Μοιάζει με «δώρο» στους δύσκολους καιρούς της πανδημίας. Αλλά δεν είναι παρά ένα δάνειο που θα προσθέσει έως 2 δισ. ευρώ στις πλάτες της νέας γενιάς.
Μοιάζει με προστασία από την ανεργία. Αλλά κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος εάν θα του «κληρώσει» να βρίσκεται στους προστατευμένους, όταν το κριτήριο επιδότησης για μείωση του χρόνου εργασίας θα περιοριστεί στη διατήρηση του ίδιου αριθμού εργαζομένων και όχι αναγκαστικά των ίδιων εργαζομένων.
Μοιάζει με πρόγραμμα επιδότησης θέσεων εργασίας. Αλλά όλα δείχνουν ότι οι μειώσεις αμοιβών που θα το συνοδεύσουν -από 20% έως 50%- θα οδηγήσουν σε οριζόντια πτώση της αγοραστικής ικανότητας των εργαζομένων που θα ενταχτούν σε αυτό.
Μοιάζει με μοναδικό σωσίβιο για την επίπλευση σε μια θάλασσα απολύσεων. Αλλά η εμπειρία από την πατρίδα των εμπνευστών του, τη Γερμανία, δείχνει ότι με τη θεσμοθέτηση σχημάτων «μερικής ανεργίας», ακόμη και στο 10% του εργάσιμου χρόνου, όπως έκαναν η Ελβετία και η Αυστρία, μπορεί να ανοίξει κερκόπορτα για εδραίωση των «συμβολαίων μηδενικού χρόνου» και στην Ελλάδα, συμβάσεων στις οποίες ο εργαζόμενος είναι διαθέσιμος ανά πάσα στιγμή, όσες φορές και για όσες ώρες τον χρειάζεται μέρα με τη μέρα ο εργοδότης.
Ο λόγος για το πρόγραμμα SURE, που ως μάννα εξ ουρανού περιμένει η κυβέρνηση -και όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις- μετά την κατανομή του στους 27 της Ε.Ε. για να επιδοτήσει όσες επιχειρήσεις εντάξουν το προσωπικό τους σε σχήματα μειωμένου χρόνου εργασίας.
Πόσο αποτελεσματική θα είναι αυτή η προσωρινή κρατική ομπρέλα στην ταυτόχρονη μείωση χρόνου εργασίας και μισθού σε μια τόσο κατακερματισμένη αγορά εργασίας όπως η ελληνική; Τι εγγυήσεις υπάρχουν ότι δεν θα αποτελέσει το εργαλείο για μόνιμη αναδιευθέτηση του χρόνου εργασίας, για κατάργηση του 8ωρου με τη βούλα και των συνδικάτων;
Πώς θα καλυφθούν οι εργαζόμενοι σε πλατφόρμες, οι μετανάστες, οι επισφαλείς εργαζόμενοι της άτυπης οικονομίας; Ερωτήματα που αναζητούν απαντήσεις πριν να είναι πολύ αργά.
Η κρατική εγγύηση της απασχόλησης είναι μονόδρομος. Αλλά η χρήση της ως μοχλού ριζικής ανατροπής των εργασιακών σχέσεων σε βάρος των εργαζομένων είναι αδιανόητη. Και, δυστυχώς, έχουμε κάθε λόγο να είμαστε καχύποπτοι.
“ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ”