπέτειάς του τόν προηγούμενο Αύγουστο, γνωριστει μέ τούς ντόπιους, ειχε πολύ καλές σχέσεις μέ τούς ψαραδες καί τούς ναυτικούς του λιμανιου, γι’ αυτό καί μπόρεσε μέσα σέ σύντομο χρονικό διάστημα νά εντοπίσει τούς κατάλληλους ανθρώπους πού θά μπορουσαν μέ ασφάλεια καί εχεμύθεια νά βουτήξουν καί νά ανασύρουν τά θραύσματα από τίς τορπίλλες. Χρειάστηκε, βέβαια, επαρκής χρόνος γιά νά γίνει αναγνώριση των ζημιων στόν λιμενοβραχίονα από τίς δύο απανωτές εκρήξεις, νά απομονωθει πλήρως μέ τήν τοποθέτηση προσωρινης φρουρας, ενω έπρεπε οι Αρχές νά βεβαιωθουν ότι δέν θά ακολουθουσε τέταρτη ή πέμπτη έκρηξη.
Εντολή γιά εχεμύθεια
Εν τω μεταξύ άρχισαν νά καταφθάνουν στό λιμάνι μέ τίς ακάτους της «Έλλης», αλλά καί μέ διάφορες βάρκες πού ειχαν σπεύσει νά συμπαρασταθουν στό προσβληθέν σκάφος, οι πρωτοι τραυματίες, ενω ο ύπαρχος Κ. Δούσης έσπευσε κατ’ εντολήν του κυβερνήτη στό τηλεγραφειο προκειμένου νά στείλει μιά πρώτη αναφορά στήν Κυβέρνηση καί νά τήν ενημερώσει γιά τό τραγικό συμβάν. Εάν κρίνουμε από τήν μετέπειτα εξέλιξη της έρευνας γιά τήν ανάσυρση των θραυσμάτων κατά τήν διάρκεια της 15ης Αυγούστου, ο Νικ. Σταμπολης ηρθε σέ επαφή μέ τόν ύπαρχο του «Έλλη» κατά τήν άφιξή του στήν προκυμαία καί πρέπει νά τόν διευκόλυνε στίς μετακινήσεις του στήν πόλη, αφου ο Κ. Δούσης, σύμφωνα μέ επιβεβαιωμένες πληροφορίες, μετέβη μεταξύ 10:30 καί 11:00 στό τηλεγραφειο προκειμένου νά στείλει αναφορά στήν Κυβέρνηση. Έχει ενδιαφέρον ότι ο ίδιος ο Ιωάννης Μεταξας, έχοντας ήδη πληροφορηθει γιά τόν τορπιλισμό από τηλεγράφημα του Διοικητη της Μεραρχίας Κυκλάδων, πού στάλθηκε περί τίς 10:00, ειχε πρίν τήν έλευση του Κ. Δούση στό τηλεγραφειο φροντίσει νά αποκαταστήσει επαφή μέσω «κορδέλας » πού έφερε τό σημα του Πρωθυπουργου. Έτσι, μόλις ο Κ. Δούσης έφθασε στό τηλεγραφειο, διάβασε τό σημα του Πρωθυπουργου μέ τό οποιο ήθελε νά πληροφορηθει γιά τό πλοιο, ενω ζητουσε «νά γίνει κανονικά η δοξολογία καί η περιφορά της εικόνος, ωσάν νά μήν ειχε συμβει τίποτα» Ακολούθως ο Κ. Δούσης συνέταξε μακροσκελές τηλεγράφημα πού εξιστόρησε τά συμβάντα. Κατά τήν διά τηλεγράφου επικοινωνία μεταξύ του Πρωθυπουργου καί του υπάρχου της «Έλλης», ο Ι Μεταξας μεταξύ άλλων ανέφερε: « Ουδεμία, εκ μέρους ουδενός, νά εκφραστει σκέψις ή υπόνοια της εθνικότητας του υποβρυχίου πού σας ετορπίλισε». Φαίνεται ότι ηταν βέβαιος πώς η Ιταλία κατεβύθισε τήν «Έλλη», γι’ αυτό καί επέβαλε πλήρη σιωπή. Όμως η ταυτότητα των τορπιλλων περέμενε πρός τό παρόν άγνωστη καί αυτό απασχολουσε έντονα, σύμφωνα μέ μαρτυρίες τους, τόν Κ. Δούση καί τόν Νικόλαο Σταμπολη.
