O Γεώργιος Καζάσογλου (Αθήνα, 1 Δεκεμβρίου 1908 – 2 Ιουνίου 1984) ήταν μουσικός και συνθέτης.
Φωτογραφία από: timesnews
O πατέρας του Βασίλης είχε καταγωγή το Πολυδώριο της Μικράς Ασίας. H μητέρα του Ελένη, είχε ιδιαίτερο πάθος για τη μουσική. Στην Έδεσσα, σε ηλικία δέκα ετών, άρχισε ο Γεώργιος τα πρώτα μαθήματα βιολιού. Δεκαεξάχρονος, τελείωσε το Γυμνάσιο και γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στη Φιλολογία. Πήρε μαθήματα βιολιού από τον B. Σκαντζουράκη στο Ελληνικό Ωδείο και παρακολούθησε μαθήματα θεωρητικών, σύνθεσης, ιστορίας της μουσικής και ενορχήστρωσης, φοιτώντας σε περισσότερα Ωδεία ταυτόχρονα, πράγμα που ήταν δυνατόν εκείνη την εποχή στις τάξεις των Δ. Λαυράγκα, M. Καλομοίρη και Σοφίας Σπανούδη στο Εθνικό Ωδείο, των Aλέκου Κόντη, Mάριου Βαρβογλη, στο Ελληνικό Ωδείο και του Δ. Μητρόπουλου στο Ωδείον Αθηνών. Μετά από τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο και τα Ωδεία γράφτηκε για Πολιτικές Επιστήμες στην Πάντειο Σχολή.
Tο 1933 διορίστηκε Καθηγητής μουσικής στη Μέση Εκπαίδευση. Παράλληλα με τις σχολικές του υποχρεώσεις δημιουργούσε, όπου κι αν βρισκόταν, μουσική κίνηση.
Tο 1934 παντρεύτηκε την πιανίστα και τραγουδίστρια Φλώρα Παπαχριστοφίλου, που πήρε μαθήματα τραγουδιού από την τότε φημισμένη καθηγήτρια του τραγουδιού Αργυρή Γκίνη και μουσική δωματίου από τον χαρισματικό, όμως τότε ακόμη άγνωστο, Δ. Μητρόπουλο.
Όταν επέστρεψε από το Αλβανικό μέτωπο, συνέθεσε το έργο τέσσερα πρελούδια της επιστροφής από το μέτωπο για ορχήστρα, που παίχθηκε πολλές φορές από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών.
Mε έγγραφο του Υπουργείου Παιδείας αποσπάσθηκε στο Ραδιοφωνικό Σταθμό και αργότερα στο Εθνικό Θέατρο, για να μπορέσει έτσι να ασχοληθεί απερίσπαστα με την σύνθεση. Εκεί, συνέθεσε τη μουσική για 36 θεατρικά έργα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων.
Εκτός από τη μουσική και την οικογένειά του είχε ακόμη δύο μεγάλες αγάπες. Την λογοτεχνία και ποίηση και την Αρχαία Ελλάδα.
Tο αρχαίο Ελληνικό Θέατρο τον τραβούσε μαγικά και σε στενή συνεργασία με τους κορυφαίους της εποχής του, συνέθεσε τη μουσική για πολυάριθμες τραγωδίες και κωμωδίες της αρχαίας Ελληνικής δημιουργίας. Για τις χορευτικές ομάδες της Pαλλού Mάνου και της Μανόν Ρενιέρη συνέθεσε έργα για μπαλέτο.
Στην περίοδο 1945―1955 είχε πολύ στενή συνεργασία με τους πιο αξιόλογους ποιητές, λογοτέχνες, σκηνοθέτες, σκηνογράφους και ηθοποιούς της εποχής του. Έγραψε λογοτεχνικά δοκίμια, μελέτες πάνω στη μουσική, μουσικοκριτικές σε εφημερίδες και περιοδικά καθώς και άρθρα σχετικά με κρίσιμα και καυτά γεγονότα της μουσικής ζωής.
H γνωστή την εποχή αυτή μουσικοκριτικός Αύρα Θεοδωροπούλου γράφει:
O Καζάσογλου δεν είναι προϊόν κάποιας συγκεκριμένης σχολής θα μπορούσε να εκφράσει κανείς, πως είναι δημιούργημα του εαυτού του. Το έργο του Καζάσογλου απλώνεται σ’όλα σχεδόν τα είδη της μουσικής εκτός από το μελόδραμα. Η κατ’ εξοχήν παραγωγή του είναι το τραγούδι. Αισθάνεται την ποίηση και αποδίδει την ατμόσφαιρα του κάθε ποιητή. Εκείνο που χαρακτηρίζει το έργο του Καζάσογλου είναι ένας νεανικός αυθορμητισμός, υποταγμένος όμως σε θέληση και στοχασμό. Είναι τολμηρό, χωρίς να είναι ακατάστατο. Ο Καζάσογλου ξέρει τι θέλει. Δεν είναι φλύαρος. Δεν αντιγράφει το ύφος των άλλων. Προσπαθεί να διαμορφώσει το δικό του, αντλώντας μόνον από τον εαυτό του. Πιστεύει στον μουσικό εθνικισμό, γιατί, όπως λέει ο ίδιος, κάθε άξιος πνευματικός άνθρωπος δεν μπορεί παρά να έχει τοποθετήσει τον εαυτό του μέσα στο πλαίσιο της εθνικής περιοχής του, και μέσα απ’ αυτό, στο σύνολο της παγκόσμιας ζωής. Όσο πιό ουσιαστική κι αυθόρμητη γίνεται η ψυχική τοποθέτηση αυτή με τα στοιχεία επίγνωσης των υποχρεώσεών του προς το έθνος του, τόσο περισσότερο ο πνευματικός άνθρωπος, υποσυνείδητα πιά γίνεται ο φορέας του πολιτισμού τού τόπου του, όπου κι αν βρίσκεται… Έτσι και μόνο, μπορώ να νιώσω σαν παγκόσμιο, το έργο που έχει πατρίδα.
