Οι δανειστές ήταν ιδιώτες και αρκετοί είδαν τις ομολογίες τους να γίνονται “σκουπίδια”
Τον Φεβρουάριο του 1824 και του 1825, υπογράφτηκαν τα δάνεια της επανάστασης μεταξύ της ελληνικής επιτροπής δανείου και τραπεζικών οίκων του Λονδίνου. Το δάνειο ήταν απαραίτητο, για να συνεχιστεί ο αγώνας και χρήματα υπήρχαν μόνο στη Βρετανία. Το Λονδίνο είχε αναπτυχθεί ως το χρηματοπιστωτικό κέντρο του 19ου αιώνα.
Ήταν η εποχή που οι αξίες έπαψαν να είναι κατά κύριο λόγο τα υλικά εμπορεύματα και εμφανίσθηκαν οι άυλοι τίτλοι, ενώ οι έμποροι αντικαταστάθηκαν από χρηματομεσίτες και οι εμπορικές τράπεζες από χρηματοπιστωτικούς οίκους.
Τα δάνεια του 1824 και 1825 ήταν ομολογιακά, δηλαδή τα χρήματα προέρχονταν από ιδιώτες επενδυτές που αγόρασαν ελληνικά ομόλογα και όχι από κάποια κυβέρνηση. Όσοι επένδυαν σε ομολογίες φυσικά στόχευαν στο κέρδος, καθώς αγόραζαν τις ομολογίες σε χαμηλότερη τιμή από την αναγραφόμενη, αλλά θα αποζημιώνονταν με το ονομαστικό ποσό.
Για παράδειγμα όποιος αγόραζε ομολογίες του ελληνικού δανείου ονομαστικής αξίας 100 λιρών, έδινε 59 αλλά θα έπαιρνε εκατό. Έτσι άξιζε για τους ομολογιούχους το ρίσκο, καθώς «δάνειζαν» μια ανύπαρκτη χώρα αφού η επανάσταση ήταν σε εξέλιξη και κανείς δνε γνώριζε αν θα πετύχαινε. Όσο πιο αξιόπιστος ήταν ο δανειζόμενος, τόσο πιο ψηλή ήταν η τιμή έκδοσης των ομολογιών.
Αυτό όμως δεν ίσχυσε στην περίπτωση της ελληνικής επανάστασης. Παρά το ρεύμα του φιλελληνισμού που είχε αναπτυχθεί στην Ευρώπη και συνέβαλε στην ευνοϊκή αντιμετώπιση του ελληνικού αγώνα από τους απλούς πολίτες, οι όροι των δανείων παρέμειναν επαχθείς.
Τα ονομαστικά ποσά των δύο δανείων ήταν 800 χιλιάδες λίρες και 2 εκατομμύρια αντίστοιχα. Ωστόσο, το πραγματικό ποσό που θα δινόταν στην επαναστατική κυβέρνηση κόπηκε στη μέση, καθώς η τιμή έκδοσης των ομολογιών στο πρώτο δάνειο ορίστηκε στο 59%, ενώ στο δεύτερο μόλις 55,5%.
Οι ομολογιούχοι δηλαδή ανέμεναν τον διπλασιασμό της επένδυσής τους, ενώ αντιθέτως η Ελλάδα θα έπρεπε να πληρώσει το διπλάσιο ποσό από αυτό που πραγματικά έλαβε. Η εναλλακτική ήταν να μη λάβει κανένα δάνειο και η επανάσταση να μην χρηματοδοτηθεί.
ΤΑ ΔΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ
Η ελληνική επανάσταση δεν απέτυχε. Ωστόσο, οι ομολογιούχοι δεν πήραν τα χρήματά τους πίσω.
Το 1827, πριν ακόμα ιδρυθεί το ελληνικό κράτος, η επαναστατική κυβέρνηση δήλωσε ανίκανη να αποπληρώσει τα δύο δάνεια του 1824 και 1825. Για μια δεκαετία, η Ελλάδα έμεινε εκτός των διεθνών αγορών και παρά τις προσπάθειες του κυβερνήτη Καποδίστρια, δεν κατόρθωσε να πάρει νέο δάνειο.