Μέ τήν επιστροφή του υπάρχου από τό τηλεγραφειο στό λιμάνι, ξεκίνησαν ουσιαστικά οι προσπάθειες ανέλκυσης των θραυσμάτων των τορπιλλων πού ειχαν κτυπήσει τον λιμενοβραχίονα. Όσο ο Κ. Δούσης ηταν στό τηλεγραφειο, ο Νικ. Σταμπολης ειχε οργανώσει εν τω μεταξύ τήν ομάδα δυτων καί ειχαν εντοπίσει τίς τοποθεσίες πού έπρεπε νά ερευνηθουν. Οι δύτες μέσα σέ σύντομο χρονικό διάστημα εξετέλεσαν μέ επιτυχία τό έργο τους καί ανασύρθηκαν στήν επιφάνεια μιά σειρά από θραύσματα τά οποια ανηκαν στήν δεύτερη τορπίλλη. Η έρευνα γιά τά θραύσματα της τρίτης τορπίλλης γιά τεχνικούς λόγους αναβλήθηκε γιά τήν επόμενη ημέρα.
Ιταλικά διακριτικά
Μέ τό πού τοποθετήθηκαν τά θραύσματα στήν άκρη του λιμενοβραχίονα, ο Κ. Δούσης καί ο Νικ. Σταμπολης ειδαν τά ιταλικά διακριτικά πάνω στά θραύσματα καί αντιλήφθηκαν ότι ειχαν στά χέρια τους τήν απόδειξη γιά τήν πατρότητα του εγκλήματος. Πάνω στά θραύσματα διακρίνονταν τό όνομα του ιταλικου ναυπηγείου καί τά αρχικά R.M. (Regia Marina). Ακολούθησε λεπτομερής φωτογράφηση των θραυσμάτων από τόν Κ. Δούση, παρουσία του Νικ. Σταμπολη καί του ανθυποπλοίαρχου του ΒΝ Χ. Λεβαντίνου, ενω ο Κ. Δούσης έσπευσε πάλι στό τηλεγραφειο, απ’ όπου έστειλε κρυπτογραφημένο μήνυμα στόν Πρωθυπουργό. Μετά 20 λεπτά έλαβε απάντηση από τόν ίδιο, στήν οποία ετονίζετο ότι ύψιστα εθνικά συμφέροντα επέβαλλαν «απόλυτον εχεμύθειαν» γιά τήν εθνικότητα του υποβρυχίου. Τά θραύσματα από τήν δεύτερη τορπίλλη παρέμειναν στόν λιμενοβραχίονα όλη τήν υπόλοιπη ημέρα καί τήν νύκτα της 15ης πρός τήν 16η Αυγούστου, αφου καλύφθηκαν μέ κουβέρτες πού ειχαν σταλει από τό Λιμεναρχειο. Παράλληλα, τοποθετήθηκε φρουρά του Λιμενικου σέ 24ωρη βάση, αφου εν τω μεταξύ ειχε εκκενωθει πλήρως όλη η συγκεκριμένη περιοχή του λιμανιου. Τήν επόμενη ημέρα κατέπλευσαν στήν Τηνο τά αντιτορπιλλικά «Βασίλισσα Όλγα» καί «Βασιλεύς Γεώργιος» προκειμένου νά συνοδεύσουν στόν Πειραια, εν είδει νηοπομπης, τά πέντε επιβατηγά πλοια πού μετέφεραν τούς προσκυνητές. Τά επιβατηγά πλοια ησαν τά «Έσπερος», «Σοφία», «Άρντενα», «Αθηναι» καί « Έλση». Σύμφωνα μέ τό επιχειρησιακό σχέδιο του Ναυτικου, τά πλοια θά έπλεαν μέ εννέα μίλια τήν ώρα, όση ηταν η ταχύτητα του βραδύτερου από αυτά.
Κατά τήν αναχώρηση, τά δύο αντιτορπιλλικά σχημάτισαν «ανθυποβρυχιακό προπέτασμα» γιά τήν προστασία των επιβατηγων πλοίων καί εκινουντο μέ μεγάλη ταχύτητα (30 μίλια τήν ώρα) καί μέ «οφιοειδεις» πλεύσεις (ζίγκ-ζάγκ) γύρω από τά ατμόπλοια. Τόσο ο Πρωθυπουργός όσο καί οι επιτελεις του Ναυτικου φοβόντουσαν γιά πιθανό νέο τορπιλλισμό καί ελάμβαναν τά μέτρα τους. Οι φόβοι τους ησαν απόλυτα δικαιολογημένοι, γιατί κατά τήν πλεύση των δυό αντιτορπιλλικων από τήν Σαλαμινα πρός τήν Τηνο, τό πρωί της 16ης, ειχαν υποστει αεροπορική επίθεση από ιταλικά καταδιωκτικά έξω από τά Γιουρα, χωρίς ευτυχως νά υπάρξουν θύματα. Τό βράδυ της 16ης Αυγούστου η νηοπομπή εισηλθε στόν Σαρωνικό καί περί τίς 10 μ.μ. τά επιβατηγά καί τά δύο αντιτορπιλλικά εισηλθαν στό λιμάνι του Πειραια. Τήν εποπτεία της εκκενώσεως των πλοίων ειχε αναλάβει προσωπικά ο υφυπουργός Ναυτιλίας Αμβρόσιος Τζιφος, ο οποιος ειχε κατέλθει από ενωρίς τό απόγευμα στό Κεντρικό Λιμεναρχειο Πειραιως. Μετά τήν αποβίβαση καί του τελευταίου επιβάτη, ναυτες του «Βασίλισσα Όλγα», επί του οποίου ειχαν μεταφερθει τά θραύσματα από τήν δεύτερη τορπίλλη, τά οποια καί ειχαν συνοδεύσει στόν Πειραια οι Κ. Δούσης καί Νικ. Σταμπολης, τά μετέφεραν στόν προβλητα τυλιγμένα στίς κουβέρτες.
