Εν όψει της περιβόητης εξεταστικής, των επιστολών, των ημερολογίων, της υπερχρέωσης και λήστευσης της χώρας μέσω δανεισμού και της συνεχιζόμενης ατιμωρησίας, εμείς θα συνεχίζουμε να ασχολούμαστε με την ουσία της υπόθεσης.
Με άλλη απόφαση παρέχεται η δυνατότητα να γίνουν μέσα στο 2001 επενδύσεις 80 εκατομμυρίων δολαρίων (30 δισ. δραχμές) στη Βουλγαρία για την εγκατάσταση δικτύου κινητής τηλεφωνίας αν και αρχικά είχαν προγραμματιστεί επενδύσεις 60 εκατ. δολαρίων. Την απόφαση για τον προμηθευτή θα λάβει η εκεί θυγατρική. Υπενθυμίζεται ότι σε χώρες που ο ΟΤΕ έχει επενδύσει (Ρουμανία, Αρμενία), οι θυγατρικές του ανέθεσαν χωρίς διαγωνισμό προμήθειες 300 δισ. δραχμών σε Ιντρακόμ-Ζίμενς.
Άλλα 300 δις δραχμές δηλαδή, που δεν φαίνονται πουθενά αφού το “κόλπο” με τις θυγατρικές του ΟΤΕ ήταν δοκιμασμένο σε διάφορες συνθήκες, όπως η υπόθεση της πώλησης της θυγατρικής “OTE Leasing”. (ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 14/03/2001)
Αυτά έρχονται να προστεθούν στα 300 δις που ήδη έχουμε αναφερθεί εκτενώς από τις υπερβάσεις της μητρικής εταιρείας, με τις προκλητικές αποφάσεις του Δ.Σ.
Διαβάστε και κάντε τις προσθέσεις σας για να δείτε τον λόγο που δανείζεται αυτή η έρμη χώρα.
Είναι σύμπτωση που πάντοτε επί ΠΑΣΟΚ θησαυρίζουν οι διεθνείς τοκογλύφοι εις βάρος της Ελλάδας;
Η μερίδα του λέοντος
Η Ιντρακόμ μαζί με τη Ζίμενς είχαν εξασφαλίσει το 1997 τη μερίδα του λέοντος από τις προγραμματικές (380,7 δισ. σε σύνολο προϋπολογισμού 480 δισ.). Τα υπόλοιπα περίπου 100 δισ. είχαν μοιραστεί σε περίπου 40 εταιρείες. Τα μισά (51,2 δισ.) είχαν συμφωνηθεί για προμήθειες καλωδίων με τις εταιρείες παραγωγής (Αλκατέλ, Φούλγκορ, Γενική Καλωδίων, Καλώδια Ξάνθης). Μικρότερα «πακέτα» είχαν εξασφαλίσει για ψηφιακοποίηση δικτύου οι εταιρείες ΑΝΚΟ (11 δισ.), ΕΑΒ (8 δισ.) και ΜΑΡΑΚ (2,5 δισ.) και για άλλα υλικά άλλες εταιρείες.
Απεδείχθη όμως σύντομα ότι οι προγραμματικές συμφωνίες είχαν καταρτισθεί με τρόπο, ο οποίος να εξασφαλίζει πρωτίστως τις προμηθεύτριες εταιρείες και να τους δίνει το δικαίωμα να απαιτούν επαύξηση των υλικών. Σημείο-κλειδί για την επαύξηση του τιμήματος απεδείχθη το άρθρο 3 των προγραμματικών συμφωνιών, όπου αναφέρεται «πονηρά» ότι:
Ανοιχτός προϋπολογισμός
«Το συνολικό τίμημα είναι προϋπολογιζόμενο. Το τελικό τίμημα θα διαμορφωθεί από τα τιμήματα των εκτελεστών παραγγελιών στο ύψος που θα καλύπτει τις ανάγκες και απαιτήσεις του ΟΤΕ κατά τη διάρκεια ισχύος της συμφωνίας». Με λίγα λόγια, όπως υποστηρίζουν και οι προμηθευτές, με πρώτο τον Σ. Κόκκαλη της Ιντρακόμ, οι συμφωνίες δεν είναι δεσμευτικές ως προς τον προϋπολογισμό αλλά ως προς τη διάρκεια ισχύος. Εφόσον δηλαδή η συμφωνία διαρκεί πέντε χρόνια, ο ΟΤΕ δεν μπορεί να ξεφύγει από τους προμηθευτές του για όλο αυτό το χρονικό διάστημα, ανεξαρτήτως του αν έχει εξαντλήσει τον προϋπολογισμό.
