Η σύγκρουση με το περιβάλλον
Του Δημήτρη Α. Δημητριάδη
Τη γη δεν την κληρονομήσαμε,
την έχουμε δανειστεί από τα παιδιά μας
Υπάρχει κάτι παρανοϊκό στον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε τη γη. Βρισκόμαστε στη μεγαλύτερη σύγκρουση της ιστορίας μας, στη σύγκρουση με το περιβάλλον. Πιο συγκεκριμένα, οι απεριόριστες δυνατότητες της βιομηχανικής εποχής μας και οι καταναλωτικές μας συνήθειες περιόρισαν κατά τρόπο αμείλικτο την ανοχή του οικοσυστήματος, ώστε να τοποθετείται χρονικά το αδιέξοδο μεταξύ της δικής μας και της γενιάς των παιδιών μας. Ο πολιτισμός μας στρέφεται εναντίον του ίδιου του μέλλοντός του. Και είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι η συμπεριφορά μας αυτή δεν επιβάλλεται από κάποια αδήριτη ανάγκη. Μας παρασύρει η καθημερινότητα που δρα καταλυτικά, μας παραπλανά η αδράνεια σε έναν τρόπο ζωής που δεν είμαστε σε θέση να ελέγξουμε.
Οι τελευταίες δεκαετίες έχουν αλλάξει το ρυθμό του κόσμου. Η οικονομική ανάπτυξη προχώρησε ακάθεκτη, αδιαφορώντας για τις καταστροφές που προκαλούσε στο περιβάλλον. Οι πολιτικές ηγεσίες – γέννημα και θρέμμα της αναπτυξιακής θεώρησης του μέλλοντος – δεν έχουν συλλάβει την κλονιζόμενη ισορροπία της φύσης. Ζούσαν με τα δεδομένα του παρελθόντος και στόχευαν πάντα σε μία συνεχή οικονομική μεγέθυνση. Ποιότητα ζωής σήμαινε περισσότερη τεχνολογία για περισσότερα αυτοκίνητα, μεγαλύτερα αεροδρόμια, χημικά λιπάσματα, εντομοκτόνα και φυτοφάρμακα. Η πολιτική της οικονομικής μεγέθυνσης οδήγησε στην αναπτυξιακή ψύχωση που επέφερε ανυπολόγιστη καταστροφή στο παγκόσμιο οικοσύστημα, σπατάλη εξαντλήσιμων φυσικών πόρων και γενική υποβάθμιση της ποιότητας ζωής.
Είμαστε όμηροι ενός νέου τρόπου ζωής. Ο άνθρωπος πέτυχε, πλέον, από δευτερεύον ή ασήμαντο μέλος στην αλυσίδα των φυσικών οικοσυστημάτων, να γίνει ο κύριος καταναλωτής μέχρις εξαντλήσεώς τους. Η Ιστορία είναι γεμάτη από παραδείγματα λαών, εθνών, πολιτισμών, που δεν κατόρθωσαν να περάσουν στο επόμενο στάδιο. Η ανθρώπινη φύση δεν έχει μνήμη. Η Ιστορία αποδεικνύει ότι ποτέ ο άνθρωπος δεν κατόρθωσε να προβλέψει μακροπρόθεσμα, ώστε να παραδειγματιστεί από προηγούμενες καταστροφές.
Το παράδοξο της εποχής μας είναι ότι η πραγματική απειλή για την ανθρωπότητα προέρχεται όχι από φυσικούς παράγοντες, αλλά από τον ίδιο τον πολιτισμό μας. Και είναι ακόμα πιο παράδοξο ότι, για να τον θέσουμε υπό έλεγχο,θα χρειαστούμε και πάλι τις πολιτισμικές διαδικασίες του, για να μας οδηγήσουν σε μία νέα προσαρμογή.
Η διαχείριση της γης, στα επόμενα χρόνια, είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα του αιώνα. Χρειαζόμαστε μία εντελώς νέα προσέγγιση στην οργάνωση και διαχείριση της διεθνούς κοινότητας, νέα οργάνωση στους μηχανισμούς που θα την κατευθύνουν. Καλούμεθα να θέσουμε τα θεμέλια ενός νέου πολιτισμού, όπου η «οικολογία» ως διεπιστημονική προσέγγιση θα πρέπει να είναι κύριο στοιχείο. Θα πρέπει να θεωρήσουμε τον πλανήτη ως ασθενή, του οποίου τις πληγές πρέπει να θεραπεύσουμε με ατομική, συλλογική και διεθνή συμμετοχή.
Θα πρέπει να αντιληφθεί ο άνθρωπος τα όριά του, όχι μόνο τα ατομικά, αλλά και τα κοινωνικά και να αυτοπεριορίζεται. Άλλωστε, η αυτονομία – η αληθινή ελευθερία – είναι ο αυτοπεριορισμός, αναγκαίος όχι μόνο στους κανόνες ενδοκοινωνικής συμπεριφοράς, αλλά και στους κανόνες που υιοθετούμε στην συμπεριφορά μας απέναντι στο περιβάλλον. Ο κόσμος πρέπει να αφήσει κατά μέρος την τάση κατάκτησης της φύσης και να υιοθετήσει τη «φιλοσοφία» των ορίων, η οποία να αναθεωρεί τις έννοιες της «προόδου», της «ανάπτυξης» και όλων των σύγχρονων ορισμών της «υλικής ευημερίας» και να εισαγάγει νέους όρους, πιο ανεκτούς, στηριζόμενους σε υγιή σχέση μεταξύ των ανθρώπινων όντων και γης. Έτσι, αντί του ρόλου των επικυρίαρχων επί της γης, θα πρέπει νααναλάβουμε το ρόλο του οικονόμου και του πιστού υπηρέτη της, επωφελούμενοι από το φυσικό της πλούτο.
Ο οικολογικός τρόπος σκέψης είναι ένας εναλλακτικός, ένας διαφορετικός τρόπος αντιμετώπισης της βαθιάς κρίσης των κοινωνικών σχέσεων. Η εναλλακτική αντίληψη δεν αντιμετωπίζει το κάθε ζήτημα σαν κάτι ανεξάρτητο και ξεκομμένο από τα υπόλοιπα και θεωρεί ότι οποιαδήποτε επέμβαση πάνω στη φύση και την κοινωνία πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση με τις συνέπειές της.
Με άλλα λόγια, η ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος θα πρέπει να στηριχτεί σε μία αφύπνιση της παγκόσμιας συνείδησης. Η «επανάσταση» αυτή, αν πραγματοποιηθεί, θα πάρει τη σκυτάλη από την επικρατούσα κατάσταση των υλικών απαιτήσεων και θα οδηγήσει το σύγχρονο άνθρωπο στο δρόμο της ισόρροπης μεγέθυνσης της υλικής ευμάρειας και της κοινωνικής, πολιτιστικής κι αισθητικής απόλαυσης.