από το ιστολόγιο bezedakos.blogspot.com
Εντάξει. Το γιατί οι αστοί και οι παρατρεχάμενοί τους αποκαλούν τον κοινοβουλευτισμό Δημοκρατία ή αστική Δημοκρατία κλπ μπορεί να το καταλάβει ο καθένας. Το γιατί όλοι οι συστημικοί ολιγάρχες ( οι στρατιωτικοί Απριλιανοί και οι μετέπειτα πολιτικοί) επιλέγουν να αποκαλούν Δημοκρατία τα ολιγαρχικά συστήματά τους, είναι κατανοητό.
Το ακατανόητο όμως εκ πρώτης όψεως (αλλά όχι ανεξήγητο) βρίσκεται στο γεγονός ότι και η αριστερά υιοθετεί ακριβώς τους ίδιους χαρακτηρισμούς με αυτούς των αστών (αστική δημοκρατία, κοινοβουλευτική δημοκρατία, αντιπροσωπευτική δημοκρατία, δημοκρατία, έμμεση δημοκρατία) για να αποδώσει την ουσία του πολιτικού συστήματος του κοινοβουλευτισμού.
Πως λοιπόν είναι δυνατόν η αριστερά να αποκαλεί αστική δημοκρατία δηλαδή αστικής μορφής δημοκρατία (ήτοι ότι ο κοινοβουλευτισμός είναι στην ουσία δημοκρατία αλλά αστικής μορφής) ένα άκρως ολιγαρχικό σύστημα και να οδηγεί σε μεγάλο αποπροσανατολισμό και σύγχυση τη συνείδηση των εργαζομένων;
Κατ αρχή η αριστερά αποφεύγει συστηματικά για πολλές δεκαετίες να δώσει έναν ορισμό των εννοιών της δημοκρατίας και ολιγαρχίας. (και φυσικά της ειδοποιού διαφοράς τους η οποία έγκειται στο ποιανού η βούληση εφαρμόζεται. Εφαρμόζεται η βούληση της πλειοψηφίας της κοινωνίας ή ενός μειοψηφικού μέρους αυτής;) Το αποφεύγουν συστηματικά ! Όσο και να ψάξει κανείς δεν θα βρει έναν ορισμό. Και εδώ γεννιέται ένα πελώριο ΓΙΑΤΙ και ίσως είναι το πιο μεγάλο από όλα.
Έτσι δίχως ορισμό (πράγμα αντιεπιστημονικό) μπορεί κανείς να εννοεί κατά καιρούς όπως γουστάρει (ασύδοτα) το ουσιαστικό Δημοκρατία και το επίθετο δημοκρατικό.
Όμως όποιον ορισμό και να δώσει κάποιος στη λέξη δημοκρατία (σκέτη δηλ χωρίς κανένα επίθετο μπροστά) όλοι στο τέλος συμφωνούμε ότι η πραγματική σημασία της δημοκρατίας είναι η εξουσία του λαού, δηλαδή να εφαρμόζεται η θέληση της πλειοψηφίας του λαού. (οι έννοιες έχουν ορισμό και σημασία). Η έννοια όμως της εξουσίας ορίζεται σαν δύναμη-δυνατότητα ενός υποκειμένου να επιβάλει τη θέλησή του.
Επομένως αν πάρουμε τον όρο «αστική δημοκρατία» και αντικαταστήσουμε την λέξη δημοκρατία με την σημασία της, η οποία είναι η εξουσία του λαού, τότε θα έχουμε την τραγελαφική έκφραση «αστική εξουσία του λαού» . Δηλαδή θα είναι σαν να λέει κάποιος «το μαύρο χρώμα του λευκού» ήτοι από την «πόλη ερχόμουνα και στην κορφή κανέλλα.». Και αν επίσης αντικατασταθεί η λέξη εξουσία με τον ορισμό της, θα έχουμε την έκφραση «αστική δυνατότητα του λαού να επιβάλει τη θέλησή του!!!». (και ενώ σχεδόν κανένα «νόμο» του κοινοβουλίου δεν θέλει η πλειοψηφία του λαού!!!)
Φαίνεται λοιπόν πολύ παράξενο που η αριστερά (και της Λενινιστικής προέλευσης και της σοσιαλδημοκρατικίζουσας) προβάλει στην κοινωνική συνείδηση αυτόν τον απόλυτο παραλογισμό και γεμίζει το υποσυνείδητο και το συνειδητό των μελών της με τεράστιες αντιφάσεις. Από τις πάρα πολλές αντιφάσεις της, ας αναφέρουμε και αυτή που δεν υποπίπτει εύκολα στην παρατήρηση των πολλών.
Ενώ το θεωρητικό πρόταγμα της Λενινιστικής προέλευσης αριστεράς είναι η εκ βάθρων αλλαγή, η ριζική αλλαγή της κοινωνίας ενώ προτείνει μια ουσιαστικά διαφορετική κοινωνία απ την υπάρχουσα του ολιγαρχικού καπιταλισμού ενώ δηλ. προτείνει το εντελώς διαφορετικό και όχι μια άλλη μορφή-παραλλαγή του υπάρχοντος πολιτικοοικονομικού συστήματος, στο θεωρητικό θέμα της δημοκρατίας τα κάνει θάλασσα. (και αν το θεωρητικό δεν είναι σωστό τότε αναπόφευκτα και το πρακτικό θα είναι λάθος).
Ενώ αναφέρει και πιστεύει ότι ο κοινοβουλευτισμός είναι αστικής μορφής Δημοκρατία – αστική Δημοκρατία -, αντιπαραθέτει σε αυτήν την εργατική Δημοκρατία. Δηλαδή αντιπαραθέτει την ΙΔΙΑ ΟΥΣΙΑ (ουσιαστικό) αλλά με άλλη μορφή (επίθετο). Δηλαδή δεν αντιπαραθέτει κάτι το ουσιαστικά διαφορετικό αφού το ουσιαστικό (δημοκρατία) παραμένει ίδιο και διαφορετικό είναι το επίθετο.
