Τι σημαίνει και ποια η ετυμολογία της λέξης;
Η λέξη λωποδύτης είναι σύνθετη με α’ συνθετικό τη λέξη λωπή= το ένδυμα και β’ συνθετικό το ρήμα δύω= βυθίζω, βουτώ.
Άρα αρχικά λωποδύτης ήταν αυτός που βυθίζει το χέρι του, που «βουτάει» στα ρούχα, παίρνοντας κρυφά αντικείμενα και χρήματα.
Στη συνέχεια απέκτησε τη γενικότερη σημασία που έχει η λέξη σήμερα, δηλαδή αυτόν που μας κοροϊδεύει και μας ξεγελά.
rodiaki