Η τηλεζωή κυλάει…

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Για όσους έχουν ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι και την πολυτέλεια να καλύπτουν τις βασικές ανάγκες διαβίωσης, αυτός ο κατ’ οίκον περιορισμός δεν εξελίσσεται τελικά και σε τόσο άσχημη εμπειρία.

Για πολλούς αποδείχτηκε και ευκαιρία να βάλουν σε μια τάξη εκκρεμότητες και να διαχειριστούν ανοιχτά μέτωπα σε προσωπικό, οικογενειακό, οικιακό επίπεδο που αναβάλλονταν με δικαιολογία την έλλειψη χρόνου. Να προσπαθήσουν τουλάχιστον. Γιατί συνήθως οι αναβολές αυτές αλλού έχουν τη ρίζα τους.

Είναι μια αλλαγή που άλλαξε τις ισορροπίες και τους ρυθμούς μας, αλλά ως προσαρμοστικά όντα που είμαστε, οι περισσότεροι εξ ημών βρήκαμε πάλι τρόπο να γειωθούμε φτιάχνοντας μια νέα ρουτίνα. Τη ρουτίνα της καραντίνας. Με άλλα λόγια, μόλις αρχίζουμε να συνηθίζουμε μια αλλαγή μεταμορφωνόμαστε πάλι… στον εαυτό μας. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν και πόσο μπορεί να μας αλλάξει ριζικά ένα οποιασδήποτε έντασης σοκ.

Η νέα καθημερινότητα δεν αρκεί να είναι υποφερτή. Πρέπει να ενδυθεί κι έναν μανδύα ευδαιμονίας. Είμαστε καλοπερασάκηδες κι αυτό δεν μπορεί να αλλάξει ακόμη κι αν είμαστε κλεισμένοι σ’ έναν τηλεφωνικό θάλαμο. Βέβαια, στην εποχή μας έχουμε και τα μέσα για να καλοπερνάμε. Με τα σημερινά δεδομένα, μοιάζει με εφιάλτη η σκέψη η αναποδιά αυτή να μας τύχαινε 20-30 χρόνια πριν, στην προ διαδικτύου εποχή. Μπορείτε να το αναλογιστείτε; Μόνο τηλέφωνο και αναλογική τηλεόραση. Κανονικό μαρτύριο.

Θα πει κανείς ότι υπάρχει και το βιβλίο, που είναι διαχρονική αξία. Όταν άρχισα να επεξεργάζομαι την ιδέα του εγκλεισμού, η πρώτη μου σκέψη πήγε σε μια επιδρομή στο συμπαθές έπιπλο στο γραφείο μου, που είναι φίσκα στα βιβλία κι ένα ποσοστό από αυτά… κλαίνε όταν με βλέπουν επειδή παραμένουν αδιάβαστα. Διαπιστώνω με προβληματισμό ότι ο επιπλέον ελεύθερος χρόνος στο σπίτι δεν έχει αυξήσει σε ικανοποιητικό βαθμό τον χρόνο που ούτως ή άλλως αφιέρωνα για ανάγνωση. Αυτός ο ορυμαγδός επιλογών στην οικιακή ψυχαγωγία, με τις αμέτρητες επιλογές ταινιών και τηλεοπτικών σειρών με τις ψηφιακές πλατφόρμες να ζουν τη χρυσή εποχή τους (ούτε παραγγελία να έκαναν τον κορωνοϊό), μπουχτίζει και παράλληλα εθίζει.

Οι αμέτρητες διαδικτυακές επιλογές και κάποια διαλεχτά DVD που ξεσκόνισα κι είχα κάτι αιώνες να ενοχλήσω μου γέννησαν την ιδέα να αποπειραθώ να «εκπαιδεύσω» κινηματογραφικά τον έφηβο γιο μου, κατά τον τρόπο που το κάνει ο Καναδός κινηματογραφικός κριτικός Ντέιβιντ Γκίλμουρ στο αυτοβιογραφικό μεμουάρ «Κινηματογραφική Λέσχη». Στο βιβλίο, επιτρέπει στον 15χρονο γιο του να παρατήσει το σχολείο με την προϋπόθεση να βλέπει μαζί του κάθε εβδομάδα τρεις ταινίες επιλογής του πατέρα του, συζητώντας κατόπιν μαζί του για το σινεμά και τη ζωή. Ευτυχώς (ευτυχώς;) ο δικός μου γιος δεν έχει προς το παρόν πάρει απόφαση να εγκαταλείψει το σχολείο, όμως ο κατ’ οίκον περιορισμός και οι πιο χαλαρές απαιτήσεις της τηλεκπαίδευσης έχουν εδώ κι ενάμιση μήνα διαμορφώσει μια ανάλογη συνθήκη.

Κάπως έτσι, συνυπολογίζοντας και κάποιες παραστάσεις που προσφέρονται online αυτή την τόσο περίεργη εποχή, έφτασα να παρακολουθώ περισσότερο θέαμα απ’ ότι στην εποχή της «ελευθερίας», κατά την οποία σχεδόν καθημερινά θα βρισκόμουν σε κάποια θεατρική, κινηματογραφική ή συναυλιακή αίθουσα. Κι έχω αρχίσει να τείνω προς την άποψη ότι η αυτή η νέα εμμονή να καλύψω όλη την οπτικο-αφηγηματική ιστορία του κόσμου έχει αρχίσει να χάνει τη χρυσόσκονή της. Μια καλή ταινία θέλει τον χρόνο της να κατασταλάξει, να την επεξεργαστείς, να την ανασυνθέσεις στο μυαλό. Όταν βλέπεις τη μια πίσω από την άλλη, χάνεται η μαγεία και η υπερφορτωμένη μνήμη είναι πιο αυστηρή ως προς τα στοιχεία που συγκρατεί.

Στο όλο άθροισμα μπορεί να προσθέσει κανείς τον πολύ εύχρηστο και λειτουργικό παράγοντα smartphone, που έχοντας ήδη μετατραπεί σε κύριο μέσο κοινωνικής επαφής, έχει πάρει άλλες διαστάσεις στην εποχή που η σωματική επαφή έχει ούτως ή άλλως δαιμονοποιηθεί. Ακόμη πιο απενοχοποιημένα, σπαταλάμε ώρες ολόκληρες μπροστά από την οθόνη για να ενημερωθούμε, να ενημερώσουμε, να προβληματιστούμε, να χαλαρώσουμε, να δούμε συνταγές, να παραγγείλουμε, να κάνουμε δοσοληψίες, να εξασφαλίσουμε άδεια μετακίνησης, να τηλεκαταρτιστούμε, να τηλεργαστούμε. Και κάπως έτσι καταλήξαμε να (τηλε)ζούμε τα 2/3 της ημέρας μας μπροστά από μια οθόνη. Απόλυτα εθισμένοι και εξαρτημένοι από αυτό το φωτεινό παραλληλόγραμμο. Αυτή είναι η πανδημία της εποχής μας.

Ο κόσμος βρίσκεται στον γύψο του εγκλεισμού και νιώθουμε ότι χρωστάμε πολλά στις οθόνες μας που φαίνεται να κάνουν την κατάσταση πιο υποφερτή.

Μήπως όμως έχουν καταρρεύσει και τα τελευταία μας προσχήματα προκειμένου να αφεθούμε ολοκληρωτικά και απενοχοποιημένα στην παράλληλη ψηφιακή μας ζωή; Εσείς πόση ώρα μπορείτε να αντέξετε μακριά από μια οθόνη;

Γιώργος Σαββινίδης
philenews

ΔΗΜΟΦΙΛΗ