Τα εξεζητημένων τεχνολογιών και υψηλού κόστους σημερινά αεροσκάφη, όπως είναι το F35 ή ακόμη και τα παλαιότερα F16, F18, Tornado κ.λπ., δύσκολα μπορούν να λειτουργήσουν ως προέκταση του πυροβολικού, λόγω των μικρών αριθμών που διατίθενται. Άρα, το πυροβολικό τείνει να αντιστρέψει την τάση και να επεκτείνει την δράση του έτσι ώστε να μπορεί να λειτουργήσει ως υποκατάστατο της αεροπορίας.
Σε προηγούμενο άρθρο στο Foreign Affairs [1] είχαμε εξετάσει την τάση για μετατροπή της πολεμικής διαδικασίας σε βληματοκεντρική (projectile centric), δηλαδή τη μετατόπιση του κέντρου βάρους από τις πλατφόρμες στα μέσα άσκησης των καταστρεπτικών αποτελεσμάτων στον αντίπαλο, δηλαδή τα βλήματα. Η (εν δυνάμει) αυτή εξέλιξη αποτελεί το αποτέλεσμα μιας σειράς παραγόντων.
ΑΔΙΑΠΕΡΑΣΤΟΙ ΘΟΛΟΙ ΑΕΡΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΕΝΑ ΝΕΟ ΠΥΡΟΒΟΛΙΚΟ «ΜΑΖΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ»
Ένας γεωπολιτικός λόγος που ωθεί προς την ανάπτυξη βληματοκεντρικών μοντέλων μάχης είναι το πιο πρόσφατο επεισόδιο στον διιστορικό ανταγωνισμό των ναυτικών με τις χερσαίες δυνάμεις στα εγγύς ευρασιατικά ύδατα. Συγκεκριμένα, οι μεγάλες ευρασιατικές χερσαίες δυνάμεις, με προεξάρχουσα την Κίνα, έχουν δημιουργήσει εδώ και μερικά χρόνια πλέγματα «αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής» (A2/AD), βασισμένα σε προηγμένα βλήματα, ικανά να προσβάλουν τις ομάδες μάχης των αμερικανικών αεροπλανοφόρων, όπως είναι αντιπλοϊκοί βαλλιστικοί πύραυλοι (ASBM), υπερηχητικοί ή υπέρ – υπερηχητικοί (hypersonic) αντιπλοϊκοί πύραυλοι cruise (ASCM) ή ακόμη και πολλαπλοί εκτοξευτές ρουκετών.
Ταυτοχρόνως, προηγμένα συστήματα πολυστρωματικής αεράμυνας δημιουργούν «θόλους» (‘bubbles’) αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής, απαγορεύοντας ή έστω καθιστώντας πολύ δύσκολο και επικίνδυνο σε μαχητικά αεροσκάφη, ακόμη και στα «αόρατα» F–35, να διεισδύσουν μέσα σε αυτές για να καταστρέψουν τους εκτοξευτές των βαλλιστικών πυραύλων, τους πολλαπλούς εκτοξευτές ρουκετών και τα υπόλοιπα συστήματα πυροβολικού που απειλούν πλοία επιφανείας ή τεθωρακισμένες και μηχανοκίνητες μονάδες.
Τις χερσαίες δυνάμεις απειλεί ένα νέου τύπου, «μαζικής καταστροφής» πυροβολικό, όπως φάνηκε πριν από μερικά χρόνια στις μάχες στην Ουκρανία.
Συγκεκριμένα, οι Ρώσοι φαίνεται ότι χρησιμοποίησαν συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου για στοχοποίηση των ουκρανικών δυνάμεων, τις οποίες εν συνεχεία εξόντωσαν σε ελάχιστο χρονικό διάστημα με μαζικά πυρά πυροβολικού. Εκτιμάται δε ότι το 90% των ουκρανικών απωλειών στον πόλεμο προήλθε από πυρά πυροβολικού και όλμων. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της λεγόμενης «Μάχης της Zelenopillya», όπου δύο ουκρανικά μηχανοκίνητα τάγματα αφανίστηκαν μέσα σε μερικά λεπτά από μπαράζ ρουκετών των 122 χιλιοστών από εκτοξευτές BM–21 Grad.
