Ο ΟΣΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ο Όμολογητής επίσκοπος Παρίου
ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΔΗΜΗΣ και ΠΡΩΤΙΩΝ
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΤΕΜΩΝ Ίερομάρτυρας
Η ΟΣΙΑ ΑΝΘΟΥΣΑ Θυγατέρα Κων/νου του Κοπρώνυμου
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΗΝΑΣ, ΔΑΒΙΔ και ΙΩΑΝΝΗΣ Άββάδες και Όσιομάρτυρες
Ο ΑΓΙΟΣ ΣΕΡΓΙΟΣ Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
Ο ΟΣΙΟΣ ΝΕΟΦΥΤΟΣ ο έγκλειστος πού άσκήτευσε στην Κύπρο
Ο ΟΣΙΟΣ ΑΚΑΚΙΟΣ ο Νέος, ο Καυσοκαλυβίτης
Αναλυτικά
Ο ΟΣΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ο Ομολογητής επίσκοπος Παρίου
Απτόητος πρόμαχος της τιμητικής προσκύνησης των εικόνων ο Βασίλειος, αποδοκίμασε με όλες του τις δυνάμεις τους επιζήμιους – για την Εκκλησία – εικονομάχους αυτοκράτορες. Ή μεγάλη θεολογική του κατάρτιση σε συνδυασμό με την ενάρετη ζωή του’ τον ανέδειξαν επίσκοπο της πόλης Παρίου στίς ακτές της Προποντίδας. Ή στάση του’ όμως αυτή έναντι των εικονομάχων αυτοκρατόρων έγινε αιτία να διωχθεί σκληρά. Υπέστη πολλά δεινά και πέρασε “εν λιμώ και δίψει, εν νηστείαις πολλάκις, εν ψύχει και γυμνότητι”1, δηλαδή, με πείνα και δίψα, με νηστείες πολλές φορές, με κρύο και γυμνότητα. Άλλα ο Βασίλειος, όπου και αν τον εξόριζαν οι αυτοκράτορες, ποτέ δεν έχανε την ευκαιρία να υπερασπίζει την “Ορθοδοξία. Τέλος, τον αξίωσε ο Θεός να δει το θρίαμβο της “Ορθοδοξίας και συγχρόνως το ναυάγιο της εικονομαχίας. Όταν επέστρεψε στην επισκοπή του, τον υποδέχθηκαν με μεγάλες τιμές και εκεί παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον Κύριο. 1.
Β’ προς Κορινθίους, ια’ 27.
Απολυτίκιο. Ήχος δ’. Ό υψωθείς εν τω Σταυρώ
Ως ιερεύς του Βασιλέως της δόξης, ομολογίας διαλάμπεις τη αίγλη, Ίερομάρτυς ένδοξε Βασίλειε· των Είκονομάχων γάρ,τήν άπάτην ελέγχων, πόνοις προσωμίλησας, υπέρ της αληθείας- και μεταστάς εν δόξη προς Θεόν, των σε τιμώντων, άπαύστως μνημόνευε.
ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Ή μετακόμιση έγινε από την επισκοπή Ζήλα (στην Καππαδοκία) στην Κωνσταντινούπολη το έτος 942, όταν βασιλείς ήταν οι Κων/νος και Ρωμανός οι Προφυρογέννητοι. Κατόπιν εναποτέθηκε στην αγία σορό των Χαλκοπρατείων στίς 12 Απριλίου.
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΔΗΜΗΣ και ΠΡΩΤΙΩΝ
Στούς συναξαριστές ή μνήμη τους αναφέρεται χωρίς υπόμνημα. Στό Λαυριωτικό όμως Κώδικα Ι 70 ή μνήμη τους αναφέρεται στίς 19 Μαρτίου, και υπάρχουν κάποια βιογραφικά στοιχεία, όχι όμως ολοκληρωμένα. ΟΙ άγιοι αυτοί λοιπόν, υπήρξαν στα χρόνια του βασιλιά Μαξιμιανού (286-305) και παρουσιάστηκαν αυθόρμητα στον ηγεμόνα της χώρας τους και ομολόγησαν με θάρρος τον Χριστό. Ό ηγεμόνας τότε τους γύμνωσε και αφού τους έδεσε με αλυσίδες, τους μαστίγωσε ανελέητα με μαστίγια από νεύρα βοδιών και τους χτύπησε με ακανθωτά ραβδιά τόσο, πού πετάχτηκαν τα σπλάχνα τους από την κοιλιά. Έτσι μισοπεθαμένους τους έριξε για 30 μέρες μέσα στη φυλακή, χωρίς νερό και ψωμί. Άλλα άγγελος Κυρίου τους επισκέφθηκε, ίασε τίς πληγές τους και τους έδωσε μπόλικο νερό και φαγητό. Όταν ο ηγεμόνας τους κάλεσε μπροστά του και τους είδε υγιείς, αντί να συνέλθει από το θαύμα, ρώτησε τους μάρτυρες με οργή αν επιμένουν στη χριστιανική τους πίστη. Αυτοί με μια φωνή απάντησαν: “Χριστιανοί έσμέν”. Τότε αυτός διέταξε και τους αποκεφάλισαν και έτσι έλαβαν το στεφάνι του μαρτυρίου.
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΤΕΜΩΝ Ιερομάρτυρας
Μαρτύρησε δια ξίφους.