Αν στα παραπάνω προστεθούν η ασαφής περιγραφή των υπό προμήθεια υλικών και η αδυναμία προγραμματισμού του ΟΤΕ μαζί με την είσοδο των νέων τεχνολογιών προκύπτει έτσι ένα σκηνικό στο οποίο:
1. Ο ΟΤΕ προωθεί ταχύτατα τις μεγάλες προμήθειες που αφορούν την ψηφιακοποίηση του δικτύου, προέρχονται κυρίως από Ιντρακόμ-Ζίμενς και περιλαμβάνουν ψηφιακά κέντρα, παροχές, δίκτυο πρόσβασης κ.λπ.
2. Ερμηνεύει διασταλτικά και αναπροσαρμόζει το σχέδιο για την εγκατάσταση των συστημάτων τιμολόγησης υπηρεσιών και διαχείρισης-εξυπηρέτησης πελατών. Αρκεί να σημειωθεί ότι αρχικά περιγραφόταν εγκατάσταση του παραπάνω συστήματος σε δύο φάσεις (προϋπολογισμού 7,5 δισ. η καθεμία). Στην πρώτη θα εντάσσονταν μόνον 1,5 εκατομμύρια πελάτες του ΟΤΕ (από το σύνολο των περίπου 6 εκατομμυρίων) και στην ερχόμενη οι υπόλοιποι. Απεφασίσθη τελικά ότι η προμήθεια πρέπει να γίνει μονομιάς από την Ιντρακόμ, όμως η ολοκλήρωση του συστήματος καρκινοβατεί και, όπως έχουν επανειλημμένως καταγγείλει οι εργαζόμενοι στη μηχανοργάνωση του ΟΤΕ, είναι άγνωστο εάν θα έχει παραδοθεί τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, παρά το ότι θα έπρεπε να έχει τελειώσει 16 μήνες πριν (Μάιος 2000). Λόγω μη ύπαρξης του παραπάνω συστήματος, ο ΟΤΕ δεν μπορεί να διαχειρίζεται τους πελάτες του ανάλογα με την οικονομική τους επιφάνεια και τις ανάγκες τους όπως επιβάλλεται για να αντιμετωπίσει τον οξυνόμενο ανταγωνισμό.
3. Διαπιστώνεται ότι άλλες υλικά είχαν περιγραφεί στις προγραμματικές και άλλες οι πραγματικές ανάγκες της αγοράς. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, το υλικό για γραμμές ISDN όπου ο ΟΤΕ υποχρεώνεται να τριπλασιάσει την αρχική παραγγελία, αφού η ζήτηση δεν είχε προβλεφθεί.
Το «πονηρό» άρθρο 3
4. Στις προγραμματικές συμφωνίες, πλην Ιντρακόμ, Ζίμενς, ΕΑΒ και ΜΑΡΑΚ, είχε τεθεί όρος ότι το αρχικό τίμημα δεν θα μπορούσε να ξεπερασθεί σε ποσοστό άνω του 30%. Στις τέσσερις συμφωνίες που προαναφέραμε δεν υπήρχε όριο, οπότε θεωρητικά μπορεί να αποφασισθεί αύξηση κατά το δοκούν και με βάση το «πονηρό» άρθρο 3.
