Τα στάδια της αναζήτησης νέων κοιτασμάτων στην Ελλάδα
Ενώ συνεχίζονται οι επενδύσεις στον τομέα της εξερεύνησης και παραγωγής στη Μεσόγειο, η βιομηχανία παραμένει επιφυλακτική για τις μεγάλες επενδύσεις που απαιτούνται για την ανάπτυξη και μεταφορά υδρογονανθράκων διότι σήμερα οι συνολικοί εκμεταλλεύσιμοι όγκοι φυσικού αερίου δεν επαρκούν για να στηρίξουν μακροπρόθεσμες επενδύσεις. Κατά συνέπεια, απαιτούνται περισσότερες ανακαλύψεις.
Σε μια εποχή όπου η αειφόρος ανάπτυξη αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη, η εξερεύνηση υδρογονανθράκων (και ιδίως η εξερεύνηση του φυσικού αερίου) σε συνδυασμό με τα έργα αγωγών αερίου (TAP, IGB κλπ.) συνιστούν καθοριστικό παράγοντα για την διαμόρφωση ενός ενεργειακού μείγματος που θα ικανοποιεί τους στόχους μιας βιώσιμης ανάπτυξης.
Υπό αυτή την έννοια, οι γεωεπιστήμες, η τεχνολογία και η οικονομία είναι σημαντικές σε κάθε στάδιο εξερεύνησης στην Ελλάδα, από την πρώτη φάση εξερεύνησης μιας περιοχής παραχώρησης (κατά την διάρκεια των βασικών γεωλογικών, γεωφυσικών και οικονομικών μελετών της επιφάνειας εργασίας), μέχρι την περίοδο παραγωγής και τη μεταφορά φυσικού αερίου ή πετρελαίου.
Δεν πρέπει να λησμονηθεί ότι, λαμβάνοντας υπόψη τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις στην βιομηχανία έρευνας και παραγωγής (E&P), αποτελεί προτεραιότητα η ύπαρξη αποτελεσματικών και καλά οργανωμένων σχεδίων κατάρτισης που θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να οικοδομήσει ένα ανταγωνιστικό επιστημονικό και εργατικό δυναμικό. Η παρούσα ανάλυση διερευνά τις τεχνικές και οικονομικές παραμέτρους της έρευνας υδρογονανθράκων στην Ελλάδα, ενός βιομηχανικού τομέα ο οποίος βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων της ανατολικής Μεσογείου. (Εικ. 1).
ΠΕΝΤΕ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΚΥΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Ένας συνδυασμός τεχνικών και οικονομικών παραμέτρων συνέβαλε τα τελευταία χρόνια ώστε η Ελλάδα να αποτελεί σήμερα μέρος της πετρελαϊκής δραστηριότητας της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Το μέγεθος των κοιτασμάτων φυσικού αερίου που ανακαλύφθηκαν στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο δεν επαρκούν ακόμη προκειμένου να δικαιολογήσουν τις απαραίτητες επενδύσεις για την παραγωγή και τη μεταφορά προς την Ευρώπη και η Ελλάδα, ως δυτικότερο σύνορο της Ανατολικής Μεσογείου, κατέχει μια σημαντική γεωγραφική θέση.
Αυτές οι παράμετροι συνοψίζονται ως ακολούθως :
-Πρόσφατες ανακαλύψεις κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα.
-Νέο γεωλογικό μοντέλο γένεσης υδρογονανθράκων, το οποίο προστέθηκε από το 2015 στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
-Βελτίωση της τεχνολογίας γεωτρήσεων σε μεγάλα και πολύ μεγάλα θαλάσσια βάθη παγκοσμίως.
-Αύξηση της εμπορικής σημασίας του φυσικού αερίου σε διεθνές επίπεδο.
-Διαφοροποίηση του εφοδιασμού με αέριο για την ευρωπαϊκή αγορά.
Αυτές οι πέντε παράμετροι ελέγχουν, σε μεγάλο βαθμό, όλα τα στάδια, από την εξερεύνηση και την παραγωγή μέχρι τη μεταφορά, και συμβάλλουν στην διαμόρφωση της σημερινής μεσογειακής γεωπολιτικής σκηνής. Καθεμιά από αυτές τις παραμέτρους θα αναλυθεί παρακάτω.
ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ ΣΤΗ Ν.Α. ΜΕΣΟΓΕΙΟ
Η Ανατολική Μεσόγειος κατέστη πρόσφατα ένα σημείο εξερεύνησης, παραγωγής και μεταφοράς υδρογονανθράκων. Τα συνολικά απολήψιμα αποθέματα που ανακαλύφθηκαν την τελευταία δεκαετία στην Αίγυπτο, το Ισραήλ και την Κύπρο δεν υπερβαίνουν τα 80 TCF (τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια) αερίου. Στην περιοχή κυριαρχούν δύο μεγάλα κοιτάσματα, εκείνο του Ζορ στην Αίγυπτο (30 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια, TCF) και εκείνο του Λεβιάθαν στο Ισραήλ (22 TCF) (Εικ. 2). Τα δύο αυτά πεδία εξερεύνησης είχαν τεχνικά ποσοστά επιτυχίας πάνω από 60%, με το ποσοστό του εμπορικού ενδιαφέροντος να φθάνει το 50% (Ford, 2017). Αυτά τα ποσοστά κατέστησαν την περιοχή πολύ ελκυστική για την βιομηχανία πετρελαίου.
Μετά από την πιστοποίηση της εμπορευσιμότητας αυτών των κοιτασμάτων, εξασφαλίστηκαν οι αγορές φυσικού αερίου και ακολούθησε η παραγωγή. Στην περίπτωση του Ζορ, το φυσικό αέριο μεταφέρθηκε στην Αίγυπτο μόλις δυόμισι χρόνια μετά από την ανακάλυψη. Η ιταλική ENI προχώρησε γρήγορα στην διαχείριση του συγκεκριμένου κοιτάσματος χάρη στην δημιουργία εσόδων μέσω πωλήσεων μεριδίων στην BP, την Rosneft και τη Mubadala (Shirkhani, 2018). Ομοίως, το κοίτασμα Ταμάρ (Ισραήλ) εξάγει σήμερα αέριο μέσω υποθαλάσσιου αγωγού σε ισραηλινές εγκαταστάσεις, ενώ τα πρόσφατα αναπτυξιακά σχέδια της Energean Oil and Gas στοχεύουν στη μεταφορά αερίου από τα ισραηλινά κοιτάσματα Καρίς και Τανίν. Όσον αφορά το κοίτασμα Αφροδίτη της Κύπρου, θα μπορούσε να συνδεθεί τα επόμενα χρόνια με εγκαταστάσεις της Αιγύπτου, ενώ δεν έχουν οριστικοποιηθεί ακόμη οι σχεδιασμοί για τα άλλα δύο κυπριακά κοιτάσματα, την Καλυψώ και το Γλαύκο. Επιπλέον, η ανακάλυψη του πεδίου Maritime Gaza στην παράκτια Παλαιστίνη είναι σε φάση αναμονής, ενώ ο Λίβανος σχεδιάζει να αναπτύξει το δυναμικό της λεκάνης της Λεβαντίνης μέσω της κοινοπραξίας ENI, Total και Novatek με την πρώτη γεώτρηση στο πρώτο τρίμηνο του 2020. Παράλληλα επίκεινται και νέοι γύροι παραχωρήσεων σε όλη την περιοχή.
Ενώ συνεχίζονται οι επενδύσεις στον τομέα της εξερεύνησης και παραγωγής (upstream), η βιομηχανία παραμένει επιφυλακτική για τις μεγάλες επενδύσεις που απαιτούνται για την ανάπτυξη και μεταφορά υδρογονανθράκων (midstream) διότι σήμερα οι συνολικοί εκμεταλλεύσιμοι όγκοι φυσικού αερίου στη Μεσόγειο δεν επαρκούν για να στηρίξουν μακροπρόθεσμες επενδύσεις. Κατά συνέπεια, απαιτούνται περισσότερες ανακαλύψεις προκειμένου να στηριχθούν μεγάλες επενδύσεις μεταφοράς.
Η συνέχεια του άρθρου ΕΔΩ
Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΠΑΣΙΑΣ είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων ΑΕ (ΕΔΕΥ).