Η τουρκική απειλή και η ελληνική αβελτηρία

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Του Γεωργίου Παπασίμου

Δικηγόρου

Διακόσια σχεδόν χρόνια από την εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση του 1821 και εκατό περίπου χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή, η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με τη σοβαρή τουρκική απειλή υπό την ηγεσία του επιθετικού και προδήλως αναθεωρητικού νεο-οθωμανικού καθεστώτος, που με το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» και το παράνομο τουρκο-λιβυκό μνημόνιο, επιχειρεί πειρατικά να υφαρπάξει τεράστιες θαλάσσιες περιοχές, οι οποίες σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου εντάσσονται στην νόμιμη ΑΟΖ της Ελλάδας.

Απέναντι σε αυτές τις δραματικές εξελίξεις για τα συμφέροντα του Ελληνισμού στην περιοχή, η βασική συνισταμένη των πολιτικών των κομμάτων εξουσίας σε Ελλάδα και Κύπρο ήταν ο «εξευμενισμός του θηρίου», μέσω της συνεχούς κατευναστικής πολιτικής και της έμμεσης αποδοχής των de factoτετελεσμένων της τουρκικής επιθετικότητας. Διότι η ορθή μόνιμη επίκληση των αρχών του διεθνούς δικαίου και της ειρηνικής διευθέτησης των διαφορών που προβάλλει η Ελλάδα, δεν μπορεί να επιβληθεί από κάποιο όργανο της διεθνούς κοινότητας. Απέναντι σε έναν ταραξία γείτονα, η κατευναστική πολιτική είναι βέβαιο ότι τον ενθαρρύνει να μετατραπεί σε «τσαμπουκά».

Αυτό έχουμε βιώσει καθ’ όλη την περίοδο ιδιαίτερα της λεγόμενης «ύστερης Μεταπολίτευσης»από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και μετά, όπου εγκαταλείφθηκε τόσο στην ουσία όσο και στον τύπο το ενιαίο αμυντικό εθνικό δόγμα Ελλάδας – Κύπρου, που είχε διατυπωθεί από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου. Η εγκατάλειψη της υλοποίησης αυτού του δόγματος από την Ελλάδα και η αντικατάστασήτου από την ευνοϊκή για τις φοβικές ηγεσίες Αθηνών – Λευκωσίας τακτική ενσωμάτωσης της Τουρκίας στην Ε.Ε., μέσω της οποίας θα μεταβάλλονταν «το θηρίο σε αρνί» και θα λύνονταν χωρίς κόστος για την Ελλάδα οι ελληνοτουρκικές διαφορές, μπορεί να αποτέλεσε μέχρι το 2017 ένα «ψευδοδικαιολογητικό» πλαίσιο γι αυτές τις ηγεσίες και την εναλλαγή τους στην εξουσία, πλην, όμως,αποδεικνύεται σήμερα ότι συνιστά ιστορικό εθνικό έγκλημα σε βάρος του Ελληνισμού.

Και αυτό, γιατί από το 2017 μετά την ισχυροποίησή του από το αποτυχημένο πραξικόπημα και τη συνεργασία του με τους ακραίους εθνικιστικούς «Γκρίζους Λύκους», ο Ερντογάν προχώρησε στην επίσημη διακήρυξη για την ανάγκη αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάνης. Δήλωση, που την έκανε με τον πιο εμφατικό τρόπο στο Προεδρικό Μέγαρο των Αθηνών στην τότε επίσκεψή του.

Παρόλα αυτά, ούτε και τότε οι πολιτικές εξουσίες στην Ελλάδα και στην Κύπρο προσπάθησαν έστω να ξεφύγουν από αυτή την ιδιότυπη πολιτική «αναισθητοποίησή» τους, στην οποία έχει οδηγήσει η συνεχής κατευναστική πολιτική και να «χτυπήσουν τις καμπάνες» μπροστά στην επερχόμενη απειλή για τον Ελληνισμό. Συνέχισαν την ίδια κατευναστική διπλωματική πολιτική απέναντι στο συνεχές «κουρέλιασμα» των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων τόσο στο Αιγαίο, όσο και στην ΑΟΖ της Κύπρου. Η επιχειρηματολογία τους στο εσωτερικό μέτωπο της χώρας, πέραν της επίκλησης των αρχών του διεθνούς δικαίου, ήταν και η άποψη ότι η λύση των προβλημάτων μας θα προέρχονταν από τρίτους (Η.Π.Α., Ε.Ε., Ισραήλ κ.λπ.). Ακόμα και οι πολυεθνικές εταιρίες TOTAL και EXXON επιστρατεύθηκαν από την Κύπρο, που τους παραχώρησε δικαιώματα εκμετάλλευσης των υδρογοναθράκων της, επιχειρώντας με αυτόν τον τρόπο να υποκαταστήσει το έλλειμμα αμυντικής προστασίας της, την οποία όφειλε να παράσχει η Ελλάδα ως εγγυήτρια δύναμη.

Χαρακτηριστικό αυτής της εθνικής αβελτηρίας και της έλλειψης εθνικής στρατηγικής στη σημερινή ρευστή παγκόσμια ισορροπία, είναι το γεγονός ότι,έστω και μετά από τη φανερή στροφή του Ερντογάν το 2017, δεν φρόντισε η χώρα, βυθισμένη στην οικονομική της χρεοκοπία και τον μνημονιακό έλεγχο, να αποκαταστήσει στοιχειωδώς την τεράστια υποχρηματοδότηση για μια τουλάχιστον δεκαετία των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, που στη σημερινή φάση της κρίσης είναι αυτές που καλούνται να αντιμετωπίσουν μόνες τους την τουρκική «βουλιμία».

Έτσι, ακόμα και σήμερα οι «ελίτ» των Αθηνών συνεχίζουν χωρίς ουσιαστική αλλαγή την ίδια τακτική. Ομιλούν για ειρήνη, ξορκίζοντας τον πόλεμο, πλην όμως, όσο απευκταίος και αν είναι ο τελευταίος, είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι η σοβαρή προετοιμασία γι αυτόν και η ισχυρή βούληση ενός έθνους για αντιμετώπιση οποιαδήποτε επιθετικής απειλής, είναι η αποτελεσματικότερη αποτρεπτική «ομπρέλα» για την αποφυγή του πολέμου και την εξασφάλιση της ειρήνης.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