Στα προ του νόμου Κατρούγκαλου επίπεδα θα επανέλθουν οι επικουρικές από τις αρχές του 2020, με τους περίπου 465.000 ασφαλισμένους του ΕΤΕΑΕΠ που είδαν το καλοκαίρι του 2016 τις συντάξεις τους να μειώνονται ακόμη και κατά 48% να δικαιούνται αντίστοιχες αυξήσεις,
όπως αναφέρει η Καθημερινής της Κυριακής.
Στο υπουργείο Εργασίας, οι αρμόδιες υπηρεσίες και οι ομάδες εργασίας που έχουν συσταθεί επεξεργάζονται με ιδιαίτερη προσοχή τις σχετικές διατάξεις του σχεδίου νόμου που θα έρθει να θεραπεύσει τις αντισυνταγματικές διατάξεις του νόμου 4387/2016, με βάση τις αποφάσεις του ΣτΕ. Σύμφωνα με πληροφορίες της Καθημερινής της Κυριακής, βρίσκονται σε συνεχείς επαφές και με τα τεχνικά κλιμάκια των εκπροσώπων των δανειστών, καθώς οι σχεδιαζόμενες αλλαγές θα επιφέρουν σημαντικές διαφοροποιήσεις στους τομείς των συνταξιοδοτικών δαπανών αλλά και των δημοσίων εσόδων.
Η βούληση βέβαια του υπουργού Εργασίας, όπως έχει διατυπωθεί από τον ίδιο τον υπουργό Εργασίας Γιάννη Βρούτση, είναι να δοθούν αυξήσεις περίπου στο 1/3 όσων λαμβάνουν επικουρικές συντάξεις, ήτοι σε 465.112 δικαιούχους, που μεσοσταθμικά θα είναι της τάξεως των 52,5 ευρώ τον μήνα. Το κόστος της συμμόρφωσης στις αποφάσεις της Δικαιοσύνης θα καλυφθεί, σύμφωνα με την εφημερίδα, από την περιουσία του ΕΤΕΑΕΠ, που ανέρχεται σε 2,5 δισ. ευρώ. Ο νέος νόμος αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή, το αργότερο εντός του Ιανουαρίου, όμως θα ισχύει αναδρομικά από τις 4 Οκτωβρίου. Συνεπώς, εκτιμάται ότι για το 2020 το κόστος θα ανέλθει σε περίπου 375 εκατ. ευρώ.
Με ιδιαίτερη προσοχή οι ομάδες εργασίας επεξεργάζονται και τις διατάξεις που αφορούν σα ποσοστά αναπλήρωσης, που θα οδηγήσουν σε σημαντικές αυξήσεις όσων το ανταποδοτικό σκέλος υπολογίστηκε με βάση τον νόμο Κατρούγκαλου. Αυξήσεις ενδέχεται να προκύψουν και για όσους από τους παλαιούς συνταξιούχους, μετά τον επανυπολογισμό της σύνταξης τους, υπάρξει αρνητική προσωπική διαφορά. Οι αλλαγές αφορούν όσους έχουν αποχωρήσει ή αποχωρούν με πολλά έτη ασφάλισης και έχουν καταβάλει αυξημένες εισφορές. Στο τραπέζι βρίσκονται σενάρια για αύξηση της αναπλήρωσης σε όσους έχουν αποχωρήσει ή αποχωρούν με περισσότερα από 30 και κυρίως με πάνω από 35 χρόνια ασφάλισης.
Στόχος είναι η σωρευτική αύξηση σε αυτή την περιοχή να κινηθεί, για παράδειγμα κοντά στις 2,5 με 3 ποσοστιαίες μονάδες . Τις μεγαλύτερες αυξήσεις, ωστόσο, θα έχουν αυτοί με 40ετή ασφαλιστικό βίο και πάνω. Και σε αυτή την περίπτωση, οι νέες συντάξεις θα έχουν αφετηρία την 4η Οκτωβρίου 2019 και θα αποδοθούν αναδρομικά όταν ψηφιστεί το ασφαλιστικό νομοσχέδιο. Στο υπουργείο Εργασίας μετρούν τις συνέπειες του μέτρου στο ύψος της συνταξιοδοτικής δαπάνης, εκτιμώντας ότι δεν μπορεί να ξεπερνά τα 400 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με την Καθημερινή της Κυριακής, οι άτυχοι του 2016, τυχεροί του νέου σχεδίου νόμου, εκτιμώνται από το υπουργείο Εργασίας σε 465.112 συνταξιούχους ,οι οποίοι θα λάβουν μεσοσταθμικά αυξήσεις της τάξεως του 25% με 30%. Όλοι είχαν άθροισμα κύριας και επικουρικής άνω των 1.300 ευρώ και έχασαν από 23% έως και 48% από την επικουρική τους. Μάλιστα, περίπου 200.000 συνταξιούχοι είχαν τις μεγαλύτερες περικοπές το καλοκαίρι του 2016 από το «ψαλίδι» του νόμου Κατρούγκαλου. Οι περισσότεροι συνταξιούχοι – σχεδόν οι μισοί – έχασαν από 100 έως 200 ευρώ το 2016. 1 στους 5 έχασε 50-100 ευρώ, ενώ το 18% έχασε έως 20 ευρώ. Περισσότεροι από τους μισούς είναι πρώην μισθωτοί του ΙΚΑ, οι οποίοι υπέστησαν μέσο ποσοστό μείωσης 45%. Η επόμενη πολυπληθέστερη κατηγορία άτυχων-τυχερών είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι , οι οποίοι όμως υπέστησαν μικρή μέση μείωση της τάξεως του 7,34%. Ακολουθούν οι ναυτικοί του ΚΕΑΝ με μέση μείωση 36,54% όπως και οι δημοτικοί υπάλληλοι με μέση μείωση 28,81%. Από τις μειώσεις του 2016 επλήγησαν επίσης εμποροϋπάλληλοι (-41,21%). Μειώσεις άνω του 30% είχαν επίσης χιλιάδες ναυτιλιακοί υπάλληλοι, τραπεζοϋπάλληλοι κ.α. Αυξήσεις, μικρότερες σε ύψος όμως, προσδοκούν και πρώην υπάλληλοι του ΟΤΕ (-2,63%) ή της πρώην Αγροτικής Τράπεζας (-0,02%).