Οπότε, για να διαπεράσουν αυτούς τους «θόλους» αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής, οι Ηνωμένες Πολιτείες επενδύουν επίσης σε βληματοκεντρικά μοντέλα αντι–αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής. Δηλαδή, κυρίως σε πυραυλικά συστήματα, ικανά να προσβάλουν κινούμενους στόχους τόσο στην στεριά όσο και την θάλασσα (και πιθανώς και στον αέρα) σε μεγάλες αποστάσεις. Αυτός ήταν ο βασικός λόγος, κατά την άποψη του γράφοντος, που οδήγησε τις ΗΠΑ στην έξοδο από τη Συνθήκη INF (Intermediate – Range Nuclear Forces) και όχι η ανάπτυξη νέων πυρηνικών. Οι Αμερικανοί κατενόησαν ότι για να διαπεράσουν αυτά τα πλέγματα θα έπρεπε να αναπτύξουν και αυτοί πυραυλικά συστήματα μεγάλης ακρίβειας και βεληνεκούς, ικανά να προσβάλουν κινούμενους στόχους. Έτσι, αρχικώς αναπτύχθηκε ένα έκδοχο του πυραύλου ATACMS με βεληνεκές 350 χλμ., ικανού να χτυπήσει και κινούμενα πλοία επιφανείας. Εν συνεχεία, οι ΗΠΑ ανέπτυξαν έναν νέο πύραυλο, τον Deep Strike, εκτοξευόμενο από τον πολλαπλό εκτοξευτή ρουκετών MLRS, ικανό να προσβάλει κινούμενους στόχους στην στεριά και την θάλασσα, με επίσημο βεληνεκές 499 χλμ. για να μην παραβιάζει ονομαστικά τους περιορισμούς της Συνθήκης INF.
Αναλυτικότερα, η συνθήκη INF απαγορεύει την ανάπτυξη και κατοχή χερσαία εκτοξευόμενων πυραυλικών συστημάτων, τόσο βαλλιστικών πυραύλων όσο και πυραύλων cruise, με βεληνεκές μεταξύ 500 και 5.500 χλμ., ανεξαρτήτως αν μεταφέρουν πυρηνικές ή συμβατικές κεφαλές. Για πολλά χρόνια αυτός ο περιορισμός δεν προβλημάτιζε ιδιαίτερα τις ΗΠΑ δεδομένου ότι, ως ναυτική δύναμη, τα πυραυλικά συστήματα που χρησιμοποιούσαν σε αυτές τις κατηγορίες βεληνεκούς εκτοξεύονταν από πλοία ή αεροσκάφη.
Όμως, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω τα τελευταία χρόνια, οι Κινέζοι έθεσαν νέα δεδομένα. Συγκεκριμένα, για να κυριαρχήσουν στη Νότιο Σινική Θάλασσα, ανέπτυξαν μια σειρά από καινοφανή πυραυλικά συστήματα, όπως κατευθυνόμενους βαλλιστικούς πυραύλους εναντίον πλοίων (ASBM). Πιο γνωστός εκπρόσωπος είναι το περιβόητο σύστημα Dong Feng 21D (DF-21D), το βεληνεκές του οποίου ξεπερνά τα 1.500 χλμ. και απειλεί τα αεροπλανοφόρα του αμερικανικού ναυτικού.
ΜΕΓΑΛΟ ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ, ΥΨΗΛΗ ΦΟΝΙΚΟΤΗΤΑ, ΠΟΙΚΙΛΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ
Ένας ακόμη λόγος που ωθεί στην ανάπτυξη βληματοκεντρικών μοντέλων μάχης είναι οι τεράστιες πρόοδοι που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στο βεληνεκές, την ακρίβεια πλήγματος, την φονικότητα, την ποικιλία των αποτελεσμάτων και την ικανότητα βλημάτων διαφόρων κατηγοριών να προσβάλουν κινούμενους στόχους διαφόρων τύπων, εντοπίζοντάς τους με δικά τους μέσα.
Αυτό ισχύει για πάσης φύσεως βλήματα. Από αντιαρματικούς πυραύλους μέχρι βαλλιστικούς, από οβίδες πυροβόλων και ρουκέτες μέχρι αντιπλοϊκούς πυραύλους cruise και από πυραύλους αέρος–αέρος μέχρι τορπίλες.
