Γιατί η όποια προσφυγή θα πρέπει να ενταχθεί σε μια εναλλακτική στρατηγική συμμαχιών και ισχύος, οι κίνδυνοι του πυροτεχνήματος και η άρνηση της Τουρκίας να υπογράψει συνυποσχετικό
Λέγεται ότι, το Διεθνές Δίκαιο, περιλαμβανομένων και των δικαστηρίων του, είναι το καταφύγιο του αδυνάτου. Και η απόφαση της Κυβέρνησης να πάρει το θέμα των τουρκικών προκλήσεων στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και να υπερασπιστεί με τον τρόπο αυτό τα κυριαρχικά δικαιώματά μας είναι ενταγμένη σε αυτό το αξίωμα.
Είναι, δε, ορθή εφόσον στηθεί μελετημένα. Επί τη βάσει στρατηγικής. Για να μη μετατραπεί σε πυροτέχνημα.
Η αφορμή και η άμυνα
Η Τουρκία δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία και δεν θα δεχθεί συμμετοχή στο Διεθνές Δικαστήριο, οπότε εκ των προτέρων είναι πολύ πιθανό να μην έχουμε δίκη. Ακόμη και αν ισχυριστεί κάποιος ότι υπάρχει η οδός μιας μορφής μονομερούς προσφυγής για τη διατύπωση νομικής θέσης, η Άγκυρα δεν δεσμεύεται από την όποια απόφαση – γνωμοδότηση. Όμως, το γεγονός και μόνο ότι η Τουρκία δεν αποδέχεται να επιλυθούν τα ζητήματα στο Διεθνές Δικαστήριο είναι ένα νομικό και διπλωματικό συν για την Κυπριακή Δημοκρατία. Με την αρνητική της στάση, η Άγκυρα δείχνει ότι φοβάται τη διεθνή νομιμότητα και πως μπορεί πλέον να την επικαλείται όταν δεν αποδέχθηκε τη δικαστηριακή επίλυση της διαφοράς, από την οποία ενδέχεται – θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος – να πάρει περισσότερα από αυτά τα οποία δικαιούται.
Διότι, μπορεί μεν οι δικαστές του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης να διορίζονται από το Συμβούλιο Ασφαλείας και τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, όμως, είναι γνωστό τοις πάσι ότι το δικαστήριο έχει και πολιτικό χαρακτήρα και ακόμη και αν δικαιωθεί κάποιο κράτος, δύσκολα λαμβάνει το 100% των δικαιωμάτων του.
Προσοχή: Αυτή η κίνηση, δηλαδή της προσφυγής, ενδέχεται να εμφανιστεί από την Άγκυρα ως αφορμή για να μην επαναρχίσουν οι συνομιλίες, που, ούτως ή άλλως, είναι σκοτωμένες. Εκτιμούμε ότι η Τουρκία δεν θα δεχθεί να καθίσει να συζητήσει για «λύση» ενόσω εμείς θέλουμε τη δικαστική οδό. Αλίμονο, όμως, τη ελλείψει αεροπορίας και ναυτικού να μη χρησιμοποιούμε τα νομικά μας όπλα για να υπερασπιστούμε το κράτος μας και τα δικαιώματά μας. Ακόμη είμαστε στα αρχικά στάδια της διαδικασίας της προσφυγής και του συνυποσχετικού. Δεν ξέρουμε καν ποια είναι τα αιτήματά μας. Σίγουρο είναι ότι η Άγκυρα θέλει να κερδίζει εκτός δικαστηρίων. Με την ισχύ της!
Στρατηγική με δυο άξονες
Εάν λάβουμε υπόψη ότι, με την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο η Τουρκία θα αντιδράσει και ενδεχομένως να μη θελήσει να επανέλθει στις συνομιλίες, τότε θα πρέπει η κίνηση αυτή να είναι ενταγμένη σε μια συγκροτημένη εναλλακτική στρατηγική, η οποία θα στηρίζεται σε δυο βασικούς άξονες, όπως από αυτές τις στήλες πολλάκις τους έχουμε αναλύσει.