Υπενθυμίζεται ότι πέρυσι το φθινόπωρο και όταν έγινε μια πρώτη αναφορά για προμήθεια υλικών μέσω διαγωνισμού, ο Σ. Κόκκαλης έστειλε επιστολή προς τη διοίκηση του ΟΤΕ και σε οργίλο ύφος απειλούσε ακόμη και με προσφυγή σε ένδικα μέσα, διότι η Ιντρακόμ είχε πραγματοποιήσει επενδύσεις και προσλήψεις με ορίζοντα πενταετίας. Ακολούθησε η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΤΕ για επαύξηση του αρχικού τιμήματος που διαμορφώθηκε στα 275,9 δισ. για την Ιντρακόμ και τα 195,5 δισ. για τη Ζίμενς. Αντίστοιχη σε ποσοστά (τα ποσά απέχουν έτη φωτός) ήταν η επαύξηση για τις υπόλοιπες εταιρείες.
Κύκλοι του ΟΤΕ παραδέχονται τώρα ότι θα υπάρξει νέα επαύξηση του αρχικού τιμήματος, αλλά υποστηρίζουν ότι δεν θα ξεπερασθεί συνολική αύξηση σε ποσοστό άνω του 35%. Με βάση όμως την έως σήμερα εξέλιξη, φαίνεται ότι το τελικό τίμημα μάλλον θα εξαρτηθεί από τις διαθέσεις των προμηθευτών. Αλλωστε, μέχρι το τέλος του 2002, οπότε λήγει η ισχύς των προγραμματικών, απομένουν 21 μήνες ενώ ο ΟΤΕ μόνον για το 2001 έχει προαναγγείλει συνολικές επενδύσεις 270 δισ. δραχμών.
ή αλλιώς, πως θα έπρεπε να κινηθεί η Ελληνική δικαιοσύνη για να βρει που πήγαν τα λεφτά, ποιοί πλήρωσαν τη νύφη και ποιοί θα έπρεπε να στηθούν στο εδώλιο…
Η αμαρτωλή σύμβαση για τα συστήματα ασφαλείας των Ολυμπιακών αγώνων ήταν -όπως έχουμε τονίσει επανειλημμένα- η αρχή του τέλους για τη Siemens αφού ο καυγάς για τη μοιρασιά, οι κακοτεχνίες και το μπαλάκι των ευθυνών έγιναν η αιτία της ρήξης των Αμερικανών της SAIC (διαβάστε το και ανάστροφα) με τους βασικούς συνεργάτες της.
Κοιτάξτε τώρα πως πιάνει τόπο το μαύρο χρήμα που μετουσιώνεται σε “πολιτικές παρεμβάσεις ανωτάτου επιπέδου” και καταλήγει σε πλιάτσικο των δημοσίων ταμείων.
Η SAIC λοιπόν μαζί με τη Siemens που είναι ο βασικός εταίρος της κοινοπραξίας (Eκτός από την SAIC, ισχυρό ρόλο στην κοινοπραξία που ανέλαβε την εγκατάσταση των συστημάτων ασφαλείας για τους Oλυμπιακούς Aγώνες διαδραματίζει η Siemens, η οποία αναλαμβάνει την ολοκλήρωση των συστημάτων (integration). Καθημερινή) καταθέτουν μια προσφορά για το έργο που υπερβαίνει τα 500 εκ. Ευρώ. Στα πλαίσια της διαπραγμάτευσης με τους αρμοδίους, “προσγειώνει” της απαιτήσεις της στα 318 εκ Ευρώ. Πως είναι δυνατόν τώρα να συνειδητοποιείς ότι έπεσες έξω κατά 70% στην προσφορά σου όταν υποτίθεται ότι στον επίσημο διαγωνισμό εξαντλείς τα όρια σου για να πιάσεις τη δουλειά, είναι άλλο θέμα.