Αυτό όμως σημαίνει εγκατάλειψη της Μαρξικής διαλεκτικής αντίληψης της πραγματικότητας. Ποιο είναι το ριζικά αντίθετο της αστικής Δημοκρατίας ή της εργατικής Δημοκρατίας; Αν λοιπόν ήταν Δημοκρατία, η λεγόμενη αστική Δημοκρατία τότε το αντίθετό της θα ήταν η εργατική ολιγαρχία και αν ήταν δημοκρατία, η λεγόμενη εργατική Δημοκρατία τότε το αντίθετό της δεν θα μπορούσε παρά να είναι η αστική ολιγαρχία.
Όμως όσο θα προχωράει κανείς τη λογική ανάλυση, τόσο πιο πολλά ερωτήματα θα του γεννιούνται πάνω σε αυτό τον απόλυτο παραλογισμό. Πχ τους καθεστωτικούς ολιγάρχες κάθε μορφής τους συμφέρει τα μάλα να αποκαλούν τον κοινοβουλευτισμό εξουσία του λαού ( δηλ δημοκρατία) γιατί έτσι ρίχνουν στάχτη στα μάτια του λαού και αποφεύγουν εξεγέρσεις του. Όμως γιατί η αριστερά τους βοηθά σε αυτό το στόχο τους; Να το πούμε και διαφορετικά. Αφού τις καθεστωτικές δυνάμεις τις συμφέρει να αποκαλούμε το σύστημά τους δημοκρατία ή αστική δημοκρατία ή κοινοβουλευτική δημοκρατία ή αντιπροσωπευτική δημοκρατία, γιατί λοιπόν η αριστερά κάνει ετούτο το χατίρι σε αυτές;
Μα αν δεν αποκαλούσε τον κοινοβουλευτισμό δημοκρατία, θα προκαλούσε στις καθεστωτικές δυνάμεις εκείνο το κακό που φοβούνται μην πάθουν (και γι αυτό με σχεδόν λύσσα σκύλου αποκαλούν το σύστημά τους δημοκρατία σε κάθε ευκαιρία που τους δίνεται). Γιατί λοιπόν η αριστερά δεν θέλει να τους προκαλέσει αυτή τη ζημιά;
Γιατί και που συμφέρει και την αριστερά αυτή η παραποίηση των εννοιών; (και κάποιες αριστερές συλλογικότητες, που όταν τις ζορίζει κάποιος, λένε ότι ο κοινοβουλευτισμός δεν είναι πραγματική δημοκρατία τότε γιατί τον αποκαλούν –και προφορικά και στα έντυπά τους- αστική δημοκρατία ή κοινοβουλευτική δημοκρατία ή αντιπροσωπευτική δημοκρατία και προκαλούν σύγχυση στο λαό;)
Πολλές λοιπόν οι παραξενιές που προκύπτουν από την εμμονή της αριστεράς να θέτει το ουσιαστικό – δημοκρατία- στον κοινοβουλευτισμό.
Στο να καταλάβουμε το γιατί.
Νομίζουμε ότι για να καταλάβουμε το γιατί των τέτοιων και τόσων αντιφάσεων της αριστεράς, χρειάζεται να ξεκινήσουμε να βρούμε ποιο είναι το κοινό στοιχείο-αντίληψη μεταξύ των κορυφών των καθεστωτικών ολιγαρχικών δυνάμεων και των κορυφών της αριστεράς, σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας των κοινωνιών και των επί μέρους άλλων συλλογικοτήτων.
Δηλαδή το κοινό στοιχείο που έχουν για το πρόταγμα λειτουργίας των συλλογικοτήτων, ανεξαρτήτου μεγέθους.
Το κοινό αυτό στοιχείο είναι το να εφαρμόζεται η βούληση ενός μειοψηφικού μέρους του όλου και όχι η βούληση της πλειοψηφίας του όλου ή διαφορετικά το μειοψηφικό μέρος του όλου να αποφασίζει και να εκτελεί στο όνομα του όλου και να μην εκτελεί κατ’ εντολή του όλου. (Ετούτο προκύπτει και από τις διακηρύξεις τους και από την πρακτική τους και είναι στην πραγματικότητα η κύρια ειδοποιός διαφορά μεταξύ ολιγαρχίας και δημοκρατίας).
Για τις καθεστωτικές δυνάμεις του ολιγαρχικού καπιταλισμού έχουμε γράψει πολλές φορές, τόσο για την πρακτική τους όσο και για τις διακηρύξεις τους ενώ για τις κορυφές των συλλογικοτήτων της αριστεράς λιγότερες. Γι αυτό σε τούτο το κείμενο θα αναφερθούμε στην αριστερά (στις κορυφές ή σε μέρος των κορυφών της).
Ξεκινάμε με την σοσιαλδημοκρατία η οποία αποδέχεται πλήρως το άκρως ολιγαρχικό σύστημα του κοινοβουλευτισμού και σε κάθε ευκαιρία δηλώνει προς τις άλλες καθεστωτικές δυνάμεις την πίστη και την αφοσίωση στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. (Πχ ο ΣΥΝ τελευταία, για το θέμα των χαρατσιών, έβγαζε ανακοινώσεις καλώντας το λαό να μην πληρώσει γιατί τα χαράτσια με τους λογαριασμούς της ΔΕΗ είναι αντισυνταγματικά και παράνομα. Δηλαδή ζητάει απ το λαό την υπεράσπιση του ολιγαρχικού συντάγματος και της αστικής νομιμότητας και όχι την εναντίωση του λαού στο ολιγαρχικό σύνταγμα που του επιβάλει να μπορούν 151 άτομα να αποφασίζουν για την ζωή 11.000.000 ανθρώπων). Η πρόταση της σοσιαλδημοκρατίας και εδώ αλλά και σε όλο τον κόσμο, διαχρονικά, είναι σχεδόν η ίδια με την πρόταση των καθεστωτικών ολιγαρχικών δυνάμεων και σε πολιτικό επίπεδο κινείται μέσα στα
πλαίσια της κοινοβουλευτικής ολιγαρχικής δικτατορίας.
Στο χώρο της Λενινιστικής προέλευσης αριστεράς τα πράγματα είναι διαφορετικά σε σχέση με τον σοσιαλδημοκρατικό χώρο.
Εδώ δεν προτείνεται ο κοινοβουλευτισμός σαν πολιτικό σύστημα της αυριανής κοινωνίας.
Προτείνεται, σε θεωρητικό επίπεδο, η κατά πολύ ασαφής «εργατική δημοκρατία» και σαν ένα από τα συστατικά στοιχεία της, ο θεσμός των εργατικών συμβουλίων. Σύνθημά τους (με λίγες παραλλαγές) είναι το «η εξουσία στα εργατικά συμβούλια». Δηλαδή προτείνεται ένα μικρό μέρος του όλου, πχ 5-10 σύμβουλοι εκλεγμένοι από 1000 – 5000 εργάτες, να έχουν τη δύναμη-δυνατότητα να εφαρμόζουν τη θέλησή τους αντί, ας πούμε, του «όλη η εξουσία στους εργάτες – και η εξουσία τους να υλοποιείται με τα εκτελεστικά τους όργανα, τα εργατικά συμβούλια -».
Έτσι προτείνουν την εξουσία ενός μειοψηφικού μέρους από το όλον, το οποία θα αποφασίζει και θα εκτελεί στο όνομα του όλου αντί κατ’ εντολή του όλου (όπως δηλ κάνουν και οι σημερινές καθεστωτικές δυνάμεις). (Επίσης μέσα στα πλαίσια της εξουσίας των εργατικών συμβουλίων για εργατικό έλεγχο- αυτών των συμβουλίων- προτείνεται το αιρετό, ο έλεγχος και η ανάκληση των μελών των εργατικών συμβουλίων. Όμως αυτές οι δικλείδες ασφάλειας που εκφράζονται με την γενικόλογη μορφή τους και όχι με πρακτικούς υλοποιήσιμους κανόνες, εκφέρονται πιο πολύ για επικοινωνιακούς λόγους. Στην ουσία τους δεν μπορούν να έχουν καμιά πρακτική εφαρμογή γιατί βασικά είναι γενικόλογοι στόχοι χωρίς πρακτικό σχέδιο. Στην πράξη άλλωστε αποδείχτηκαν ιστορικά ανεπαρκείς – και θα συνεχίσουν να αποδεικνύονται πολύ ανεπαρκείς – όπως αναφέρουμε στις αιτίες δημιουργίας μιας ΚΛΙΚΑΣ μέσα στο κείμενο μας «η κατάρα όλων των λαϊκών αγώνων».)
Εδώ οι δικλείδες ασφαλείας που μας προτείνουν (αιρετό, έλεγχος, ανακλητό) αφήνονται μάλλον εσκεμμένα αναποτελεσματικές γιατί κεντρική αρχή στο χτίσιμο του «σοσιαλισμού» που προτείνουν είναι, «το κόμμα της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης θα πρέπει να αποφασίζει στο όνομα της εργατικής τάξης» (και όχι κατ’ εντολή της). Τελικά με αυτή τη ολιγαρχική στόχευση και λειτουργία των εργατικών συμβουλίων, νομοτελειακά, θα χάνεται και αυτών των συμβουλίων η εξουσία και θα περνάει σταδιακά στην ηγεσία του κόμματος δηλαδή στην Κεντρική Επιτροπή, όπως έγινε σε όλες της κοινωνίες του ανύπαρκτου σοσιαλισμού του προηγούμενου αιώνα).
Το Κοινό λοιπόν σημαντικό στοιχείο, μεταξύ των σημερινών κορυφών των καθεστωτικών δυνάμεων και των κορυφών της Λενινιστικής προέλευσης αριστεράς, είναι το πρόταγμα για εξουσία ενός μειοψηφικού μέρους του όλου, στο όνομα του όλου δηλ η ολιγαρχική δομή και λειτουργία της κοινωνίας όπως ακριβώς είναι η ουσία της ειδοποιούς διαφοράς της ολιγαρχίας από την δημοκρατία.
Επομένως είναι κοινό το συμφέρον τους να αποκαλούν δημοκρατία την ολιγαρχία .
Ο σημαντικός λόγος που η αριστερά επιμένει με «πάθος» να αποκαλεί αστική δημοκρατία ή κοινοβουλευτική δημοκρατία ή αντιπροσωπευτική δημοκρατία τον κοινοβουλευτισμό, είναι επειδή θέλει και το δικό της ολιγαρχικό μοντέλο να αποκαλείται δημοκρατία και επειδή επίσης φοβάται μήπως ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου αρχίζοντας τη συζήτηση για το τι είναι ολιγαρχία και τι είναι δημοκρατία (εξουσία του λαού). Γι αυτό προτιμά να μην κάνει ιδεολογικό «κακό» στο ολιγαρχικό σύστημα του κοινοβουλευτισμού. Γιατί αν αποκαλέσει τον κοινοβουλευτισμό όπως είναι, δηλαδή αστική ολιγαρχία, κοινοβουλευτική ολιγαρχία, κοινοβουλευτική ολιγαρχική δικτατορία ή κοινοβουλευτική δικτατορία (Δικτατορία από το dictar που σημαίνει υπαγορεύω επιβάλλω) ναι μεν θα προκαλέσει σίγουρα μεγάλη ιδεολογική ζημιά στον αστισμό, αλλά μπορεί ταυτόχρονα να πάρουν φωτιά και τα νότα της αφού όλοι αναγνωρίζουν ότι στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σχοινί. Φυσικά τα απλά μέλη της αριστεράς μπορεί να αποκαλούν τον κοινοβουλευτισμό αστική δημοκρατία κλπ από μη εμβάθυνση του θέματος. Όμως κάποιο λίγοι από τις κορυφές ξέρουν πολύ καλά τι λέξεις χρησιμοποιούν. Η Αριστερά λοιπόν (κορυφές) προτιμά και αυτή να θεωρεί αντίθετο της δημοκρατίας τη δικτατορία και όχι την ολιγαρχία γιατί έτσι θωρακίζει τα του οίκου της ολιγαρχικά.
Μοιάζει σαν μια «σιωπηρή συμφωνία» κυρίων. Μοιάζει σαν μια συμφωνία αλά Γιάλτας που όμως τη σέβεται σχεδόν μονομερώς με θρησκευτική ευλάβεια η αριστερά (γιατί οι καθεστωτικές δυνάμεις την κατηγορούν κάθε τόσο για αντιδημοκρατικότητα).
Όμως της μιας υποχώρησης στις καθεστωτικές δυνάμεις μύριες έπονται.
Δεν είναι μόνο αυτή η «συνεργασία» σε θεωρητικό, ιδεολογικό επίπεδο μεταξύ των κορυφών των αστικών δυνάμεων και της αριστεράς. Για να στηριχτεί το ουσιαστικό δημοκρατία δίπλα από τον κοινοβουλευτισμό, οι αστοί ήταν αναγκασμένοι να αλλοιώσουν – βιάσουν πάρα πολλές έννοιες που σχετίζονται με βασικούς τομείς της κοινωνικής ζωής (όπως θα δούμε πάρα κάτω) για να μπερδέψουν-εγκλωβίσουν την κοινωνική σκέψη και συνείδηση σε αναλυτικά αδιέξοδα. Και σε αυτές η αριστερά σύρθηκε στην υιοθέτηση αυτών των εννοιών για τον ίδιο λόγο που υιοθέτησε τους όρους αστική δημοκρατία, αντιπροσωπευτική δημοκρατία κλπ.
Γενικά για την πολιτική σημασία των εννοιών
Στον ολοκληρωτικό πόλεμο των ολιγαρχών εναντίον των λαών, οι πρώτοι χρησιμοποιούν όλα τα ύπουλα μέσα που διαθέτουν για την καθυπόταξη των δεύτερων.
Για τον έλεγχο των συνειδήσεων χρησιμοποιούν πάρα πολλά μέσα και τρόπους. Ένα απ αυτά είναι η αλλοίωση των εννοιών δια μέσου της «τεχνικής της μετάγγισης».
Για να γίνει ετούτο πιο κατανοητό μπορούμε να παρομοιάσουμε τις έννοιες με έναν καρπό. Οι έννοιες έχουν α) τον «εξωτερικό φλοιό τους» δηλαδή την λέξη τους-ονομασία τους και β) το εσωτερικό υλικό περιεχόμενο που αποτελείται από την σημασία και τον ορισμό.
Κάποια παραδείγματα:
1) Ας πάρουμε τις δύο έννοιες α= νόμος και β =διαταγή
Κοινό χαρακτηριστικό τους είναι το ότι είναι κανόνες συμπεριφοράς που εκφράζονται από ένα υποκείμενο και απευθύνονται προς κάποιο άλλο υποκείμενο.
Όμως το ουσιαστικό υλικό περιεχόμενό τους είναι πολύ διαφορετικό. Το εσωτερικό περιεχόμενο της έννοιας του νόμου είναι το ότι «είναι κοινωνικός κανόνας όπου ομού αποφασίσαμε να εφαρμόσουμε» (Ρήγας Φεραίος-Χάρτα-). Δηλαδή είναι εκείνος ο κοινωνικός κανόνας όπου στη διαμόρφωσή του συμμετέχουν αυτοί που θα πρέπει μετά να τον εφαρμόσουν και φυσικά θέλουν να τον εφαρμόσουν.
Στην έννοια όμως της διαταγής το εσωτερικό περιεχόμενό της είναι πολύ διαφορετικό. Ναι μεν είναι ένας κοινωνικός κανόνας όμως εκείνοι που πρέπει να τον εφαρμόσουν ούτε συμμετέχουν στην διαμόρφωσή του αλλά ούτε θέλουν την εφαρμογή του αλλά αναγκάζονται να τον εφαρμόσουν (δες μνημόνιο και διαταγές αυτού).
Τι κάνει λοιπόν εδώ η εγκληματική ολιγαρχία; ( Η μετάγγιση γίνεται πάντα από την συναισθηματικά αρνητικότερα φορτισμένη έννοια προς την συναισθηματικά θετικότερα φορτισμένη έννοια). Παίρνει το υλικό περιεχόμενο της έννοιας της διαταγής και το βάζει στη θέση του υλικού περιεχομένου της έννοιας του νόμου (κρατώντας ανέπαφο τον φλοιό-ονομασία του νόμου). Έτσι ενώ όλοι οι κανόνες που εκδίδονται από Βουλή κλπ είναι επί της ουσίας διαταγές, τις αποκαλούν νόμους για ευνόητους λόγους.
2) Ας πάρουμε και το παράδειγμα των εννοιών του πολίτη (α) και του υπηκόου (β)
.Και στις δύο έννοιες υπάρχει το χαρακτηριστικό ότι σε ένα σύνολο ανθρώπων οι σχέσεις τους ορίζονται από ένα σύνολο κανόνων. Η διαφορά τους είναι ότι στην έννοια του πολίτη οι κανόνες είναι νόμοι (πολίτης είναι ο μετέχων της νομοθετικής και της δικαστικής κατά τον Αριστοτέλη) ενώ σε αυτήν του υπηκόου είναι διαταγές. Άρα ενώ είμαστε υπήκοοι που πρέπει να υπακούσουμε σε διαταγές και όχι σε νόμους κλπ (και οι εναντιωμένοι στο ολιχαρχικό σύστημα είναι εξεγερμένοι υπήκοοι) οι ολιγάρχες μας ονομάζουν πολίτες για τους ευνόητους δικούς τους λόγους. (Αλλά διαταγές υπάρχουν μόνο σε ολιγαρχικά πολιτικά συστήματα ενώ νόμοι μόνο στη δημοκρατία. Άρα αν αποκαλούμε τον κοινοβουλευτισμό δημοκρατία (αστική, κοινοβουλευτική, αντιπροσωπευτική, έμμεση κλπ) τότε αναγκαστικά θα κάνουμε δεκάδες λάθη στο κίνημα κατά την χρήση πολλών εννοιών. Η αιτία όμως αυτών των λαθών θα είναι ότι θα χρησιμοποιούμε λάθος τις βασικές έννοιες – ολιγαρχία και δημοκρατία – και για να υποστηρίξουμε τις βασικές θα πρέπει να αλλοιώσουμε και τις άλλες έννοιες που είναι υποστηριχτικές αυτών.
3) Η αντιπροσώπευση ή η εκπροσώπευση (οι διαφορές μεταξύ τους δεν μας αφορούν εν προκειμένω) είναι σχέσεις μεταξύ δύο υποκειμένων. Είναι σχέσεις εντολέα με εντολοδόχο και διέπονται από κανόνες που εκφράζουν τις αμοιβαίες υποχρεώσεις και δικαιώματα. Ο εντολοδόχος (εκπρόσωπος ή αντιπρόσωπος) εκτελεί – πράττει σύμφωνα με τις συγκεκριμένες εντολές του εντολέα. Αντίθετα ο ασύδοτος δεν υπόκειται στις εντολές του εντολέα, παρ ότι πράττει και οι πράξεις του επηρεάζουν το άλλο υποκείμενο.
Και εδώ λοιπόν οι ολιγάρχες έχουν κάνει μετάγγιση για να βαπτίσουν τους ασύδοτους βουλευτές τους κλπ σε αντιπροσώπους του λαού. Η σχέση αυτών με το λαό είναι στην ουσία της σχέση ασυδοσίας και όχι αντιπροσώπευσης ή εκπροσώπευσης αλλά την ολιγαρχία την συμφέρει να αποποιηθεί μια αρνητικά φορτισμένη έννοια (ασυδοσία) και να ιδιοποιηθεί μια συναισθηματικά θετικά φορτισμένη (αντιπροσώπευση).
Η τεχνική λοιπόν της μετάγγισης και αλλοίωσης των εννοιών γίνεται κατά τον εξής τρόπο.
Παίρνουν δύο έννοιες (την α και την β) που επί της ουσίας είναι ΠΟΛΥ διαφορετικές μεταξύ τους αλλά που όμως μπορεί να έχουν κάποιο τριτεύον κοινό χαρακτηριστικό. Το επόμενο βήμα τους είναι να αφαιρέσουν το ουσιαστικό υλικό περιεχόμενο και των δύο εννοιών (σημασία και ορισμό) και να κρατήσουν ανέπαφο το φλοιό τους (λέξη). Κατόπιν παίρνουν το υλικό περιεχόμενο της μιας και το βάζουν εντός του φλοιού της άλλης που θέλουν να χρησιμοποιήσουν.
Ας πούμε ότι θέλουν να αλλοιώσουν το περιεχόμενο της έννοιας (α) για να μπερδέψουν την κοινωνική συνείδηση. Τι θα κάνουν; Θα αφήσουν ανέπαφη τη λέξη της (α) αλλά θα μεταγγίσουν εντός του φλοιού της (α) το υλικό περιεχόμενο της (β) έννοιας).
Τέτοιες έννοιες που χρησιμοποιούμε σήμερα λαθεμένα, προς τέρψιν των ολιγαρχικών, είναι κάποιες δεκάδες και αποτελούν ένα σύμπλεγμα επικουρικό για την επικοινωνιακή ένταξη της κοινοβουλευτικής ολιγαρχικής δικτατορίας στην κατηγορία της Δημοκρατίας.
Όλες αυτές τις έννοιες η αριστερά είναι στριμωγμένη να τις χρησιμοποιεί όπως και η καθεστωτική ολιγαρχία γιατί αν κάποια από αυτές χρησιμοποιηθεί διαφορετικά δηλαδή με το σωστό τρόπο, υπάρχει ο κίνδυνος να αρχίζει να ξεφτίζει το κουβάρι και να φθάσει μέχρι την ειδοποιό διαφορά της δημοκρατίας από την ολιγαρχία.
Όμως μια τέτοια στάση όχι μόνο δεν βοηθά στην απελευθέρωση της συνείδησης των εργαζομένων, όχι μόνο απλά την αποπροσανατολίζει αλλά κυριολεκτικά την μπερδεύει σαν το γόρδιο δεσμό.
Για παράδειγμα πολλοί καλοί συναγωνιστές έχουν γράψει αρκετά άρθρα στα αριστερά έντυπα για την «σημερινή κρίση της δημοκρατίας». Φυσικά θα ήθελαν να πουν για την σημερινή κρίση της κοινοβουλευτικής ολιγαρχίας. Όμως αφού έχουν βαπτίσει δημοκρατία τον κοινοβουλευτισμό, γράφουν ουσιαστικά αρνητικά πράγματα για την έννοια της δημοκρατίας κριτικάροντας ουσιαστικά την κοινοβουλευτική ολιγαρχική δικτατορία. Δηλαδή εξετάζουν άλλο αντικείμενο και βγάζουν συμπεράσματα για άλλο. Μπέρδεμα μεγάλο. Η δημοκρατία δεν περνά καμιά κρίση γιατί απλά δεν υπάρχει.
Κρίση όμως υπάρχει. Είναι η παγκόσμια κρίση δεξιού και αριστερού ολιγαρχισμού. Κρίση που τον έχει φέρει σε τεράστια ιδεολογική και προγραμματική σύγχυση και σε απόλυτη πια έλλειψη λογικών επιχειρημάτων.
Πως έφτασε μέχρι εδώ η αριστερά;
Η αριστερά έφθασε στο σημερινό σημείο από λάθη, από λαθεμένες εκτιμήσεις που έγιναν μέσα στις πολύ μεγάλες πρακτικές δυσκολίες κατά τη διάρκεια του αγώνα στο παρελθόν (και φυσικά, τις αναπόφευκτες θεωρητικές ελλείψεις του καθένα που παλεύει) και από υπερβολική ολιγαρχική συνείδηση κάποιων ηγετών της στη συνέχεια. Αυτά τα στοιχεία την έκαναν άλλοτε να βάζει λίγο και άλλοτε πολύ νερό στο κρασί κάποιων βασικών αρχών της. Και ένα από τα βασικά νερώματά της είναι η ολιγαρχικοποίησή της.
Μάρξ –Λένιν – Ρόζα και η συνέχεια..
Ο Μάρξ, ο μέγιστος αυτός επαναστάτης άφησε ένα τεράστιο θεωρητικό έργο στην υπηρεσία της πάλης των εργαζομένων για απελευθέρωση τους από τα δεσμά του ολιγαρχικού οικονομικού συστήματος του καπιταλισμού.
Όμως μέσα στα πλαίσια του βίου του δεν πρόφθασε να αφήσει όλους τους πρακτικούς κανόνες για την υλοποίηση της νέας κοινωνίας του κοινοτισμού.
