Από τη Τρίτη διατίθεται στη Γερμανία η εφαρμογή για ιχνηλάτηση κρουσμάτων μέσω bluetooth. Οι αρμόδιοι διαβεβαιώνουν ότι η χρήση της είναι εθελοντική και δεν ενέχει κινδύνους για τα προσωπικά δεδομένα.
Η συζήτηση δεν είναι καινούρια. Εδώ και πολλές εβδομάδες η γερμανική κυβέρνηση είχε ανακοινώσει ότι είναι θέμα χρόνου η ενεργοποίηση μίας εφαρμογής (app) για όλα τα «έξυπνα» κινητά τηλέφωνα (smartphones) με στόχο να περιοριστεί η διάδοση του κορωνοϊού. Η αρχική σκέψη να αποθηκεύονται τα στοιχεία όλων των χρηστών σε μία κεντρική βάση δεδομένων προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, καθώς πολλοί διέβλεπαν κινδύνους για τα προσωπικά δεδομένα τους. Τελικά επελέγη μία «αποκεντρωμένη αρχιτεκτονική», όπως αυτή που ήδη ισχύει στην Ελβετία, κατά την οποία τα στοιχεία του κάθε χρήστη αποθηκεύονται στο δικό του τηλέφωνο.
Όπως εξηγεί ο Μαρσέλ Σαλατέ, καθηγητής ψηφιακής επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Λωζάνης, «το γεγονός ότι όλες οι χώρες που επιλέγουν μία αποκεντρωμένη αποθήκευση στοιχείων χρησιμοποιούν ένα κοινό πρωτόκολλο της Apple και της Google είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Πρόκειται άλλωστε για παρεμφερή συστήματα, που όμως υλοποιούνται με διαφορετικό τρόπο. Είμαστε σε συνεχείς επαφές, ώστε να βρούμε την καλύτερη δυνατή λύση».
Κοινό έδαφος για Apple και Android
Ναι, σωστά διαβάσατε. Παρά τις διαφορές τους, οι τεχνολογίες Android και iOS συμπράττουν κατά κάποιον τρόπο στη συγκεκριμένη περίπτωση, προκειμένου να καταπολεμηθεί ο κορωνοϊός. Με απλά λόγια, η λογική είναι η εξής: Οι χρήστες πρέπει να κατεβάσουν την εφαρμογή και στη συνέχεια να ενεργοποιήσουν το bluetooth. Μόλις γίνει αυτό, τα κινητά τηλέφωνα αρχίζουν να επικοινωνούν μεταξύ τους και αναζητούν, στο άμεσο περιβάλλον, συγκεκριμένους κώδικες που προειδοποιούν ότι ένας χρήστης νοσεί από κορωνοϊό, χωρίς όμως να αποκαλύπτουν τα προσωπικά στοιχεία του. Αυτό προϋποθέτει βέβαια ότι και ο ίδιος ο ασθενής έχει ενημερώσει την εφαρμογή του.
Τα στοιχεία ανανεώνονται το αργότερο κάθε πέντε λεπτά, ακόμη και πέρα από εθνικά σύνορα. Σύμφωνα με τον καθηγητή Μαρσέλ Σαλατέ «το πλεονέκτημα είναι ότι σε περίπτωση μόλυνσης όλοι μοιράζονται τα ίδια στοιχεία, δηλαδή τους ίδιους κώδικες. Για παράδειγμα αν πάω στη Γερμανία, στη συνέχεια επιστρέψω στην Ελβετία και εκεί με διαγνώσουν θετικό στον κορωνοϊό, τότε αυτή η ενημέρωση μεταφέρεται και στο γερμανικό κομμάτι του συστήματος. Άρα ενημερώνονται και τα άτομα, με τα οποία είχα έρθει σε επαφή στη Γερμανία».
Πρωτεύει το κοινωνικό όφελος;
Τα επίσημα εγκαίνια γίνονται σήμερα στο Βερολίνο, παρουσία των υπουργών Υγείας και Εσωτερικών, Σπαν και Ζέεχοφερ, του επιδημιολογικού Ινστιτούτου Ρόμπερτ Κοχ, αλλά και του γερμανικού κολοσσού της πληροφορικής SAP, που έχει σχεδιάσει την εφαρμογή σε συνεργασία με την Deutsche Telekom. Ήδη από το πρωί της Τρίτης η εφαρμογή είναι διαθέσιμη στα App stores της Google και της Apple. Οι ενδοιασμοί όσον αφορά την προστασία των προσωπικών δεδομένων δεν έχουν κοπάσει. Οι αρμόδιοι διαβεβαιώνουν ότι η χρήση της εφαρμογής είναι εθελοντική και δεν προβλέπεται καμία κύρωση ή διακριτική μεταχείριση εις βάρος εκείνων που αδιαφορούν ή δηλώνουν αντίθετοι με τη χρήση της τεχνολογίας bluetooth για την καταπολέμηση του ιού.
Η Κορνέλια Μπετς, καθηγήτρια για την Επικοινωνία της Υγείας στο Πανεπιστήμιο της Ερφούρτης, εκτιμά πάντως ότι υπάρχει θετικό έδαφος για τη διάδοση της νέας εφαρμογής: «Θα επικαλεστώ την περιέργεια του κόσμου, σε ένα πρώτο επίπεδο», λέει. «Είναι μια νέα εφαρμογή, μπορούμε να τη δοκιμάσουμε και να δούμε τι θα γίνει. Επιπλέον είναι ένα citizen science project, όλοι συμμετέχουμε σε μία πλατφόρμα υπό διαμόρφωση, η οποία μας διδάσκει πώς να καταπολεμήσουμε την πανδημία. Μπορεί να μη λειτουργήσουν όλα τέλεια από την αρχή. Αλλά ο κόσμος βλέπει θετικά το κοινωνικό όφελος της υπόθεσης: μπορώ να συμμετάσχω στην κοινή προσπάθεια για να προστατεύσω τους άλλους και να επανέλθουμε όλοι μαζί σε μία φυσιολογική κοινωνική ζωή…»
Γιάννης Παπαδημητρίου
DW