Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΕΝΤΑ
Το αποτέλεσμα σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι απογοητευτικό. Δεν μπορούμε να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας, ούτε να κοροϊδεύουμε τον κόσμο.
Η επιβολή κυρώσεων μόνο σε δύο Τούρκους πολίτες είναι, όχι μόνο ανεπαρκής, αλλά μια αποτυχία που πρέπει να προβληματίσει. Κράτη μέλη της ΕΕ, κυρίως εκείνα που έχουν επιρροή και μπορούν να οδηγήσουν σε αποτέλεσμα, δεν στήριξαν τη θέση της Κύπρου για ισχυρές κυρώσεις. Κάποιοι εκ των θεσμών της ΕΕ και κάποιοι εκ των υψηλόβαθμων αξιωματούχων που τους εκπροσωπούν δεν στηρίζουν την Κύπρο. Γιατί προέκυψε το αποτέλεσμα αυτό;
Ο Υπουργός Εξωτερικών οφείλει να μιλήσει δημόσια και να πει τα πράγματα ως έχουν. Οφείλει να δώσει εξηγήσεις. Οι στόχοι που τέθηκαν ήταν συγκεκριμένοι και οι προσδοκίες διαφορετικές. Στις προτάσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας υπήρχαν, όχι μόνο ονόματα ατόμων, αλλά και εταιριών. Στις παράνομες ενέργειες της Τουρκίας συνέβαλαν και Ευρωπαίοι, κάποιοι εξ αυτών πολίτες κρατών μελών της ΕΕ. Γιατί σε αυτούς δεν επιβλήθηκαν κυρώσεις;
Όπως επίσης υπάρχουν και Ευρωπαϊκές εταιρίες, κάποιες κρατών μελών της ΕΕ, που συνδράμουν στις ενέργειες της τουρκικής κρατικής εταιρίας που διεξάγει της παράνομες γεωτρήσεις. Γιατί η ΤΡΑΟ δεν είναι καν στον κατάλογο των κυρώσεων;
Η Κυπριακή Δημοκρατία δέχθηκε επίθεση με τη χρήση στρατιωτικής βίας. Βρίσκεται σε καθεστώς εξαναγκασμού. Η Τουρκία καταπατά κυριαρχικά της δικαιώματα και επιδιώκει να κλέψει τον πλούτο της χώρας και του λαού της. Η Κυβέρνηση της Κύπρου δεν μπορεί να δείχνει κατανόηση διότι κάποιοι εκ των εταίρων της «δυσκολεύονται» να αντιδράσουν αποφασιστικά.
Η ΕΕ δεν είναι οργανισμός συλλογικής ασφάλειας, ούτε και μπορεί να προσφέρει εγγυήσεις στην Κυπριακή Δημοκρατία. Μπορεί όμως να επιβάλει κυρώσεις και να στηρίξει έμπρακτα τα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών μελών της. Στην περίπτωση της Κύπρου δεν υπάρχει διάθεση από κάποια κράτη μέλη να λειτουργήσουν στο πλαίσιο της αλληλεγγύης.
Τι πρέπει να πράξει η Κύπρος; Σίγουρα θα πρέπει να επιμείνει σε σοβαρές κυρώσεις. Αλλά πρώτα πρέπει να σταματήσει την πειραματική συμπεριφορά και να σταματήσει να βασίζεται στην πρωτοβουλία του ενός ή των δύο. Η ηγετική πρωτοβουλία και καθοδήγηση είναι πάντα αναγκαία στη στρατηγική, αλλά όταν οι επιλογές βασίζονται σε άτομα και ατομικές πρωτοβουλίες, η πολιτική είναι πάντα προβληματική.
Σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας η ΕΕ δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς ομοφωνία. Αυτό η Κύπρος το βλέπει ως πρόβλημα. Πρέπει να σταματήσει να το βλέπει μόνο έτσι και να δει καθαρά τον τρόπο λειτουργίας της ΕΕ σε διακρατικό επίπεδο. Η επιλογή δεν είναι φυσικά η απειλή του βέτο. Αυτό είναι το έσχατο και φανερώνει δυσκολία, εν πολλοίς αδιέξοδο.
Η εναλλακτική επιλογή είναι η διπλωματία του ανάλογου αντισταθμίσματος και σκληρή γραμμή στην διαπραγμάτευση. Έτσι λειτουργούν τα πράγματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δίνεις κάτι που χρειάζεται κάποιος άλλος, για να πάρεις κάτι εσύ. Αυτό φυσικά δεν μπορεί να το επιλέγει η Κύπρος περιστασιακά, όπως στην περίπτωση της διεύρυνσης των κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Απαιτείται συστηματικότητα, δηλαδή προνοητικότητα και σχεδιασμός. Τίποτα σε επίπεδο αποφάσεων εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας στην ΕΕ δεν είναι ουδέτερο. Πάντα κρύβονται πίσω συμφέροντα κρατών.
Τα συμφέροντα πρέπει να βλέπει η Κύπρος. Να συνομιλεί με τους εταίρους με τη γλώσσα του ρεαλισμού. Η απειλή έναντι της εθνικής κυριαρχίας και της φυσικής επιβίωσης του κράτους είναι η θεμελιώδης γλώσσα του ρεαλισμού. Η διπλωματία της «κατανόησης» εκλαμβάνεται μόνο ως αδυναμία, διότι έτσι είναι.
Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής και Διακυβέρνησης, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας