Το φθινόπωρο του 2019 θα σημειωθεί σημαντική αλλαγή στην εμπιστοσύνη των επενδυτών, καθώς οι αγορές θα μετατραπούν σε αρκούδες
Το σύστημα είναι σχεδιασμένο ώστε κάθε μερικά χρόνια να ολοκληρώνεται ο κύκλος της ευημερίας για να διορθώνονται οι υπερβολές και οι φούσκες.
Έτσι 11 χρόνια μετά την επική διετία 2007-2008 όταν και όλος ο κόσμος παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα εκείνον τον «ματωμένο» Οκτώβριο του 2008, δεν είναι λίγοι που προετοιμάζονται για επανάληψη της κρίσης.
Εκείνον τον Οκτώβριο οι αγορές παγκοσμίως έχασαν πάνω από 13 τρισ. δολάρια υποχρεώνοντας τον τότε νεοεκλεγέντα B. Obama να εισάγει στο πρώτο νομοσχέδιο της προεδρίας του (τον Ιανουάριο που ακολούθησε) ένα τεράστιο πακέτο στήριξης του τραπεζικού κλάδου.
Μετά όμως από 11 χρόνια συνεχών καταρρίψεων των ιστορικών υψηλών σε μετοχές, ομόλογα και παντός είδους προϊόντων, το σύστημα δείχνει να μην μπορεί να διαχειριστεί την τόση… ευημερία.
Οι κεντρικές τράπεζες έχουν φτάσει στα όρια τους και οι κυβερνήσεις είναι ανήμπορες να δώσουν ένα πλαίσιο που όλα να λειτουργούν σωστά.
Ο εμπορικός πόλεμος που έχει κηρύξει ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Donald Trump, αποκάλυψε αυτές τις αδυναμίες.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, ο Ιούλιος ήταν το κρίσιμο σημείο καμπής για το χρηματιστήριο.
Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2019, οι τιμές των μετοχών σημείωναν συνεχή ιστορικά υψηλά, καθώς λόγω των απογοητευτικών επιδόσεων της αμερικανικής οικονομίας, όλοι ανέμεναν ότι η Federal Reserve θα προχωρούσε σε μείωση των επιτοκίων.
Αν και η Fed επιβεβαίωσε τις εκτιμήσεις και μείωσε το επιτόκιο, οι μετοχές υποχώρησαν.
Και χωρίς αμφιβολία φαίνεται περίεργο ότι η πρώτη μείωση της Fed από τον Δεκέμβριο του 2008 οδήγησε στην πτώση των μετοχών.
Σε ιστορική βάση, τα επιτόκια είναι ήδη πολύ χαμηλά αυτή τη στιγμή και έτσι περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό το τι μπορεί πραγματικά να κάνει η Fed μόλις ξεκινήσει επίσημα η επόμενη ύφεση.
Φυσικά οι περισσότεροι επενδυτές δεν ασχολούνται με τέτοιες εκτιμήσεις.
Αυτό που θέλουν πραγματικά είναι τα επιτόκια να μειώνονται όσο πιο γρήγορα γίνεται και γι ‘αυτό απογοητεύτηκαν αρκετά από αυτό που άκουσαν από τον Πρόεδρο της Fed, J. Powell.
Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι δεν έχουμε δει μείωση του επιτοκίου για περισσότερο από μια δεκαετία, η αλήθεια είναι ότι οι επενδυτές θα έπρεπε να έχουν ενθουσιαστεί από το τι συνέβη.
Αλλά αυτό δεν συνέβη διότι ο πρόεδρος της Fed, δήλωσε ότι αυτή η μείωση των επιτοκίων ήταν απλώς “προσαρμογή της πολιτικής στο μέσο του κύκλου” και ότι δεν περίμενε ότι αυτό ήταν “η αρχή ενός άλλου κύκλου περικοπών”.
Σε άλλες χρονικές στιγμές που η Wall Streetαπογοητεύθηκε από την Fed, υπήρξαν βίαιες κινήσεις προς τα κάτω.
Ένα τέτοιο σενάριο είναι πολύ πιθανό, με την MorganStanley ήδη να έχει προειδοποιήσει ότι ο επόμενος πτωτικός κύκλος “είναι πιθανό να είναι πιο έντονος και βαθύτερος από ό, τι θα περίμενε κανείς”.
Οι εκτιμήσεις της Guggenheim είναι ακόμα πιο απαισιόδοξες για το τι θα συμβεί στο άμεσο μέλλον.
Τα μηνύματα της ΕΚΤ και της Fed δεν είναι σαφή.
Βλέπουν σημαντικά προβλήματα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και στην παγκόσμια οικονομία και θα κάνουν ό, τι χρειάζεται για να σώσουν το σύστημα.
Αλλά θα αποτύχουν, εκτιμά.
Μάλιστα, εκτιμάται ότι το φθινόπωρο του 2019 θα σημειωθεί σημαντική αλλαγή στην εμπιστοσύνη των επενδυτών, καθώς οι αγορές θα μετατραπούν σε αρκούδες.
Είναι πιθανό να δούμε μεγάλες συντριβές σε πολλές παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές.