Στον Λένιν «έλαχε ο κλήρος της ιστορίας» να κάνει πράξη το θεωρητικό έργο του Μάρξ. Ο τεράστιος αυτός επαναστάτης έπρεπε μέσα σε απίστευτες δυσκολίες να φέρει σε πέρας το έργο, να κάνει πράξη το Μαρξικό πρόταγμα. Τιτάνιος ο αγώνας του γιατί ασύλληπτες ήταν οι δυσκολίες. Έπρεπε να κάνει ελιγμούς, κινήσεις τακτικής για να προχωρήσει. Μέσα σε χιλιάδες σωστές επιλογές είναι φυσικό (όπως είναι και για κάθε άνθρωπο) να κάνει και λίγα λάθη και κυρίως για θέματα πρωτόγνωρα και χωρίς απολύτως καμιά παρακαταθήκη από το παρελθόν. Μέσα λοιπόν στη δίνη της επανάστασης γράφει βιαστικά το έργο «Κράτος και επανάσταση» (έργο από το οποίο λείπει εντελώς η λέξη ολιγαρχία για το πολιτικό σύστημα). Ένα έργο βιαστικά γραμμένο, με αρκετές αντιφάσεις και χωρίς κανένα ορισμό της δημοκρατίας (με αναφορά μόνο σε ορισμένα στοιχεία της).
Η κατόπιν πρακτική υλοποίηση ορισμένων βασικών στοιχείων αυτού του έργου οδήγησε αναπόφευκτα σε γραφειοκρατικοποίηση, ολιγαρχικοποίηση της επανάστασης και επιστροφή στον ολιγαρχικό ιδιωτικό καπιταλισμό. Μετά τον πρώτο καιρό από την επανάσταση υπήρχε ήδη η ολιγαρχικοποίησή της και υπήρχαν, εξ αιτίας αυτού, τα σπέρματα για μια μελλοντική επιστροφή στον ιδιωτικό καπιταλισμό.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ (υπέρλαμπρη και αυτή επαναστάτρια) βλέπει αμέσως και την ολιγαρχικοποίηση και την μελλοντική κατάληξή της και λέει ουσιαστικά στον Λένιν «… αν παίρνονται οι αποφάσεις από λίγους, όπως παίρνονται, σε λίγα χρόνια θα έχουμε επιστροφή στον καπιταλισμό». Οι αντιλήψεις της επαληθεύτηκαν. Η Ρόζα, διέβλεπε την αποτυχία της επανάστασης στην ολιγαρχικοποίησή της δηλαδή στο γεγονός ότι το όλον της κοινωνίας δεν έπαιρνε τις κυρίαρχες αποφάσεις αλλά μια μειοψηφία (αυτή του κόμματος). Κάτι τέτοιο όμως ήταν αντισοσιαλιστικό και θα οδηγούσε στην επαναφορά στον καπιταλισμό από εκείνους που είχαν τη δυνατότητα-εξουσία να παίρνουν τις κυρίαρχες αποφάσεις και οι οποίοι σταδιακά θα μετατρέπονταν σε νέα οικονομικοπολιτική κυρίαρχη τάξη. Όπερ και έγινε. Με άλλα λόγια το να μην περάσει «όλη η νομοθετική εξουσία στο λαό» ο σοσιαλισμός είναι απόλυτα αδύνατος. Όταν η νέα κοινωνία δεν αυτοθεσμίζεται, δεν αυτονομείται δεν είναι νέα αλλά αναπαλαιωμένη από νέους ολιγάρχες.
Οι μετέπειτα ηγεσίες των επαναστατικών συλλογικοτήτων σε όλο τον κόσμο.
α) Όπως γίνεται σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας, οι ύστεροι ηγέτες διάφορων θρησκευτικών ή κοινωνικών κινημάτων θεοποιούν ή αγιοποιούν (θρησκευτικοποιούν) τους αρχικούς θεμελιωτές των πιστεύω τους. Τους καθιστούν δηλαδή απόλυτα αλάθητους. Αυτό το κάνουν για να μην δημιουργήσουν αμφιβολίες στους οπαδούς τους σχετικά με την απόλυτη ορθότητα των απόψεών τους. Έτσι και οι ύστεροι ηγέτες του παγκόσμιου εργατικού κινήματος αγιοποίησαν τον Λένιν δεχόμενοι εντελώς άκριτα τα πάντα που ελέχθησαν και πράχθηκαν από τον μεγάλο αυτό επαναστάτη. Κάποιοι από τους ύστερους ηγέτες βόλεψαν μια χαρά την ολιγαρχική συνείδησή τους με κάποιες λάθος εκτιμήσεις του Λένιν.
β)Μέσα στο χώρο της σημερινής πολυδιασπασμένης αριστεράς κάποιοι που βλέπουν την ολιγαρχικοποίησή της και που θέλουν την επαναθεμελίωση του κινήματος του κοινοτισμού (κομμουνισμού), δεν προχωρούν στο να πουν τα σύκα-σύκα γιατί «τρέμουν» μήπως οι άλλες ολιγαρχικοποιημένες συλλογικότητες τους κατηγορήσουν για ύβρη και ασέβεια προς τον Θεό ή τον άγιο του κινήματος και άρα να αποφύγουν να κατηγορηθούν σαν προδότες του κινήματος.
ΥΓ Περιληπτικά και συμπυκνωμένα, μερικές διαστρεβλώσεις, αντιφάσεις και ελλείψεις στο θέμα της Δημοκρατίας:
1) Πετάχτηκε εντελώς στον κάλαθο των αχρήστων η ανάλυση ότι Η ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΙΤΙΑ, η γενεσιουργός αιτία των οικονομικών τάξεων (εκτός από το βαθμό ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων) είναι η δυνατότητα – δύναμη των λίγων να μπορούν να υπαγορεύουν και να επιβάλλουν τους κανόνες τους προς την πλειοψηφία της κοινωνίας.
Όταν κατέχουν αυτή τη δυνατότητα οι λίγοι (όχι μόνο τη νομοθετική διαδικασία ή λειτουργία δηλαδή τη διαδικασία – μέσα- παραγωγής νόμων αλλά και τη διαδικασία – μέσα- εφαρμογής των αποτελεσμάτων της (νόμων) δηλαδή συνολικά τη ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ*) τότε εντός ολίγου προκαλείται ταξική διαίρεση της κοινωνίας. Και ενώ η απελευθερωτική απάντηση ΠΡΕΠΕΙ να κατευθύνεται στρατηγικά πάνω σε αυτή τη θεμελιώδη αιτία για να την ανατρέψει ήτοι οι πολλοί να κατακτήσουν αυτή τη συνολική δυνατότητα (που μπορεί να εκφραστεί με το «ΟΛΗ Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ή ΣΤΟ ΛΑΟ), «αντιπροτείνουν» την διαιώνιση αυτής της αιτίας, δίνοντας όμως τη δυνατότητα στους λίγους του κόμματος (ή των εργατικών συμβουλίων) να υπαγορεύουν και να επιβάλουν τη θέλησή τους στην πλειοψηφία της κοινωνίας.
