Βασίλης Δημ. Χασιώτης : «Πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται οι ακροδεξιοί»;

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

img 0731 3Στον σημερινό (διαδικτυακό) Τύπο υπάρχει μια μεγάλη αναπαραγωγή ενός ρεπορτάζ με τίτλο «Πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται οι ακροδεξιοί;». 

Το story, έχει ως εξής : με αφορμή το «σκάνδαλο Ίμπιζα» στην Αυστρία, (ένα σκάνδαλο που εμπλέκει τον αντικαγκελάριο της Αυστρίας Χάιντς Κρίστιαν Στράχε σε υπόθεση υποστήριξης του ακροδεξιού κόμματός του, (FPO– Κόμμα των Ελεύθερων της Αυστρίας), του οποίου ηγείται, στις εκλογές του 2017 από Ρωσίδα που εμφανίστηκε ως επιχειρηματίας, με ισχυρές όμως πολιτικές διασυνδέσεις με την ρωσική κυβέρνηση), τέθηκε το ερώτημα πώς μπορούν με αφορμή τέτοια σκάνδαλα, να χαραχτούν αποτελεσματικές πολιτικές εναντίον της ακροδεξιάς. 

Το ρεπορτάζ επικαλείται τις απόψεις κάποιου Γερμανού επικοινωνιολόγου και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Τίμπιγκεν, ονόματι Μπέρνχαρντ Πέρξεν, ο οποίος τόνισε πως «Όσο πιο αντικειμενικά, στοχευμένα και άμεσα γίνεται, τόσο το καλύτερο… Γενικά υπάρχει το δίλημμα πώς αντιμετωπίζει κανείς τον πολιτικό του αντίπαλο, πώς μπορεί να βρει τη σωστή ισορροπία ανάμεσα στην προθυμία για διάλογο και στην κατά μέτωπο επίθεση. Είναι δύσκολο διότι χρειάζεται να εξαντλήσει κανείς τα όρια του διαλόγου ώστε να μην δώσει την εντύπωση ότι αφήνει να περάσουν εθνικιστικές φαντασιώσεις ή ανοησίες. Αλλά και η κατά μέτωπο επίθεση προκαλεί κάποιες φορές τη συμπάθεια που ακριβώς πρέπει να αποφύγει κανείς», για να συνεχίσει λέγοντας ότι «…δεν υπάρχουν έτοιμες συνταγές, δεύτερον όσο πιο άμεση, συγκεκριμένη και αντικειμενική είναι αντιπαράθεση, τόσο το καλύτερο. Δεν θα πρέπει να διακόπτονται οι προσπάθειες διαλόγου με τους οπαδούς αυτών των κομμάτων, θα ήταν λάθος, κατά τη γνώμη μου. Αντίθετα, τους αρχηγούς αυτών των κομμάτων και τους επικεφαλείς υποψηφίους τους, θα πρέπει να τους επικρίνει κανείς με σαφήνεια. Αυτός ο συνδυασμός νομίζω ότι αποτελεί τον καλύτερο τρόπο». Επίσης, ο άνω καθηγητής, σημείωσε ότι οι αποκαλύψεις αυτές, προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας της Süddeutsche Zeitung και του Spiegel, «…αποτελούν έναν θρίαμβο της ερευνητικής δημοσιογραφίας…» (Ανάμεσα στις πολλές διαδικτυακές αναδημοσιεύσεις του ρεπορτάζ, δες ενδεικτικά (https://theworldnews.net/cy-news/pos-prepei-na-antimetopizontai-oi-akrodexioi).

