Χάρη στο ευρώ η ευημερία στη Γερμανία αυξήθηκε περισσότερο απ’ ό,τι σε κάθε άλλη χώρα της Ευρωζώνης, συμπεραίνει έκθεση του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής (CEP). Στους κερδισμένους και η Ελλάδα, όμως μόνο μέχρι το 2011.
20 χρόνια μετά την εισαγωγή του ευρώ οι μεγάλοι κερδισμένοι του ενιαίου νομίσματος ως προς την ενίσχυση της ευημερίας τους είναι Γερμανία και Ολλανδία, ενώ οι μεγάλοι χαμένοι Γαλλία και Ιταλία. Στις χώρες που κέρδισαν σε ευημερία ανήκει και η Ελλάδα, όμως μόνο μέχρι το 2011, συμπεραίνει έκθεση του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής (CEP) με έδρα το Φράιμπουργκ της Γερμανίας.
Στην έκθεση που παρουσιάστηκε σήμερα στο Βερολίνο αναφέρεται ότι η Γερμανία επωφελήθηκε περισσότερο από κάθε άλλη χώρα της Ευρωζώνης. Βάσει μάλιστα μοντέλου του γερμανικού ινστιτούτου η ευημερία στη χώρα αυξήθηκε κατά 1,9 τρισεκατομμύρια ευρώ που αντιστοιχεί ανά κάτοικο σε περισσότερα από 23.000 ευρώ.
Σε καθοδική πορεία η Ελλάδα αφότου «έσκασε η φούσκα»
Όσον αφορά την Ελλάδα η έκθεση δείχνει ότι η ευημερία στην Ελλάδα ενισχύθηκε σημαντικά την περίοδο 2001-2010. Η ανοδική πορεία ωστόσο ανακόπηκε το 2011 δύο χρόνια αφότου «έσκασε η φούσκα», γράφει χαρακτηριστικά η έκθεση. Από τότε ξεκίνησε η καθοδική πορεία.
Λόγω όμως του σημαντικού οφέλους τα πρώτα εννέα χρόνια από την εισαγωγή του ευρώ το συνολικό αποτέλεσμα, μέχρι τα τέλη του 2017 που εξετάζει η έκθεση, έχει θετικό πρόσημο με περίπου 2 δις που αντιστοιχούν ανά κάτοικο σε περίπου 190 ευρώ.
Για να παραμείνει ωφελημένη η Ελλάδα από το ευρώ οι συντάκτες του γερμανικού ινστιτούτου προτείνουν την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων για την τόνωση του ΑΕΠ, όπως η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και η βελτίωση του επενδυτικού κλίματος.
Γαλλία και Ιταλία δεν είναι ανταγωνιστικές
Οι ειδικοί του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής εξέτασαν συνολικά 8 χώρες-μέλη της Ευρωζώνης από τις οποίες κερδισμένες βγαίνουν μόνο τρεις: Γερμανία, Ολλανδία και Ελλάδα, ενώ χαμένες όλες οι υπόλοιπες: Ισπανία, Πορτογαλία, Βέλγιο, Γαλλία και Ιταλία.
Οι απώλειες σε ευημερία από την εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος κοστολογούνται στη Γαλλία σε σχεδόν 3,6 τρισεκατομμύρια ευρώ, ενώ στην Ιταλία σε 4,3 τρισεκατομμύρια. Οι συντάκτες της έκθεσης συμπεραίνουν ότι τόσο η Γαλλία όσο και η Ιταλία δεν βρήκαν τρόπους ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητάς τους εντός Ευρωζώνης. Έτσι από την εισαγωγή του ευρώ προχωρούν σε συστηματική υποτίμηση του νομίσματός τους. Σύμφωνα με την έκθεση για να επωφεληθούν από το ευρώ θα πρέπει να συνεχίσουν με συνέπεια την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη δρομολογηθεί.
Ως παράδειγμα επιτυχημένης εφαρμογής ριζικών μεταρρυθμίσεων η έκθεση αναφέρει την Ισπανία, η οποία πετυχαίνει από το 2015 να επιβραδύνει τις αρνητικές επιπτώσεις της εισαγωγής του ενιαίου νομίσματος.