2) Αφέθηκε εντελώς στην άκρη η Μαρξική πρόταση περί αυτοθέσμισης, αυτονομίας της κοινωνίας (οι ίδια να φτιάχνει τους νόμους της) εδώ και έναν αιώνα περίπου.
Το αρχικό πρόταγμα για εξουσία των από κάτω (της εργατικής τάξης) αντικαταστάθηκε με το πρόταγμα της εξουσίας του μέσου (κόμμα, εργατικά συμβούλια κλπ). Αντί το μέσον (κόμμα ή κόμματα) να συγκροτήσουν κατ’ αρχήν το προλεταριάτο σε ενεργό υποκείμενο (σε σώμα) και μετά να λειτουργήσουν σαν αιρετά εκτελεστικά όργανα των αποφάσεων αυτού, συγκροτήθηκαν σαν νέα τάξη τα ίδια τα μέσα. (μπροστά το κάρο και πίσω το άλογο) Με το που αφέθηκε όμως στην άκρη (αυτονομία της κοινωνίας, νομοθετική εξουσία στην κοινωνία) μπήκε ουσιαστικά και στην άκρη το πρόταγμα του σοσιαλισμού με την έννοια της κοινωνικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής γιατί χωρίς νομοθετική εξουσία στην κοινωνία δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνική ιδιοκτησία. Και δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνική ιδιοκτησία γιατί η ιδιοκτησία είναι η δυνατότητα ενός υποκειμένου να αποφασίζει τη χρήση και τη διάθεση ενός αντικειμένου. Άρα τα μέσα παραγωγής ανήκουν σε αυτόν που αποφασίζει τη χρήση και τη διάθεσή τους. Αν αποφασίζει το κόμμα τότε τα μέσα παραγωγής είναι δική του ιδιοκτησία και όχι της κοινωνίας (κομματικός καπιταλισμός) και αν αποφασίζει η κοινωνία για την χρήση και τη διάθεση τους τότε τα μ.π είναι κοινωνική ιδιοκτησία (κοινωνικοποιημένα).
Και αν δηλαδή αποφασίζει μια οποιαδήποτε μειοψηφία τότε τα μ.π ανήκουν σε αυτή. Έτσι και έγινε.
Μετάλλαξη του αρχικού σκοπού.
Ενώ αρχικά υπήρχε η αντίληψη «η απελευθέρωση της εργατικής τάξης ή θα είναι έργο δικό της ή δεν πρόκειται να γίνει, στη συνέχεια αντί αυτού μπήκε (από τον Λένιν) το «το κόμμα της εργατικής τάξης αποφασίζει στο όνομα της εργατικής τάξης» και άρα όχι κατ’ εντολή της.
3) Προς χάρη της θεωρητικής υποστήριξης του ολιγαρχικοποιημένου προτάγματος της Λενινιστικής προέλευσης αριστεράς, παραμερίστηκε σε κάποιο βαθμό και η ταξική ανάλυση της κοινωνίας.
Σε αυτό το δρόμο αποκόπηκε εντελώς από την οικονομία το πολιτικό σύστημα. Έτσι ενώ για το οικονομικό σύστημα ο χαρακτηρισμός του παρέμεινε το «οικονομική ολιγαρχία» για το πολιτικό σύστημα υιοθετήθηκε ο όρος «αστική δημοκρατία». Έτσι όμως γίνεται απόλυτη αποκοπή και αυτονόμηση του πολιτικού από το οικονομικό. Από τη στιγμή που το ένα θεωρείται ότι είναι ολιγαρχία και το άλλο ότι είναι δημοκρατία, σημαίνει ότι η ουσία της λειτουργίας και της στόχευσης του ενός μπορεί να είναι διαφορετική απ την ουσία της λειτουργίας και της στόχευσης του άλλου!!!!! Ήμαρτον!!!
Η πραγματική απόλυτη αντιστοιχία μεταξύ πολιτικού και οικονομικού (πολιτική ολιχαρχία-οικονομική ολιγαρχία και πολιτική δημοκρατία-οικονομική δημοκρατία) έπρεπε να παρακαμφθεί για να μπορέσει να γίνει η παρά φύση αντιστοίχηση του νέου ολιγαρχικού προτάγματός της ( επί της ουσίας κομματική ολιγαρχία – οικονομική δημοκρατία δηλ σοσιαλισμός).
4) Και ενώ βλέπουν ότι «μπάζει» από πανταχόθεν το ολιγαρχικό πρόταγμά τους, για να το αναβαθμίσουν βερμπαλιστικά σε δημοκρατία, πετάνε εντελώς γενικόλογα συνθήματα του τύπου «λαϊκή εξουσία» (λες και υπάρχει λαϊκή εξουσία χωρίς ΟΛΗ η νομοθετική εξουσία να ανήκει στο λαό), «εξουσία εργατικών συμβουλίων», «εργατική δημοκρατία» κλπ. Όμως οι γενικολογίες (που ενίοτε καταντούν αερολογίες όταν δεν συνοδεύονται από πεντακάθαρους υλοποιήσιμους πρακτικούς κανόνες ) χρησιμεύουν στο να θολώσουν τα νερά επικοινωνιακά. Αλλά στα θολά νερά μόνο οι ολιγαρχικοί καρχαρίες ψαρεύουν και διαιωνίζονται.
