Το τελευταίο καιρό βομβαρδιζόμαστε συνεχώς με ειδήσεις
για φαντασμαγορικές πτώσεις μετεωριτών.
Μήπως τελικά δεν φταίνε οι νυχτερίδες και οι παγκολίνοι;
Έρχονται στιγμές που ο άνθρωπος συνειδητοποιεί ότι μικρό δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ασήμαντο, άσκοπο, και ανάξιο λόγου. Και τότε αντιλαμβάνεται ότι συνυπάρχει, όχι μόνο με τους επιφανειακά γνωστούς και κατακτημένους κόσμους των φυτών και των ζώων, αλλά και με μικρούς αόρατους κόσμους άγνωστης προέλευσης και αποστολής.
Ο κόσμος των μικροοργανισμών, των βακτηρίων, και των ιών, είναι ένας από τους «θαυμαστούς καινούργιους κόσμους» που ενδέχεται να προκαλέσει την μεγάλη ανατροπή στις αντιλήψεις μας για τη ζωή στη Γη και στο Σύμπαν.
Μοριακά νέφη στο Γαλαξία μας, αστεροειδείς, μετεωρίτες και κομήτες δεν αποκλείεται να κρύβουν μέσα τους ολόκληρους τέτοιους κόσμους σε συνεχή διαστημική διακίνηση. Συγκεκριμένες απορροφητικές υφές στο φάσμα της σκόνης των τεράστιων μοριακών νεφώνπου βρίσκονται στο διάστημα (και που μέσα τους έχουν ήδη ανιχνευθεί πολύπλοκα οργανικά μόρια) αλλά και αντίστοιχες υφές στο φάσμα της σκόνης των μετεωριτών, συμπίπτουν με εργαστηριακές φασματικές υφές που προέρχονται από καλλιέργειες μικροβίων, ενώ η περιοδικότητα επιδημιών που οφείλονται σε παρόμοιους μικροοργανισμούς συμπίπτει με την χρονική περίοδο της εισόδου της Γης σε περιοχές του πλανητικού μας περιβάλλοντος που είναι γεμάτες από υπολείμματα κομητών. Πέραν αυτών, οι ιδιότητες των βακτηρίων όσον αφορά την αντοχή τους σε ακραίες καταστάσεις πίεσης και θερμοκρασίας αλλά και σε υψηλές δόσεις ακτινοβολίας, καταστάσεις που ποτέ δεν χαρακτήριζαν τον πλανήτη μας για να αποδοθούν στην ικανότητα προσαρμογής τους, είναι αινιγματικά εξωγήϊνες.
Ο ρόλος των βακτηρίων στην προέλευση της ζωής στη Γη και στην εξέλιξη των μορφών της, όταν διερευνηθεί, δεν αποκλείεται να ανατρέψει οριστικά την «επαρχιακή» θεωρία της εξέλιξης, η οποία, πέραν του ενστικτώδους γεωκεντρισμού της, δέχεται σοβαρά πλήγματα από την οριστικοποίηση των παλαιοντολογικών ευρημάτων ότι οι πολύπλοκες μορφές ζωής στον πλανήτη ενέσκυψαν αιφνιδιαστικά (από που άραγε;) πριν από περίπου 600 εκατομμύρια χρόνια. Ήταν κάτι σαν ένα είδος απρόσμενης ανθοφορίας από ένα δέντρο του οποίου ο κορμός και τα κλαδιά δεν μας είναι ορατά. Η δε θρυλούμενη εξέλιξη των ειδών δεν είναι καθόλου γραμμικά εξελικτική αλλά προχωρεί με εκρηκτικά άλματα, ανά 100 περίπου εκατομμύρια χρόνια, ανάμεσα σε κοσμικά ατυχήματα καταστροφών της Γης από συγκρούσεις με αστεροειδείς, που εξαφανίζουν μαζικά και οριστικά ολόκληρα είδη ζωής (για παράδειγμα εξαφάνιση των δεινοσαύρων και πολλών άλλων ειδών πριν από 65 εκατομμύρια χρόνια). Κι όλα αυτά εν μέσω έμβιων όντων με «εξωγήϊνες» αντοχές σε υψηλές δόσεις ακτινοβολίας – χαρακτηριστικό του χώρου του Διαστήματος – που εμφανίσθηκαν το καθένα τους αιφνιδιαστικά και ουδεμία εξέλιξη υπέστησαν έκτοτε, για εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια (κατσαρίδες, γαρίδες, σκορπιοί).
