Kάποιοι πιστεύουν ότι το πραγματικό πρόβλημα των Γερμανών το είχε εντοπίσει ο Βίλχελμ Ράιχ…

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο Ράιχ δεν συμμεριζόταν τη φροϋδική άποψη πως τα σεξουαλικά ένστικτα είναι απαραίτητο να καταπιέζονται προσαρμοζόμενα στο πλαίσιο που θέτει ο πολιτισμός. Πίστευε, αντίθετα, πως η ελεύθερη έκφραση και ικανοποίηση των μη διεστραμμένων, υγιειών σεξουαλικών ορμών είναι όχι μόνο συμβατή με την ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων, αλλά κύρια προϋπόθεση για ουσιαστική κοινωνική πρόοδο. Αργότερα, μάλιστα, υποστήριξε πως λόγω του μαζικού και διαχρονικού χαρακτήρα των νευρώσεων «ποτέ μέχρι σήμερα δεν υπήρξε [πραγματική] κουλτούρα ή πολιτισμός».

Καθώς η ατομική θεραπεία δεν μπορούσε να λύσει το πρόβλημα της γενικευμένης νεύρωσης του πληθυσμού, εστιάστηκε στην πρόληψη. Οργάνωσε κλινικές ψυχικής υγείας και συνεργάστηκε με Σοσιαλιστικά και Κομμουνιστικά κόμματα, πιστεύοντας πως οι κοινωνικές αλλαγές που υποστήριζαν θα μπορούσαν να συνδυαστούν με απελευθέρωση από τα καταπιεστικά σεξουαλικά ήθη της εποχής. Το 1930 ο Ράιχ μετακόμισε στο Βερολίνο και έγινε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος. Η πολιτική του δράση συνετέλεσε στον χωρισμό με τη σύζυγό του με την οποία είχε αποκτήσει δύο παιδιά. Το 1933, ωστόσο, διαγράφηκε από το κόμμα, καθώς οι ιδέες και η διδασκαλία του θεωρήθηκαν αντίθετες προς την κομματική γραμμή. Το 1934 αποβλήθηκε και από τη Διεθνή Ψυχαναλυτική Εταιρεία. Την ίδια χρονιά αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Γερμανία λόγω της ανόδου των Ναζί στην εξουσία.

Η αρχική αισιοδοξία του Ράιχ για τη δυνατότητα γρήγορης ανακούφισης του πληθυσμού από τις νευρώσεις μέσω της εφαρμογής ριζοσπαστικών πολιτικών απελευθέρωσης από τα καταναγκαστικά ήθη της εποχής, υποχώρησε με την πάροδο των ετών. Οι εμπειρίες του ως θεραπευτής, οι προσωπικές του εμπειρίες και η ολοκληρωτική, κατά την άποψή του, αποτυχία των κομμουνιστικών κινημάτων τον οδήγησαν στο ακόλουθο συμπέρασμα:
«Ως αποτέλεσμα χιλιάδων χρόνων κοινωνικής και εκπαιδευτικής στρέβλωσης οι μάζες των ανθρώπων έχουν καταστεί βιολογικά άκαμπτες και ανίκανες για ελευθερία. Δεν είναι πλέον ικανές να οργανωθούν σε μια ειρηνική συμβίωση.»
Οι απότομες, επαναστατικές κοινωνικές ανατροπές που δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τους περιορισμούς που θέτει η γενικευμένη εξάπλωση της θωράκισης στην ικανότητα των πολιτών για υπεύθυνη διαχείριση της ελευθερίας τους οδηγούν αναπόφευκτα σε μεγαλύτερα προβλήματα από εκείνα στα οποία θα έδιναν, υποτίθεται, λύση. Οι περισσότερο συντηρητικές πολιτικές πρακτικές που βασίζονται σε μια διαίσθηση αυτών των δυσκολιών είναι ανεπαρκείς αλλά οπωσδήποτε προτιμότερες. Στις ΗΠΑ (1939 – 1957) υποστήριξε αρχικά τον Δημοκρατικό Πρόεδρο Ρούζβελτ και στη συνέχεια τον Ρεπουμπλικανό Πρόεδρο Αϊζενχάουερ. Στα γραπτά αυτής της περιόδου επικρίνει τους υποστηρικτές των αυταρχικών κομμουνιστικών καθεστώτων («κόκκινοι φασίστες») και τους πολιτικούς που με υστεροβουλία εκμεταλλεύονται τον ανεκπλήρωτο πόθο των μαζών για ελευθερία («πραματευτές της ελευθερίας»). Επιπλέον, καλεί τους λαούς να αντιληφθούν, επιτέλους, το μέγεθος της ευθύνης τους, καθώς οι ίδιοι καθορίζουν πλήρως τις κοινωνικές διεργασίες με εκούσιο ή ακούσιο τρόπο, με την ανοχή που δείχνουν απέναντι στα κοινωνικά φαινόμενα ή με την ενεργό συμβολή τους. Έτσι, για την άνοδο και την παραμονή του Χίτλερ στην εξουσία παρατηρεί:
«Θα ήταν ανοησία να ισχυριστεί κανείς πως ο Ψυχοπαθής Στρατηγός κατάφερε να κυριαρχήσει επί 70 εκατομμυρίων ανθρώπων από μόνος του.»

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