Αυτά λοιπόν και άλλα πολλά, όπως τη σύγχυση μεταξύ δημοκρατικών στοιχείων ή δικαιωμάτων – πχ σχετική ελευθερία έκφρασης – και ουσίας της δημοκρατίας που είναι η εφαρμογή της θέλησης της πλειοψηφίας, (είναι σαν κάποιος να συγχέει το θειικό οξύ-H2SO4- με το νερό -H2O- επειδή στο θειικό οξύ υπάρχουν τα στοιχεία του νερού δηλαδή το υδρογόνο και το οξυγόνο) και όπως το βάπτισμα του ολιγαρχικού συγκεντρωτισμού της εσωτερικής λειτουργίας αυτών των συλλογικοτήτων, σε δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, διάφορες θεωρίες σταδίων, τα ολιγαρχικά συνέδρια ή συνδιασκέψεις κλπ, δεν έγιναν εντελώς τυχαία αλλά είχαν το στόχο να αποδοθεί η ουσία της δημοκρατίας σε ένα σύστημα όπου οι λίγοι (κόμμα) θα αποφάσιζαν για τις κυρίαρχες κατευθύνσεις της ζωής των πολλών.. ( Με τη διαφορά όμως από τους άλλους ότι θα ήταν οι καλοί και θα αποφάσιζαν για το καλό της εργατικής τάξης που είναι η πλειοψηφία της κοινωνίας).
Η ορολογία «αστική δημοκρατία» χρησιμοποιήθηκε από την αριστερά για να επιτευχθεί και ένας άλλος σημαντικός και νερωμένος στόχος της. Η άκριτη συμμετοχή στους ολιγαρχικούς κοινοβουλευτικούς θεσμούς. (Αφού είναι δημοκρατία δικαιολογούμαστε να μπούμε μέσα στους θεσμούς της για να την εμβαθύνουμε!!!)
5) Η συντριπτική πλειοψηφία των μελών και των οπαδών της αριστεράς, κατά βάθος, επιθυμεί την εξουσία των κάτω αλλά δεν γνωρίζει καλά το πως γιατί δεν της το έχουν πει. Επίσης ένα μέρος από την κάθε κορυφή επιθυμεί το ίδιο. Όμως εδώ συμβαίνει ότι συνέβηκε σε ένα πραγματικό περιστατικό. Ένα παιδί υπέφερε από πόνους γιατί είχε μεγάλη φλεγμονή της σκωληκοειδούς αποφύσεως. Η Μάνα έκανε τα πάντα για να το βοηθήσει. Πόναγε η ψυχή της και για να απαλύνει τους πόνους του παιδιού της έβαζε πολύ ζεστά επιθέματα στο μέρος του πόνου. Δεν ήξερε ότι αντίθετα έπρεπε να του βάλει ψυχρά επιθέματα. Το παιδί τελικά πέθανε.
Η Μάνα ήθελε με όλη της την ψυχή να το γιατρέψει αλλά άθελά της έγινε φονιάς.
Έτσι και με ένα μέρος των κορυφών. Ενώ θέλουν με όλο τους το είναι μια κομμουνιστική κοινωνία, στην πράξη και στο αποτέλεσμα γίνονται αντικομμουνιστές. Ενώ θέλουν με όλο τους το είναι να συμπεριφέρονται στην πράξη επαναστατικά (όπως όμως με τη χρήση του όρου της δημοκρατίας για τον χαρακτηρισμό του κοινοβουλευτισμού) συμπεριφέρονται πολύ αντεπαναστατικά.
6) Η αριστερά εδώ και πολλά χρόνια αντί να είναι των λαϊκών αγώνων η πρωτοπορία, και με τούτα και με τα άλλα, έχει καταστεί σκέτη αργοπορία. Σε πάμπολλες περιπτώσεις πρώτα σκάνε τα κινήματα και μετά ακολουθεί αργοπορημένα. Έτσι και τώρα με τον χαρακτηρισμό του κοινοβουλευτισμού. Έχει ήδη χαρακτηριστεί από τα κάτω, εδώ και λίγα χρόνια, κοινοβουλευτική ολιγαρχία, κοινοβουλευτική χούντα, κοινοβουλευτική δικτατορία. Κάποια τμήματα της αριστεράς προσέγγισαν κατ’ αρχή αυτά τα συνθήματα έστω και με εισαγωγικά αλλά στη συνέχεια επανήλθαν στους καθιερωμένους χαρακτηρισμούς τους. Πάλι όμως οι απλοί εργαζόμενοι θα επιβάλλουν τους χαρακτηρισμούς τους από τα κάτω. Ο κοινοβουλευτισμός θα ονομάζεται όπως είναι η ουσία του (κοινοβουλευτική ολιγαρχία, κοινοβουλευτική ολιγαρχική δικτατορία κλπ) και όχι αστική, αντιπροσωπευτική ή κοινοβουλευτική Δημοκρατία.
7) Για την επαναστατική ανατροπή του ολιγαρχικού καπιταλισμού πρέπει πρώτα να γίνει μια επανάσταση στο εσωτερικό των αριστερών συλλογικοτήτων. Και μια τέτοια επανάσταση θα αρχίσει όταν γίνει μια νέα αρχή με βασικό σημείο τις απόψεις της Ρόζας Λούξεμπουργκ για τη Δημοκρατία.
Αν δεν γίνει αυτό, γιατί οι ελάχιστοι των κορυφών αντιδρούν αποτελεσματικά, τότε ενώ οι εργαζόμενοι θα παλεύουν για την εξουσία του λαού, στην ουσία θα παλεύουν για την πραγματοποίηση αντικομμουνιστικών συστημάτων των τύπων Κίμ Γιογκ Ιλ, Χότζα, Πόλ Πότ, Τσαουσέσκου κλπ.
Πόσοι από αυτούς τους ελάχιστους ολιγαρχικούς των κορυφών θα δεχόντουσαν να είναι στην πράξη ανακλητοί από το όλον του κόμματός τους και πόσοι θα δέχονταν ένα κανόνα (φτιαγμένο από τους κάτω) που να απαγορεύει σε όλους να συμμετέχουν σε συντονιστικά όργανα (κομματικά ή κοινωνικά) πάνω από 3-4 χρόνια; Ποιοι από αυτούς θα δέχονταν να ξαναγίνουν απλά μέλη ή απλοί εργαζόμενοι; Ε! λοιπόν αυτοί που δεν θα δέχονταν θα ήταν εκείνοι που βάζουν το προσωπικό συμφέρον τους (ψυχολογικό ή οικονομικό) πάνω από το σκοπό της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Bezedakos.blogspot.com
—————-
Θραξ Αναρμόδιος (για την αντιγραφή)