28/4/2019
του Πάμπου Βάσιλα
Το καράβι με τα προσφυγόπουλα της Κύπρου σάλπαρε τον Οκτώβριο του 1974 από το λιμάνι Λεμεσού με προορισμό τον Πειραιά. Ήταν ένα ταξίδι που έμεινε αξέχαστο για μερικές εκατοντάδες μικρά τότε Κυπριόπουλα
που ζούσαν σε άθλιες συνθήκες στους προσφυγικούς καταυλισμούς και μερικά από αυτά είχαν βιώσει τη φρίκη του πολέμου. Το ειδικό δρομολόγιο του ελληνικού επιβατηγού πλοίου «Ποσειδών» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το ταξίδι της ανθρωπιάς και της αγάπης των απλών Ελλαδιτών, έναντι των δοκιμαζόμενων το 1974, Κυπρίων. Εκατοντάδες οικογένειες, από όλα τα μέρη της Ελλάδας, ζήτησαν να φιλοξενήσουν «παιδιά του πολέμου από την Κύπρο». Να τους δώσουν την ευκαιρία να πάνε σχολείο. Να τους δώσουν την ευκαιρία να ξεφύγουν από τις δραματικές συνθήκες διαβίωσης στους προσφυγικούς καταυλισμούς.
Ο κ. Δημήτρης Δημητρίου, από τα κατεχόμενα Στροβίλια, έχει μια δεύτερη μάνα στην κοινότητα Τραγανό στον Νομό Ηλείας, στην περιοχή της Πάτρας. Την λένε Γκόλφω και όταν μπορεί την επισκέπτεται μέχρι σήμερα. Εκεί μένει και ο Σπήλιος, ο γιος της κ. Γκόλφως. Είχαν συμφωνήσει πριν από 45 χρόνια να γίνουν αδέλφια. Και παρέμειναν μέχρι σήμερα. Όταν ο Δημήτρης Δημητρίου έζησε σε αυτή την οικογένεια στο μικρό Τραγανό, από τον Οκτώβριο του 1974, ώς τον Ιούνιο του 1975.
Ο 9χρονος τότε Δημήτρης, μαζί με τον 11χρονο αδελφό του Αβραάμ Δημητρίου, ήταν τα μοναδικά δύο παιδιά από τον οικισμό των προσφύγων στο Δασάκι της Άχνας, που το 1974 επιβιβάστηκαν στο «Ποσειδών», για το ταξίδι που έμελλε να σημαδέψει τη ζωή του και να παραμένει μέχρι σήμερα ανεξίτηλο στη μνήμη του, όπως μάλλον και στα υπόλοιπα παιδιά που ταξίδεψαν μαζί του.
Στροβίλια – Δασάκι
Μέσα Αυγούστου 1974 περιοχή Στροβιλιών, επαρχία Αμμοχώστου. Τουρκικά άρματα μάχης εφορμούν για κατάληψη του οικισμού των Στροβιλιών. Την υστάτη Βρετανοί των Βάσεων οδηγούν με ασφάλεια τους κατοίκους στο Δασάκι. Τις πρώτες εβδομάδες, θυμάται ο Δημήτρης, οι συνθήκες είναι τρισάθλιες. Το συσσίτιο ίσα να «πιάνει κάτι το στομάχι να μην πεινά». Πόσιμο νερό διανέμει ένα όχημα της Πυροσβεστικής που εκτελεί χρέη βυτιοφόρου και πολλοί δεν έχουν μια στάμνα, ένα παγούρι, μια κούπα να τους βάλουν νερό. Αντίσκηνα για τους πλείστους δεν υπάρχουν ακόμη. Ο κόσμος κοιμάται με μια κουβέρτα κάτω από τα πεύκα του δάσους Άχνας. Έχει περάσει ενάμισης μήνας από τη φυγή από τα Στροβίλια και το βράδυ αρχίζει πλέον να κάνει ψύχρα.
Μια μέρα, ο πατέρας του Δημήτρη και του Αβραάμ που ήταν αστυνομικός, τους φώναξε και τους είπε πως θα τους έστελνε να πάνε να μείνουν σε ελληνική οικογένεια. Να ξεφύγουν από την κόλαση του οικισμού προσφύγων στο Δασάκι. Να πάνε σχολείο. Να έχουν ένα κρεβάτι και να μην κοιμούνται στο χώμα. Να έχουν κάπου να κάνουν μπάνιο.