Η ΟΣΙΑ ΑΝΘΟΥΣΑ Θυγατέρα Κων/νου του Κοπρώνυμου
Ήταν θυγατέρα του βασιλιά Κωνσταντίνου του Κοπρώνυμου. Γεννήθηκε μέσα στην ανακτορική δόξα και λαμπρότητα, άλλ’ αυτή ζήτησε άλλου την ευχαρίστηση και παρηγοριά της ψυχής της. Μάταια ο βασιλιάς πατέρας της (741-775) θέλησε να την παντρέψει με νέο πού είχε όλα τα πλεονεκτήματα του γένους, του κάλλους και του πλούτου. Αυτή έφερε στην καρδιά της βαθειά τη θλίψη, ότι’ ο πατέρας της ήταν εχθρός των εικόνων και δεν ήθελε σύζυγο πού είχε τα “ίδια φρονήματα μ’ αυτόν. Παρέμεινε λοιπόν άγαμη και χρησιμοποιούσε τον καιρό της σε έργα ελέους και φιλανθρωπίας. Μετά το θάνατο του πατέρα της, μοίρασε τα υπάρχοντα της σε φτωχούς, φιλανθρωπικά ιδρύματα και ναούς. Ή ‘ίδια έγινε μοναχή από τον Πατριάρχη Ταράσιο. Στο μοναστήρι ή ζωή της ήταν ασκητική, γεμάτη ταπεινοφροσύνη και αγάπη. Σέ ηλικία 52 ετών έφυγε από τον κόσμο αυτό, σ’ όλα άξια του αμάραντου στεφάνου της αιώνιας βασιλείας, ή παρθένος ή σεμνή, πού καταφρόνησε τίς ψεύτικες λάμψεις και τις απατηλές τιμές των πρόσκαιρων βασιλειών της γης.
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΗΝΑΣ, ΔΑΒΙΔ και ΙΩΑΝΝΗΣ Άββάδες και Όσιομάρτυρες
Μαρτύρησαν αφού εκτελέστηκαν τοξευόμενοι.
Ο ΑΓΙΟΣ ΣΕΡΓΙΟΣ Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
Ή μνήμη του αναφέρεται από τον Γεδεών στο Βυζαντινό Εορτολόγιο σελ. 91 και το έχει πάρει από χειρόγραφο Ευαγγέλιο (του Άγιοταφίτικου Μετοχίου 426), οπού και μόνο εκεί σημειώνεται. Όπως φαίνεται, γινόταν το μνημόσυνο του στην Κων/πολη και συγκεκριμένα στη Μονή του Μανουήλ, της οποίας έκανε ηγούμενος, διότι πουθενά άλλου δεν αναφέρεται στους Συναξαριστές ή μνήμη του. Ό Σέργιος λοιπόν, καταγόταν από επίσημη οικογένεια. Ήταν ανεψιός του Πατριάρχη Φωτίου, ενάρετος και πολύ μορφωμένος. Το 999 και σε ηλικία σχετικά μεγάλη, κλήθηκε από τον αυτοκράτορα Βασίλειο τον Β’ (976-1025) στον Πατριαρχικό θρόνο, σε διαδοχή του Σισινίου του Β’. Κυβέρνησε τον πατριαρχικό θρόνο θεοφιλώς για 20 χρόνια και απεβίωσε ειρηνικά το 1019.
Ο ΟΣΙΟΣ ΝΕΟΦΥΤΟΣ ο έγκλειστος πού άσκήτευσε στην Κύπρο
Από τους Συναξαριστές αγνοείται ή μνήμη του. Αυτός ήταν Κύπριος, πού γεννήθηκε στα Λεύκαρα (επαρχία Αμαθούντος) το 1134. Λόγω του μεγάλου ασκητικού του αγώνα, αναδείχτηκε ένας από τους μεγαλύτερους , ασκητές της Κύπρου. Έκτισε τη διάσημη Έγκλείστρα, πού σώζεται μέχρι σήμερα, όπου πέρασε όλη του τη ζωή με νηστεία, ‘ προσευχή και μελέτη. Επίσης αναδείχτηκε γλαφυρός συγγραφέας και πέθανε ειρηνικά. Τον έθαψαν μέσα στη σπηλιά της Έγκλείστρας. (Ή μνήμη του περιττώς επαναλαμβάνεται, από ορισμένους Συναξαριστές, ως μάρτυρας και την 28η Σεπτεμβρίου).
Ο ΟΣΙΟΣ ΑΚΑΚΙΟΣ ο Νέος, ο Καυσοκαλυβίτης
Ό όσιος αυτός γεννήθηκε στο χωριό Γόλιτσα της επαρχίας Φαναριού (Άγραφων) στα τέλη του 17ου αιώνα. Προσήλθε πρώτα στη μονή της Σουρβίας (κοντά στη Μακρινίτσα Βόλου), οπού έκάρη μοναχός, μετονομασθείς σε Άκάκιο από Αναστάσιο πού ήταν το κοσμικό του όνομα. Άσκήτευσε στη σκήτη του Καυσοκαλυβίου του Αγίου Όρους, όπως αναφέρεται στη βιογραφία του, πού συνέγραψε ο μαθητής του Πάπα – Ίωνάς. Διέπρεψε στις αρετές και έγινε σύμβουλος και διδάσκάλος πολλών μαρτύρων της πίστης μας. Απεβίωσε ειρηνικά στις 12 Απριλίου 1730.
Απολυτίκιο. Ηχος πλ. β’. Τον συνάναρχον Λόγον.
Άκακία έμπρέπων Πάτερ Άκάκιε, και λαμπρότητι βίου αστήρ ώς πάμφωτος, τών’ Οσίων μιμητής των πάλαι γέγονας, και χαρισμάτων θεϊκών, δαψιλώς αξιωθείς, μη παύση καθικετεύων, την Παναγίαν Τριάδα, διδόναι πάσι το θείον έλεος.