Σύμφωνα μέ μαρτυρία του Νικ. Σταμπολη, μετά από λίγη ώρα αφίχθη στό Λιμεναρχειο ο ίδιος ο Ιωάννης Μεταξας, ο οποιος ήθελε νά δει ιδίοις όμμασι τά θραύσματα καί τά ιταλικά διακριτικά. Ασφαλως καί ενημερώθηκε μέ λεπτομέρεια γιά τόν τορπιλλισμό καί τήν όλη επιχείρηση ανέλκυσης των θραυσμάτων, ενω επανέλαβε τήν απόλυτη ανάγκη όπως κρατηθει μυστικότητα γιά τήν ταυτότητα του υποβρύχιου. Αποφασίστηκε τότε τά θραύσματα της δεύτερης τορπίλλης νά μεταφερθουν πρός ασφαλη φύλαξη στόν ναύσταθμο, ενω έδωσε οδηγίες γιά τή φύλαξη των θραυσμάτων της τρίτης τορπίλλης, η οποία λόγω σφοδρης θαλασσοταραχης στήν Τηνο δέν ειχε ακόμα ανασυρθει. Τήν όλη επιχείρηση ειχε πλέον αναλάβει ο υποπλοίαρχος Χ. Λεβαντινος, ο οποιος παρέμεινε στό νησί. Φαίνεται ότι ο Ιωάννης Μεταξας έμεινε απόλυτα ικανοποιημένος από τόν τρόπο μέ τόν οποιο οι Κ. Δούσης καί Νικ. Σταμπολης ειχαν χειριστει τό όλο θέμα εν μέσω μιας ομολογουμένως δύσκολης κατάστασης. Γι’ αυτό δέν ειναι τυχαιο πώς, τρεις εβδομάδες μετά τό ανωτέρω συμβάν, ο Νικ. Σταμπολης έλαβε απόσπαση από τό ΚΛΠ στόν θάλαμο επιχειρήσεων του Ναυτικου ως «σύνδεσμος» μέ τό Υφυπουργειο Ναυτικων μέ άμεση πρόσβαση στό γραφειο του Αμβρόσιου Τζίφου.
Τά νέα του καθήκοντα αφορουσαν τόσο στόν συντονισμό μέ τό Βασιλικό Ναυτικό, ώστε νά υπάρχει μέριμνα γιά τήν προστασία των εμπορικων πλοίων πού μετέφεραν πρωτες υλες καί τρόφιμα πρός τήν Ελλάδα, όσο καί στήν διαρκή καταγραφή καί παρακολούθηση όλων των εμπορικων πλοίων πού έπλεαν εντός των ελληνικων χωρικων υδάτων καί γενικώτερα στίς ελληνικές θάλασσες. Ο Ι. Μεταξας, εν όψει πολέμου, ειχε ήδη θέσει σέ εφαρμογή τόν μηχανισμό ανεφοδιασμου της χώρας μέ πολεμοφόδια, κρίσιμες πρωτες υλες, τρόφιμα κ.λπ. καί ειχε ανάγκη από ικανούς αξιωματικούς νά επανδρώσουν τίς αρμόδιες υπηρεσίες.
Ο Νικόλαος Σταμπολης υπηρέτησε στόν θάλαμο επιχειρήσεων του ΒΝ καθ’ όλη τήν διάρκεια του πολέμου, μέχρι τήν μετάβασή του στήν Κρήτη, πάλι επί του «Βασίλισσα Όλγα», στίς 22 Απριλίου 1941. Αλλά αυτό ειναι ένα άλλο κεφάλαιο.
Σημειώσεις
1. Τό κείμενο ειναι προδημοσίευση από τό υπό προετοιμασία βιβλίο του Κωστη Νικ.Σταμπολη, «Σέ διατεταγμένη υπηρεσία, η ζωή καί η δράση του αξιωματικου του Λιμενικου Σώματος Νικολάου Σταμπολη»
2. Οι πληροφορίες καί τά στοιχεια πού περιλαμβάνονται στό ως άνω κείμενο προέρχονται από τό ανέκδοτο αρχειο του Νικολάου Σταμπολη, από σημειώσεις του συγγραφέα, καθώς καί από τό βιβλίο του Ηλία Ιω. Ρουμάνη, «Ο τορπιλλισμός της Έλλης καί τό έπος 1940-1941», εκδόσεις Τηνος, 2002.
