«Οι Γερμανοί λεηλάτησαν συστηματικά και κατέστρεψαν υλικά την Ελλάδα κατά την διάρκεια της κατοχής από τον Απρίλιο του 1941 έως τον Οκτώβριο του 1944. Κατάσχεσαν τις συγκομιδές καπνού και έθεσαν τη βιομηχανία, στο βαθμό που ήταν σημαντική για τη γερμανική αμυντική βιομηχανία, υπό τον έλεγχό τους.
Τα τρία τέταρτα του ελληνικού εμπορικού στόλου κατασχέθηκαν ή καταστράφηκαν από τους Γερμανούς κατά την αποχώρησή τους. Η λεγόμενη πολιτική της καμένης γης οδήγησε τελικά στην σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή των υποδομών της ελληνικής οικονομίας», τονίζει ο Καρλ Χάιντς Ροτ, Γερμανός ιστορικός και συνιδρυτής του Ιδρύματος Κοινωνικής Ιστορίας, σε συνέντευξή του στην «Weser Kurier».
Αναφερόμενος στην «τεράστια δημογραφική καταστροφή», όπως την χαρακτηρίζει η εφημερίδα της Βρέμης, λέει ότι «οι Γερμανοί σκότωσαν τουλάχιστον 330.000 αμάχους κατά τη διάρκεια της κατοχής, 140.000 άνθρωποι πέθαναν από την πείνα, περισσότεροι από 90.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν είτε όντας όμηροι, είτε ως αντίποινα εναντίον του άμαχου πληθυσμού στις αγροτικές περιοχές. 59.000 μέλη των εβραϊκών κοινοτήτων εκτοπίστηκαν».
Στο ερώτημα εάν η αξίωση του ελληνικού κοινοβουλίου να απαιτηθούν από την Γερμανία πολεμικές αποζημιώσεις ύψους 280 δισ. ευρώ είναι δικαιολογημένη, ο κ. Ροτ απαντά: «Ναι, τόσο πολιτικά όσο και από απόψεως διεθνούς δικαίου και μάλιστα χωρίς κανένα περιορισμό» και προσθέτει ότι για την Ελλάδα «είναι θέμα αρχής, δεν πρόκειται μόνο για τα χρήματα. Η (δε) Γερμανία οφείλει τις αποζημιώσεις και πρέπει να τεθεί προ των ευθυνών της οφειλής της».