Οι πρόοδοι αυτοί, μεταξύ των άλλων, ενισχύουν την τάση για αυτονόμηση των βλημάτων από τις πλατφόρμες μάχης, σε περιορισμένων διαστάσεων γεωγραφικά περιβάλλοντα, ενώ επιτρέπουν τη μείωση των πλατφορμών που χρειάζονται για να καλύψουν έναν χώρο μεγαλύτερων διαστάσεων, αυξάνοντας εν παραλλήλω τις αποστολές που αυτές μπορούν να αναλάβουν, και βελτιώνουν τις δυνατότητες άσκησης αποφασιστικών αποτελεσμάτων σε διάφορα τακτικά και επιχειρησιακά σενάρια. Επίσης, ενισχύουν το ειδικό βάρος των βλημάτων μέσα σε δικτυακές δομές, επιτρέποντάς τους να ασκούν περισσότερες λειτουργίες στην πληροφοριοκεντρική διαδικασία εντοπισμού των στόχων – καθοδήγησης προς αυτούς – προσβολής τους.
Οι βελτιώσεις αυτές, ιδιαίτερα όσον αφορά το βεληνεκές και την ικανότητα προσβολής στόχων εκτός και πέραν της γραμμής της θέας (NLOS & BLOS αντιστοίχως), μέσα σε δικτυακές δομές, εκτός του ότι επιτρέπουν σε συστήματα πυροβολικού να αναλαμβάνουν μέρος των αποστολών της πολεμικής αεροπορίας, επιτρέπουν και τον εξοπλισμό μεταφορικών πλατφορμών με όπλα μεγάλου βεληνεκούς, δημιουργώντας συστήματα μάχης υψηλής κινητικότητας, ικανά να ασκήσουν προβολή ισχύος σε εκτεταμένες περιοχές. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του εφοδιασμού των ισραηλινών μεταφορικών ελικοπτέρων CH–53 Ya’sur με πυραύλους Nimrod 3 ημιενεργής καθοδήγησης λέιζερ (SAL), με βεληνεκές 50 χλμ. Το μεγάλο βεληνεκές των εν λόγω πυραύλων επιτρέπει στο μεγάλο μεταφορικό ελικόπτερο να τους εξαπολύει από αποστάσεις ασφαλείας, μειώνοντας την ανάγκη για πολύ ακριβά μαχητικά ελικόπτερα, όπως είναι τα AH–64 Apache. Ένα μεταφορικό ελικόπτερο, οπλισμένο με παρόμοια μεγάλου βεληνεκούς όπλα, μπορεί να αξιοποιεί μεγάλο εύρος των μετόπισθεν, μετατρεπόμενο στην ουσία σε μια ιπτάμενη πυραυλική βάση, ικανή να ασκήσει προβολή ισχύος ακριβείας σε μεγάλες εκτάσεις.
Αυτές οι εξελίξεις επιτρέπουν την δημιουργία χαμηλού κόστους πλεγμάτων εκπομπής πυρών αποφασιστικής επίδρασης στα τεκταινόμενα της μάχης, με μεγάλη ποικιλία και διάρκεια αποτελεσμάτων, περιορίζοντας δραστικά την ανάγκη για ύπαρξη ακριβών πλατφορμών μάχης, όπως είναι τα μαχητικά αεροσκάφη και ελικόπτερα.
Οι ικανότητες αυτές εκφράζονται ξεκάθαρα στην αντίληψη των «Διαχωρικών Πυρών» (Cross Domain Fires) του στρατού των ΗΠΑ, που με την σειρά της αποτελεί στοιχείο της ευρύτερης αντίληψης της «Πολυχωρικής Μάχης» (Multi Domain Battle/ MDB).
ΙΠΤΑΜΕΝΕΣ ΠΥΡΑΥΛΙΚΕΣ ΒΑΣΕΙΣ
Επίσης, στο πλαίσιο της Multi Domain Battle επιδιώκεται η σύζευξη όπλων πυροβολικού με ικανότητες ηλεκτρονικού πολέμου και κυβερνοπολέμου, οι οποίες αντιμετωπίζονται πλέον ως ενότητα και αναφέρονται με το αρκτικόλεξο CEMA (cyber electromagnetic activities), έτσι ώστε, αφενός να επιταχύνεται η διαδικασία στοχοποίησης του αντιπάλου, αφετέρου να επιφέρονται συνδυαστικά πλήγματα που θα διευκολύνουν την αποδιοργάνωση της εχθρικής δύναμης.
Η τάση αυτή για μερική υποκατάσταση των αεροπορικών πλατφορμών από βελτιωμένα συστήματα πυροβολικού ενισχύεται από το γεγονός ότι περιορίζονται ολοένα και περισσότερο οι τύποι μαχητικών αεροσκαφών χαμηλού κόστους, τακτικής προβολής ισχύος, που θα επέτρεπε και την ύπαρξή τους σε επαρκείς αριθμούς. Σήμερα, δεν έχουμε αεροσκάφη αντίστοιχα των Ilyushin Il-2 Shturmovik ή των Junkers Ju-87 Stuka του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τα οποία ουσιαστικά λειτουργούσαν ως ιπτάμενο πυροβολικό. Τα εξεζητημένων τεχνολογιών και υψηλού κόστους σημερινά αεροσκάφη, όπως είναι το F35 ή ακόμη και τα παλαιότερα F16, F18, Tornado κ.λπ., δύσκολα μπορούν να λειτουργήσουν ως προέκταση του πυροβολικού, λόγω των μικρών αριθμών που διατίθενται. Άρα, το πυροβολικό τείνει να αντιστρέψει την τάση και να επεκτείνει την δράση του έτσι ώστε να μπορεί να λειτουργήσει ως υποκατάστατο της αεροπορίας. Βέβαια, εδώ υπάρχει και αντίλογος, δεδομένου ότι αεροπορικά όπλα όπως είναι η GBU–39 «βόμβα μικρής διαμέτρου» (SDB), σε συνδυασμό με «έξυπνους» πυλώνες όπως είναι ο AMBER, επιτρέπει σε μαχητικά αεροσκάφη σαν το F15X, να μεταφέρουν μεγάλο αριθμό βομβών υψηλής ακρίβειας και να τις εξαπολύουν από μεγάλες αποστάσεις. Συγκεκριμένα, το F15X μπορεί να μεταφέρει μέχρι 22 πυραύλους αέρος–αέρος ή 28 βόμβες SDB. Όμως, και αυτή είναι μια βληματοκεντρική λογική, η οποία δίνει έμφαση στα βλήματα, «υπερφορτώνοντας» κάθε αεροσκάφος με όπλα και περιορίζοντας τον απαιτούμενο αριθμό τους, έτσι ώστε να μπορεί να διατηρηθεί χαμηλά το κόστος.
Τη μεγιστοποίηση των δυνατοτήτων προσβολής πολλών στόχων από μια και μόνη αεροπορική πλατφόρμα προσφέρουν «μικροσκοπικά» (miniature), «έξυπνα», πυρομαχικά προσβολής ακριβείας (PGM), όπως είναι το Hatchet της αμερικανικής εταιρείας Orbital ATK. Το Hatchet ζυγίζει μόλις 3,2 κιλά (επτά λίβρες) και ουσιαστικά είναι μια εκρηκτική κεφαλή με έναν συνδυασμό πτερυγίων σε τριγωνική διάταξη στο ρύγχος και την ουρά για την καθοδήγησή του. Σχεδιάστηκε πρωτίστως για χρήση από μη επανδρωμένα αερο-οχήματα αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από άλλες πλατφόρμες. Για παράδειγμα, σε ένα μαχητικό αεροσκάφος μπορεί να τοποθετηθούν εκτοξευτές βάρους 500 λιβρών, κάθε ένας εκ των οποίων μπορεί να μεταφέρει περί τα 50 Hatchet. Συνολικά ένα μαχητικό αεροσκάφος μπορεί να μεταφέρει μέχρι 250 βλήματα. Τα πυρομαχικά μπορούν να εξαπολυθούν εναντίον ενός μεγάλου αριθμού στόχων ή να προσβάλουν με πολλαπλά πλήγματα μικρότερο αριθμό στόχων.