Η όλη εικόνα είναι συμβατή με το σενάριο της πιθανής περιοδικής εισόδου του ηλιακού μας συστήματος σε πυκνά μοριακά νέφη, κατά την πορεία του γύρω από το κέντρο του Γαλαξία μας, μια πορεία που χρειάζεται περίπου 250 εκατομμύρια χρόνια για μια πλήρη περιφορά.
Η «σύγκρουση» του ηλιακού μας συστήματος με ένα πυκνό μοριακό νέφος έχει σαν αποτέλεσμα τον εκσφενδονισμό πολλών κομητών από το «νέφος κομητών» που περιβάλλει το ηλιακό μας σύστημα, προς όλες τις κατευθύνσεις. Κάποιοι από αυτούς που πλησιάζουν ή συγκρούονται με τη Γη, μπορεί να την ψεκάζουν κυριολεκτικά με νέο γενετικό υλικό, δημιουργώντας «γενετικές καταιγίδες» (βροχές βακτηρίων και ιών;) που επηρεάζουν, κατευθύνουν ή καθορίζουν την εμφάνιση νέων μορφών ζωής στον πλανήτη μέσα από γενετικές παρεμβάσεις.
Οι βιολόγοι έχουν πρόσφατα διαπιστώσει ότι η οριζόντιος μεταφορά γενετικού υλικού από είδος σε είδος, γίνεται κυρίως μέσω των ιών, και αποτελεί (και αποτέλεσε στο παρελθόν) έναν κορυφαίο μηχανισμό δημιουργίας νέων ειδών, μέσα από γενετικές «ενδοσυμβιώσεις», συγκολλήσεις, ενσωματώσεις, και υβριδικές μεταμορφώσεις (για παράδειγμα στο γονιδίωμα της αγελάδας έχει ανιχνευθεί ένα κομμάτι DNA φιδιού που φαίνεται ότι «πέρασε» οριζόντια μέσα του πριν από 50 εκατομμύρια χρόνια). Αυτή η διαπίστωση έχει πρακτικά ακυρώσει την δαρβινική σύλληψη του «δέντρου της ζωής» και οδηγεί σε αναζήτηση μιας άλλης τοπολογίας, δικτυακής, κατά πάσα πιθανότητα, μορφής.
Οι απόψεις αυτές, ως ιδέες, δεν ήταν ξένες στην επιστήμη του 20ου αιώνα, δεδομένου ότι προβλήθηκαν συστηματικά από ολιγάριθμους μεν, αλλά σημαντικούς επιστήμονες του καιρού τους (από την αρχή έως και το τέλος του αιώνα), χωρίς όμως να κατορθώσουν να διατρήσουν ένα εκπαιδευτικό σύστημα που από τη φύση του είναι συντηρητικό και απαιτεί (ορθώς) σκληρές αποδείξεις για την συμπερίληψή τους στο τρέχον ερμηνευτικό σχήμα της πραγματικότητας, όπως την αντιλαμβανόμαστε μέσα από τα μάτια της κατεστημένης επιστήμης. Η αυξανόμενη αξιοπιστία τους των τελευταίων ετών οφείλεται ακριβώς στις επιστημονικές ενδείξεις (αν όχι αποδείξεις) που παρέχονται μέσα από αστροφυσικές κυρίως έρευνες, συνεπικουρούμενες από την αναγκαστική πλέον αναθεωρητική έρευνα των γεωλογικών και βιολογικών ευρημάτων και δεδομένων.
Ο χώρος της Αστρονομίας υπήρξε ιστορικά ο κατ’ εξοχήν ταραξίας του κατεστημένου (Αρίσταρχος, Κοπέρνικος, Γαλιλαίος, Τζιορντάνο Μπρούνο για παράδειγμα), οι αλήθειες όμως που διακήρυττε έπρεπε να περιμένουν την ευρύτερη κοινωνική ωρίμανση, για να επιβεβαιωθούν μέσα από την ενασχόληση του κύριου σώματος των ερευνητών της επιστήμης και την παροχή αδιαφιλονίκητων αποδείξεων. Θυμηθείτε ότι για την οριστική αποδοχή του ηλιοκεντρικού συστήματος απαιτήθηκαν 100 περίπου χρόνια από την δημοσίευση του έργου του Κοπέρνικου. Έχουμε λοιπόν καιρό μπροστά μας. Εκτός και αν κάποιες σαρωτικές ιογενείς επιδημίες μας κάνουν να ωριμάσουμε συντομότερα…
(από το βιβλίο μου «Η Μεγάλη Εικόνα του Ουρανού», Εκδόσεις Ανάβαση, 2017)
Χρίστος Γούδης