Το 1833 όμως, οι Μεγάλες Δυνάμεις εγγυήθηκαν ένα δάνειο 60 εκατομμυρίων φράγκων ως προίκα στον νεαρό Όθωνα, που επρόκειτο να γίνει βασιλιάς των Ελλήνων.
Για δεκαετίες, τα δάνεια της επανάστασης είχαν αδρανοποιηθεί. Προτεραιότητα είχε το δάνειο του Όθωνα, καθώς σε περίπτωση που η Ελλάδα δεν πλήρωνε τα χρέη της, θα αναγκάζονταν να το κάνουν οι Μεγάλες Δυνάμεις, ως εγγυήτριες. Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα δεν κατάφερε να αποπληρώνει τους τόκους με συνέπεια το 1843 να κηρύξει πτώχευση για ακόμα μία φορά.
Οι ομολογιούχοι των δανείων της επανάστασης όμως, δεν εγκατέλειψαν την προσπάθεια. Είχαν οργανωθεί σε επιτροπές, για να ασκήσουν πίεση για την αποπληρωμή των δανείων, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η αξία των ομολογιών είχε σχεδόν μηδενιστεί. Είχαν μετατραπεί στα λεγόμενα «σκουπίδια» του χρηματιστηρίου. Οι ομολογίες δεν θα αποζημιώνονταν από τον δανειζόμενο, αλλά ακόμα και αν ο κάτοχος προσπαθούσε να της πουλήσει, η τιμή θα ήταν τόσο χαμηλή που σε καμία περίπτωση δεν θα κάλυπτε την αρχική επένδυση.
Ουσιαστικά, δηλαδή, όσοι είχαν επενδύσει στην ελληνική επανάσταση κατά το 1824 και 1825, έχασαν τα χρήματά τους.
Ο ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ
Αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε μέχρι το 1879. Τότε η Ελλάδα αναγκάστηκε να επαναφέρει το ζήτημα της αποπληρωμής όλων των δανείων που είχε λάβει, καθώς κινδύνεψε να μείνει εκτός των ευρωπαϊκών ζητήσεων για αναδιανομή των εδαφών που απελευθερώνονταν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Το 1879 έγινε ο διακανονισμός όλων των δανείων της Ελλάδας. Οι ομολογιούχοι των δανείων της επανάστασης αποζημιώθηκαν με το ονομαστικό ποσό των ομολογιών τους. Αφαιρέθηκαν οι τόκοι των ενδιάμεσων ετών, αλλά το ποσό που έλαβαν ξεπερνούσε την αρχική τους τιμή.
Ωστόσο, οι αρχικοί επενδυτές του 1824 και 1825, αν κράτησαν τις ομολογίες και αν ζούσαν, χρειάστηκε να περάσει μισός αιώνας για να αποκομίσουν κέρδος. Αν τις είχαν πουλήσει θα είχαν μειώσει την απώλειά τους. Κερδισμένοι λογικά, ήταν οι απογονοί τους ή όσοι τις αγόρασαν αργότερα σε εξευτελιστικές τιμές.
Ηθικά πάντως ήταν αναμφισβήτητα νικητές καθώς ένας αριθμός ομολογιούχων αγόρασε συνειδητά για να βοηθήσει την ελληνική επανάσταση. Παρά τις σπατάλες των Ελλήνων, τη διχόνοια. που έφεραν και τα χρήματα, η επένδυσή τους έπιασε τόπο.
Φυσικά η εκδοχή ότι η Ελλάδα απελευθερώθηκε για να εξοφληθούν τα δάνεια είναι υπερβολική και εκτός διπλωματικής πραγματικότητας.
Η Αγγλία, η Γαλλία και πολύ περισσότερο η Ρωσία δεν νοιάζονταν για τα κέρδη ή τις ζημιές μερικών ιδιωτών, γιατί αντίθετα με ό,τι πιστεύουν πολλοί, τα δάνεια δεν τα έδωσαν κράτη.
Τα πρώτα δάνεια της Ανεξαρτησίας στη «Μηχανή του Χρόνου» με τον Χρίστο Βασιλόπουλο, μεταδόθηκε τη Δευτέρα, 17 Φεβρουαρίου στις 21.00 στο COSMOTE HISTORY. Σε επανάληψη Κυριακή 23 Φεβρουαρίου στις 17.00.