Σε αντίθεση δε με άλλα μικροσκοπικά πυρομαχικά το Hatchet δεν επιδιώκει να περιορίσει τα αποτελέσματα στον στόχο αλλά να τα μεγιστοποιήσει, επιτυγχάνοντας αντίστοιχο πλήγμα πολύ μεγαλύτερου όπλου. Συγκεκριμένα, οι σχεδιαστές του υποστηρίζουν ότι το όπλο είναι ικανό να επιτύχει αποτελέσματα θραυσματοποίησης (fragmentation effects) ανάλογα με αυτά ενός βλήματος πέντε φορές μεγαλύτερο από αυτό.
«ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΜΕΝΑ» ΒΛΗΜΑΤΑ
Αυτά τα νέου τύπου βλήματα συνδυάζονται με μια νέα οικογένεια «υβριδικών», θα μπορούσαμε να πούμε, όπλων, που αποτελούν σύζευξη πλατφόρμας και βλήματος. Σε αυτήν την κατηγορία μπορούμε να εντάξουμε τα λεγόμενα «πυρομαχικά περιπλάνησης» (loitering munitions), τα οποία μπορούν να χαρακτηριστούν ως αυτοκαταστρεφόμενα ρομπότ, αν και σε κάποιες περιπτώσεις μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν, αν δεν βρουν κάποιον αξιόλογο στόχο ώστε να πέσουν πάνω τους, περιμένοντας μια «καλύτερη μέρα για να πεθάνουν». Σε αντίθεση με ό,τι συνήθως αναφέρεται, παρόμοια δυνητικώς επαναχρησιμοποιούμενα όπλα δεν είναι μόνο κάποια μη επανδρωμένα αερο-οχήματα (UAV) με εκρηκτικό φορτίο, αλλά διαφόρων ειδών συστήματα, ακόμη και συνδυασμός μη επανδρωμένων υποβρυχίων σκαφών (UUV) με τορπίλες ή υβρίδια τορπιλών και UUV. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της έκδοσης επαυξημένου βεληνεκούς της τορπίλης DM2A4 Sea Hake (Seehecht) Mod4 ER, η οποία έχει επιτύχει το εντυπωσιακό βεληνεκές των 140 χλμ. Η επίδοση αυτή ουσιαστικά μετατρέπει την τορπίλη σε υβρίδιο UUV και τορπίλης και, εν μέρει, την «χειραφετεί» από τα σκάφη μεταφοράς σε περιορισμένων διαστάσεων θαλάσσιες εκτάσεις.
Μια ιδιαίτερη κατηγορία βλημάτων είναι μικρά οπλισμένα μη επανδρωμένα αερο-οχήματα, τα οποία σε δομές σμήνωσης (swarming), μπορούν να επιφέρουν συντριπτικά πλήγματα στις εχθρικές δυνάμεις, ιδιαίτερα δε αν έχουν ικανότητες αυτόνομης λήψης αποφάσεων.
Σε ακραία αλλά πιθανώς επαρκώς ρεαλιστικά σενάρια, μεγάλες ομάδες από ιπτάμενα ρομπότ, σε μη – ιεραρχικές αρχιτεκτονικές, θα μπορούν να εξαπολύονται σε συγκεκριμένες περιοχές και κατόπιν να επιχειρούν από μόνα τους, χωρίς κανείς να μπορεί να τα σταματήσει πριν καταστραφούν μέχρι τελευταίου. Ένα κρίσιμο θέμα, βέβαια, είναι η ενεργειακή τους αυτονομία, που περιορίζει χρονικά και χωρικά την χρήση τους. Αν όμως τα drones διαθέτουν συστήματα που θα τους επιτρέπει να «γαντζώνονται» σε ηλεκτρικά καλώδια και να «ρουφάνε» ενέργεια από αυτά (perching) ή αν είναι εφοδιασμένα με συστήματα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τότε θα μπορούν να επιχειρούν για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται πως η τάση για τη μετατόπιση του κέντρου βάρους της πολεμικής διαδικασίας από την πλατφόρμα στα βλήματα είναι μια πραγματικότητα, και θα πρέπει να απασχολήσει σοβαρά και τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
[1] https://www.foreignaffairs.gr/articles/71999/dr-konstantinos-gribas/anagki-gia-ena-neo-montelo-eksoplismoy-ton-ellinikon-enoplon-dyn
Ο Δρ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΡΙΒΑΣ είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Γεωπολιτικής και Σύγχρονων Οπλικών Τεχνολογιών, στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης Γεωγραφία της Ασφάλειας στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή, στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
foreignaffairs