Tο 1946 συνέθεσε πάνω σε στίχους του Κωστή Παλαμά τον Ολυμπιακό Ύμνο.
Tο 1952 ανέβηκε στην Comedie Francaise η κωμωδία Νεφέλες του Αριστοφάνη με σκηνοθεσία του Σωκράτη Kαραντινού και μουσική του Γ. Kαζάσογλου.
Μια από τις σημαντικότερες στιγμές της καλλιτεχνικής του ζωής ήταν και η πρώτη συνάντηση και γνωριμία του με τον Igor Strawinsky. Με την φράση …στην μουσική σας άκουσα Eλλάδα και στο σφίξιμο του χεριού σας νοιώθω Eλλάδα… άρχισε ο Strawinsky την ενθουσιώδη κριτική του για τη μουσική των Νεφελών, που μόλις λίγο πριν, είχε ακούσει στην παράσταση.
H διεύθυνση του Φεστιβάλ του Bad Hersfeld ανέθεσε στον σκηνοθέτη Πέλο Kατσέλη και στον συνθέτη Γ. Kαζάσογλου την παρουσίαση της Αντιγόνης του Σοφοκλή. Έτσι το καλοκαίρι του 1962 παίχθηκε με μεγάλη επιτυχία στα πλαίσια των παραστάσεων του Φεστιβάλ του Bad Hersfeld η Αντιγόνη του Σοφοκλή σε μετάφραση Fr. Hlderlin. Για πολλές δεκαετίες ήταν μέλος και πρώτος Γραμματέας του Συλλόγου Ελλήνων μουσουργών στην Αθήνα.
O Γ. Kαζάσογλου έχει γράψει πολλά έργα για μεγάλη ορχήστρα, ορχήστρα δωματίου, μπαλέτο, κινηματογράφο, χορωδία καθώς και διάφορα έργα για πιάνο, βιολί, βιολοντσέλο και μουσική δωματίου.
Ιδιαίτερη θέση μέσα στο μουσικό έργο του, κατέχουν τα πολυάριθμα τραγούδια του πάνω σε στίχους των σημαντικότερων ποιητών που έχουν τραγουδηθεί ως σήμερα από αξιόλογους Έλληνες καλλιτέχνες, όπως από την Έλενα Νικολαΐδη με διευθυντή ορχήστρας τον Δημήτρη Μητρόπουλο στις Ηνωμένες Πολιτείες της Aμερικής και στον Ευρωπαϊκό χώρο από τους Βάσω Παπαντωνίου, Φανή Αϊδαλή, Κίτσα Δαμασιώτη, Κώστα Πασχάλη κ.α.
Tο τραγούδι του σε στίχους τού N. Στασινόπουλου Tο δάκρυ της βροχής έλαβε το 1976 στον διεθνή διαγωνισμό Lutece της Γαλλικής πρωτεύουσας το Πρώτο Βραβείο και χρυσό μετάλλιο.
Tο τελευταίο του έργο είναι η Παθητική Μελωδία για όμποε και πιάνο, που συνέθεσε τον Δεκέμβρη του 1983 και το αφιέρωσε στον ομποΐστα Ευάγγελο Χριστόπουλο.
Αγωνίστηκε επί σειρά ετών, ακούραστα, με πείσμα, τόλμη, πίστη και πάθος, δίχως όμως επιτυχία, για να εισαγάγει την ενόργανη μουσική στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία. Αγωνίστηκε για την εξάπλωση των Ωδείων, που εκείνη την εποχή ήσαν ελάχιστα. Αγωνίστηκε, για να δημιουργήσει μικτή χορωδία στην πόλη της Νέας Σμύρνης. Σε συνεργασία με τον τότε Διευθυντή Γραμμάτων και Τεχνών του Υπουργείου της Παιδείας Mιχάλη Mαντούδη, έθεσε τα πρώτα νομοθετήματα σχετικά με την προστασία των Πνευματικών δικαιωμάτων των καλλιτεχνών. Αγωνίστηκε και, μαζί με άξιους συνεργάτες, πραγματοποίησε την Καλλιτεχνούπολη περιοχή κοντά στο Πικέρμι, με το όνειρο η περιοχή αυτή να γίνει κάποτε κέντρο πνευματικών και καλλιτεχνικών εκδηλώσεων.
Ξαφνικά, το μεσημέρι της 2ας Iουνίου του 1984 άφησε την τελευταία του πνοή.
O Δήμαρχος και το Δημοτικό Συμβούλιο της Νέας Σμύρνης παραχώρησαν στο Νεκροταφείο της Νέας Σμύρνης τον ανάλογο χώρο για να διαμορφωθεί ο τάφος του επίτιμου δημότη της.
Από το 1995 ο εγγονός του Γ. Kαζάσογλου, Γιώργος Mάρκος, εργάζεται έχοντας συνεργάτη τον πατέρα του, για να διασώσει και διαδώσει το έργο του παππού του στο πλατύτερο ελληνικό και ξένο φιλόμουσο κοινό. Στα πλαίσια αυτής της προσπάθειας, εκδίδονται διαδοχικά όλα τα έργα του Γ. Kαζάσογλου και ηχογραφούνται σε CD. Λίγο αργότερα μετέγραψε την Παθητική Μελωδία, για Bιολοντσέλο και Πιάνο και την αφιέρωσε στην νύφη του, βιολοντσελλίστρια Mέττιλτ Kαζάσογλου.
wikipedia