Στον αντίποδα, η έτερη ανταγωνιστική κοινοπραξία, η Γαλλοαμερικάνικη TRS, βλέποντας τη δουλειά να χάνεται από αυτές τις περιβόητες “διαπραγματεύσεις με αρμοδίους” ερήμην του επίσημου διαγωνισμού, επανέρχεται με προσφορά που απευθύνεται απ’ ευθείας στον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη (αλήθεια γιατί δεν την έστελναν και αυτοί στους “αρμοδίους”; Δεν είχαν εμπιστοσύνη;). Στην προσφορά αυτή δεσμεύεται ότι θα φέρει σε πέρας το έργο με 265 εκ. Ευρώ. Οκαζιόν και στα δημόσια έργα, δύο στην τιμή του ενός!
Εκεί λοιπόν αρχίζει το θέατρο του παραλόγου… Ο πρωθυπουργός με προσωπική του παρέμβαση και παράλληλη ακύρωση του διαγωνισμού, ενεργοποιεί το ΚΥΣΕΑ και αναθέτει το έργο στη …SAIC (!) με 255 εκ. Ευρώ! Εδώ οι Γαλλοαμερικάνοι πρέπει να ένιωσαν λίγο σαν τον Περατικό που απεγνωσμένα ζητούσε τη βοήθεια του πρωθυπουργού κυρίου Σημίτη λίγο πριν βρεθεί διάτρητος από τις σφαίρες της 17Ν (αλήθεια ποιός ωφελήθηκε ΚΑΙ από αυτές τις σφαίρες; Εθνολογικά εννοούμε).
Το ότι ο αρχικός προϋπολογισμός του έργου δεν ξεπερνούσε τα 210 εκ. Ευρώ, δεν έχει καμμιά σημασία αφού ο κύριος Βενιζέλος έδωσε ξεκάθαρα την εξήγηση, υποστηρίζοντας ότι το έργο «δεν αφορά μόνο την ολυμπιακή χρήση των συστημάτων αυτών αλλά και μία πολύ σημαντική περίοδο μετά το 2004». Το κατά πόσο χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια και μετά, το ζήσαμε από πρώτο χέρι.
Αυτοί οι προϋπολογισμοί βέβαια έχουν και μεγάλη ελαστικότητα ιδιαίτερα όταν συνοδεύονται από τα ασύγκριτα Γερμανικά λιπαντικά των εκατομμυρίων Μάρκων, όπως στην περίπτωση του ΟΤΕ:
Ο OTE στα επίσημα δημοσιευμένα στοιχεία του για το 2002 σημειώνει ότι οι επενδύσεις της χρήσης έφθασαν τα 680 εκατ. ευρώ και ότι υλοποιήθηκαν προγραμματικές συμφωνίες ύψους 653,5 δισ. δρχ. την περίοδο 1998-2001, αν και το Διοικητικό Συμβούλιο του Oργανισμού, πριν από την εκπνοή του 1997 είχε εγκρίνει πλαφόν 350 δισ. δρχ.! Δεν μοιάζει με θαύμα η υπέρβαση αυτού του πλαφόν; Παρατηρεί η Αριστέα Μπουγάτσου και συμπληρώνει:
Mε χειρισμούς, παρερμηνείες και κυρίως με μισές αλήθειες φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν στον OTE το status που έχει διαμορφωθεί γύρω από τις προμήθειες του Oργανισμού και τους ισχυρούς εθνικούς προμηθευτές.
Tο ταμπού φαίνεται ότι είναι μεγάλο. Aυτήν τη φορά οι αρμόδιοι του OTE έφθασαν στο σημείο να μετατρέψουν μια κανονιστική υποχρέωση σε παρωδία ενημέρωσης, εμφανίζοντας τούς είκοσι μεγαλύτερους προμηθευτές του Oργανισμού για το 2002 κατ’ αλφαβητική σειρά και χωρίς την καταγραφή της οικονομικής αξίας των συμβάσεων που καθένας εξασφάλισε. Eτσι στο top 20 της λίστας των προμηθευτών του OTE το Iνστιτούτο Iατρικής Eρευνας και Eκπαίδευσης κατατάσσεται πάνω από την Intracom και τη Siemens, οι οποίες συνυπάρχουν με… τη Φακελοποιία Hλιος A.E. (στην ίδια λίστα).