Μένοντας σε ό,τι διαβάζω παραπάνω, εκείνο που εγώ μπορώ να πω, είναι πως ο τίτλος του ρεπορτάζ «Πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται οι ακροδεξιοί;», είναι εξαιρετικά βαρύγδουπος και σε αναντιστοιχία με ό,τι περιγράφεται σ’ αυτό. Και τούτο διότι, η όποια επικοινωνιακή στρατηγική και πολιτική, όσο αποτελεσματική και αν είναι, αυτή η αποτελεσματικότητα θα εξαντληθεί τόσο πιο σύντομα, όσο περισσότερο αποσιωπούνται τα αίτια που παράγουν το (ακροδεξιό) φαινόμενο. Ούτε ασφαλώς, μπορεί να καταπολεμηθεί με βάση ένα γεγονός (τα ακροδεξιά σκάνδαλα), ως εάν, οι μη ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις, και ιδίως εκείνες που επί δεκαετίες έχουν την ευθύνη διακυβέρνησης στις χώρες τους (μένουμε Ευρώπη για να μην επεκταθούμε διεθνώς, όπου θα χαθούμε κυριολεκτικώς στο δάσος των πολιτικών σκανδάλων -από ποιο χρονικό σημείο να αρχίσουμε άλλωστε;), να αγνοούν το φαινόμενο και κυρίως να μην είναι -κατά περιόδους και σε όσες αφορά το ζήτημα- και οι ίδιες μπλεγμένες έως τον λαιμό ενίοτε στον βούρκο αυτόν. Μάλιστα, μπορούμε να κάνουμε και μια έρευνα και στους ίδιους του ευρωπαϊκούς θεσμούς, όπως, π.χ., την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. (Θυμάστε βεβαίως την ομαδική παραίτηση της Επιτροπής από τον πρόεδρό της Ζακ Σαντέρ τον Μάρτη του 1999, για, τι άλλο; για εμπλοκή μελών της σε σκάνδαλα).

Η ακροδεξιά, ΔΕΝ καταπολεμάται με επικοινωνιακές στρατηγικές. Καταπολεμάται μονάχα με την καταπολέμηση των αιτιών που την παράγουν. Και οι αιτίες αυτές, δεν βρίσκονται στον υπερπέραν, αλλά, αποτελούν προϊόντα των ίδιων των πολιτικών που υποτίθεται ότι καταπολεμούν τις παραπάνω αιτίες, ενώ, στην πραγματικότητα της υποθάλπουν και τις ενισχύουν. Υπό την έννοια αυτή, η ακροδεξιά, δεν ευρίσκεται εκτός του κυρίαρχου νεοφιλελεύθερου συστήματος που κανοναρχεί στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, το οποίο επιχειρεί να αλώσει, μα εντός του, όχι ως κάτι το ξένο, μα ως πτυχή της ίδιας του της φύσης, σαρξ εκ της σαρκός του. Ο Νεοφιλελευθερισμός, δεν είναι ότι εκφράζει «σκληρές» και ως εκ τούτου «αντιλαϊκές» πολιτικές. Ο Νεοφιλελευθερισμός, εκφράζει την αμφισβήτηση της ίδιας της Δημοκρατικής παράδοσης στην Ευρώπη, και άλλων ενσωματωμένων σ’ αυτή θεμελιωδών εκφάνσεών της, όπως το Κοινωνικό Κράτος και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Και δεν υπάρχει πιο ασφαλής δοκιμασία τού πόσο θεμελιωμένες είναι αυτές οι Αρχές ή πόσο διαβρωμένες, από τη δοκιμασία του σεβασμού τους και κυρίως της εφαρμογής τους σε «δύσκολους καιρούς» ή σε εποχές «κρίσης». Η Ευρώπη έχοντας πολύ πρόσφατα βρεθεί σε τέτοιους «δύσκολους καιρούς» (από τους οποίους μάλιστα δεν έχει εξέλθει), τι έδειξε; Έδειξε το πόσο χαλαροί ήταν οι δεσμοί της με τις άνω Αρχές, τόσο χαλαροί, ώστε εκεί όπου το μπόρεσε, όπως π.χ. η Ελλάδα, σχεδόν διέγραψε τις παραπάνω Αρχές δείχνοντας το πιο αποτρόπαιο πρόσωπό της, ένα πρόσωπο το οποίο κάποιος με δυσκολία μπορεί να το διακρίνει από το πρόσωπο του Ολοκληρωτισμού, ενώ, και εκτός Ελλάδος, στις χώρες του «ενάρετου» δημοσιονομικού κύκλου (η μόνη «αρετή» που γίνεται δεκτή στην αγοραία ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων), οι λαοί επίσης διαμαρτύρονται ολοένα και περισσότερο για τις απειλές εναντίον της άνω Δημοκρατικής παράδοσης στην Ευρώπη, συνδέοντας τις οικονομικές συνέπειες του ολοένα και συρρικνούμενου βιοτικού τους επιπέδου, με την απουσία αυτών των Αρχών.