Πρώτο: Τη διατήρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας στη ζωή. Διότι, τα όποια δικαιώματά μας πηγάζουν από το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτή είναι η νομική μας βάση. Άρα, αυτή θα πρέπει να είναι η νομική βάση και της όποιας επανέναρξης των συνομιλιών. Δεν μπορεί να προσφεύγεις στο Διεθνές Δικαστήριο ως ενιαίο κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας και να μεταβαίνεις στις συνομιλίες για να διαλύσεις το κράτος και να αναγνωρίσεις το ψευδοκράτος ως ισότιμο συνιστών κράτος. Εάν κερδίσεις καθ’ οιονδήποτε τρόπο στο δικαστήριο, θα αναιρέσεις τις αποφάσεις αποδεχόμενος ότι για να υπογραφεί ομοσπονδία θα πρέπει να επανακαθοριστούν οι ΑΟΖ μετά τη λύση όπως αξιώνει η Τουρκία; (Σημειώνουμε ότι ακόμη και αν δεν συνυπογράψει η Άγκυρα το συνυποσχετικό, που είναι το λογικό, μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να συνιστά μια μορφή νίκης για την Κυπριακή Δημοκρατία εφόσον τεθεί με τον ορθό τρόπο στον διπλωματικό τομέα).
Δεύτερο: Την ασφαλή εκμετάλλευση του φυσικού αερίου. Μια θετική απόφαση του διεθνούς δικαστηρίου, εάν και όταν εκδοθεί, θα συνιστά μια σύσταση και ένα όπλο στα χέρια μας. Αυτό είναι δύσκολο, λόγω της αρνητικής στάσης της Άγκυρας. Δεν μας αναγνωρίζει. Όμως, ακόμη και αν θεωρηθεί θετική εξέλιξη αυτή η αρνητική τουρκική στάση, υπό την έννοια ότι εκθέτουμε την Τουρκία, χωρίς συμμαχίες και αποτροπή, η Άγκυρα δεν πρόκειται να υποχωρήσει. Δεν φημίζεται για τον σεβασμό της στο διεθνές δίκαιο. Θέλει να επιβάλλει το «δίκαιο» διά των τετελεσμένων που δημιουργεί μέσω των όπλων της.
Συνεπώς, η πιο απλή κίνηση θα είναι η υπογραφή συμμαχίας με την Ελλάδα στη βάση των εγγυητικών της δικαιωμάτων, όπως καθορίζει για παράδειγμα το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ. Ότι, δηλαδή, επίθεση εναντίον της Ελλάδας σημαίνει επίθεση σε βάρος της Κύπρου και αντίστροφα. Ένα τέτοιο γεγονός προϋποθέτει μια μίνι Πανεθνική και λήψη απόφασης και τρόπων για διεύρυνση μιας τέτοιας συμμαχίας με την Αίγυπτο και το Ισραήλ, καθώς και με άλλες χώρες της περιοχής, στη λογική του αμοιβαίου σεβασμού των κυριαρχικών δικαιωμάτων όπως προβλέπει και η Χάρτα των Ην. Εθνών στα πρώτα της άρθρα.
Οφείλουμε, όμως, να είμαστε ειλικρινείς: Κανείς δεν πρόκειται να σπεύσει να μας στηρίξει, εάν δεν επενδύσουμε στη δική μας άμυνα. Για παράδειγμα: Δεν είναι ανάγκη να περιμένουμε την Ελλάδα να στείλει πολεμικά αεροσκάφη. Εάν από τα 8 δις ευρώ που προσφέρει ο φορολογούμενος πολίτης για την άμυνα δαπανηθεί το 1 δις, μπορούμε να έχουμε δικό μας σμήνος μαχητικών, που θα μπορεί να ενεργεί στο πλαίσιο συμμαχιών.
Παράδειγμα: Σκεφτείτε σε μια τέτοια πολυμερή συμμαχία τη σημασία που θα έχει η συνεργασία και σύνδεση της αεράμυνας της Ελλάδας, του Ισραήλ, της Κύπρου ακόμη και της Αιγύπτου και σε ποια δύσκολη θέση θα βρεθεί η Τουρκία και το όραμα της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Η Άγκυρα δείχνει τον δρόμο…
Πρέπει να παραδεχθούμε ότι, η συμμαχική σχέση στην πράξη και όχι στα λόγια με την Ελλάδα όπως και με άλλες χώρες επιβάλλεται από την ίδια την Τουρκία με την πολιτική της περί της «Γαλάζιας Πατρίδας», που είναι συναφής με την ενιαία απειλή που εκδηλώνει η Άγκυρα στο Αιγαίο ώς την Κύπρο μέσω Κρήτης και Ρόδου. Ποια ήταν, λοιπόν, η ρεαλιστική πολιτική; Αυτή που εφαρμόστηκε, δηλαδή της διάλυσης του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου, ή της συνέχισής του;
Εάν Ελλάδα και Κύπρος συνέχιζαν το Δόγμα από το 1993 ως σήμερα, θα ήμασταν ως Ελληνισμός περιφερειακή δύναμη και η Τουρκία δεν θα μας συμπεριφερόταν όπως μας συμπεριφέρεται. Χωρίς σεβασμό.