Και το χειρότερο είναι ότι σχεδόν κανείς δεν είναι έτοιμος γι ‘αυτό… εκτός του Warren Buffett.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία, η BerkshireHathaway πούλησε μετοχές αξίας 1 δισ. δολαρίων περισσότερο από ό, τι αγόρασε το τελευταίο τρίμηνο, καταγράφοντας τις μεγαλύτερες καθαρές πωλήσεις από το τέλος του 2017.
Ένας από τους πιο επιτυχημένους μεγαλοεπενδυτές στην ιστορία της Wall Street φαίνεται ότι “αποτραβιέται” πλέον από τις θέσεις που έχτισε το 2018 σε Apple και μεγάλες αμερικανικές τράπεζες, μη συμμετέχοντας στο ράλι ανόδου του τρέχοντος έτους.
Βέβαια, ο Buffett έχει επαναλάβει κατά καιρούς αυτή τη στρατηγική, αλλά όπως επισημαίνουν οι αναλυτές ποτέ σε αυτό το μέγεθος.
Το σημαντικό είναι ότι έχει επιβραδύνει ακόμη και τις επαναγορές των μετοχών της ίσιας της Berkshire το δεύτερο τρίμηνο.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι το ταμειακό απόθεμα της εταιρείας έχει φτάσει στο ρεκόρ των 122 δισ. δολαρίων.
Χωρίς κανείς να έχει κάνει αυτήν την προετοιμασία, πολλοί επενδυτές θα βρεθούν σε πανικό και απελπισία.
Ένα δείγμα του πανικού εμφάνισε πρόσφατα και ο Διευθύνων Σύμβουλος της Overstock.com.
Ο Patrick Byrne, ανέφερε ότι το 2008 ήταν η αρχή μιας μεγάλης διόρθωσης.
Ο ίδιος χαρακτήρισε την παγκόσμια οικονομία σαν μια γέφυρα που σχεδιάστηκε για να κρατήσει 20 αυτοκίνητα που περνούν πάνω από αυτό σε μια στιγμή και τώρα υπάρχουν 100 που περνούν πάνω από αυτήν”.
«Πότε θα σπάσει; Πότε πρόκειται να καταρρεύσει… ουδείς γνωρίζει».
Άλλωστε, εάν το γνώριζαν πολλοί, δεν θα προχωρούσαν σε επαναγορές μετοχών (buybacks).
Μόνο τα τελευταία 10 χρόνια έχουν επενδυθεί σε επαναγορές μετοχών άνω των 5,5 τρισεκ. δολαρίων που αντιστοιχεί σε 27 φορές το ΑΕΠ της Ελλάδος.
Οι εταιρίες διέθεσαν ρευστότητα 5,5 τρισεκ. δολαρίων για να στηρίξουν τις μετοχές τους στην Wall Street.
Κατά την Goldman Sachs εάν το Κογκρέσο έθετε περιορισμούς στις επαναγορές μετοχών (δραστηριότητα παράνομη μέχρι το 1982) τότε το ράλι στην Wall θα τελείωνε βίαια.
Να σημειωθεί ότι τα περισσότερα κεφάλαια που απελευθερώθηκαν από τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις του Trump και τον επαναπατρισμό κεφαλαίων δεν κατευθύνθηκαν στην πραγματική οικονομία και σε επενδύσεις στις ΗΠΑ αλλά σε επαναγορές ιδίων μετοχών.
Με βάση την Goldman Sachs εδώ και δεκαετίες οι αμερικανικές εταιρείες επέστρεφαν μετρητά στους μετόχους σχεδόν αποκλειστικά με μερίσματα και από το 1880 ως το 1980 ο μέσος όρος της απόδοσης των μερισμάτων ήταν 78% των κερδών (οι εταιρείες είχαν επίσης τη δυνατότητα να επαναγοράσουν μετοχές μέσω προσφορών για αγορά ένα ορισμένο ποσό μετοχών σε προκαθορισμένη τιμή και χρόνο, ωστόσο να μην επηρεάζεται η χρηματιστηριακή τιμή).
Στη συνέχεια, όλα άλλαξαν το 1982 με το πέρασμα του κανόνα 10b-18, που παρείχε στις εταιρείες νομική φόρμουλα ώστε οι επαναγορές μετοχών να μην θεωρούνται χειραγώγηση της αγοράς.
Εν ολίγοις, οι επαναγορές μετοχών ήταν παράνομες μέχρι το 1982 για έναν λόγο καθώς θεωρούνταν χειραγώγηση της αγοράς.
Πλέον οι αποδόσεις των μετοχών και των μερισμάτων ανέρχονται στο 90% των σωρευτικών κερδών του S & P 500 την περίοδο 2002-2018.
Για το 2019 η Goldman προβλέπει ότι οι εταιρείες στην Wall Street θα ξοδέψουν 940 δισεκ. δολάρια σε επαναγορές μετοχών από 1,1 τρισεκ. δολάρια το 2018.
Από την οικονομική κρίση του 2008, οι εταιρείες του S & P 500 έχουν επαναγοράσει περίπου 5,5 τρισεκ. δολάρια από τις δικές τους μετοχές, οι οποίες αντιπροσωπεύουν περίπου το 20% της σημερινής κεφαλαιοποίησης στο χρηματιστήριο.