Επομένως, η απάντηση στο ερώτημα «Πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται οι ακροδεξιοί;», απαιτεί ένα άλλο ερώτημα που με τη σειρά του ζητά μια άλλη απάντηση. Και αυτό το άλλο ερώτημα είναι : «Ποιες οι συνέπειες της Νεοφιλελεύθερης αμφισβήτησης της Ευρωπαϊκής Δημοκρατικής Παράδοσης»; Μονάχα αν δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, θα κατανοηθεί πού οφείλεται το φαινόμενο των ιδεολογικών, πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών τερατογενέσεων, στην Ευρώπη και κυρίως, θα αποδεχτεί πως είναι το ίδιο το κυρίαρχο Νεοφιλελεύθερο μοντέλο της Ευρώπης, είναι η μήτρα που παράγει τέρατα. Και ας μην έχουμε καμία αμφιβολία, πως αν το προϊόν αυτών των τερατογενέσεων δεν είχε ακροδεξιό πρόσημο, θα είχε οπωσδήποτε κάποιο άλλο πρόσημο, εξίσου απορριπτέο, σε κάθε όμως περίπτωση αναμενόμενο : διότι δεν μπορείς να περιμένεις από ένα Μόρφωμα να παράγει τίποτα άλλο εξόν από Μορφώματα. 

Και κάτι για να κλείσουμε : το ακροδεξιό φαινόμενο, δεν πρέπει ποτέ να το ξεχνάμε, πως ποτίζεται και θρέφεται κυρίως από την απειλή εναντίον των πολιτισμικών παραδόσεων του κάθε λαού, πολύ περισσότερο από τις όποιες οικονομικές αντιδράσεις εναντίον πολιτικών όσο σκληρών και αν είναι. «Σκληρές» πολιτικές, άδικες πολιτικές, πολιτικές κοινωνικά ανάλγητες, υπήρχαν πάντα, όμως, γιατί το ακροδεξιό φαινόμενο δεν ήταν σε θέση να αντλήσει οπαδούς από τις τεράστιες δεξαμενές των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων; Γιατί το ακροδεξιό φαινόμενο είναι «φρούτο», (για λόγους οικονομίας του άρθρου μένουμε στην μεταπολεμική Ευρώπη), που άρχισε να ωριμάζει στο αντίστοιχο στάδιο ωρίμανσης της εκδήλωσης και επιβολής των Νεοφιλελεύθερων Αρχών (μιλώ για Αρχές και όχι για επιμέρους πολιτικές) στην Ευρώπη, σταδιακά από τη δεκαετία του 1970 έως και την έναρξη της κρίσης στη πρώτη δεκαετία του 2000, δηλαδή, στο στάδιο εκείνο που ο Νεοφιλελευθερισμός άρχισε όχι απλά να διακηρύσσει μα και να εφαρμόζει το πολιτιστικό του πρότυπο όπως αυτό μπορεί να εκφραστεί μέσα από το Νεοφιλελεύθερο δόγμα της Παγκοσμιοποίησης και της Πολυπολιτισμικότητας, το οποίο περισσότερο και από το εξίσου ολοκληρωτικό του οικονομικό πιστεύω χαρακτηρίζεται από τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά που προβάλλει (ή επιχειρεί να προβάλλει); 

Εδώ αναζητείστε απαντήσεις, αν επιθυμείτε να αντιπαρατεθείτε στην ακροδεξιά. Όλα τα άλλα είναι αρές, που εύκολα μετατρέπονται σε ό,τι στη καθομιλούμενη αποκαλούμε άρες-μάρες (κουκουνάρες)…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