Ο απόπλους
Με τον αδελφό του πάνω στο καράβι για τον Πειραιά, στο λιμάνι Λεμεσού. Οι πρόσφυγες γονείς να αποχαιρετούν τα παιδιά τους ήταν και η εικόνα που δεν έσβησε ποτέ από τη σκέψη του Δημήτρη. Δύο περίπου μέρες έκανε το καράβι και έφτασε στον Πειραιά. Ο Δημήτρης με τον αδελφό του μετέβησαν στον Νομό Ηλείας, όπου το πρώτο βράδυ κοιμηθήκανε σε μια Μονή, μέχρι να τακτοποιηθούν σε οικογένειες. Την άλλη μέρα, έπρεπε όμως να αποχωριστεί από τον αδελφό του, γιατί δεν γινόταν να πάνε και οι δύο σε μια οικογένεια. Νέες στεναχώριες στην ξενιτεία για τον Δημήτρη. Ένας φίλος του και κάποια στιγμή του λέει: «Θα μας χωρίσουν ρε Δημήτρη και εγώ φοβάμαι». Έσφιξε την καρδιά του ο Δημήτρης και πάει και στέκεται μπροστά στον Επίσκοπο της Μονής και του λέει: «Κύριε δεν μπορείς τουλάχιστο να με στείλεις στο ίδιο χωριό με το ξαδελφάκι μου γιατί φοβάται να μείνει μόνος». Και τους έστειλε ο Μητροπολίτης στο Τραγανό. Εκείνο σε σπίτι μιας οικογένειας και τον φίλο του στο σπίτι του παπά του Τραγανού.
«Ήταν φτωχοί άνθρωποι, αλλά μας αγαπούσαν»
Η ζωή στο χωριό ήταν λιτή. Οι άνθρωποι που φιλοξένησαν τα Κυπριόπουλα το 1974, οι πλείστοι το έκαναν από το υστέρημά τους και όχι από το περίσσευμά τους. Απλοί άνθρωποι που μοιράστηκαν το σεμνό τους δείπνο και το λιτό τους σπίτι μαζί με τα προσφυγόπουλα της Κύπρου. «Μας αγαπούσαν όμως. Στο σπίτι και στο Σχολείο. Ήθελαν να μας βοηθήσουν. Ένιωθες αυτή την αγάπη και αρκούσε. Μοιραζόσουν το ψωμί και το φαγητό τους. Βοηθούσες όσο μπορούσες στις καθημερινές αγροτικές τους ή άλλες εργασίες». Μετά από δέκα μήνες παραμονής στην Ελλάδα τα Κυπριόπουλα επέστρεψαν στην Κύπρο τον Ιούνιο του 1975. Είχαν παρακολουθήσει το σχολικό έτος 1974 – 1975 μαζί με τα Ελληνόπουλα. Για τον Δημήτρη ένα κομμάτι της ζωής και της ψυχής του παρέμεινε, όμως, για πάντα στο Τραγανό του Νομού Ηλείας. Τα Χριστούγεννα, το Πάσχα, τα γενέθλιά του που έζησε εκεί σε μια ξένη οικογένεια. Τα βράδια που τα δάκρυά του μούσκευαν το μαξιλάρι του, καθώς πεθυμούσε τη μάνα, τον πατέρα και τα μικρά του αδέλφια που έμειναν πίσω στην Κύπρο. Ώρες, ώρες ατελείωτες σκεφτόταν πως θα ήταν καλύτερα μαζί τους κάτω από τα πεύκα στο Δασάκι, παρά μόνος του σε σπίτι στην Ελλάδα. Την ημέρα που έφευγε όμως να επιστρέψει στην Κύπρο μέσα του ήταν σίγουρος. Στο Τραγανό άφηνε πίσω μια δεύτερη μάνα, την κ. Γκόλφω και έναν αδελφό, τον Σπήλιο. Όπως και τους συμμαθητές και δασκάλους του που του έμαθαν γράμματα εκείνη τη δύσκολη χρονιά της ζωής του. Πέρασαν από τότε 45 χρόνια. Ο Δημήτρης Δημητρίου, ο αδελφός του και όλα τα Κυπριόπουλα της προσφυγιάς που φιλοξενήθηκαν εκείνη τη χρονιά στην Ελλάδα, θα θυμούνται για πάντα αυτή την εμπειρία ζωής. Και όποτε επιστρέφει εκεί. Στα μέρη που φιλοξενήθηκε μικρό παιδί, προσφυγόπουλο.
ΠΗΓΗ:http://www.philenews.com/koinonia/eidiseis/article/693475/to-pascha-poy-den-tha-xechasoyn-kapoia-prosfygpoyla