Η Υπέρβαση δηλαδή των 300 και πλέον δις δραχμών, έγινε λόγω ανεπάρκειας σάλιου των εργαζομένων που υποχρέωσε στην αγορά 1 τρισ φακέλων για την πλήρωση των αποστολών θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς βλέποντας την ανωτέρω λίστα.
Το παραγεγραμμένο λοιπόν αμαρτωλό και σάπιο 1997 φαίνεται ότι ήταν το εφαλτήριο του πλιάτσικου των δημοσίων ταμείων, γεγονός που εξηγείται και πρακτικά εάν δούμε την πορεία των κοινοτικών επιδοτήσεων στην Ελλάδα την περίοδο 1998 – 2003. Ασύλληπτα ποσά, πρωτοφανή για την Ελληνική πραγματικότητα, ανεπανάληπτα ακόμη και σήμερα, το 2009 χωρίς αποπληθωρισμό!
Όπως ασύλληπτες ήταν και οι ενέργειες του τότε πρωθυπουργού κυρίου Σημίτη, του κυρίου Βενιζέλου, ολόκληρου του ΚΥΣΕΑ. Ανεπανάληπτες και οι ενέργειες συλλήβδην των ΔΣ του ΟΤΕ μετά το 1998 όπου έγραψαν στα παλαιά των υποδήματα τις αποφάσεις και τους προϋπολογισμούς του 1997, ενώ ακόμη και απολογιστικά έδιναν παραπλανητικά στοιχεία στη δημοσιότητα!
Όλα αυτά κάνουν τον κύριο Γείτονα να μοιάζει …ψιλικατζής και τον Τσουκάτο, ανέκδοτο.
Η στάση της ΝΔ τότε;
Από την πλευρά της Ν.Δ. τονίσθηκε προς τη διοίκηση του ΟΤΕ «ότι οφείλει εφόσον κρίνει ότι ορισμένες επενδύσεις και προμήθειες είναι απαραίτητες, να προχωρήσει χωρίς άλλες αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στις σχετικές συμφωνίες βάσει του υφιστάμενου νομικού πλαισίου».
Μια εβδομάδα νωρίτερα είχε συναντηθεί η υπουργός Ανάπτυξης κ. Βάσω Παπανδρέου με την υπεύθυνη του τομέα αναπτυξης της Ν.Δ. κ. Ντόρα Μπακογιάννη με πρωτοβουλία της κ. Παπανδρέου. Η κ. Μπακογιάννη είπε μετά τη συνάντηση ότι σε πολλά θέματα διαπιστώθηκε «ταυτότητα απόψεων με την κ. Παπανδρέου». Το υπουργείο Ανάπτυξης εκτίμησε στη συνέχεια ότι «θα προχωρήσουν πλέον γρήγορα οι συμφωνίες ΔΕΚΟ με εγχώριες βιομηχανίες για τις μεγάλες και μακροχρόνιες προμήθειες (εφημερίδα «Ναυτεμπορική» 19/9/1997).
Διακομματικός ο οίστρος λοιπόν το αμαρτωλό 1997, πρόσωπα και καταστάσεις που κάνουν κύκλους στο πολιτικό σκηνικό, δεν δίνουν δεκάρα για τα καθήκοντα τους, αδιαφορούν πλήρως για το συμφέρον του Ελληνικού λαού αφού γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν εκλέγονται από αυτόν αλλά από τις μαύρες ενισχύσεις της κάθε Siemens που οφείλουν και να υπηρετούν. Θα μάθουν όμως ότι τα εγκλήματα τους μπορεί να παραγράφονται στους κομμένους και ραμμένους στα μέτρα τους νόμους, αλλά η λαϊκή συνείδηση πλέον δεν παραγράφει.
Διαβάστε επίσης: Καλπάζετε κύριε Παπακωνσταντίνου. Αυτή δεν είναι κυβέρνηση, είναι ο Ακέφαλος Καβαλάρης.