Πολιτικό σύστημα και Επιτροπή Ανταγωνισμού.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Η κυβέρνηση που προέκυψε από τις βουλευτικές εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019 προχώρησε με ταχύτατες διαδικασίες στην αποπομπή τεσσάρων μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού (πρόεδρος Βασιλική Θάνου, επίτιμη πρόεδρος του Αρείου Πάγου, αντιπρόεδρος Αννα Νάκου και δύο μέλη-εισηγητές) εκδίδοντας σε χρόνο ρεκόρ τη σχετική Υπουργική Απόφαση, την οποία οι ενδιαφερόμενοι προσέβαλαν αμέσως, ως παράνομη και άκυρη, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Γραφει ο Κώστας Ζώρας

Το μείζον πρόβλημα, θεσμικό και πολιτικό, στην Ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού, προέκυψε εξαιτίας της ψηφισθείσας διάταξης του άρθρου 101 του Ν. 4623/2019, η οποία προβλέπει ότι τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μόνον αυτής σε σχέση με όλες τις άλλες, σύνολο εικοσιδύο, Ανεξάρτητες Αρχές, η επιτομή δηλαδή της φωτογραφικής διάταξης, τα οποία εμπίπτουν στο ασυμβίβαστο, που προβλέπει η εν λόγω διάταξη –εάν δηλαδή έχουν υπηρετήσει κατά το παρελθόν, πριν από τον διορισμό τους, με οποιαδήποτε σχέση σε γραφεία υπουργών, σε βάθος χρόνου πέντε ετών– εκπίπτουν αμέσως από τη θέση τους, χωρίς να προστεθεί και μεταβατική διάταξη, η οποία να προβλέπει την ολοκλήρωση της θητείας των νυν υπηρετούντων μελών, όπως έχει κρίνει σε όμοια περίπτωση το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Η επίμαχη διάταξη είναι καταφανώς αντίθετη προς το Ενωσιακό Δίκαιο και προς τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τα οποία επιβάλλουν όπως σε περίπτωση νομοθετικής αλλαγής τα πρόσωπα του προεδρείου των Ανεξάρτητων Αρχών να παραμένουν στη θέση τους, μέχρι τη λήξη της θητείας τους, ώστε να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία των Αρχών αυτών.

Επίσης είναι αντίθετη με την Οδηγία 2019/1, άρθρο 4 παρ. 3 και 4 και προοίμιο άρθρο 17, στην οποία αποτυπώνεται η ως άνω νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης και προβλέπεται ότι για την προστασία της ανεξαρτησίας των Ανεξάρτητων Αρχών Ανταγωνισμού πρέπει να προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο εκ των προτέρων οι λόγοι παύσης της θητείας τους και επίσης εκ των προτέρων οι προϋποθέσεις διορισμού αυτών.

Σχετικώς με την ως άνω Οδηγία πρέπει να επισημανθεί η πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης για το ότι τα κράτη-μέλη και κατά τη διάρκεια της προθεσμίας μεταφοράς μιας Οδηγίας στο εθνικό δίκαιο πρέπει να απέχουν από τη θέσπιση μέτρων, που θέτουν σε κίνδυνο την πραγμάτωση των σκοπών που αυτή (εν προκειμένω η 1/2019) επιδιώκει.

Στα εξόχως αξιοσημείωτα το γεγονός ότι η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής, η οποία αποτελείται από τρεις καθηγητές του Δικαίου και η οποία γνωμοδοτεί για τη συνταγματικότητα και ευρύτερη νομιμότητα των σχεδίων νόμων, πριν ψηφιστούν, γνωμοδότησε (6.8.2019) ότι η υπό δικαστική κρίση πλέον διάταξη νόμου είναι αντίθετη προς το Ενωσιακό Δίκαιο και προς το Σύνταγμα κατά το μέρος αυτής που προβλέπει την έκπτωση από τη θέση τους των νυν υπηρετούντων μελών και την πρόωρη παύση της θητείας τους. Ομοια γνώμη εξέφρασε, με σχετική γνωμοδότησή του (2.9.2019) και ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών.

Η πλέον σημαντική και ουσιώδης εγγύηση της ανεξαρτησίας των μελών του προεδρείου των Ανεξάρτητων Αρχών είναι η ολοκλήρωση της θητείας τους, γιατί διαφορετικά, θα μπορεί η κάθε κυβέρνηση να «κατασκευάζει» εκ των υστέρων, δηλαδή μετά τον διορισμό τους, κάποιο ασυμβίβαστο και να διακόπτει πρόωρα τη θητεία οποιουδήποτε προσώπου μη αρεστού σε αυτήν, καταλύοντας έτσι την ανεξαρτησία των Ανεξάρτητων Αρχών, όπως ακριβώς συνέβη στην προκείμενη περίπτωση.

Ιστορικά πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι τα μέλη της έκπτωτης διοίκησης προσέβαλαν ως παράνομη και άκυρη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και την Υπουργική Απόφαση διορισμού των νέων μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού (πρόεδρο, αντιπρόεδρο και δύο μέλη).

Η συζήτηση των αιτήσεων ακυρώσεως ενώπιον της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας έχει προσδιοριστεί για τη δικάσιμο της 6ης Δεκεμβρίου 2019. Ο υπουργός Ανάπτυξης και η κυβέρνηση γενικότερα γνωρίζουν άριστα ότι η όποια νομική επιχειρηματολογία τους είναι αβάσιμη και έωλη.

Κυριολεκτικά τρέμουν το πολιτικό, διοικητικό και νομικό κόστος από το σοβαρότατο ενδεχόμενο δικαστικής δικαίωσης των προσφευγόντων και συνακόλουθης έκπτωσης των νέων μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Γι’ αυτό καταφεύγουν στη γνωστή σε δικηγορικό επίπεδο μεθόδευση κάθε κακόπιστου διάδικου μπροστά στη σχεδόν βέβαιη δικαστική ήττα του.

Επιδιώκουν, δηλαδή, την αναβολή της συζήτησης των αιτήσεων ακυρώσεως. Η επιστολική παρέμβαση της Βασιλικής Θάνου προς τους επικεφαλής των κομμάτων της αντιπολίτευσης καταλυτική και στο θέμα αυτό.

Προσφάτως έγραφα στην «Εφ.Συν.» («Η μοιραία συνάντηση Δημοκρατίας και Τύπου», 9/10.11.2019) και τα εξής: «Στην Ελλάδα συγκεκριμένος εκδοτικός και μιντιακός όμιλος και οι εταιρικοί συνεργάτες του, σε απόλυτη συνέργεια και ταύτιση με το νυν κυβερνητικό κόμμα, επιβάλλουν ολιγοπώλιο και συγκεντρωτισμό στον χώρο των ΜΜΕ (και μονοπώλιο στον χώρο διανομής του Τύπου, ΑΡΓΟΣ Α.Ε.), καθιστώντας την ενημέρωση της πολιτικής κοινωνίας μονομερή και μονόπλευρη, κατά σφοδρή παραβίαση των διατάξεων του Συντάγματος και πρωτοφανή, για μετά το 1974, διαστροφή, παραμόρφωση και αλλοίωση του πολιτεύματος. […] Πλήρης ανατροπή των θεσμικών ισορροπιών στο πολιτικό σύστημα. […] Υπονόμευση κάθε έννοιας ανταγωνισμού. […] Εγκατάσταση συστήματος οιονεί μονοκομματισμού στην πολιτική επικοινωνία».

Η Βασιλική Θάνου και τα άλλα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού έπρεπε να αποπεμφθούν ή μάλλον να εξοστρακιστούν, γιατί είχαν αρχίσει να ασχολούνται σοβαρά με τις «μη ανταγωνιστικές» πρωτοβουλίες του μεγάλου ολιγάρχη, μιντιάρχη και πολιτικού χορηγού.

Η ιστορική σχέση διάσωσης του πολιτικού συστήματος και λειτουργίας της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Αυτό έπρεπε αμέσως, μέσα στις θερινές διακοπές του Αυγούστου 2019, να ακυρωθεί.

*Ομότιμος καθηγητής, πρώην αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Αιγαίου

Πηγη κειμένου: efsyn.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