Διότι:
Α) Το κόστος θα ήταν μεγαλύτερο από το όποιο όφελος θα ήταν δυνατό να προκύψει μέσω μιας κρίσης.
Β) Και οι μεγάλες δυνάμεις θα είχαν διαφορετική στάση έναντί μας.
Τονίζονται αυτά καθότι, η Άγκυρα, η οποία γνωρίζει τις αποτρεπτικές αδυναμίες της Ελλάδας, θα συνεχίσει τις προκλήσεις και αν το κρίνει σκόπιμο, θα φτάσει ακόμη και σε κρίση. Για να επέμβουν προφανώς οι ΗΠΑ να σώσουν τη νοτιοανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας. Και σε αυτό το σενάριο είτε θα δημιουργηθούν γκρίζες ζώνες είτε θα δοθούν στην Άγκυρα περισσότερα από εκείνα, τα οποία θα ήταν δυνατό να κερδίσει μέσω δικαστηρίου.
Και θα συμβεί κάτι τέτοιο, διότι η Ελλάδα θα υποχωρήσει για να χάσει λιγότερα στις συνομιλίες ως αποτέλεσμα μιας ελεγχόμενης κρίσης, παρά να χάσει πολύ περισσότερα σε μια πολεμική σύρραξη! Οι Τούρκοι εργάζονται μεθοδικά και ορθολογιστικά. Έχουν μετρήσει τις δυνάμεις και τις αδυναμίες και της Κύπρου και της Ελλάδας.
Εάν δεν μας παρασύρουν σε μια κρίση, προσδοκούν ότι θα πάρουν πολλά από αυτά που διεκδικούν μέσω τετελεσμένων χωρίς κρίση. Διά της σκιάς της ισχύος τους, παράγουν «δίκαιο» μέσω των δικών μας υποχωρήσεων στη λογική της αναθεωρητικής τους στρατηγικής. Διότι, ακόμη και τώρα τα παθήματα δεν μας γίνονται μαθήματα.
Ο EastMed και η ομοσπονδία
Επειδή περί ασφαλούς εκμετάλλευσης του φυσικού αερίου ο λόγος, θα πρέπει να ληφθεί απόφαση σε στρατηγικό επίπεδο για την κατασκευή του EastMed. Γιατί τονίζεται αυτό; Διότι είναι κοροϊδία να υποστηρίζει κανείς και να είναι μάλιστα ρεαλιστής, ότι θα κατασκευαστεί ο EastMed και ταυτοχρόνως θα εξευρεθεί λύση ομοσπονδίας, όταν πλέον η Τουρκία θέτει δυο βασικές προϋποθέσεις για να δεχθεί μιας τέτοιας μορφής διευθέτηση: Αγωγό προς τα δικά της παράλια αντί του EastMed μετά τη «λύση» και επανακαθορισμό των ΑΟΖ μετά τη «λύση». Δηλαδή θέλει να διαλύσει την Κυπριακή Δημοκρατία και να θέσει την Κύπρο ακόμη και μέσω της ενέργειας στο άρμα της.
Ας είμαστε ειλικρινείς: Ο EastMed έχει πιθανότητες κατασκευής λόγω Ισραήλ. Επειδή δεν θέλει να εγκλωβιστεί στην Τουρκία και επειδή η Κύπρος είναι η μοναδική στρατηγική έξοδος του Ισραήλ και δεν θέλει την Κύπρο να πέσει μέσω της υπό συζήτηση ομοσπονδιακής λύσης στα χέρια του γεωπολιτικού ελέγχου της Άγκυρας. Εκτός και αν οι ΗΠΑ επινοήσουν μιαν άλλη φόρμουλα, που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα του Ισραήλ, χωρίς βεβαίως να δίνουν δεκάρα εάν θα ενταφιαστούν τα δικά μας.
Εμείς ακόμη διαδηλώνουμε «ΝΑΤΟ, CIA, Προδοσία» και δίνουμε την ευκαιρία στην Άγκυρα να παρουσιάζεται αυτή η καλή σύμμαχος και εμείς οι… εχθροί της Ιστορίας. Του κόσμου των αδεσμεύτων. Είναι άλλο πράγμα η εθνική αξιοπρέπεια και άλλο πράγμα η πολιτική των συνδρόμων.
Τα πλεονεκτήματα…
Υπό αυτές τις συνθήκες γίνεται αντιληπτό ότι ο EastMed είναι στρατηγικό εργαλείο αποτροπής και προϋποθέσεων λύσης, εφόσον κατασκευαστεί προ της λύσης!
