Από τον Πόρτα – Πόρτα
Α.
Οι συνέπειες της προφανούς λύσης
– Μια και οι πιστωτές που κινδυνεύουν είναι οι νηφάλιοι Γερμανοί
που ξοδεύουν λίγο και αποταμιεύουν πολύ, που πληρώνουν φόρους, δεν δανείζονται και
που δεν μαγειρεύουν τα στατιστικά τους στοιχεία, οι Έλληνες θα πρέπει να εργάζονται
περισσότερο και να ξοδεύουν λιγότερο. Αυτό θα επιτρέψει στην Ελλάδα να αποπληρώσει
το χρέος της στο ακέραιο και να προστατεύσει τους ενάρετους Γερμανούς από την υποχρέωση να
παρέχουν στήριξη στους Έλληνες τζαμπατζήδες.
– Αλλά οι Έλληνες εργάζονται ήδη κατά μέσο όρο 1.900 ώρες το χρόνο, που είναι το
υψηλότερο ετήσιο φόρτος εργασίας στην ΕΕ (μπροστά από τους Ισπανούς, που
χτυπάνε 1,800 ώρες εργασίας το χρόνο). Αυτό καθιστά δύσκολο την αύξηση του χρόνου
εργασίας και συνεπώς δύσκολο το εγχείρημα ότι πρέπει να «αποφασίσουν» να
αυξήσουν το εισόδημά τους.
– Η μόνη λύση, λοιπόν, είναι ότι θα πρέπει να καταναλώνουν λιγότερο ώστε να μπορούν να αποταμιεύσουν
μεγαλύτερο ποσοστό των εισοδημάτων τους και να πληρώνουν περισσότερους φόρους ώστε να παρέχουν
ευρώ για την αποπληρωμή των ξένων πιστωτών.
– Αλλά εδώ είναι το κύριο σημείο της θεωρίας του Τζον Μέυναρντ Κέυνς:
αυτό μπορεί να συμβεί μόνο εάν το εισόδημα παραμείνει το ίδιο.
Και καθώς οι Έλληνες δεν μπορούν να πουλήσουν περισσότερα προϊόντα στους
εαυτούς τους εάν καταναλώνουν λιγότερο, αυτό μπορεί να συμβεί μόνο εάν η Ελλάδα
καταφέρει να πουλήσει περισσότερα στους ξένους από ότι τους πληρώνει για την
εξυπηρέτηση του χρέους. Εάν αυτό δεν συμβεί, η ζήτηση θα μειωθεί, η ανεργία θα
αυξηθεί και το χρέος θα συνεχίσει να διογκώνεται. Πραγματικά, δεν υπάρχει εγγύηση ότι
το ποσοστό αποταμίευσης θα αυξηθεί καθώς το εισόδημα θα μπορούσε να μειωθεί
γρηγορότερα εάν η εξωτερική ζήτηση δεν ήταν επαρκώς υψηλή. Και αυτό είναι μάλλον
απίθανο να συμβεί εάν οι Γερμανοί συνεχίσουν να συμπεριφέρονται σαν Γερμανοί και
καταναλώνουν λίγο.
Β.
Εξετάστε τις πολιτικές που εισήγαγε η γερμανική κυβέρνηση μετά την επανένωση το
1990 (βλέπε Kregel 1999). Η αύξηση των μισθών περιορίστηκε σε χαμηλότερο επίπεδο
από την αύξηση της παραγωγικότητας και το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος
μειώθηκε. Ο πληθωρισμός έπεσε σε χαμηλότερα επίπεδα απ’ ότι στην υπόλοιπη
ευρωζώνη, προκαλώντας ουσιαστικά μια υποτίμηση στις γερμανικές εξαγωγές. Αυτό
ισοδυναμεί με μια έμμεση επιδότηση για τα κέρδη των εξαγωγέων και τις εξαγωγικές
πωλήσεις και με φόρο στην κατανάλωση. Ενώπιον του χαμηλού πληθωρισμού που
επικρατεί γενικά στην ΕΕ, τα επιτόκια που καθορίζονται από την ΕΚΤ με βάση τον μέσο
όρο του ποσοστού του πληθωρισμού της ευρωχώρας παράγουν ουσιαστικά υψηλά
πραγματικά επιτόκια που κατά συνέπεια επιβραβεύουν περαιτέρω την αποταμίευση. Ως
αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών, το δημόσιο έλλειμμα της Γερμανίας μειώθηκε (καθώς
μειώθηκαν τα έξοδα για την ενοποίηση) και το πλεόνασμα του ισοζυγίου των εξωτερικών
συναλλαγών της αυξήθηκε, ενισχύοντας το γερμανικό επιτόκιο ταμιευτηρίου. Με ένα
μειωμένο δημόσιο έλλειμμα, η εξωτερική θέση έπρεπε να το υπερκαλύψει, ειδάλλως ο
ρυθμός ανάπτυξης θα είχε μειωθεί—που στην πραγματικότητα είναι αυτό που συνέβη.