Ο EastMed μπορεί να αποτελέσει ένα στρατηγικό τετελεσμένο, για τους εξής λόγους:
1. Οικοδομεί υποσύστημα ασφάλειας στην περιφέρεια της Ευρασίας, που μπορεί να λειτουργήσει και ως φόρμουλα μερικού απεγκλωβισμού της Δύσης, δηλαδή των ΗΠΑ και των Ευρωπαίων, από την Άγκυρα.
2. Συνιστά εναλλακτική ενεργειακή επιλογή μερικού απεγκλωβισμού των εταίρων από τη Ρωσία, εξέλιξη που ευνοούν και οι ΗΠΑ.
3. Επενδύονται ισραηλινά, αμερικανικά και ευρωπαϊκά κεφάλαια, τα οποία δεν θα τολμήσει να απειλήσει η Τουρκία, οπότε δημιουργούνται συνθήκες αποτροπής.
4. Αλλάζει τα οικονομικά και στρατιωτικά ισοζύγια στη σχέση μας με τις ΗΠΑ και την ΕΕ με σημείο αναφοράς την Τουρκία. Μειώνεται, δηλαδή ψαλιδίζεται, το ανισοζύγιο συμφερόντων που υπάρχει στις σχέσεις Άγκυρας – Βρυξελλών και Λευκωσίας – Βρυξελλών, που τώρα κλίνει προς όφελος της Τουρκίας, παρότι εμείς είμαστε κράτος μέλος της ΕΕ. Ενισχύεται, δηλαδή, ο λόγος μας στον τρόπο λήψεως αποφάσεων.
Δεν είναι ανόητοι οι Ισραηλινοί που θέλουν να πάρουν αγωγό στην ΕΕ, όπως ανόητοι δεν είναι οι Ρώσοι, αλλά και οι Αμερικανοί για διαφορετικούς λόγους. Οι μεν Ρώσοι θέλουν τον βόρειο αγωγό 2 για να αυξήσουν την επιρροή τους στην Ευρώπη, οι δε Αμερικανοί δεν τον επιθυμούν για τον αντίθετο ακριβώς λόγο.
Προσφυγή, Ισχύς και Κεφάλαιο 7
Η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο από την Κυβέρνηση είναι τμήμα αυτού που ονομάσαμε νέο κυπριακό πρόβλημα, με γεωπολιτικό χαρακτήρα και ως θέματος εισβολής κατοχής. Αν δεν το βλέπουμε έτσι, υπάρχει ο κίνδυνος να εξελιχθεί σε απλό πυροτέχνημα. Η προσφυγή επιδιώκει να πιέσει νομικά και πολιτικά την Τουρκία να απέχει από προκλήσεις και από την εμπέδωση τετελεσμένων. Και να προστατεύσει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Εάν όμως οι κινήσεις αυτές δεν συνοδευτούν από συμμαχίες και αποτρεπτική ισχύ, δεν θα είναι παραγωγικές και αποτελεσματικές. Θα είναι ένα βήμα πιο μπροστά από τα ψηφίσματα του Σ. Ασφαλείας, αλλά εφόσον δεν συνδεθεί με το Κεφάλαιο 7 της Χάρτας του ΟΗΕ, στο πλαίσιο του οποίου μπορούν να επιβληθούν οικονομικές και άλλες κυρώσεις στην Τουρκία, θα έχει μεν το βήμα αυτό τη δική του σημασία, αλλά όχι τα πρακτικά αποτελέσματα που θα θέλαμε.
Ταυτοχρόνως, δε, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι η προσφυγή είναι ενταγμένη στην εξής πολιτική λογική: Ότι δηλαδή η διατήρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας στη ζωή και η ασφαλής εκμετάλλευση του φυσικού αερίου είναι καλύτερη επιλογή απ’ όσα συζητιούνταν ώς σήμερα για τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, την αναγνώριση του ψευδοκράτους ως ισότιμου συνιστώντος κράτους και τη μετατροπή της Κύπρου σε οιονεί επαρχία της Τουρκίας μέσα από την εκ περιτροπής Προεδρία και τον γεωστρατηγικό έλεγχό μας από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις.
Χωρίς όμως αλλαγή ισοζυγίων δυνάμεων, συμμαχίες και ισχύ, η Τουρκία έχει αποδείξει ότι όχι απλώς μπορεί να ρίξει οποιεσδήποτε αποφάσεις ή περί προσφυγών κινήσεις που δεν την δεσμεύουν στον κάλαθο των αχρήστων, αλλά και να επιβάλει ακόμη και με τη σκιά και μόνο της ισχύος της νέα τετελεσμένα. Κλασικός Ρεαλισμός!
Γιάννος Χαραλαμπίδης
Δρ των Διεθνών Σχέσεων
simerini