Το αποτέλεσμα είναι η αύξηση του γερμανικού ΑΕΠ που υπερβαίνει το ποσοστό
αύξησης της κατανάλωσης και αυξανόμενα ποσοστά αποταμίευσης. Θα πρέπει να είναι
προφανές ότι αυτό το αποτέλεσμα είναι ανεξάρτητο από το εάν ή όχι οι Γερμανοί είναι
πιο φειδωλοί από τους Έλληνες, είτε εθνικά ή πολιτισμικά. Οι Γερμανοί απλά
ανταποκρίθηκαν σε συγκεκριμένα κίνητρα οικονομικής πολιτικής που θεσπίστηκαν
προκειμένου να πληρώσουν το κόστος για την επανένωση.
Γ. Η λύση για την ευρω-κρίση είναι η Γερμανία, όχι η Ελλάδα
Η Γερμανία θα μπορούσε να ξεπληρώσει τους Συμμάχους μόνο αν οι Σύμμαχοι ήταν πρόθυμοι
να ενισχύσουν τα επίπεδα της κατανάλωσή τους με γερμανικά προϊόντα.
– Η λύση που τελικά υιοθετήθηκε απέναντι στη Γερμανία—αύξηση του βραχυπρόθεσμου ιδιωτικού
δανεισμού αντί αύξηση στις εισαγωγές των γερμανικών προϊόντων—έθεσαν τις βάσεις τόσο
για την κατάρρευση του χρηματιστηρίου των ΗΠΑ το 1929 όσο και για την άνοδο του φασισμού στη Γερμανία.
– Έτσι, η συμπεριφορά των πιστωτών είναι εξίσου σημαντική όσο και οι πολιτικές των
οφειλετών—εάν το χρέος πρόκειται να αναδιαρθρωθεί με ένα σταθερό επίπεδο
εισοδήματος.
– Εάν οι πιστωτές της Ελλάδας θέλουν να εξοφληθούν, οι χώρες της
ευρωζώνης με θετικό εθνικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έχουν την επιλογή να
πίνουν περισσότερη ρετσίνα ή να δανείζουν στην Ελλάδα αρκετά χρήματα για να
εξυπηρετεί το χρέος της.
– Ωστόσο, υπάρχει μια πιθανή λύση μέσω του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών: η
εξαγωγή ελλήνων εργαζομένων που θα οδηγήσει σε αρκετά αυξημένα επίπεδα
μετανάστευσης και θα παράγει μια ροή εμβασμάτων που θα επαρκεί για την κάλυψη της
εξυπηρέτησης του χρέους. Με δεδομένο το γεγονός ότι κατ΄ ουσίαν υπάρχει ελεύθερη
διακίνηση εργατικού δυναμικού μέσα στην ΕΕ, αυτό θα μπορούσε να ήταν μια βιώσιμη
λύση για την κρίση του ευρώ. Η Γερμανία θα είχε τότε να αντιμετωπίσει την επιλογή να
αποδεκτεί ζημίες στο ελληνικό χρέος ή να επιτρέψει απεριόριστη μετανάστευση από την
Ελλάδα.
Δ. Εάν η Γερμανία δεν επιθυμεί τη Συνεργατική Λύση
– Οι Γερμανικές τράπεζες δανείζουν στην ελληνική κυβέρνηση και σε ιδιωτικούς δανειστές προκειμένου
να έχουν ελλείμματα και να αγοράζουν εισαγώμενα αγαθά, πολλά εκ των οποίων
προέρχονται από τη Γερμανία.
– Το αποτέλεσμα: ελληνικά δημοσιονομικά και εξωτερικά ελλείμματα, που παρήγαγαν ποσοστό ανάπτυξης
του εισοδήματος χαμηλότερο από το ποσοστό ανάπτυξης της κατανάλωσης, χαμηλή αναλογία αποταμιεύσεων,
και αυξανόμενη αναλογία χρέους. Δεν αποτελεί συνεπώς έκπληξη ότι οι γερμανικές (και οι γαλλικές) τράπεζες
ήταν ιδιαίτερα εκτεθειμένες σε έλληνες δανειολήπτες.
– Αλλά εάν η Ελλάδα χρεοκοπήσει, τότε τα δάνεια στην Ελλάδα γίνονται προβληματικά και δεν θα
αποπληρωθούν στο ακέραιο τους και η θέση των γερμανικών τραπεζών θα είναι ίδια με
αυτή των αμερικανικών τραπεζών κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους στη Λατινική
Αμερική. Αυτός είναι ο λόγος που η ΕΕ έχει επιμένει στο ότι πρέπει να αποπληρώσει η
Ελλάδα το χρέος της στο ακέραιο—για να προστατέψει το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
– Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι Ελληνες είναι περισσότερο σπάταλοι και οι Γερμανοί είναι
ολιγαρκείς. Είναι το μείγμα πολτικής που τους κάνει έτσι, όχι κάποιο ενδογενές
πολιτιστικό χαρακτηριστικό. Το πραγματικό κόστος μιας πιθανής χρεοκοπίας θα το
επωμιστούν οι τράπεζες που δάνεισαν. Αναγνωρίζοντας αυτήν την πραγματικότητα, θα
ήταν πιο αποτελεσματικό για την γερμανική κυβέρνηση απλά να αποζημιώσει τις δικές
της τράπεζες—ακριβώς όπως έγινε με τις ανατολικογερμανικές τράπεζες στην
διαδικασία της επανένωσης.
ΠΠ
( στα Ελληνικα )
http://www.levyinstitute.org/pubs/ppb_121GR.pdf